Εξυγίανση με επιστροφή στον δικομματισμό

 

 Toυ Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΚαι τώρα τι ψηφίζουν αδέρφια;  Όποιος  άνθρωπος με ανοικτό μυαλό λέει ότι δεν τον απασχολεί σε ποιον θα ρίξει την ψήφο του δεν λέει αλήθεια. Η  κάλπη της 20ης Σεπτεμβρίου  κινείται σε ένα θόλο τοπίο. Κανείς δεν είναι σίγουρος πλέον ότι ψηφίζοντας τον έναν ή τον άλλον βοηθάει τη χώρα να σταθεί στα πόδια της.

Προφανώς όλα τα κόμματα έχουν την επιχειρηματολογία τους. Αλλά αυτή η επιχειρηματολογία δεν αφορά την ουσία. Κανείς δεν έχει εφαρμόσιμες προτάσεις για τα πραγματικά προβλήματα. Π.χ. κανείς δεν ενδιαφέρεται πως θα αυξηθεί το εθνικό προϊόν. Προτιμούν να ερίζουν  για το ποιος εκπροσωπεί το παλιό και ποιος το νέο- δηλαδή να αερολογούν…  Και στις τάξεις των κομμάτων είναι ελάχιστοι οι άνθρωποι τους οποίους μπορεί να εμπιστευτεί ο ψηφοφόρος, ενώ είναι πολλά τα σούργελα, οι ανίκανοι, οι αστοιχείωτοι, οι τυχοδιώκτες και οι διαπλεκόμενοι.

Από  αυτή την άποψη σ’ αυτές τις εκλογές  δεν καλούμαστε μόνο να επιλέξουμε κόμμα. Καλούμαστε κατ’ ουσίαν  να επιλέξουμε νέο πολιτικό σύστημα.

Η Μεταπολίτευση εγκατάστησε τον δικομματισμό που σήκωνε ως τώρα τις αμαρτίες της. Αλλά και η κατάρρευση του το 2012 απλώς οδήγησε σε νέες αμαρτίες. Και το ενδεχόμενο να εγκατασταθούν στην επομένη Βουλή δέκα κόμματα –όταν η Βουλή του 1981 είχε μόνο τρία-  μάλλον ανατριχιαστικό δείχνει.

Επιλέγουμε κόμμα ή πολιτικό σύστημα;

Καθώς μετά και τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τα έχουμε δοκιμάσει όλα, πρέπει να είναι τυφλός κανείς να μη βλέπει ότι η λύση δεν βρίσκεται στην επιλογή κόμματος, αλλά στην επιλογή συστήματος, δηλαδή με ποια εργαλεία θα λειτουργεί η Δημοκρατία.

Με δεδομένο τον οδικό χάρτη της χώρα για την επομένη τριετία -δηλαδή το τρίτο Μνημόνιο- και με ακόμη πιο δεδομένη την ανάγκη παρουσίας στην Ευρωζώνη και την Ένωση στον αιώνα τον άπαντα,  η χώρα έχει ανάγκη  από πολιτικό σύστημα που να λειτουργεί και σταθερά και  απρόσκοπτα. Αυτό το εξασφαλίζει ο δικομματισμός -ή, τουλάχιστον, ο διπολισμός– υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα επαναληφτεί  η στρεβλή εφαρμογή  του παρελθόντος.  Αλλά ο ψηφοφόρος πρέπει να ξέρει ποιες λύσεις του προσφέρονται και να επιλέξει. Όχι να ψηφίζει στα τυφλά και η όποια κυβέρνηση να προκύπτει  από τις παρασκηνιακές συναλλαγές. Να είναι η κυβέρνηση  με τα ονοματεπώνυμα που ο ίδιος θέλει.

Η πολιτική σκηνή στην οποία ο κάθε πικραμένος ιδρύει κόμμα, αμοιβαδοποιεί  τη Βουλή και η κάθε κοινοβουλευτική περίοδος λήγει με περισσότερα κόμματα από όσα άρχισε. Κατακερματίζει τον δημόσιο βίο και  καθιστά το πολιτικό σύστημα και  τους πολιτικούς ευάλωτους στην διαπλοκή και τον  έξωθεν  επηρεασμό. Σε λίγο ο κάθε ολιγάρχης θα έχει το κόμμα του.

Εν τέλει,  προκαλεί πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα υπήρχαν την εποχή της εναλλαγής δύο μεγάλων κομμάτων στην εξουσία – χάρη στην οποία  εδραιώθηκε η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία. Με πολλά κόμματα δεν θα είχε  συμβεί ποτέ.

Η ευθύνη των πολιτών

Η κακοδιοίκηση της εποχής του δικομματισμού δεν προσήλθε από τα κόμματα. Προήλθε από τα πρόσωπα. Και πρωτίστως προήλθε από τις κακές επιλογές των επιλογές των πολιτών. Ο χειρότερος εχθρός της πολιτικής ήταν  ο καιροσκόπος ψηφοφόρος. Ο μεγαλύτερος καταστροφέας της χώρας ήταν το εκλογικό σώμα της.

Από τις λίστες υποψηφίων αυτών των κομμάτων οι πολίτες διάλεγαν τους χειρότερους ή τουλάχιστον αγνοούσαν τους  καλυτέρους. Και μετά την αποτυχημένη πρώτη τετραετία των κυβερνήσεων δεν τιμωρούσαν τα κόμματα  που απέκλιναν  από τις υποσχέσεις τους, αλλά τους έδιναν δεύτερη ευκαιρία.

Έβλεπαν πολιτικούς να πλουτίζουν, να καλοπερνάνε, να αδιαφορούν και να συναλλάσσονται και τους ξανάστελναν στη Βουλή.  Όσο χειρότερος ήταν κάποιος τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες είχε να  ψηφιστεί. Όσο περισσότερα  μαύρα λεφτά  ξόδευε τόσο πιο δημοφιλής ήταν. Όσο πιο πολύ συχνά ήταν στις αυλές της διαπλοκής τόσο πιο πολύ τον ενίσχυε η εκλογική πελατεία του. Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω.

Ξεφτίλα. Στην πράξη οι πολίτες συνθηκολόγησαν με τη συναλλαγή και τη διαφθορά κατά τη  φράση του Άσλεϊ Μπρίλλιαντ: ‘Θέλω λιγότερη διαφορά  ή περισσότερες ευκαιρίες να συμμετάσχω‘.

Ωστόσο το δικομματικό κοινοβουλευτικό σύστημα ως σύστημα δούλευε. Την επομένη των εκλογών υπήρχε κυβέρνηση και οι κάλπες στήνονταν κάθε τετραετία. Αν οι ψηφοφόροι δεν το αλλοίωναν με τις ιδιοτελείς επιλογές τους, αν επέλεγαν καλύτερες κοινοβουλευτικές ομάδες, αν επέβαλαν καλύτερες ηγεσίες, θα μπορούσε αυτό το σύστημα να  προσφέρει στη  χώρα. Να  ενθαρρύνει  την αξιοποίηση  ευκαιριών- που δεν χάθηκαν από τον δικομματισμό αλλά από την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού που επέλεγε ελεύθερα και ανεμπόδιστα ο πολίτης.

Είναι θέμα κοινής λογικής να αντιληφθεί κάποιος τις δύσκολες εποχές που περιμένουν τη χώρα. Η πρώτη προϋπόθεση για να επιβιώσει είναι να κυβερνάται. Και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με ισχυρές κυβερνήσεις, στηριζόμενες σε μεγάλα κόμματα με διακριτά χαρακτηριστικά  και όχι σε ευκαιριακές συγκολλήσεις παραγόντων  που απέτυχαν οσάκις δοκιμάσθηκαν.

Νέο πολιτικό σύστημα

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σ’ αυτές τις εκλογές αντί να διασπαρούν οι ψηφοφόροι σε κόμματα και κομματάκια, αντί να  ακολουθήσουν τις μωροφιλοδοξίες του ενός και του   άλλου, να συμπτυχτούν σε δύο μεγάλες πολιτικές ομάδες με ορατές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους. Η επιστροφή στο σχήμα Δημοκρατικοί και  Συντηρητικοί που θα εκπροσωπούνται από δύο ισχυρά κόμματα είναι αναγκαία. Στις μεγάλες  δυτικές Δημοκρατίες έτσι δουλεύουν τα πράγματα.

Αυτό σημαίνει ότι με τα σημερινά δεδομένα η ψήφος στα μικρά κόμματα δεν είναι απλώς χαμένη ψήφος. Είναι παράλογη και πάντως αντιπαραγωγική ψήφος -εκτός εποχής. Συνενώνουμε τους ΟΤΑ, τις επιχειρήσεις, τις  τράπεζες, τα δίκτυα, αλλά  αυξάνουμε  τα κόμματα και τους πολιτικούς. Γέμισε ο τόπος πολιτικούς αρχηγούς που περιφέρονται σαν παγώνια με πλουμιστές ουρές και διαφημίζουν τα καλά τους, ακολουθούμενοι από κάθε καρυδιάς καρύδι σε πολλές περιπτώσεις.

Θα είναι ωφέλιμο για τη χώρα οι πολίτες να επιλέξουν ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα της συγκυρίας. Πρώτα για να υπάρχει κυβέρνηση τη Δευτέρα και δεύτερο για να αλλάξει το πολιτικό σύστημα και να αποκτήσει διακριτά χαρακτηριστικά δύο πυλώνων.

Ο καθένας -ανάλογα με τη λογική του, τα κριτήρια, τα βιώματα, την προέλευση και την αισθητική του- μπορεί να κάνει την επιλογή του  αβίαστα, δίνοντας  δύναμη στα δύο κόμματα ευρείας επιρροής. Ώστε την επομένη τον εκλογών να λειτουργεί το σχήμα κυβέρνηση  -αντιπολίτευση.  Σ’ αυτό το πλαίσιο λειτουργικής Δημοκρατίας οι  πολίτες  θα μπορούν να  δράσουν αναλόγως των κριτηρίων τους για να ανασυστήσουν τις φυσικές πολιτικές παρατάξεις ενός νέου πολιτικού συστήματος που θα  λειτουργεί έχοντας ενσωματώσει και εμπειρία του παρελθόντος.

Τα υπόλοιπα τους καθιστούν έρμαιο στις ορέξεις όσων θέλουν την πολιτική ζωή υποχείριό τους.