Οι αντιπολιτεύσεις ως συνένοχες στην κρίση

Του Γιάννη Λούλη*

 

ΛΟΥΛΗΣΟι οικονομικές κρίσεις, ιδίως αν έχουν διάρκεια και βάθος, είναι πολυεπίπεδα φαινόμενα. Τούτο ισχύει προφανώς και για τη χώρα μας. Αρκεί να θέλει κάποιος να δει τη μεγάλη εικόνα. Από αυτή γίνεται φανερό πως το πρόβλημα δεν εντοπίζεται μόνο στις κυβερνήσεις που απέτυχαν στη διαχείριση των κρίσεων, έστω κι αν έχουν την πιο μεγάλη ευθύνη. Επεκτείνεται και στις αντιπολιτεύσεις. Ειδικά μάλιστα σε αυτές που αποτελούν πυλώνες του κομματικού συστήματος. Αυτές οι αντιπολιτεύσεις συνέβαλαν σε ένα νοσηρό πολιτικό κλίμα. Ηταν συγκρουσιακές. Λαϊκιστικές. Ανεύθυνες. Με αποτέλεσμα η χώρα να πνιγεί με έναν βρόχο ανίκανων κυβερνήσεων και βλαβερών αντιπολιτεύσεων.

Στη διαδρομή της κρίσης λοιπόν θα αποτελούσε σοβαρό λάθος να υποτιμηθεί ο ρόλος και η συμπεριφορά των αντιπολιτεύσεων. Γενικότερα, ένα ανεπαρκέστατο και παθογενές πολιτικό προσωπικό αντάλλασσε τοξίνες. Αυτός ο φαύλος κύκλος βάθαινε το οικονομικό τέλμα. Οικονομική και πολιτική κρίση αθροίζονταν. Προσφάτως ο επικεφαλής του ESM, με δύο φράσεις του, συνέδεε τους κρίκους αυτούς. Από τη μια, προειδοποιούσε πως η Ελλάδα «δεν αντέχει άλλες καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις» ρίχνοντας ευθύνες στις κυβερνήσεις, που δεν τις προωθούσαν. Από την άλλη, υπογράμμιζε πως η χώρα επίσης δεν αντέχει «ακόμη μια περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας», με την ευθύνη δηλαδή των αντιπολιτεύσεων.

Μια ολιστική προσέγγιση στην κρίση αποδίδει τα του Καίσαρος Καίσαρι. Δεν αφήνει απ’ έξω τις ευθύνες των αντιπολιτεύσεων. Δεν τους επιτρέπει να βρουν κρυψώνες. Αποκαλύπτεται έτσι πως δίπλα στις κυβερνήσεις είχαμε συνένοχες αντιπολιτεύσεις! Φυσικά, σε διαφορετικούς ρόλους. Αλλά με κοινές παθογένειες.

Η πρώτη αξιωματική αντιπολίτευση που άνοιξε διάπλατα τις πόρτες σε ένα τοξικό πολιτικό κλίμα υπήρξε εκείνη με τον Αντώνη Σαμαρά, τον πιο μοιραίο αρχηγό της ΝΔ. Ενα «αστικό» κόμμα έγινε δακτυλοδεικτούμενο στην ευρωζώνη ως σύμπτωμα ενός άρρωστου ευρύτερου κομματικού συστήματος. Οι λαϊκιστικές πατημασιές του Σαμαρά προσδιόρισαν και την πορεία του Τσίπρα σε αντίστοιχο αντιπολιτευτικό ρόλο. Οι Ευρωπαίοι αντιμετώπισαν με σοκ την αντιπολίτευση Σαμαρά. Σε καμιά χώρα της ευρωζώνης που βίωνε κρίση δεν υπήρξε ανάλογη συμπεριφορά από ένα παραδοσιακό κόμμα. Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρος διαμόρφωσαν συνθήκες στοιχειώδους συναίνεσης. Και κατάφεραν να βγουν από την κρίση. Η Ελλάδα δεν έγινε μόνο λόγω των κυβερνήσεών της μαύρο πρόβατο. Αλλά και λόγω των αντιπολιτεύσεών της. Και της ολοκληρωτικής απουσίας συναίνεσης.

Οι εγχώριες αντιπολιτεύσεις πορεύτηκαν με μια αλυσίδα φορτίων για τη χώρα.

Ο Γιώργος Παπανδρέου προκάλεσε τις εκλογές του 2009 απειλώντας να μην ψηφίσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Διαβεβαίωνε λαϊκιστικά πως «λεφτά υπάρχουν». Ο Αντώνης Σαμαράς δεν επέτρεψε στον Λουκά Παπαδήμο να σταθεροποιήσει την οικονομία, όπως συνέβη με τον Μάριο Μόντι στην Ιταλία. Ηθελε πάση θυσία την εξουσία. Ηταν εκείνος που εγκαινίασε την εξωφρενική θεωρία πως μια υπερδανειζόμενη και ουσιαστικά χρεοκοπημένη χώρα είναι διαπραγματευτικά πανίσχυρη. Διότι μπορεί να απειλήσει τους δανειστές της με τη χρεοκοπία της! (σχετική περικοπή στην πρώτη εμφάνισή του στη ΔΕΘ). Η φαντασιακή μετατροπή τού αντικειμενικά αδύναμου σε, υποτίθεται, ισχυρό, είναι κλασικό εργαλείο των λαϊκιστών. Τούτο συνέβη με τον ολέθριο Γιάνη Βαρουφάκη, που έσπρωξε στα άκρα μια «στρατηγική» καμικάζι απειλώντας τους Ευρωπαίους ότι θα τους πλήξουμε με τη χρεοκοπία μας. Φθάσαμε έτσι μια ανάσα από την καταστροφή.

Ο Αλέξης Τσίπρας αναδιπλώθηκε σωτήρια. Σωτήρια ήταν η συναίνεση της φιλευρωπαϊκής αντιπολίτευσης για το πέρασμα της συμφωνίας. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης προσέφερε πολλά στη χώρα με αξιοπρέπεια και γενναιότητα. Μήπως λοιπόν είχε έρθει η ώρα, ειδικά η αξιωματική αντιπολίτευση να αρχίσει να παίζει εποικοδομητικό ρόλο; Να σπάσει το δίπολο ανεπαρκείς κυβερνήσεις – ανεύθυνες αντιπολιτεύσεις;

Η κούρσα της διαδοχής στη ΝΔ ανέδειξε όλες τις παθογένειες ενός κομματικού μικρόκοσμου. Ηρθε στην επιφάνεια ένας μαξιμαλισμός πόλωσης απέναντι στην κυβέρνηση. Δύο από τους τέσσερις υποψηφίους για την ηγεσία ήταν υπερδεξιοί και ακραίοι. Θέση συμβούλου σε έναν από αυτούς είχε ο υπόγειος συνομιλητής της Χρυσής Αυγής. Το μήνυμα ήταν σαφές: η ΝΔ συνολικά παρέμενε ένα άρρωστο πολιτικό κόμμα. Βεβαίως, στον δεύτερο γύρο ο ένας από τους δύο κεντρώους υποψηφίους επικράτησε. Αυτό ήταν κάτι θετικό.

Από εκεί και πέρα, όμως, η ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη σφραγίστηκε από δύο κινήσεις και μία κοινή διαδρομή. Επέλεξε ως αντιπρόεδρο τον έναν από τους δύο υπερδεξιούς υποψηφίους για την ηγεσία. Παράλληλα, το στέλεχος αυτό κουβαλούσε την πολιτική σκιά του Σαμαρά. Η διολίσθηση της νέας ηγεσίας μακριά από τον χώρο του Κέντρου κορυφώθηκε με την απαίτηση για πρόωρες εκλογές στο πλαίσιο μιας ολομέτωπης σύγκρουσης. Οι εκλογές ζητήθηκαν εν μέσω της αξιολόγησης! Ακόμα και κυβερνητικές πρωτοβουλίες που ήταν κοντά στις θέσεις της ΝΔ, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, απορρίφθηκαν. Eτσι, η πολιτική σταθερότητα που χρειαζόταν η χώρα, εν μέσω διεθνών αναταράξεων, βρέθηκε και πάλι στα αζήτητα.

Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης τολμούσε να ανατρέψει μια παθογενή αντιπολιτευτική παράδοση, θα κέρδιζε και ο ίδιος και η χώρα. Θα προκαλούσε αίσθηση, ως «άλλου τύπου» πολιτικός. Δεν το τόλμησε. Φοβήθηκε τη σύγκρουση με τοξικές εστίες του κόμματός του. Εγινε άλλος ένας «συνήθης» αρχηγός αντιπολίτευσης. Ικανοποιώντας τον κομματικό του μικρόκοσμο και όχι τον μεσαίο χώρο. Η πιο αξιόπιστη δημοσκόπηση στη χώρα, οι Τάσεις της MRB, που διενεργείται όχι τηλεφωνικά αλλά πρόσωπο με πρόσωπο, δείχνει τη ΝΔ, με τον  ΣΥΡΙΖΑ στη χειρότερη φάση του, κολλημένη στο 26%. Μόνο το 27,5% θεωρεί καταλληλότερο πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη. Οι θετικές κρίσεις γι’ αυτόν είναι 26,7%, ενώ οι αρνητικές σκαρφαλώνουν στο 63,1%! Οι απώλειες του Τσίπρα δεν πάνε στη ΝΔ αλλά στην αδιευκρίνιστη ψήφο. Αυτά τα δεδομένα δεν δικαιολογούν πανηγυρισμούς. Πρέπει να προκαλέσουν βαθύτατη ανησυχία.

Βεβαίως, ο Μητσοτάκης δεν είναι Σαμαράς. Παραμένει, φοβισμένα, πιο «κεντρώος» από το κόμμα του. Και όμως υπήρχε χρυσή ευκαιρία για μια άλλου τύπου αντιπολίτευση. Ειδικά τώρα που ο Τσίπρας, με τη συνδρομή του Τσακαλώτου, γίνεται πολύ πιο ρεαλιστής. Αλλη μια ευκαιρία για τη χώρα χάνεται. Από αυτές που δεν της περισσεύουν. Ομως με το συγκεκριμένο κομματικό σύστημα να αυτοδιαιωνίζεται, δύσκολα μπορούμε να περιμένουμε πολλά.

*Από τα ΝΕΑ