Η απλή αναλογική ως μέθοδος των τριών και άλλες εξισώσεις

Του Νίκου Λακόπουλου

ΝΙΚΟΣ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΤελικά η απλή αναλογική πέρασε, αλλά για τις μεθεπόμενες εκλογές με το πιθανό σενάριο για απανωτές … εκλογές. Ο πρωθυπουργός θυμήθηκε την δέσμευση του προγράμματος αλλά ξέχασε το δεύτερο μέρος. Την κατάργηση του ορίου του 3% που θα άλλαζε πράγματι την Βουλή, αφού π.χ. στις εκλογές του 2012 ένα 19% των ψηφοφόρων  ψήφισαν, αλλά δεν είχαν εκπροσώπηση. Καμιά εξηνταριά έδρες χαμένες ή κλεμμένες.

Το νέο κόμμα εξουσίας κατηγορεί τον …Μητσοτάκη ως κόμμα διαμαρτυρίας. Ο Αλέξης απέχτησε εξοχικό στο Σούνιο- “για τα παιδιά”, πάχυνε κιόλας πρέπει να κάνει κάτι να μείνει στην Ιστορία. Αλλά αν εφαρμοστούν οι ιδέες του για δυο θητείες δεν θα γινόταν ποτέ πρωθυπουργοί, όπως ο Καραμανλής ο Μεγάλος κι ο Ανδρέας. Ξέρει τι λέει ή η αναθεώρηση θα είναι όπως οι απόψεις του για τα κανάλια- που τελικά θα είναι περισσότερα αφού ο πρωθυπουργός βλέπει την αγορά, ρωτάει και τον …βεζύρη κι αποφασίζει;

H απλή αναλογική δεν νοείται με όριο. Δεν είναι αναλογική, αλλά τα κόμματα κλέβουν …αναλογικά τις έδρες όσων μένουν εκτός Βουλής. Μπορεί εκεί να βρούμε τα νέα μεγάλα κόμματα σε εμβρυακή κατάσταση, νέες ιδέες, νέα πρόσωπα, πρωτοπορίες. Ούτε η ΝΔ, ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελούν μέλλον για την Ελλάδα. Θα υπάρξουν και χειρότερα -με απίστευτους πολιτικούς που θα φέρει η “νέα μεταπολίτευση” -αθλητικούς παράγοντες, μαφιόζους, Μπερλουσκόνηδες και Ρουβάδες.

Η απλή αναλογική- όπως και Γερουσία- υπήρχε στην Ελλάδα. Η περίοδος της αβασίλευτης δημοκρατίας, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, τέλειωσε μετά από έντεκα χρόνια με μια δικτατορία, ως λύση στο “αδιέξοδο”. Την έκανε αυτός που είχε πάρει 4%. Οι “κολονέλοι” του μελλοντος θάναι τεχνοκράτες, μιντιάδες, άνθρωποι με πλούτο.

Λίγο πριν οι δυο μεγάλοι σχηματισμοί -βενιζελικών-αντιβενιζελικών ή βασιλοφρόνων-αντιβασιλοφρόνων- είχαν ισοψηφίσει. Το ένα κόμμα των αντιβενιζελικών είχε ωστόσο περισσότερες έδρες, οι βενιζελικοί σκέφτηκαν την λύση “δημοκρατικού πραξικοπήματος” και ο ρυθμιστής ήταν ένα μικρό, το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Η ιστορία αυτή είναι χρήσιμη όχι γιατί ξανά ένα μικρό κόμματα μπορεί να γίνει ρυθμιστής του πολιτεύματος, αλλά γιατί το επικείμενο εκλογικό σύστημα μπορεί αντί να φέρει «χάος» κι αδιέξοδο να οδηγήσει ξανά στην αδιέξοδη «διέξοδο» ενός νέου διπολισμού, ακόμα κι αν δεν έχει ακριβώς στοιχεία δικομματισμού.

Αυτός ο διχασμός είναι ο κίνδυνος και όχι η πολιτική πολυμορφία. Η ακυβερνησία δεν εξαρτάται από την απλή αναλογική. Ήδη για να αποφευχθεί με κυβερνήσεις πέραν του ενός -με όρους φεστιβάλ- στην πράξη σχηματίζεται κυβέρνηση με λιγότερους από το 50%.  Βέβαια, αντί το πρώτο κόμμα να κλέβει έδρες από τα εκτός βουλής, να παίρνει μπόνους, να ευνοείται στις ολιγοεδρικές και να έχει κυβερνησιμότητα, θάταν πιο ειλικρινές να κατέβει το όριο των 151 εδρών.

Ο Αλέξης δεν σχεδιάζει απλή, άδολη αναλογική, αλλά δολερή. Πήρε το μπόνους ως πρώτο κόμμα, το παίρνει κι ως δεύτερο που θα μπορεί πλέον να σχηματίσει κυβέρνηση. Αλλά η συμμαχία με τον Καμμένο -με τόσο μεγάλη αποχή- οδήγησε σε κυβέρνηση μειοψηφίας που δεν εκφράζει ούτε το 20% των πολιτών. Αυτό είναι το πρόβλημα. Δεν είναι η αναλογική.

Μια δυνατή κυβέρνηση θα πρέπει να κινείται στην εκπροσώπηση όλης της κοινωνίας- ει δυνατόν. Με άλλη πολιτική κουλτούρα- και όχι κυβερνήσεις κομματικών ελίτ κι όσους γνώρισε ο πρωθυπουργός στο facebook ή το …γυμναστήριο. Ο λαός ψήφισε- κατά 35% -Τσίπρα, αλλά όχι και Σκουρλέτη ή Μπαλτά. Στις κρίσιμες εκλογές του -τις τελευταίες του Μεσοπολέμου- που έγιναν με απλή αναλογική- συμμετείχε το 21% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Αυτό λέει πολλά. Προφανώς το 80% των πολιτών δεν ήθελαν κανένα από τα δυο στρατόπεδα του Διχασμού που χώρισε με αίμα κόμματα που σε άλλες εποχές θα μπορούσαν να συνεργαστούν.

Το αδιέξοδο έρχεται αφού έχουμε πάλι δυο συνασπισμούς και μικρά κόμματα- ρυθμιστές που έχουν εξασφαλίσει με 4-5% συμμετοχή στην κυβέρνηση.  Aν οι 40-50 έδρες πάνε σε κόμματα εκτός “πλαισίου”- όπως η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ-μένει να βγει κυβέρνηση από 250 βουλευτές από τους οποίους οι 80-100 θα ανήκουν στο δεύτερο κόμμα. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα σχηματιστεί ή κυβέρνηση, αν δεν θέλει  ο Λεβέντης ή θα σχηματιστεί μια πολυκομματική κυβέρνηση, αλλά πως- με ποιους και για πόσους μήνες;

 Στις επόμενες εκλογές οι σχηματισμοί Νέας Δημοκρατίας και πιθανόν συμμάχων και ΣΥΡΙΖΑ- Ανεξάρτητων Ελλήνων θα είναι ισοδύναμοι. Ο ρόλος θα πέσει στις 40-50 έδρες των μικρότερων κομμάτων -ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων- που διασφαλίζουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την συμμετοχή στην κυβέρνηση, αν και έχουν απήχηση σε πολύ μικρό τμήμα του εκλογικού σώματος. Ή αυτός ο ρόλος δεν θα υπάρξει για όσους δεν περάσουν το όριο.

Ένα κόμμα μόνο του θα χρειάζεται 46-47% και το δεύτερο κόμμα μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση -αυτό επιδιώκει ο νόμος. Με άλλα λόγια η δεξιά παράταξη δεν θα μπορεί να κάνει κυβέρνηση στον αιώνα τον άπαντα ακόμα κι αν πάρει η ΝΔ 35% και συνεργαστεί και με το ΠΑΣΟΚ και με το Ποτάμι -ή όποιο άλλο πάρει την θέση του.

Φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει καμιά τομή, αλλά ένα τερτίπι. Τομή θα ήταν η εκλογή αναλογικά κι όχι σε περιφέρειες όπου στις ολιγοεδρικές ευνοείται το πρώτο κόμμα. Τομή θα ήταν το ενιαίο ψηφοδέλτιο, η εκλογή ορισμένου αριθμού βουλευτών από  κοινωνικές τάξεις, η υπέρβαση του κομματικού συστήματος, η κατάργηση του ορίου με στόχο μια Βουλή που να εκπροσωπεί όλο τον λαό κι όχι ένα μέρος με ανισοδύναμη ψήφο.

Η συζήτηση για την συνταγματική αναθεώρηση άρχισε, αλλά με προειλημμένες και πρόχειρες αποφάσεις. Φυσικά τα δημοψηφίσματα -σαν αυτό του Όχι- που ακόμα γελάμε – ή κλαίμε- είναι φτηνή τροφή για τον λαό -που τάχα θα πάρει …την εξουσία ή την …ζωή στα χέρια του. Στην πράξη  το 60% θέλει απελευθέρωση της εκπαίδευσης αλλά η κυβέρνηση μειοψηφίας δεν ρωτάει το  λαό που θα “συμβουλεύεται” κατά βούληση. Θα κάνει ξανά δημοψηφίσματα σαν κι αυτό που έκανε που όλοι ξεχνάμε την ερώτηση, αλλά η απάντηση ήταν “Ναι” σε κάθε περίπτωση.

Το συμπέρασμα είναι πως δεν αλλάζει το πολιτικό σύστημα αν αλλάξουμε το εκλογικό σύστημα, αλλά ο τρόπος που θα μετράμε τις ψήφους -όσων ψηφίζουν. Το ζητούμενο είναι μια πραγματική, πολύχρωμη δημοκρατία όπου η πολιτική να βρει το νόημα που περιέχεται στην φράση πως “η πολιτική θα μπορούσε να είναι μία από τις Καλές Τέχνες”. Αλλά η τέχνη είναι καλή, η εξουσία γλυκιά και η αλά Τσίπρα “αναλογική” γλυκανάλατη.