Έχουν πολλές σαν τη Χούκλη και τη Σαράφογλου στην ΕΣΗΕΑ;

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣΈτσι όπως είναι τα πράγματα στη δημοσιογραφία εδώ και πολλά χρόνια μοιραία  λογικό είναι  η ΕΣΗΕΑ να διαγράφει δημοσιογράφους για τον τρόπο που κάνουν τη δουλειά τους. Δεν είναι η πρώτη φορά  άλλωστε. Το θέμα είναι ότι  διαγράφει επιλεκτικά.

Η πειθαρχική αντιμετώπιση για την κάλυψη του Δημοψηφίσματος,  εστιάσθηκε σε όσους ήταν προς ήταν προς την πλευρά  του ΝΑΙ. Η  πλευρά του ΟΧΙ δεν είχε πρόβλημα. Ενδεχομένως θα είχε αν οι συσχετισμοί στην Ένωση ήταν διαφορετικοί.

Επιλεκτικότητα υπάρχει και  αν ληφθεί υπόψη ότι  η  αξιολόγηση της δημοσιογραφικής παρουσίας  επικεντρώνεται στην  ραδιοτηλεόραση, με το επιχείρημα της ‘δημόσιας συχνότητας’, ενώ δεν ισχύουν τα ίδια και στην έντυπη δημοσιογραφία. Κατά πόσο είναι θεμιτή, ενδεχομένως και  νόμιμη, αυτή η άνιση και πάντως διαφορετική μεταχείριση είναι συζητήσιμο.

Γιατί  στον Τύπο κάποιος είναι υπεράνω  της κρίσης που διατυπώνεται για κάποιον στην τηλεόραση, τουλάχιστον σε ότι αφορά το σωματείο στο οποίο και οι δυο ανήκουν;  Γιατί η κομματική δημοσιογραφία είναι αποδεκτή στο χαρτί, αλλά δεν είναι, ορθά, στο γυαλί και στο μικρόφωνο; Για την ουσία μιλάμε.

Δεν είναι μόνο οι δημοσιογράφοι που πρέπει να τίθενται σε κρίση  από την ΕΣΗΕΑ, ούτε το συνδικαλιστικό  όργανο των δημοσιογράφων που πρέπει να μπει σε κρίση για τις  τελευταίες διαγραφές. Είναι πρωτίστως η δημοσιογραφία και αυτοί  που την ασκούν.

Στην Ελλάδα δημοσιογράφος θεωρείται  όποιος  προσλαμβάνεται από έναν επιχειρηματία που διαθέτει ένα μέσο ενημέρωσης. Αλλά μέλος της Ένωσης Συντακτών είναι μόνο όσοι εγκρίνονται από την ιδία την Ένωση.  Και στα όργανα της Ένωσης μετέχουν όσοι εκλέγονται από αυτά τα μέλη.  Υπάρχει  σχέση μελών και σωματείου όχι μόνο κατά τη διαδικασίας της εγγραφής αλλά στο διηνεκές.  ΄

sarafoglou2Το ερώτημα όμως για τους δημοσιογράφους –μέλη, είναι αν στο συγκεκριμένο δημοψήφισμα εξέφρασαν τη μια ή τη άλλη άποψη σε μια εκπομπή ή σε ένα δελτίο ειδήσεων; Αν ευθυγραμμίστηκαν με την εκδοτική πολιτική του εργοδότη τους; Αν έκαναν μια  ερώτηση που υποδηλώνει μονομέρεια ή όχι; Αν αυτό ισχύει για όσους προπαγάνδισαν το ΝΑΙ γιατί δεν ισχύει για όσους προπαγάνδιζαν και το ΟΧΙ;

Εν πάση περιπτώσει αν η διαφύλαξη των κανόνων εντάσσεται στο  εποπτικό έργο και το πειθαρχικό δικαίωμα της ΕΣΗΕΑ, δεν έχει δει τους δημοσιογράφους που είναι και ιδιοκτήτες  επιχειρήσεων- όχι μόνο  στο  χώρο της ενημέρωσης; Δεν είδε δημοσιογραφικές εκπομπές με σπόνσορες, τις διαφημιστικές ατάκες των οποίων εκφωνούν  δημοσιογράφοι, προτείνοντας στο κοινό  το προϊόν που χρηματοδοτεί την εκπομπή;

Κατά τα ψέματα. Για να έχει, εκτός από καταστατικό, και ηθικό δικαίωμα ένα σωματείο να ελέγχει τα μέλη του πρέπει να το κάνει για  όλους και για όλα. Διαφορετικά  προκύπτει ανάγλυφα ότι οι λόγοι που υποκινούν αυτού του είδους τις διεργασίες είναι λόγοι πολιτικών παιγνίων. Και απλώς αναζητούνται προσχήματα.
Ας πάρουμε δυο από τις περιπτώσεις επί των οποίων επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή, έστω ήπια.  Η Μαρία Χούκλη και οι Μαρία Σαράφογλου,  εργαζόμενες σε ανταγωνιστικά μέσα, έχουν ήδη η κάθε μια το επαγγελματικό της αποτύπωμα, άσχετα με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο εργοδότης τους το ρόλο του. Έχουν δώσει το στίγμα τους ως επαγγελματίες  με κοινό παρονομαστή όχι μόνο την επαγγελματική επάρκεια αλλά και το προσωπικό ήθος και το ύφος της τηλεοπτικής παρουσίας τους.

Η Χούκλη και η Σαράφογλου κοσμούν το σώμα των δημοσιογράφων, δια του τρόπου με τον οποίο υπάρχουν σ αυτόν χώρο, μπροστά και πίσω από τις κάμερες. Ως δημοσιογράφοι και ως πρόσωπα δεν έχουν δώσει αφορμή, δεν σκανδαλίζουν δεν αξιοποιούν τη δουλειά τους ‘στο γυαλί’ για να σταδιοδρόμησαν ως ‘ντίβες’, δεν   αυτοπροβάλλονται  ως τηλεπερσόνες έξω από το στούντιο. Είναι επαγγελματίες. Εργαζόμενες γυναίκες.

Σκέφθηκε κανείς ότι ένας δημοσιογράφος σ’ αυτό το χώρο  κρίνεται ως δημόσιο πρόσωπο και  με άλλα κριτήρια εκτός από το κείμενο του αρχισυντάκτη του που διαβάζει το ‘ωτο-κιου’; Εκτός από τη μια ή την άλλη ερώτηση που θα κάνει σε μια συνέντευξη; Ότι κρίνεται ως  υπόδειγμα ύφους και ήθους; Ως πολιτιστικό πρότυπο;

Από αυτή την άποψη η Χούκλη και η Σαράφογλου- και άλλοι σ’ αυτόν το χώρο, όπως π.χ. ο Παύλος Τσίμας- έχουν περάσει τις εξετάσεις τους και το υπόδειγμα τους  προστατεύει τη δημοσιογραφία από τις ποικίλες ενστάσεις που διατυπώνονται στις μέρες μας εναντίον της -σε βαθμό που τείνουν να την αναδείξουν ως κακόφημο επάγγελμα.

χουκληΣ’ αυτή τη δουλειά ο καθένας κρίνεται τελικά από το κοινό του και επιπλέον υπάρχει πάντα και ένα αξιολογικό στοιχείο- πολλές φορές προερχόμενο από τη φύση και άλλες από την προσωπικότητα και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται  ο καθένας με τον εαυτό του.  Οι κρίσεις κατά το  κομματικό συμφέρον δεν μετράνε- η Χούκλη άλλωστε είχε δεχθεί και επιθεση επειδη οι ερωτήσεις της δεν άρεσαν στους φίλους του … Γ. Παπανδρέου.

Ασφαλώς ο δημοσιογράφος πρέπει να κρίνεται και από το επαγγελματικό σωματείο του με βάση τους κώδικες που οφείλει αυτό το σωματείο να διαφυλάσσει- και που ασπάσθηκε με τη εγγραφή του.

Αλλά αν δει κανείς τα συμφραζόμενα στην περίπτωση των δυο κυριών, θα απορήσει: έχουν πολλές σαν την Μαρία  Χούκλη και τη  Μαρία  Σαράφογλου στη λίστα μελών της  ΕΣΗΕΑ και τις ρίχνουν στο πυρ τόσο αβασάνιστα; Μήπως με την τιμωρία τους, μάλλον τον εαυτό του τιμώρησε το Πειθαρχικό Συμβούλιο;