Ο Δραγασάκης «ανοίγει» στον ΣΥΡΙΖΑ τον «Φάκελο Βαρουφάκη»

Του Γ. Λακόπουλου
ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΟ Γιάννης Δραγασάκης είναι αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, βαρόνος του ΣΥΡΙΖΑ και γκουρού της ιδιότυπης αντιμνημονιακής Αριστεράς που ανέδειξε το άστρο του Αλέξη Τσίπρα. Για πολλούς ήταν και ο φυσικός υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησής του, προτού τον συμπαρασύρει το φαινόμενο Βαρουφάκης.
Με κάποια καθυστέρηση είναι αλήθεια, ο Δραγασάκης κοινοποίησε τη θέση του για δυο βασικά θέματα της διακυβέρνησης που ασκείται μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου, έτσι όπως δρομολογήθηκε πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου. Και το έκανε στο ανώτατο δυνατό κομματικό επίπεδο: στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής.
Με όσα είπε πρώτα αποδόμησε το διαβόητο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης στο οποίο καταλογίζει πλειοδοσία υποσχέσεων. Και δεύτερο κατεδάφισε την καταστροφική τακτική της διαπραγμάτευσης που επέβαλε ο Βαρουφάκης στηριζόμενος στην αεριτζίδικη θεωρία ότι «αν φύγει η Ελλάδα, η Ευρωζώνη καταρρέει».
Οι προσεκτικοί παρατηρητές έπιασαν το υπονοούμενο: ενώ ο Αλέξης Τσίπρας καλύπτει διαρκώς τον πρώην υπουργό Οικονομικών, ο αντιπρόεδρός του τον «δίνει».  Και επειδή ο Δραγασάκης, ως αντιπρόεδρος, ήταν επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου και κατά κάποιο τρόπο πολιτικός προϊστάμενος του Βαρουφάκη, οι βολές πάνε πιο πέρα από την πλατεία Συντάγματος. Για την ακρίβεια σκάνε στην αυλή του Μεγάρου Μαξίμου.

Ασφαλώς οι καθυστερημένες επισημάνσεις Δραγασάκη ούτε την πυρίτιδα ανακαλύπτουν, ούτε γλαύκα στην Αθήνα κομίζουν. Έχουν αναλυθεί εγκαίρως από πολλούς. Αλλά η εκ των υστέρων επισήμανσή τους από τον αντιπρόεδρο σε επίσημη κομματική συνεδρίαση έχει αξία γιατί κρατάει ανοιχτό ένα κρίσιμο θέμα: τη σχέση του Πρωθυπουργού με τον Βαρουφάκη. Επικρίνοντας τον πρώην υπουργό Οικονομικών επικρίνει αυτή τη σχέση.
Να το κάνουμε πιο απλό; Ο Δραγασάκης, μιλώντας -τώρα με αυστηρότητα για τον άξονα- αρχίζει από πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, περνάει από την αναγόρευση Βαρουφάκη σε τσάρο της οικονομίας και καταλήγει στο φιάσκο του Ιουλίου. Γίνεται ο δεύτερος, μετά τον Γιάννη Πανούση,που θέτει το θέμα της κάλυψης των ανοσιουργημάτων του Βαρουφάκη από το Μέγαρο Μαξίμου.
Αν ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη κινείται στην «περιφέρεια» του κυβερνητικού μηχανισμού ως οιονεί «συνεργαζόμενος», ο αντιπρόεδρος προέρχεται από τον ιστορικό κομματικό πυρήνα. Και αυτό δίνει στην κριτική του άλλη διάσταση.
Ας δούμε από απόσταση την διαχρονική εικόνα: ένας ουρανοκατέβατος τύπος βρίσκεται ξαφνικά δίπλα στον εν δυνάμει πρωθυπουργό της πρώτης αριστερής κυβέρνησης. Αναλαμβάνει το πιο κρίσιμο υπουργείο της κυβέρνησης του μετά την επικράτησή του παραγκωνίζοντας τους φυσικούς διεκδικητές της θέσης. Ασκεί μια πολιτική πού οδηγεί αναπόφευκτα στη ρήξη με τους εταίρους και την απομόνωσης χώρας. Συνωμοτεί κατά του νομίσματος υλοποιώντας κατά βούληση την πρωθυπουργική ανάθεση για διερεύνηση εναλλακτικών σεναρίων σε περίπτωση αποτυχία της διαπραγμάτευσης, την οποία εν τω μεταξύ ο ίδιος προκαλεί. Εκδιώκεται από την κυβέρνηση αλλά παραμένει προστατευόμενος του Πρωθυπουργού και μετά από όλα αυτά δέχεται τις ευθείες βολές του αντιπροέδρου, ως κατ’ εξοχήν υπεύθυνος για την αποτυχία.
Αυτή η ανάγνωση των εξελίξεων, που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση ενώπιον του κομματικού ακροατηρίου, οδηγεί σε διάφορα συμπεράσματα στον κοινό παρονομαστή των οποίων βρίσκεται ένα ερώτημα: πως βρέθηκε στο δρόμο του Τσίπρα ο Βαρουφάκης και τι ήταν αυτό που τον έκανε να τον επιλέξει για το πιο κρίσιμο αξίωμα στην πιο κρίσιμη περίοδο της κυβέρνησης του, σε μια απολύτως κρίσιμη στιγμή για τη χώρα;
Το ερώτημα αποκτά περισσότερο βάθος αν λάβουμε υπόψη μας ότι περί τον Βαρουφάκη έδρασε μια αμερικανόπνευστη ομάδα Ελλήνων και αλλοδαπών, οι οποίοι δεν εμφανίσθηκαν για πρώτη φορά στα κέντρα αποφάσεων της ελληνικής κυβέρνησης: προηγήθηκε η θητεία τους δίπλα στον Γ. Παπανδρέου, πάλι σε μια κρίσιμη περίοδο.
Το «παπανδρεϊκό» παρελθόν τους θα ήταν λόγος να μην πλησιάσουνε έξω από το υπουργείο Οικονομικών, επί ΣΥΡΙΖΑ. Αντί γι’ αυτό λειτούργησε σαν συστατική επιστολή. Βρήκαν ανοικτές τις πόρτες και ανέλαβαν όχι μόνο να ορίσουν τους όρους διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, αλλά και περίεργες αποστολές που αφορούν το νόμισμα και τη στρατηγική σχέση της Ελλάδας με την κοινοτική Ευρώπη; Τυχαίο;
Στην πολιτική οι θεωρίες συνωμοσίας δεν είναι καλός τρόπος να αναλυθούν οι εξελίξεις. Αλλά, εν προκειμένω, δεν πρόκειται γι αυτό. Όταν ο άτυπος Νο2 του ΣΥΡΙΖΑ και πραγματικός Νο2 της κυβέρνησης αποκαλύπτει ότι -επί έξι μήνες αντιπολίτευσης και έξι μήνες διακυβέρνησης- διαφωνούσε με τους χειρισμούς που επέβαλε το σύστημα Βαρουφάκη – το οποίο, αν μη τι άλλο, δεν έχει καμιά σχέση με την Αριστερά. Αλλά δεν εισακούσθηκε.
Ο Δραγασάκης αισθάνεται την ανάγκη να ξεκαθαρίσει έστω και τώρα τη θέση του απέναντι στην πολιτική που ασκήθηκε και τα πρόσωπα που την ασκούσαν, κατά τρόπο που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την μεταχείριση αυτών των προσώπων από τον Πρωθυπουργό. Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η διακριτική, αλλά σαφής, διαφοροποίηση;
Πίσω από την κριτική Δραγασάκη αναδύεται ένα ζήτημα που δεν διευκρινίστηκε ποτέ: πότε ακριβώς και ποιος πούλησε στον Τσίπρα τόσο πολύ Βαρουφάκη; Kαι γιατί ο σημερινός πρωθυπουργός τον αγόρασε τόσο εύκολα;
Η απάντηση θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη για να εξηγηθεί τι πήγε στραβά στην κυβέρνηση Τσίπρα, γιατί θα φωτίσει ένα άλλο ερώτημα; Ποιος ακριβώς ήταν ο σχεδιασμός της;
Ο Γιάννης Δραγασάκης, χρησιμοποιώντας την παλιά εσωκομματική μέθοδο του ΚΚΕ -από το οποίο προέρχεται- δίνει συνέχεια σε μια συζήτηση που μόλις τώρα αρχίζει στον ΣΥΡΙΖΑ: ο «Φάκελος Βαρουφάκη», εκτός από τη Βουλή και τη Δικαιοσύνη, είναι και εσωτερικό θέμα τη Αριστεράς.