Πότε και πως θα γίνει πρωθυπουργός ο Κυριάκος;

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣΣτην Ελλάδα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν γίνεται κατ’ ανάγκην πρωθυπουργός. Το είδαμε στις περιπτώσεις Αβέρωφ και Έβερτ, ενώ το πως έγινε ο Σαμαράς είναι ειδική περίπτωση. Συνεπώς αν θα γίνει πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι θέμα επετηρίδας. Όπως δεν είναι φυσικά και θέμα της Άνγκελα Μέρκελ, την οποία, όπως είπε, είχε σκοπό “να πείσει” για το πρόγραμμά του.

Είναι θέμα εκείνων που ψηφίζονται, κανενός άλλου. Απόδειξη ότι αυτοί τον έκαναν αρχηγό της ΝΔ, παρ’ ότι ήταν το αουτσάιντερ. Όταν πείσθηκαν ότι ήταν ο καλύτερος από τους άλλους τρεις υποψηφίους, έσπευσαν -ακόμη και όσοι δεν ήταν νεοδημοκράτες -να του δώσουν ώθηση.

Ότι από δίπλα πλασαρίστηκαν από φλούφληδες της δημοσιογραφίας μέχρι οικονομικοί παράγοντες με ιστορικό παρεμβάσεων την πολιτική ζωή, είναι άνευ αξίας. Η δυναμική που αποκτά ένας πολιτικός στην πορεία προς το στόχο του είναι πρωτίστως υπόθεση του εκάστοτε εκλογικού σώματος. Αν πείσει αυτούς που ψηφίζουν δεν χρειάζεται να πείσει κανέναν άλλον. Ούτε έχει ανάγκη στήριξης από κανέναν- ειδικά από αναξιόπιστους και καταρρέοντες.

Μπορεί οι Νεοδημοκράτες να τον ψήφισαν -ένας στους τέσσερις την πρώτη Κυριακή- για τη ρεβάνς της εξουσίας -είτε για να λύσουν τα εσωκομματικά τους. Αλλά οι υπόλοιποι που κινητοποιήθηκαν τη δεύτερη Κυριακή υπολόγιζαν στο ήπιο ύφος και την ευπρέπεια ενός νέου ανθρώπου με σπουδές και σύγχρονο προφίλ, παραβλέποντας ακόμη και το βάρος του ονόματος. Αυτό έπαιξε ρόλο. Όχι ότι συγκεκριμένοι εκπρόσωποι της διαπλοκής τον στήριζαν ως σύμμαχό τους στην αναμέτρηση τους με την κυβέρνηση.

Η εξίσωση που κάνει πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι πρωτοβάθμια. Δεν  συμπεριλαμβάνονται οι ξένοι -ως τώρα παίζουν Τσίπρα άλλωστε, οι ολιγάρχες που τον θέλουν για να κάνει τη δουλειά τους και οι συνήθεις προσκολλούμενοι. Υπάρχουν μόνο οι πολίτες και ο ίδιος.

Αυτό σημαίνει ότι η λύση της εξίσωσης – την οποία σκοπίμως κάποιοι παρουσιάζουν ως τριτοβάθμια- βρίσκεται στα χέρια του. Ο κανόνας για να προχωρήσει είναι απλός: δεν πρέπει να εμπλέξει τους ξένους. Δεν πρέπει να υποκύψει στους διαπλεκόμενους. Και δεν πρέπει να απογοητεύσει τους πολίτες που τον εμπιστεύθηκαν ήδη και κυρίως όσους διερευνούν αν αξίζει να τον εμπιστευτούν.

Με αυτό το κριτήριο πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή ο πρόεδρος της ΝΔ σε σχέση με το στόχο του;

Στην πραγματικότητα κανείς δεν ξέρει. Οι προβλέψεις των δημοσκόπων -που δεν έχουν πέσει μέσα τα τελευταία χρόνια- αξίζουν μόνο για τρέχουσα μικροπολιτική εκμετάλλευση. Οι αυτοπροσφερόμενοι χειροκροτητές που του λένε ότι “ξεσκίζει τον Τσίπρα” τον βλάπτουν. Όσοι του εισηγούνται να κάνει αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση απλώς προβάλουν τα δικά τους προβλήματα- άλλωστε η ταύτιση τους μαζί του είναι τοξική.

Άλλες είναι οι προϋποθέσεις που θα φέρουν τον πρόεδρο της ΝΔ πιο κοντά σ’ αυτό επιδιώκει ευλόγως κάθε αρχηγός αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Πρώτο. Η διεύρυνση της δεξαμενής των εκτός της ΝΔ πολιτών που τον ψήφισαν στις εσωκομματικές αρχαιρεσίες και τον παρακολουθούν έκτοτε. Αν δεν πείσει αυτούς οι άλλοι δεν φτάνουν. Αλλά δεν θα τους πείσει υιοθετώντας τη ρητορική Σαμαρά που του διαμορφώνει προφίλ ενός σκληρού δεξιού- αντίθετα με το ύφος με το οποίο εμφανίστηκε.

Δεύτερο. Η σηματοδότηση του ιδεολογικού στίγματος με αντίστοιχο ύφος δημόσιας παρουσίας και συγκεκριμένο προσανατολισμό. Η τοποθέτηση του Άδωνι Γεωργιάδη σε ρόλο αντιπροέδρου, ακυρώνει τη δυναμική που κομίζει στο ίδιο ρόλο ο Κωστής Χατζηδάκης, ως Ευρωπαίος και ευπρεπής πολιτικός. Η ΝΔ χρειάζεται τα στρώματα στα οποία μπορεί να διεισδύει ο Χατζηδάκης, όχι τα λούμπεν ακροατήρια του Άδωνι. Αλλιώς θα κέρδιζε και ο Σαμαράς που τον είχε στη μαρκίζα.

Τρίτο. Ορατή ανανέωση ώστε να αλλάξει το φθαρμένο προσωπικό της ΝΔ που θολώνει το νεωτεριστικό στίγμα που θέλει να της δώσει. Ανανέωση σημαίνει να ανεβάσει νέα πολιτικά στελέχη και ταυτόχρονα να βγάλει από το κάδρο τους λαϊκιστές και τους ακραίους δεξιούς. Η θεωρία ότι μπορεί ταυτόχρονα να κερδίσει το κέντρο -υιοθετώντας την ατζέντα του- και την άκρα δεξιά -υιοθετώντας πρόσημα με ακραίο δεξιό ύφος- δεν κερδίζει το κέντρο και νομιμοποιεί την ακροδεξιά.

Τέταρτο. Νέα ήθη τα οποία θα τεκμηρίωναν τη βούλησή του να μετατρέψει τη ΝΔ σε σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα και ότι ο ίδιος δεν λειτουργεί ως ένας ακόμη κρίκος στην Ελληνική Κληρονομική Δημοκρατία. Σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να οριοθετήσει τις σχέσεις του με την… αδελφή του. Ο ρόλος της Ντόρας Μπακογιάννη δημιουργεί την αίσθηση ότι η ΝΔ οδεύει προς .. δυαρχία. Οι ψηφοφόροι της βάσης εξέλεξαν τον Μητσοτάκη, όχι τους Μητσοτάκηδες. Οι εικόνες από τη Βουλή, ή από την … οικογενειακή επίσκεψη στη Μέρκελ δεν είναι κολακευτικές.

Πέμπτο. Αλλαγή γραμμής. Με την αιφνίδια υιοθέτηση του αιτήματος των εκλογών ο αρχηγός έδωσε την εντύπωση ότι βρίσκεται σε ανοιχτή επικοινωνία με δυνάμεις εκτός πολιτικής που επεμβαίνουν παραδοσιακά στις πολιτικές εξελίξεις. Ότι συντάσσεται με τους διαπλεκόμενους με τους οποίους συγκρούεται για τους δικούς του λόγους ο Τσίπρας. Και ότι βρίσκεται εκτός της λογικής των Ευρωπαίων των οποίων ο χειρότερος εφιάλτης είναι να γίνουν εκλογές τώρα. Η αλλαγή γραμμής πρέπει να συνοδευτεί με προγραμματικό λόγο και αλλαγή ρητορικής. Το να λες τον Τσίπρα “τυχοδιώκτη” δεν είναι πολιτική.

Έκτο. Ο πρόεδρος της ΝΔ δεν έχει κανέναν λόγο να βιάζεται. Δεν θα μπορούσε να γίνει πρωθυπουργός σε εκατό μέρες από τότε που εξελέγη αρχηγός της ΝΔ. Και η σπουδή του να ζητήσει εκλογές τον οδήγησε σε αδιέξοδο σ’ αυτό το μέτωπο. Επιπλέον που θα κατέληγε αν ο Τσίπρας σήκωνε το γάντι και πήγαινε σε εκλογές; Αν τις κέρδιζε θα έπρεπε ο Κυριάκος να φύγει από την αρχηγική καρέκλα προτού καθίσει. Αν έχανε θα αναλάμβανε η ΝΔ το βάρος να υλοποιήσει το Μνημόνιο με τον ΣΥΡΙΖΑ απέναντι. Κοντά στο νου κι η γνώση.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην κοινοβουλευτική Δημοκρατία για να πετύχει τον στόχο του πρέπει να έχει στρατηγική. Και στρατηγική σημαίνει πριν απ’ όλα υπομονή και συμφιλίωση με το χρόνο μέχρι να υπάρξουν συνθήκες ανάληψης πρωτοβουλιών. Δεν σημαίνει πάντα επιδίωξη της σύγκρουσης, αλλά πολλές φορές σημαίνει αποφυγή της.

Αν δει κανείς από ψηλά τη μεγάλη ευρωπαϊκή εικόνα, θα καταλάβει ότι η ώρα του Κυριάκου δεν ήλθε ακόμη. Και δεν θα έλθει με ασκήσεις παλαιοκομματισμού και προσωπικές επιθέσεις στον αντίπαλο με ατάκες και λαϊκισμούς. Θα έλθει όταν τα συμφραζόμενα στην Ελλάδα και την Ευρώπη διαμορφώσουν προϋποθέσεις πολιτικής αλλαγής.

Άλλωστε ο ίδιος θέλει πολύ δουλειά ακόμη για να γίνει μέρος αυτής της αλλαγής. Έχει τις προϋποθέσεις, αν λειτουργήσει ως πολιτικός ανοιχτών οριζόντων. Πρακτικά αυτό σημαίνει να τοποθετήσει στο συνταγματικό πλαίσιο και την κοινή λογική τις εξελίξεις και το χρόνο της επομένης κάλπης. Και να προετοιμάζεται ώστε την κατάλληλη στιγμή να είναι πειστικός. Ως εναλλακτική λύση για τη χώρα, όχι ως επικεφαλής κομματικής εφόδου προς την εξουσία. Όσοι του λένε “Όρμα Κυριάκο να φας τον Τσίπρα” θα τον πάρουν στο λαιμό τους.