Ο εκατέρωθεν λαϊκισμός και η συλλογική συνωμοσία  εθνικής καταστροφής

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-150x150 (1)Πρέπει να διαβάσει κάνεις με προσοχή το τελευταίο κείμενο του Στήβεν Χώκινγκς για τα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα  και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού – δημοσιεύεται στο ΑΠ- για να αντιληφθεί πόση πολιτική ανοησία κρύβεται πίσω από τη ρητορική κατά του …λαϊκισμού που χαρακτηρίζει το λόγο πολιτικών, δημοσιογράφων και διανοούμενων στη Ελλάδα.

Είναι ένα μάθημα για  τον  προφανή λαϊκισμό των εγχώριων …αντι-λαϊκιστών.  Όσων  αντιλαμβάνονται την πολιτική ως  μάρκετινγκ , την υποκαθιστούν με σλόγκαν και αδυνατούν να κατανοήσουν  τις συμπεριφορές των πολιτών, ή προτιμούν να τις αφορίζουν ως  αποτέλεσμα της επίδρασης των “λαϊκιστών”.  Σαν τον Τραμπ, ή τον Τσίπρα, όπως λένε οι ίδιοι- αποκαλύπτοντας και σε τι εξυπηρετεί  η διατεταγμένη καταδίκη του λαϊκισμού των …άλλων!

Ένα άλλο μάθημα έδωσε  μόλις προ ημερών ευρισκόμενος στην Αθήνα ο Μπάρακ Ομπάμα, αλλά δεν αντιλήφθηκαν, ή το παραβλέπουν, οι ημέτεροι  χρήστες της θεωρίας του λαϊκισμού για …αντιπολιτευτικούς λόγους. Μετά τη  νίκη του Τραμπ στην Αμερική ο απερχόμενος πλανητάρχης διακήρυξε:

“Πάνω από όλα η  Αμερική”.

Για την ακρίβεια εξήγησε ότι όσα -ακραία- έγιναν στη χώρα του πριν τις εκλογές, που έχασε, δεν τον εμποδίζουν όχι απλώς να παραδώσει ομαλά στον –λαϊκιστή-  διάδοχο του, αλλά και να τον στηρίξει στην προεδρία -αυτόν τον λαϊκιστή. Για το συμφέρον της χώρας του .

Και τα δυο μαθήματα δεν φαίνεται να αγγίζουν την  εγχώρια πολιτική τάξη  στο σύνολο της. Ο λαϊκισμός έχει δύο άκρες. Δεν αφορά μόνο την αντιπολίτευση που μηρυκάζει τον ψευδή αντιλαϊκισμό της, αλλά και την κυβέρνηση. Όσους  από την Αριστερά αντιμετωπίζουν με αντίστοιχα σλόγκαν τους πολιτικούς αντιπάλους της, κάνοντας δίκες προθέσεων, ή ανασύροντας παλαιά συνθήματα χωρίς αξία και περιεχόμενο.

Για παράδειγμα η ανιστόρητη ομιλία του Πρωθυπουργού στην κηδεία του Φιντέλ Κάστρο. Οι κορώνες του για τη νίκη κατά τη αυστριακής ακροδεξιάς, όταν ο ίδιος είναι εδώ και δυο χρόνια αγκαλιά με ένα κόμμα με τυπικές ακροδεξιές αντιλήψεις. Ή όταν οι υπουργοί του  εμφανίζονται από κοινού με τους εκπροσώπους της εγχώριας φίλο-ναζιστικής  ακροδεξιάς.

Ένας παγκόσμιος επιστήμονας εξηγεί ότι οι κοινωνίες   δεν παραπλανώνται από κάποιους αγορητές, αλλά στρέφονται κατά των ελίτ που τις ωθούν στο περιθώριο. Ένας παγκόσμιος πολιτικός  δείχνει εμπράκτως ότι το συμφέρον μιας χώρας υπερβαίνει τις πολιτικές αντιθέσεις στο εσωτερικό της. Αλλά οι ημέτεροι πολιτικοί ταγοί, παραμένουν στον  διχασμένο κόσμο  τους- κυνηγώντας την εξουσία για την εξουσία και  για λογαριασμό τους.

Με τα κόμματα και τους πολιτικούς που κάνουν αυτό που θέλουν, όχι αυτό που πρέπει, στοιχίζονται ΜΜΕ, δημοσιογράφοι, κοινωνικές οργανώσεις, διανοούμενοι και πολίτες.  Έτσι η Ελλάδα πορεύεται προς το χαμό της και όλοι ικανοποιημένοι από τον εαυτό τους.

Σε μια σοβαρή χώρα με τα χαρακτηριστικά που έχει η Ελλάδα αυτή την περίοδο θα συνέβαιναν τα εξής:

Πρώτον,  η συλλογική αγωνία του πολιτικού συστήματος θα ήταν αυτή την περίοδο να πετύχει η αξιολόγηση και όλοι θα στρατεύονταν με την κυβέρνηση. Πρώτα η Ελλάδα.  Όπως δεν έγινε ποτέ στο παρελθόν, από καμιά αντιπολιτευση για καμία κυβέρνηση, έτσι δεν γίνεται και τώρα.

Η κυβέρνηση οργανώνει την επαφή της με τους δανειστές μόνη και με τις ιδεοληψίες της και ενδιαφέρεται μονό να υπερτονίζει “επιτυχίες” για να μείνει στην εξουσία ο Αλέξης Τσίπρας, όσο γίνεται περισσότερο και μόνο με τους δικούς του- άντε και μερικούς του Καμμένου.

Η αντιπολίτευση δεν συμπράττει, υπονομεύει, αμφισβητεί όσα φέρνει η κυβέρνηση και περιμένει την αποτυχία της  για να ωφεληθεί πολιτικά  και να πάρει την εξουσία για να την ασκήσει με τους δικούς της, τους οποίους μάλιστα η ΝΔ  καταγράφει σε ένα Μητρώο Στελεχών, που θα αποτελέσουν το ΙΧ κράτος του Κυριάκου  Μητσοτάκη.

Είναι πολιτική αυτή; Είναι πολιτικοί αυτοί;

Δεύτερον, τα μέσα ενημέρωσης στο σύνολό τους θα προσπαθούσαν να μεταδώσουν όσο το δυνατόν πιο έγκυρες ειδήσεις και αξιόπιστες πληροφορίες για να τροφοδοτούν την κοινωνία με το προνόμιο της σωστής ενημέρωσης. Θα σχολίαζαν τις εξελίξεις με τη μεγαλύτερη δυνατή ευθύνη για να παίξουν τον ουσιαστικό ρόλο τους, ως διαμορφωτές της κοινής γνώμης και εκφραστές της  κοινωνίας. Δεν το έκαναν πότε δεν το κάνουν και τώρα.

Δημοσιογράφοι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να στρατεύονται κυνικά με την μια ή την άλλη πλευρά, άλλοι να δηλώνουν ωμά ότι προσπαθούν να ρίξουν την κυβέρνηση και άλλοι να τη στηρίξουν. Να  μετατρέπουν τις προσωπικές προτιμήσεις τους σε δημοσιογραφική ύλη. Εφημερίδες με διακριτό ιστορικό αποτύπωμα στα πλαίσια μια παράταξης που τις ανέδειξε την εγκαταλείπουν και μετατρέπονται σε ευτελή όργανα της αντίπαλης, υιοθετώντας τις επιδιώξεις της.

Είναι ενημέρωση και δημοσιογραφία αυτό;

Τρίτον, οι πολίτες θα προσπαθούσαν καθημερινά να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να συμβάλλουν στη διάσωση της χώρας. Από την εφαρμογή των νόμων και την προτίμηση στα ελληνικά προϊόντα, ώστε να ενισχύουν την ελληνική παραγωγή, μέχρι τον αυτοπεριορισμό της κατανάλωσης και την αλληλεγγύη σ’ αυτούς που πλήττονται περισσότερο.

Αντί γι’ αυτό οι συμπεριφορές  τους έχουν διαμορφώνει ήδη μια κοινωνία δύο τρίτων. Το ένα τρίτο βρίσκεται στο πηγάδι, στην ανεργία, στη φτώχεια, στην απελπισία. Αλλά τα υπόλοιπα δύο τρίτα συνεχίζουν προκλητικά τον καταναλωτικό χορό τους, σκορπίζοντας αλόγιστα το μαύρο αυτό χρήμα που συσσώρευσαν στα χρόνια της ανομίας και της διαφθοράς.

Πήραν τα λεφτά τους από τις τράπεζες  -που δεν έχουν έτσι τρόπο να χρηματοδοτήσουν την οικονομία -και τα ξοδεύουν για να διατηρήσουν το ίδιο επίπεδο ζωής. Το χρήμα που βρήκε στο εξωτερικό -κλεμμένο ή αφορολόγητο κατά κανόνα- έρχεται πίσω από σκοτεινές ατραπούς για τις πανάκριβες εξορμήσεις τα Σαββατοκύριακα και  συνέχιση απόκτησης  σύμβολου  ευημερίας. Ο “αγροίκος πλούτος” κατά την έκφραση του  καθηγητή Αδαμάντιου Πεπελάση  συνεχίσει να  προκαλεί.

Είναι κοινωνική συνείδηση χώρας σε κίνδυνο αυτό;

Τέταρτο, η επιχειρηματική τάξη της χώρας θα έμπαινε μπροστά την προσπάθεια  ανάπτυξης ρίχνοντας στην παραγωγή τα λεφτά που έχει αποθηκεύσει τα προηγούμενα χρόνια, ενίοτε από τη φοροδιαφυγή, την κλοπή των ταμείων και τις λοιπές παρανομίας.  Θα έκαναν επενδύσεις  με λεφτά που έχουν. Προερχόμενα συχνά από την ασυδοσία στη διαχείριση των πόρων του κρατικού προϋπολογισμού, των κοινοτικών κονδυλίων και του  τραπεζικού χρήματος.

Από τα λεφτά του χρηματιστηρίου που δεν επένδυσαν, όπως όφειλαν, των προμηθειών και των υπερτιμολογήσεων -που μπήκαν σε τσέπες και βγήκαν έξω τον καιρό της ανεμελιάς- και θα μπορούσαν να επιστρέψουν για να στηρίξουν οι επιχειρηματίες τις επιχειρήσεις τους, αφού δεν υπάρχουν δάνεια. Δεν το κάνουν και τις αφήνουν βουλιάζουν. Αλλά οι ίδιοι συνεχίζουν να ευημερούν καθώς στην Ελλάδα χρεοκοπεί η επιχείρηση, αλλά όχι και ο ιδιοκτήτης της.

Είναι υπεύθυνη στάση από έχοντες και κατέχοντες αυτό;

Πέμπτο, η πνευματική τάξη της χώροι, οι άνθρωποι του πολιτισμού και της τέχνης, οι διανοούμενοι και οι επιστήμονες θα είχαν βγει στην πρώτη γραμμή εμψύχωσης της κοινωνίας, μεταβολής των στρεβλών πρότυπων της και προσανατολισμού της το μέλλον. Με κανόνες, με υγιείς μεθόδους, με πατριωτισμό και με φιλότιμο. Αντί γι’ αυτό όσοι δεν συνεχίζουν να σιτίζονται στο κρατικό πρυτανείο, όσοι δεν πουλάνε την ύπαρξή τους στις πιο σκοτεινές επιδιώκεις της οικονομικής εξουσίας, ιδιωτεύουν και αποχαυνώνονται.

Είναι συμπεριφορά ταγών αυτή;

Όλα αυτά συνθέσουν τη συλλογή συνωμοσία της εθνικής καταστροφής. Δεν είναι καν πρωτότυπο. Είναι στοιχείο του εθνικού βίου. Η νεώτερη ελληνική ιστορία είναι μια αλληλουχία χρεοκοπιών, ανήθικων διαχειρίσεων, εμφυλίων αναμετρήσεων, διχασμών, δικτατοριών και κινημάτων- σε μια απίστευτη αντίθεση με μια εντυπωσιακή ροπή προς την Ευρώπη ορισμένων ομάδων και τα επιτεύγματα ορισμένων πολιτικών -Τρικούπης, Βενιζέλος, Καραμανλής,-που μεγάλωσαν τον εθνικό χώρο, έφεραν τη ευημερία, πήγαν τα πράγματα μπροστά και στη συνέχεια …λιθοβολήθηκαν.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες ζητείται σήμερα κάποιος να κάνει αυτό που έλεγε ο Βοναπάρτης. “Είδα τη Γαλλία πεσμένη στο χώμα και τη σήκωσα’. Όχι με το σπαθί, όπως έλεγε ο ίδιος, αλλά με το λόγο και την πολιτική. Με το παράδειγμα και το βίο του.

Αντί γι’ αυτό βλέπουμε τους ίδιους και τους ιδίους στο γαϊτανάκι της ματαιοδοξίας τους. Βλέπουμε την κληρονομική δημοκρατία να αναπαράγεται. Η μεγάλη πλειοψηφία όσων πολιτεύονται, θέλουν απλώς την εξουσία. Όσοι με την υπογραφή τους και τη διαχείριση που έκαναν έφεραν τη χρεοκοπία και κατεδάφισαν τις αξίες της πολιτικής με τη συμπεριφορά τους, θέλουν να επιστρέψουν. Πόσοι πολιτεύονται για να προσφέρουν;

Μια ανάσα από τη συμπλήρωση 200 ετών ελεύθερου εθνικού βίου οι δυνάμεις της αυτοκαταστροφής εδραιώνονται στο συλλογικό υποσυνείδητο και από εκεί στο πολιτικό και μιντιακό στερέωμα και διαμορφώνουν ανατριχιαστικές προοπτικές. Όποιος δεν το καταλαβαίνει, ας δώσει περισσότερη προσοχή αυτή την περίοδο στη ρητορική του Ερντογάν…