Γιατί δεν προχωρά η συνταγματική αναθεώρηση;

Toυ Αλέκου Παπαδόπουλου

Η δημοκρατία περνάει στον καιρό μας και δοκιμασία και κρίση. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει κυρίως από το γεγονός ότι υπάρχει ένα εκτεταμένο κλίμα αμφισβήτησης στον χώρο του βασικού θεσμού μιας δημοκρατίας, που είναι η δικαιοσύνη. Επίσης πάρα τις πομπώδης ανακοινώσεις της κυβέρνησης και κομμάτων, τύπου, συνταγματολόγων και επιτροπών για Αναθεώρηση του Συντάγματος η Βουλή δεν προχωρεί στην σύσταση της προβλεπόμενης ειδικής επιτροπής ώστε να συμφωνηθούν οι αναθεωρητέες διατάξεις και να κηρυχθεί η επόμενη Βουλή ως Αναθεωρητική. Δεν γνωρίζω τους λογούς αυτής της καθυστέρησης και διευκρινίζω ότι δεν υιοθετώ διάχυτες φήμες που λένε ότι η καθυστέρηση οφείλεται, στο να ροκανισθεί χρόνος, όπως έγινε και με την προηγούμενη κυβέρνηση, για την μη τελικώς αναθεώρηση εκείνων των συνταγματικών διατάξεων που αφορούν στον νόμο ‘’περί ευθύνης υπουργών’’ πριν από μια πρόωρη κήρυξη εκλογών. Οφείλει η κυβέρνηση εδώ να δώσει κάποιες εξηγήσεις καθώς και χρονοδιάγραμμα της συνταγματικής αναθεώρησης.

Με την πάροδο του χρόνου η ελληνική κοινωνία κατακερματίζεται με συνέπεια να εμφανίζονται πληθώρα φυλάρχων που διεκδικούν μερίδια εξουσίας σε πολιτικό οικονομικό, μιντιακο και κοινωνικό πεδίο. Η δημοκρατία όμως δεν ξέρει από φυλάρχους, σφετεριστές και κάθε είδους παραβάτες και καταπιεστές που δρουν εν ονόματι της· και όλα αυτά συμβαίνουν όταν η πειθαρχία δεν είναι εσωτερική, όταν κάμπτεται η δημοκρατική αρετή, όταν κυριαρχεί μια οργανική ανεπάρκεια μέσα στα άτομα – φορείς της δημοκρατικής ιδέας.

Δημοκρατία είναι μια διαρκής πάλη των πολιτών που συμμετέχουν σε αυτήν, με τον εαυτό τους. Και εννοώ τη μάχη ενάντια στην προσήλωση προς το ατομικό συμφέρον, που αποθεώνεται, ενώ αντίθετα η ιδέα του συλλογικού συμφέροντος, και ιδιαίτερα στην οπτική μιας μακροπρόθεσμης διάστασης που θα περιελάβανε και τις επερχόμενες γενεές, γίνεται αδιανόητη ή στέλνεται στους άμβωνες των δημαγωγών, οπού στο όνομα ψευδεπίγραφων υποσχέσεων κυριαρχούν επισφαλείς βεβαιότητες. Τότε η πολιτική γίνεται αιχμάλωτη ενός αβέβαιου και σύντομου παρόντος. Όπου η αντιπροσώπευση αρχίζει να αμφισβητείται ως δυνατότητα.

Σήμερα ιδιαίτερα, τα «κλισέ» των ιδεολογιών αξιοποιούνται προκειμένου να καταληφθεί η εξουσία και όχι για να εφαρμοστούν. Η πολιτική υποτάσσεται στην επικοινωνία. Η πιστή κατισχύει των αποδείξεων. Η προπαγάνδα αυξάνεται αντιστρόφως ανάλογα προς το όραμα. Και, καθώς η ιδέα των μεγάλων οικονομικών μπλοκ κερδίζει διαρκώς έδαφος, πολλαπλασιάζοντας τα ελλειμματικά δεδομένα της δημοκρατίας, ο δημόσιος χώρος εξαχνώνεται.

Τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, της οικονομίας και του πολιτικού μας συστήματος εντοπίζονται σήμερα ευκρινέστερα όταν τα προσεγγίζουμε με κριτήριο την υποκατάσταση των θεσμών από κακοήθη μορφώματα που λειτουργούν ως παραθεσμοι. Πλάι και μέσα στους θεσμούς της οικονομίας αναπτύσσεται και λειτουργεί η παραοικονομία, πλάι και μέσα στους θεσμούς της πολιτικής αναπτύσσεται και λειτουργεί η παραπολιτική και πάλι μέσα στους θεσμούς της διοίκησης και της Δικαιοσύνης αναπτύσσονται και λειτουργούν οι «θεσμοί» της παραδιοίκησης και της δικαστικής χειραγώγησης. Όσο αυτοί οι παραθεσμοι διογκώνονται, τόσο απαξιώνονται οι επίσημοι θεσμοί. Οι πολίτες, αλλά και το ίδιο το πολιτικό σύστημα βρίσκονται παγιδευμένοι σε αυτές τις παραθεσμικες λειτουργίες.

Η νεότερη Ελλάδα δεν έχει κανονική πολιτισμική εξέλιξη και γι΄αυτό οι θεσμοί της είναι αδύναμοι. Οι διάφορες «νησίδες πολιτισμού» δεν συγκροτούν μια συνεκτική σε αξιακα συστήματα κοινωνία. Όσοι θεσμοί λειτουργούν είτε ως «σύνθετο άθροισμα θεσμοποιημένων ρολών» είτε κυρίως ως σταθερές και μόνιμες διαδικασίες, οι οποίες συμβάλλουν στη συνοχή της κοινωνίας, είτε τέλος ως διαδικασίες, οι οποίες αποτελούν συστατικά στοιχεία του πολιτικού, διοικητικού και οικονομικού μας συστήματος, όλο και περισσότερο αποδυναμώνονται ή, το χειρότερο, ενοποιούνται λειτουργικά γύρω από νοσηρούς άξονες.

Πάνω σε αυτό το ήδη σαθρό έδαφος, η σημερινή πολιτική συγκυρία σαρώνει κυριολεκτικά το ανήμπορο να αντισταθεί υφιστάμενο θεσμικό μας σύστημα. Το πολιτικό μας σύστημα δεν πορεύτηκε και δεν πορεύεται με πιστή στους νομούς που θεσπίζει, αλλά διολισθαίνει και τώρα σε ένα κόσμο κυνικών συμπεριφορών και γι’ αυτό νομοθετεί υποκριτικά αυτοπεριορισμούς και κανόνες διαφάνειας που δεν τηρούνται. Κυριαρχήθηκε από τις αντιφάσεις μιας ολόκληρης κοινωνίας και δεν υποτάσσεται σε κάποιο θεσμικό περιβάλλον.

Έτσι, τα ελλείματα του δημοσίου βίου, οι διομολογήσεις, η διαχρονική έλλειψη δημοσίων πολίτικων για την κοινωνική εξέλιξη της χωράς, την αφήνουν θεσμικά ανάπηρη και ένα σημαντικό κομμάτι του λαού μας απροσάρμοστο πολιτισμικά.

Η Ελληνική Δημοκρατία είναι μια ανάπηρη δημοκρατία, γιατί δεν είναι θεσμική. Και δεν είναι θεσμική, γιατί οι θεσμοί της εργαλειοποιουνται για την καθεστικοποιηση της. Γιατί ο αγώνας δεν γίνεται μέσα στο καθεστώς αλλά για το καθεστώς.

Αντίθετα η θεσμική δημοκρατία είναι μια ήρεμη δημοκρατία, οπού οι συνειδήσεις των πολιτών παραμένουν άγρυπνες αλλά όχι ταραγμένες. Η θεσμική δημοκρατία δεν αναγνωρίζει στον δημόσιο βίο πεδία εξουσίας αλλά μόνο πεδία ευθύνης. Όσοι δηλαδή εκλέγονται (υπουργοί, βουλευτές, δήμαρχοι, περιφερειάρχες, συνδικαλιστές, ιεράρχες κτλ.) δεν θεωρούν οι ίδιοι, μα ούτε και τους αναγνωρίζεται ότι ασκούν εξουσία, αλλά ότι με τις αποφάσεις και τις πράξεις τους εγγυώνται μόνο την αποτελεσματική λειτουργία των θεσμών για το κοινό όφελος.

Η ευθύνη των πολίτικων, κυβερνώντων και μη, αλλά κυρίως του Προέδρου της Δημοκρατίας, είναι εδώ βαρύτατη. Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς δεν επιτυγχάνεται με πολίτικες ρητορείες, κηρύγματα και ευχολόγια. Για την ανατροπή αυτού του γενικευμένου κλίματος αποθεσμοποίησης της ελληνικής κοινωνίας απαιτούνται γενναίες αποφάσεις από σοβαρούς ανθρώπους, που θα δημιουργήσουν θετικά προηγούμενα. Ακόμη υπάρχουν πολλοί σοβαροί και κανονικοί πολίτες, κυρίως στις νεότερες γενιές Ελλήνων, που ένιωσαν άλλους θεσμούς και πολιτισμούς.

 

 

Ο Αλέκος Παπαδόπουλος είναι πρώην υπουργός