Ο Κλίντον, ο Τσίπρας, το Μνημόνιο και η Γιάννα Αγγελοπούλου

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Χάρη στη Γιάννα Αγγελοπούλου ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας  εμφανίσθηκε  στο συνέδριο του Ιδρύματος  Κλίντον.  Με άλλα λόγια  βρέθηκε απέναντι στο πιο σημαντικό ακροατήριο  που είχε  τους τελευταίους μήνες. Ή ακόμη καλύτερα στο πιο χρήσιμο ακροατήριο για την Ελλάδα που είχε  ποτέ.

Το θέμα ήταν  η ανάπτυξη- δηλαδή  απολύτως συμβατό με τις ανάγκες της χώρας. Υπήρχε όμως ένα μειονέκτημα – πέρα από την  ολοφάνερη  ελλιπή προετοιμασία του  Πρωθυπουργού  για μια τέτοια συζήτηση και την κακή σκηνική παρουσία του απέναντι στον Κλίντον που προκαλούσε μειδιάματα στο ακροατήριο. Ήταν ότι αυτή η συζήτηση οργανώθηκε  εκτός των εθνικών ορίων.  Δεν θα ήταν καλύτερα αν αυτό το συνέδριο, με αυτό το θέμα, είχε οργανωθεί στην  Ελλάδα;  Ή μάλλον δεν θα ήταν καλύτερα αν δεν είχε ακυρωθεί η διοργάνωσή του στην Αθήνα;

Για όσους έχουν ξεχάσει το συνέδριο  είχε προγραμματιστεί για τον περασμένο Ιούνιο  στην  ελληνική πρωτεύουσα. Όλοι  ξέρουν ότι αυτό που επέβαλε την ακύρωση, ήταν το ύφος και οι επιδιώξεις της  πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα. Ποιος τρελός θα έρχονταν  στην  Αθήνα  να συζητήσει για επενδύσεις  με τον Βαρουφάκη, το  Λαφαζάνη και  τον Στρατούλη,- για να μην μιλήσουμε και για τη Ζωή , που κάποιο  τρόπο θα έβρισκε  να δώσει το στίγμα της. Ποιος  θα συζητούσε με έναν Πρωθυπουργό που  ανέθετε στους υπουργούς του  να εκπονήσουν εναλλακτικά σχέδια εξόδου απο το Ευρώ;

Πόσο χαμένη ήταν αυτή ευκαιρία,   φάνηκε στην Νέα Υόρκη  αυτές τις ημέρες. Αν η κυβέρνηση είχε φροντίσει να μη χάσει τη  διοργάνωση του Ιουλίου,  θα είχε  εξασφαλίσει θετική διεθνή δημοσιότητα στην πιο κρίσιμη στιγμή διαδρομής της. Και θα έφερνε στην Αθήνα πραγματικούς επενδυτές , με πραγματικά λεφτά και πραγματικές διαθέσεις για επενδύσεις. Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα.

Αυτά είναι πλέον παρελθόν. Καμιά φορά όμως η γνώση μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια ακόμη και αν την έχει κανείς  εκ  των υστέρων. Αν για παράδειγμα κατάλαβαν στην κυβέρνηση  κατά την  παρουσία του πρωθυπουργού στην Αμερική ότι το 3ο Μνημόνιο στην ουσία είναι ένα οικονομοτεχνικό  project. 

Ανεξάρτητα από τις πολιτικές πλευρές του και τη διαχείριση τους από την πολιτική τάξη,  στη πράξη  πρόκειται για  ένα σύνολο οικονομικών, διοικητικών και τεχνικών δράσεων που απαιτούν γνώση, συντονισμό, χρονοδιαγράμματα, έμπνευση των εμπλεκομένων, μέτρηση των αποτελεσμάτων.

Απαιτούν δηλαδή μάνατζμεντ. Μια σύγχρονη μέθοδο  που οργανώνει την προσέγγιση των στόχων σε συνδυασμό με την παρακίνηση του κράτους να λειτουργήσει αποτελεσματικά σ’ αυτή την κατεύθυνση και της κοινωνίας να  στηρίξει την προσπάθεια. Αν πάει κάπου ο νους σας, καλώς πάει. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια τέτοια πρόκληση.

Πάμε κάμποσα χρόνια πίσω…Ως  πρόγραμμα το Μνημόνιο μοιάζει με τους  Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.  Περιλαμβάνει πολλαπλές δραστηριότητες υψηλών απαιτήσεων, έχει δυσκολίες που δείχνουν ανυπέρβλητες,  δημιουργεί προβληματισμούς και  αντιδράσεις στην κοινωνία,  απαιτεί προσωπικό υψηλής κατάρτισης και  χρειάζεται κεντρικό  συντονισμό  απόλυτης ακρίβειας. Ό,τι ακριβώς ήταν και η Ολυμπιάδα.

Οργανωτική Επιτροπη Μνημονίου

Αν το δει κάνεις έτσι, το Μνημόνιο μπορεί να βγει  πέρα μόνο εφόσον η κυβέρνηση το αντιμετωπίσει , τηρουμένων των αναλογιών, όπως τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Δηλαδή να αναθέσει την υλοποίησή του σε ένα φορέα κατά τα πρότυπα της Οργανωτικής Επιτροπής του 2004.

Ένας φορέας που θα αναλάμβανε συνολικά την ‘μανατζίριαλ’  εφαρμογή του  Μνημονίου,  συγκεντρώνοντας όλες τις τεχνοκρατικές αρμοδιότητες και το συντονισμό του κράτους, αλλά και του ιδιωτικού τομέα,  θα άφηνε στην  κυβέρνηση ελεύθερο το πεδίο για τους πολιτικούς χειρισμούς. Απαλλαγμένη από την  διοικητική καθημερινότητα και τις  μικροκομματικές συμπεριφορές ομάδων , προσώπων και υπηρεσιών θα είχε μόνο την ευθύνη των πολιτικών χειρισμών. Με τα κλιμάκια της τρόικας   θα συζητουσε η Επιτροπή , όχι οι υπουργοί.

Αυτή η ιδέα οδηγεί συνειρμικά στο ερώτημα ‘ποιος θα διευθύνει αυτόν τον φορέα;’. Η απάντηση είναι ,πάλι συνειρμικά, ένα άλλο ερώτημα: Γιατί όχι η Γιάννα Αγγελοπούλου;

Η κυρία απέδειξε ότι τόχει. Κατάφερε να βγάλει πέρα την πιο περίπλοκη διοργάνωση του πλανήτη, αφού είχε χαθεί μάλιστα ο  μισός χρόνος.  Έφερε αποτελέσματα που έκαναν την παγκόσμια κοινότητα να επαινεί την Ελλάδα και τον πληθυσμό της υπερήφανο.

Παρέλαβε ένα  όραμα στα όρια της κατάρρευσης και το  έφερε στο δρόμο  της επιτυχίας αλλά και της οικονομικής ωφέλειας. Όπως απέδειξε η μελέτη του ΙΟΒΕ, υπό τον καθηγητή Νίκο Βέττα  το  οικονομικό πρόσημο των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν θετικό για την  ελληνική οικονομία.

Επιπλέον οι Αγγελόπουλοι έχουν οικογενειακή κουλτούρα προσφοράς -όπως έδειξε  και η εμπλοκή του Θόδωρου Αγγελόπουλου στη διεκδίκηση των Αγώνων. Δεν έχουν οικονομικά συμφέροντα στη Ελλάδα  και δεν κολλάει  μύγα στο σπαθί του  στα θέματα της οικονομικής διαχείρισης. Όπου μετείχαν ήταν για να δώσουν, όχι για να πάρουν.   Ποιός άλλος εγγυάται τη διαφάνεια και την επιδίωξη των  πιο ωφέλιμων επιλογών  σ αυτη την υπόθεση;

Η  Αγγελοπούλου δηλώνει συχνά ότι θέλει να προσφέρει στη χώρα και δεν  έχει τις ευκαιρίες. Αυτή είναι μια ευκαιρία. Ποιος άλλος έχει τη γνώση και την εμπειρία στη διεκπεραίωση σύνθετων δράσεων; Ποιος άλλος ιδιώτης κινείται με τόση άνεση στο διεθνή χώρο αυτή την περίοδο; Η κατά κάποιο τρόπο ‘ιδιωτικοποίηση’ της  υλοποίησης του Μνημονίου- εφόσον η κυβέρνηση θέλει πράγματι να το υλοποιήσει-είναι νέα πρόκληση. Γιατί όχι;