Κ. Καραμανλής- Κ. Σημίτης: τα τελευταία αναχώματα  

(Φωτό ΑΠΕ)

Του Γιώργου Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ  Αργά και βασανιστικά τους τελευταίους μήνες η  χώρα οδηγείται εκτός Ευρωζώνης και από εκεί είναι βέβαιο εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το  λένε όλοι, μερικοί το επιδιώκουν κιόλας, άλλοι το υποτιμούν -και κάποιοι το γλεντάνε γιατί έχουν να κερδίσουν.   Από μια άποψη  το θέμα δεν είναι αν θα βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη, αλλά αν θα επιστρέψει. Δεν θα το ξέρουμε πριν από την Κυριακή. Αλλά τότε θα είναι αργά, αν οι προβλέψεις για το Grexit επαληθευτούν.

Δεν έχει σημασία τη λέει η κυβέρνηση  για το ενδεχόμενο εξόδου από την  Ευρωζώνη. Έχει σημασία τι κάνει.  Και μέχρι στιγμής  διευρύνει διαρκώς το χάσμα με τους ευρωπαϊκούς, κωλυσιεργεί και απορυθμίζει, και  στο όνομα της Δημοκρατίας και της αξιοπρέπειας του ελληνικού λαού, κάνει όλους τους άλλους λαούς να στρέφονται εναντίον του.  Οι  σκηνές  από  το Ευρωκοινοβούλιο- το ανώτατο επίπεδο δημοκρατικής εκπροσώπησης στην Ευρώπη- ήταν οδυνηρά χαρακτηριστικές.

Αν η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου το σχεδίαζαν εξ αρχής, όπως πιστεύουν πολλοί, ή αν τους προέκυψε από λάθος χειρισμούς  και από αδυναμία προσαρμογής στους ευρωπαϊκούς κανόνες  δεν έχει σημασία. Αυτό που θα μετρήσει είναι ότι αν τη  Δευτέρα η χώρα βρεθεί στο κενό, θα πρόκειται για μετάβαση σε μια ζοφερή πραγματικότητα, με εξωτερικές και εσωτερικές συνέπειες.

Το φιλοευρωπαϊκό μέτωπο ηττήθηκε

Αυτό το ενδεχόμενο ο πολιτικός κόσμος -πέραν της κυβερνητικής συμμαχίας- το παρακολουθεί δειλός, μοιραίος και άβουλος. Η νερόβραστη ανακοίνωση  των πολιτικών αρχηγών μετά τη συνάντηση τους δείχνει ότι το φιλοευρωπαϊκό μέτωπο χώρας είναι ακέφαλο. Αν υπήρχε φιλοευρωπαϊκό μέτωπο, ηττήθηκε  στο δημοψήφισμα.

Αυτό όμως δεν είναι αρκετό σαν δικαιολογία, αν η Ελλάδα βρεθεί –για οποιονδήποτε λόγο- εκτός  της προστατευτικής ασπίδας της Ευρωπαϊκή Ένωσης. Ούτε θα έχει καμιά αξία αν θα χτυπήσουν το κεφάλι τους όσοι με τον  ένα η τον άλλο τρόπο συνήργησαν.

Δεν θα έχει κανένα αντίκρυσμα, αν μετά από αυτό, οι πολίτες εκδιώξουν κακήν-κακώς τα κόμματα που προκάλεσαν την έξοδο. Η ζημιά θα έχει γίνει. Και φυσικά ούτε η Ελλάδα θα είναι σε θέση να επιστρέψει  στην κοινοτική Ευρώπη, ούτε οι Ευρωπαίοι θα τη θέλουν.

Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι  αποτραπεί αυτή η εξέλιξη. Να μην συμβεί ούτε σαν ατύχημα, ούτε σαν κυβερνητικό σχέδιο, ούτε σαν επιδίωξη  παραγόντων της Ευρώπης  που κουράστηκαν με την Ελλάδα.

Η άλλη ανάγνωση του 61%

Ο μόνος δημοκρατικός τρόπος γι’ αυτό είναι να πειστεί  η  κυβέρνηση και να αλλάξει πολιτική, αν κάνει λάθος, και σχέδια αν το επιδιώκει.

Να βρεθεί δηλαδή απέναντι στο μεγαλύτερο του 61% του Δημοψηφίσματος, που συντάσσεται στις  δημοσκοπήσεις υπέρ του ευρώ. Να διαβαστεί σαν αξίωση να μείνει η χώρα στην Ευρωζώνη «πάση θυσία», όπως λέει  με νόημα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος.

Καθώς είναι η νόμιμη κυβέρνηση της χώρας  η πίεση πρέπει να γίνει με νόμιμα πολιτικά μέσα, αλλά με αποφασιστικότητα. Με οργάνωση και με  τρόπο που θα συσπειρώνει τους πολίτες σε ένα αδιαπέραστο φράγμα το οποίο καμιά κυβέρνηση δεν θα μπορεί αγνοήσει. Ή τουλάχιστον δεν θα μπορεί να συνδεθεί με μια τέτοια εξέλιξη, αν δεν τους  ρωτήσει πρώτα.

Ο Παπανδρέου ποια  «λαϊκή εντολή» είχε;

Πολλοί, αφελείς, ανέμελοι, ή αυτο-ενοχοποιούμενοι από το παρελθόν τους, προβάλλουν το επιχείρημα  ότι η κυβέρνηση «δεν έχει λαϊκή εντολή» για  ενδεχόμενη έξοδο από την Ευρωζώνη. Και λοιπόν; Αυτό το λέει και η κυβέρνηση, επί της οποίας είναι πλέον πιθανό να συμβεί- είτε το οργανώνει η ίδια, είτε  όχι.

Ούτε ο Γ. Παπανδρέου είχε εντολή να πάει τη χώρα σε διεθνή οικονομικό έλεγχο και να φέρει το ΔΝΤ, αλλά το έκανε. Και μάλιστα προέβαλε και τον ισχυρισμό ότι τη σώζει.

Τι εμποδίζει τον Αλ. Τσίπρα -σε περίπτωση εξόδου- να ισχυρίζεται είτε ότι τη σώζει από τη λιτότητα των εταίρων ή ότι οι εταίροι τον εκδίωξαν για πολιτικούς λόγους;

Αν συμβεί αυτό, όπως και αν συμβεί, θα είναι πολύ αργά για  δάκρυα . Γι αυτό και ό,τι είναι να γίνει, να γίνει τώρα.

Ο Πρωθυπουργός οδηγεί ή οδηγείται -εκών άκων- σε ένα δρόμο στο τέλος του οποίου υπάρχει η καταστροφή. Είτε αυτό θα σημαίνει καταστροφή και της κυβέρνησης του. Είτε θα σημαίνει  επικράτηση και απόλυτης κυριαρχία της. Εκτός ευρώ η Ελλάδα θα είναι μια άλλη χώρα, μια άλλη  Δημοκρατία, μια άλλη  οικονομία.

Χωρίς πολιτικό αντίπαλο

Μέχρι στιγμής οι αντιστάσεις απέναντι σ’ αυτό το ενδεχόμενο είναι αναιμικές.  Όλοι έχουν παραδοθεί  στην τύχη και κάνουν ακαδημαϊκές δηλώσεις. Άντε και να πάνε σε καμιά συγκέντρωση περιπάτου να χαζέψουν στην τηλεόραση αναξιόπιστα πρόσωπα ή θορυβοποιούς της Δεξιάς να παραστήσουν τους «Λεωνίδες» των ευρωπαϊκών Θερμοπυλών. Αστεία πράγματα.

Που είναι οι στυλοβάτες του ευρωπαϊκού μετώπου της χώρας;  Που είναι τα πολιτικά κόμματα, οι οργανώσεις τους, η κοινωνία των πολιτών, τα σωματεία, οι  πνευματικοί άνθρωποι, ο επιχειρηματικός κόσμος, οι Έλληνες της διασποράς; Γιατί έχει παραχωρηθεί όλο το γήπεδο στις δυνάμεις  που είτε καλλιεργούν σκόπιμα τη ρήξη με την Ευρώπη, είτε δεν είναι σε θέση  να δημιουργήσουν προϋποθέσεις παραμονής της χώρας;

Πολιτικό αντίπαλο αυτή τη στιγμή ο Τσίπρας δεν έχει και αυτό του επιτρέπει να πολιτεύεται όπως κρίνει. Χωρίς αντίπαλο δέος .

Σε ότι αφορά τα εσωτερικά θέματα  δεν υπάρχει προβλημα. Υπό κανονικές συνθήκες η κυβέρνηση θα κριθεί τέλος της τετραετίας της.

Όμως, σε ό,τι αφορά την συμμετοχή στην κοινοτική Ευρώπη δεν υπάρχουν τετραετίες. Μια φορά μπήκε και μια φορά θα βγει. Και αν βγει δεν θέλουμε να ξέρουμε τι θα προκύψει.

Αυτό κάποιος να το σταματήσει. Ή έστω κάποιος  να το παρουσιάσει αξιόπιστα  και να φέρει τον Πρωθυπουργό προσωπικά ενώπιον των ιστορικών ευθυνών του.

Η επιστράτευση Καραμανλή –Σημίτη

Υπάρχουν δύο  πρόσωπα που έχουν αυτή τη δυνατότητα και έχουν κάθε λόγο να βγουν μπροστά   στις ώρες που απομένουν ως την Κυριακή  και να μιλήσουν ευθέως στους πολίτες.  Όχι με δηλώσεις. Με αυτοπρόσωπη παρουσία.

Ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχουν ο ένας για τον άλλον και οι  πολιτικοί τους αντίπαλοι για τους ίδιους, ο λόγος τους έχει ιστορική αξία. Έχουν ακροατήριο στις παρατάξεις  που συνδέονται  με την ευρωπαϊκή υπόσταση της χώρας.

Ο πρώτος είναι Κώστας Καραμανλής. Πολιτικός  με ειδικό πολιτικό βάρος και ευρύτερο  ακροατήριο, εκπροσωπεί την πολιτική κουλτούρα που έφερε τη χώρα στην Ευρώπη, κόντρα  στις αντιδράσεις που υπήρχαν γι αυτό. Θα  αφήσει να συρθεί  εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε από λάθη είτε  από σκοπιμότητες;

Ο άλλος είναι ο Κ Σημίτης. Συνδέθηκε με το ευρωπαϊκό όραμα -ακόμη και όταν το κόμμα του ήταν αλλού- και επί των  ημερών τού η Ελλάδα εντάθηκε στηνΕυρωζώνη. Θα μείνει να παρακολουθεί από μακριά  τον εξοβελισμό από το κοινό νόμισμα –το οποίο πρώτος έπιασε στα χέρια του- και ό,τι προκύψει;

Σήμερα ο ένας από τους δύο πρώην Πρωθυπουργούς είναι απλώς βουλευτής και ο άλλος δεν είναι καν στην Βουλή. Για να υγροποιηθούν χρειάζονται νομιμοποίηση. Και αυτή μπορεί  να προέλθει από τα κόμματά τους.

Τι περιμένουν  η ΝΔ  και το ΠΑΣΟΚ να τους καλέσουν να ηγηθούν  μέχρι την τελευταία ώρα  μιας εκστρατείας αποτροπής του μοιραίου;  

Δεν θα αμφισβητήσουν την  κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ούτε το δικαίωμα της κυβέρνησης να εφαρμόζει την  πολιτική της.  Αλλά γιατί δικαιούται ένας υπουργός να λέει ότι προτιμάει την Ελλάδα  έξω από το ευρώ- και να παραμένει υπουργός-και δεν μπορούν δυο άνθρωποι που κυβέρνησαν να βγουν μπροστά για να το αποτρέψουν;

Η συντονισμένη παρέμβασή τους, την ύστατη ώρα θα  ασκήσει πίεση στην κυβέρνηση, ώστε να μην οδηγηθεί στη διαφαινόμενη εθνική ήττα. Θα  συσπειρώσει του πολίτες που βλέπουν τι  θα επακολουθήσει μιας εξόδου από την ευρωπαϊκή οικογένεια.

Επιπλέον θα στείλει την Ευρώπη μήνυμα ότι υπάρχει και η  φιλοευρωπαϊκή Ελλάδα, αλλά και η Ελλάδα της λογικής που ξέρει τι σημαίνει να βγει η χώρα έξω από το φυσικό της περιβάλλον.  Θα είναι μια παρέμβαση  που θα λειτουργήσει ως ανάχωμα και θα βάλει και τον τελευταίο πολίτη προ των ευθυνών του: να σκεφθεί πως ακριβώς θέλει την Ελλάδα του μέλλοντος του.