Σε ποιον ανήκει ο ΔΟΛ;

Του Γ. Λακόπουλου

Η  κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο κάποτε πανίσχυρος ΔΟΛ και η δυσμενής θέση του ιδιοκτήτη του Σταύρου Ψυχάρη  είναι γνωστά- με μια κάπως ιδιότυπη Επιτροπή να αναζητάει λύση εκεί που δεν υπάρχει: στα κόμματα και στις τράπεζες.

Το υπονοούμενο είναι να κάνουν τα στραβά μάτια τα κόμματα, ώστε να ανοίξουν οι γραμμές της τραπεζικής χρηματοδότησης. Πράγματα που δεν γίνονται δηλαδή.

Σε κάθε περίπτωση έτσι δεν αντιμετωπίζεται ο πυρήνας του προβλήματος του ΔΟΛ: η δημοσιογραφική κρίση και η αλλαγή γραμμής που έφεραν την πολιτική απαξίωση και τα οικονομικά αδιέξοδα.

Οι φημολογούμενες δραστηριότητες για “να βρεθούν νέοι  επενδυτές” χωρίζονται σε δυο κατηγορίες.

Στη μια υπάρχει η χίμαιρα ότι μπορεί κάποιος να βάλει λεφτά σε απαξιωμένες εκδοτικές δραστηριότητες και χωρίς να εκπληρωθούν βασικές προϋποθέσεις: επιστροφή των εφημερίδων στους κόλπους της Δημοκρατικής παράταξης και της Κεντροαριστεράς –που συμπεριλαμβάνει και τον ΣΥΡΙΖΑ- ώστε να ξανασυναντήσουν το παλιό κοινό τους, με ταυτόχρονες  αντίστοιχες επιτελικές αλλαγές.

Αυτή η αφελής, αλλά καλοπροαίρετη, άποψη πάντως τιμά όσους κινούνται για οικονομική αιμοδοσία: ένα στέλεχος της παλιάς σχολής Ψυχάρη που τον στηρίζει εμπράκτως και ένας υψηλόβαθμος παράγοντας που δεν προέρχεται από το “παλιό Συγκρότημα”, αλλά το παλεύει φιλότιμα τον τελευταίο καιρό. Σε αντίθεση με πρόσωπα που αφού έδιωξαν κόσμο και κοσμάκη τα βάζουν τώρα με τον .. Ψυχάρη ή εξαφανίζονται!

Στην άλλη κατηγορία αναζήτησης “επενδυτή” κρύβονται άλλες επιδιώξεις -αμιγώς πολιτικές. Ακριβέστερα: να περιέλθουν οι εφημερίδες σε συμφέροντα που θα τις ξεζουμίσουν υπέρ του Κυριάκου  Μητσοτάκη ως τις εκλογές και μετά θα τις ρίξουν στα σκουπίδια.

Εν τω μεταξύ ανάμεσα σε διασταυρούμενες απόψεις αναδύεται ένα ερώτημα: σε ποιον ανήκει πλέον ο ΔΟΛ; Η απάντηση που ευσταθεί είναι απλή:  Ο ΔΟΛ ανήκει στον Ψυχάρη- είναι περιουσιακό στοιχείο του.

Ότι δεν μπορεί να εκπληρώσει τις δανειακές υποχρεώσεις του στις τράπεζες δεν τον ακυρώνει ως ιδιοκτήτη. Οι τράπεζες δεν ενδιαφέρονται να αποκτήσουν την ιδιοκτησία του Συγκροτήματος. Θέλουν μόνο να κατοχυρώσουν όσο γίνεται τα συμφέροντα τους- και οι διοικήσεις τους τις πλάτες τους. Δεν θα γίνουν εκδότες εφημερίδων.

Αν ο Ψυχάρης εγκαταλείψει  την προσπάθεια να κρατήσει την επιχείρηση -το μαγαζί δεν είναι ακόμη ακέφαλο, όπως διαδίδουν ορισμένοι και φάνηκε από τις εξελίξεις στα ΝΕΑ- και επειδή οι  τράπεζες δεν εκδίδουν εφημερίδες, ενδεχομένως θα τεθεί θέμα αλλαγής ιδιοκτησίας.

Αλλά πριν από αυτό πρέπει να δοθεί απάντηση σε  ένα άλλο θέμα: ποια είναι τα περιουσιακά στοιχεία του ΔΟΛ;  Τι θα αγοράσει δηλαδή κάποιος, αν υπάρξει θέμα πώλησης;

Με τα σχήματα λόγου  ότι “ο ΔΟΛ ανήκει στους αναγνώστες του” και τις αναφορές στην αξία των τίτλων των δυο εφημερίδων, δεν υπάρχει διέξοδος. Είναι προφανές  ότι αυτό  το “περιουσιακό” στοιχείο αποδυναμώθηκε – από τα καμώματα συγκεκριμένων προσώπων και τη μετακίνηση της πολιτικής γραμμής υπέρ των ηγετών της Δεξιάς και κατά του ΣΥΡΙΖΑ .

Το  μόνο ισχυρό και αξιόπιστο περιουσιακό στοιχείο του ΔΟΛ αυτή τη στιγμή είναι το ανθρώπινο δυναμικό του. Οι εργαζόμενοι και πρωτίστως οι δημοσιογράφοι.  Οπως είναι σήμερα και προτου σκορπίσουν σε κάθε κατευθυνση για πενταροδεκάρες.

Αυτή την “περιουσία” οι τράπεζες δεν μπορούν να τη δεσμεύσουν με κανέναν τρόπο. Κανείς δεν μπορεί να δεσμεύσει τις ικανότητες των ανθρώπων.

Αν ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι και απομονωθούν όσοι λειτούργησαν καταστροφικά, υπάρχει ένας δημοσιογραφικός πλούτος από συντάκτες με γνώση, επάρκεια,  αλλά και όρεξη για δουλειά με αμεροληψία -αν μείνουν ελεύθεροι. Με τη σωστή καθοδήγηση, σε ό,τι αφορά την πολιτική κατεύθυνση  των εφημερίδων, θα έκαναν θαύματα.

Σε καμιά άλλη εκδοτική επιχείρηση δεν υπάρχει τόσο συμπυκνωμένη δημοσιογραφική εμπειρία και τόσοι ταλαντούχοι ρεπόρτερς, “γραφιάδες”, συντάκτες ύλης κ.λ.π. Αυτοί με τη δουλειά τους μπορούν να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη των αναγνωστών στο πεδίο της εγκυρότητας και της πολιτικής αξιοπιστίας.

Μόνο αυτό μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την ανόρθωση του Συγκροτήματος. Και σε αυτή τη βάση μπορεί- δηλαδή πρέπει να γίνει ‘οποιαδήποτε διευθέτηση, υπολαμβάνοντας οτι οι εργαζόμενοι ειναι ο άτυπος συνιδιοκτητης της επιχείρησης  και δεν νοείται να χρησιμοποιθούν για πολιτικά παίγνια ή άλλες σκοπιμότητες.

Με άλλα λόγια η συζήτηση για μέλλον του ΔΟΛ θα πρέπει να αρχίζει από την αξιοποίηση των δημοσιογραφικών αρετών του προσωπικού του ,σε συνδυασμό με την αποκατάσταση της ιστορικής θέσης του στο πολιτικό πεδίο. Κανείς δεν θα βάλει λεφτά για να ξανακάνουν οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πράγματα.

Η τακτοποίηση  του δανεισμού είναι παράλληλο θέμα. Συναρτάται με τη δημοσιογραφική παράμετρο μόνο ως στοιχείο που  καθιστά αναγκαία την τακτοποίηση, οχι αντιστρόφως. Γιατί η  δημοσιογραφική παράμετρος είναι μόνη εγγύηση μέλλουσας αποπληρωμής των δανείων.

Δηλαδή ο ΔΟΛ πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει για λόγους που αφορούν την ποιότητα της ελληνικής δημοσιογραφίας, πέρα απο την τραπεζική πλευρά του προβλήματός του. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αναζητηθεί υγιές χρήμα, με τη συμμετοχή του προσωπικού, αλλά και  του Ψυχάρη. Δύσκολο, αλλά αξίζει τον κόπο.

Το αντικείμενο των εφημερίδων έχει και μια αξιολογική πλευρά. Συνεπώς μόνο η αξιολόγηση του δημοσιογραφικού μέλλοντος που μπορούν έχουν οι δυο εφημερίδες -εφόσον στηριχτούν αποκλειστικά στους  έγκυρους επαγγελματίες που διαθέτουν και εφόσον ξαναγίνουν πυλώνες της δημοκρατικής παράταξης  -μπορούν να εξασφαλίσει χρηματοδότηση. Αν γίνει κατανοητή αυτή η πλευρά τα υπόλοιπα θα είναι διαδικαστικά.

Υ.Γ.: Ο Σταύρος Ψυχάρης μπορεί ως εκδότης και επιχειρηματίας να έφτασε σε αδιέξοδο για γνωστούς λόγους, αλλά ως άνθρωπος έχει κάποια χαρακτηριστικά και ένα από αυτά είναι να μην μένει εκτιθέμενος απέναντι στο προσωπικό του. Για όσους τον ξέρουν αυτό σημαίνει ότι θα βρει τρόπο  να εξοφλήσει τα δεδουλευμένα των εργαζομένων-σε κάθε περίπτωση.

Υ.Γ.2: Για να διευκολυνθούν οι εξελίξεις σε θετική κατεύθυνση χρειάζεται να ξεκαθαρίσουν και κάποιες φήμες που δηλητηριάζουν το κλίμα στον ΔΟΛ. Π.χ. είναι θέμα ηθικής τάξης να απαντήσει κάποιος υπεύθυνα αν τους  τελευταίους μήνες υπήρξαν περιπτώσεις εικονικών απολύσεων -ώστε να καταβληθούν αποζημιώσεις- και επαναπροσλήψεων. Ή αν υπήρξαν επιλεκτικές μισθοδοτήσεις, κάτω από το τραπέζι…