Σοφία Στάικου: H γυναίκα που ανάστησε την τέχνη και την τεχνική δυο αιώνων

Tου Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-150x150 (1)

 

Στο μυαλό όσων συζητούν με την πρόεδρο του Πολιτιστικού Ιδρύματος του Ομίλου Πειραιώς Σοφία Στάικου έρχεται μια φράση από μια παλιά διαφήμιση: είναι μια γυναίκα με πάθος. “Δεν είμαι άνθρωπος της απραξίας είμαι άνθρωπος που θέλει τα πράγματα να προχωρούν” είπε παλαιότερα.

Με αυτό το πάθος και προσήλωση ενισχύει τη σύγχρονη τέχνη και τον πολιτισμό και ταυτόχρονα διατηρεί ζωντανά τα σύμβολα της παράδοσης, αναδεικνύοντας την οικονομική και κοινωνική οργάνωση στον 19o και τον 20ό αιώνα.

Στις 24 Σεπτεμβρίου εγκαινιάζει στα Ιωάννινα ένα ακόμη έργο των χειρών της: το Μουσείο Αργυροτεχνίας. Εκεί ολοκληρώνεται ένα απίστευτο πολυετές εγχείρημα που περιλαμβάνει άλλα οκτώ αντίστοιχα Μουσεία.

Το Σουφλί με το Μουσείο Μετάξης, η Δημητσάνα με το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, η Σπάρτη με το Μουσείο Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού, η Λέσβος με το Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας, ο Βόλος με το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας, η Τήνος με Μουσείο Μαρμαροτεχνίας, η Στυμφαλία με το Μουσείο Περιβάλλοντος, η Χίος με το Μουσείο Μαστίχας και τώρα τα Γιάννενα, γίνονται κέντρα πανελλήνιας και διεθνούς αναφοράς.

Η Σοφία Στάικου κατάφερε με συστηματική δουλειά και σεβασμό στην κληρονομιά προγενέστερων περιόδων, να κλείσει κιβωτούς μνήμης, διάσπαρτες στην ελληνική επικράτεια, την τεχνική, την καλλιτεχνική δημιουργία και τον τρόπο παραγωγής των Ελλήνων κατά τόπους και εποχές.
gr-piop-11810_0305Αυθεντικά εργαλεία, μεθοδολογίες, ευρεσιτεχνίες, τεχνικές αλλά και αποτυπώματα της σκέψης και της έμπνευσης συνθέτουν το πληρέστερο δίκτυο Μουσείων του είδους του στην Ευρώπη.

Άλλωστε το Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς το 2012 πήρε το βραβείο πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρωπαϊκής Ένωσης Europa Nostra . Επιπλέον είναι συμβουλευτικός οργανισμός της Creec, στο πλαίσιο της Διακυβερνητικής Επιτροπής της Σύμβασης για την προστασία της Άυλης Κληρονομιάς ενώ η πρόεδρος του έχει τιμηθεί με το 2015 τη διάκριση του «Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος» από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Πέρα από τις διακρίσεις του, το δίκτυο των θεματικών Μουσείων του ΠΙΟΠ είναι το συναρπαστικό αποτύπωμα μιας Ελλάδας που δεν υπάρχει πια, αλλά πρέπει να κρατήσουμε ζωντανή, ως υπόδειγμα. Πρόκειται για προσωπικό έργο. Όπως το μέγαρο Μουσικής δεν θα μπορούσε να υπάρξει πότε χωρίς την επιμονή του Χρήστου Λαμπράκη στην τελειότητα, έτσι και το δίκτυο των Μουσείων που ίδρυσε το ΠΙΟΠ δεν θα υπήρχε χωρίς το μεράκι, τη γνώση και την αυστηρή προσήλωση στην αυθεντικότητα που διακρίνει τη Στάικου.

ENVIROMENT MUSEUMΤο μοντέλο σύμπραξης του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα που υιοθέτησε στον χώρο του πολιτισμού ανανεώθηκε με τις εμπνεύσεις της. Επεκτάθηκε στη διάδοση παραδοσιακών βιομηχανικών κτιρίων και σε συνδυασμό με τα θεματικά Μουσεία συνιστά μεγίστη προσφορά: διασώζει τη βιομηχανική ιστορία και την ιστορία της τεχνολογίας της χώρας.

Η προσφορά μεγεθύνεται με το Ιστορικό Αρχείο του ΠΙΟΠ που διατηρεί αρχεία τραπεζών τις οποίες απορρόφησε ο Όμιλος της Πειραιώς, αλλά και των οργανισμών και εταιρειών που συνδέθηκαν μαζί τους. Στο μέλλον οι μελετητές της ελληνικής οικονομικής ιστορίας θα είναι ευγνώμονες.
Η Σοφία Στάικου είναι αναγνωρισμένη, ήδη, για την προσήλωση της, στην τέχνη, τον πολιτισμό και τη διατήρηση της παράδοσης, αλλά η προσωπική διαδρομή της έχει πολιτική αφετηρία. Το 1974 βρέθηκε στο γραφείο του Γιάγκου Πεσμαζόγλου, που ανέλαβε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Καραμανλή, στο προσωπικό γραφείο του οποίου μετακινήθηκε στη συνέχεια.

Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Βιομηχανική Ψυχολογία στην Αγγλία και η επαγγελματική σταδιοδρομία της στον τραπεζικό και διαφημιστικό χώρο κορυφώθηκε το 2000, όταν ανέλαβε τη Γενική Διεύθυνση του Προσωπικού και της Επικοινωνίας της Τράπεζας Πειραιώς και από εκεί τη θέση Προέδρου του Πολιτιστικού Ιδρύματος του Ομίλου Πειραιώς, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνη της Εταιρικής Υπευθυνότητας του Ομίλου.

cover_tinos003-1Προσηλώθηκε στην ιδέα για τη δημιουργία των θεματικών Μουσείων που θα αναδείξουν τον τρόπο παραγωγής παλαιοτέρων εποχών από τις τοπικές κοινωνίες και κατάφερε να διασώσει την παράδοση και την ιστορική μνήμη, ως μοντέλο δημιουργίας και έμπνευσης.

Η ανταπόκριση του κοινού είναι αξιοθαύμαστη αν κριθεί από την διαρκώς αυξημένη επισκεψιμότητα στα Μουσεία που είναι ταυτόχρονα χώροι εκδηλώσεων και σημεία πολιτιστικής και τουριστικής αναφοράς στην περιφέρειά τους. Πρωτίστως, όμως, είναι παιδαγωγικά πρότυπα που καλλιεργούν το σεβασμό σε αυτό που μεγαλούργησε στο παρελθόν και διατηρεί ακόμη την αίγλη του.