Τα Φαμπριανά … δίκρανα και ένας υπουργός Πολιτισμού χωρίς άποψη για τον πολιτισμό

Του Μάνου Στεφανίδη

ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ ΜΑΝΟΣΚατά κοινή ομολογία αυτό που συνέβη χτες στο θέατρο Σφενδόνη υπήρξε μοναδικό στα χρονικά της σύγχρονης τέχνης. Για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια συγκεντρώθηκαν αυθόρμητα και χωρίς την παρακίνηση συνδικαλιστικών φορέων, κομμάτων, επαγγελματικών οργανώσεων καλλιτέχνες από όλους τους χώρους του πολιτισμού, το θέατρο, το χορό, τη μουσική, τα εικαστικά, τον κινηματογράφο για να διαμαρτυρηθούν τόσο εναντίον της ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού όσο και εναντίον του νεοδιορισμένου διευθυντή του φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου Φλαμανδού καλλιτέχνη Γιάν Φαμπρ.

Ήταν πραγματικά μια εξαιρετικά εντυπωσιακή συγκέντρωση στην οποία συμμετείχαν ηθοποιοί, σκηνοθέτες χορογράφοι, κριτικοί τέχνης, επιμελητές, μουσικοί, εκδότες, χορευτές, κινηματογραφιστές, σεναριογράφοι, συγγραφείς, ποιητές, εικαστικοί καλλιτέχνες, περφόρμερ, ακαδημαϊκοί δάσκαλοι αλλά και οι φοιτητές δραματικών σχολών ή των θεατρικών σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επίσης πολυάριθμοι εκπρόσωποι του πολιτιστικού ρεπορτάζ εφημερίδων, τηλεοράσεων, ηλεκτρονικού τύπου κλπ. Όλοι αυτοί ενεργοποιήθηκαν καθοδηγημένοι από την νόμιμη τους ανησυχία ως προς τα τεκταινόμενα στον χώρο του πολιτισμού και ασφαλώς ενοχλημένοι ή και οργισμένοι από τις τελευταίες κινήσεις ή δηλώσεις τόσο του υπουργού Πολιτισμού όσο και του νέου διευθυντή του Φεστιβάλ.

 

Στο βάθος ..Κοκκινίδης.
Στο βάθος ..Κοκκινίδης.

Ομολογώ ότι προσήλθα στην συγκέντρωση με αρκετήν αμφιθυμία κυρίως γιατί φοβόμουν ότι θα παρευρεθώ πάλι σε ένα από τα γνωστά συνδικαλιστικά σόου. Εκ πρώτης όψεως μου φάνηκε πως η εκδήλωση ήταν καπελωμένη κυρίως από τους ηθοποιούς και τους σκηνοθέτες που άμεσα πλήττονταν από τις εξελίξεις τόσο επαγγελματικά όσο και καλλιτεχνικά. Εξάλλου ήταν τόσοι οι μαζεμένοι σταρ και τόσα τα media ώστε η υπόθεση έμοιαζε εκ των προτέρων υπονομευμένη. Από την άλλη πλευρά εγώ ο ίδιος ήμουν από τους πρώτους που χαιρέτησα την ανάρρηση του διεθνούς πολυ-καλλιτέχνη Φαμπρ στον θώκο του φεστιβάλ Αθηνών νομίζοντας πως ήταν μια εξαιρετικά ευφυής κίνηση από πλευράς Υπουργείου Πολιτισμού τόσο για να απαλύνει το πρόσφατο σκάνδαλο της απομάκρυνσης του Λούκου όσο και για να δώσει στον ίδιο τον θεσμό μια εντελώς καινούργια προοπτική.

Γνωρίζω τον Γιαν Φαμπρ από τη δεκαετία το ’90 και προσωπικά και έχω κατά καιρούς γράψει ότι είναι ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες διεθνώς, εφάμιλλος του Μπόμπ Γουίλσον ή του Γιάννη Κουνέλλη. Όλο το έργο του είναι ένας ερεθιστικός συνδυασμός νεομπαρόκ εικόνων, νεονταντά ακτιβισμού αλλά και ένα melting-pot στο οποίο βράζουν σε υψηλή φωτιά η γλυπτική, η ζωγραφική, το θέατρο και η περφόρμανς. Θυμάμαι με πολλή συγκίνηση την συμμετοχή του στην Μπιενάλε Βενετίας το 1984 με το πολυθέαμα “Η δύναμη της θεατρικής τρέλας” όπως επίσης και την εισβολή του στο Λούβρο το 2008 ανατρέποντας ριζικά τα ως τότε μουσειολογικά δεδομένα και επιβάλλοντας έναν έντονο διάλογο ανάμεσα στα κλασικά, μόνιμα εκθέματα και τις δικές του σύγχρονες, ερεθιστικές δημιουργίες.

Όπως επίσης θυμάμαι την γοητευτική έκθεση των σκαραβαίων που έδειξε το 2000 στην γκαλερί ΑΔ στο Ψυρρή αλλά και εκείνο το βίντεο του όπου αναφέρεται στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, στον Εμπεδοκλή, στον Καντ, στον Νίτσε, στο αδιέξοδο της σκέψης, στο αδιέξοδο της γλώσσας και στην ανάγκη μας να εκφραζόμαστε έστω και ως ανάπηροι έστω και με τα εκφραστικά μας μέσα εκ προοιμίου υπονομευμένα. Θέλω να πω με όλα αυτά πως ούτε ο Φαμπρ είναι ένας τυχαίος δημιουργός ούτε η ανάληψη από μέρους του του Φεστιβάλ Αθηνών είναι γεγονός που θα δικαιολογούσε τέτοιες πολεμικές αντιδράσεις εναντίον του. Στο κάτω κάτω ζούμε σε μιαν ανοιχτή κοινωνία και σε έναν πλουραλιστικό κόσμο και κανείς δεν έχει τίποτε να φοβηθεί από την αντιπαράθεση του “ξένου” με το “ιθαγενές”. Αυτά είναι συνήθως τροφή για την δημιουργία. Ούτε επιτρέπονται φολκλορικοί εθνικισμοί ή ξενοφοβικά σύνδρομα στον χώρο της τέχνης. Έναν χώρο ελευθερίας και διαλόγου. Έντασης αλλά και κατ´ αλλαγής. Υπέρβασης και αξιοκρατίας. Επειδή ούτε το ταλέντο ούτε οι ιδέες δεσμεύονται από σύνορα. Θυμάμαι επίσης ότι γενικά ο τύπος υποδέχθηκε ευμενώς τον ερχομό του διεθνούς σταρ στην Ελλάδα περιμένοντας από αυτόν να κάνει εκείνη την κίνηση που θα απογείωνε τόσο το Φεστιβάλ το ίδιο όσο και τους σαφώς μουδιασμένους και παραγκωνισμένους Έλληνες καλλιτέχνες.

Αφήνω εδώ ασχολίαστο τον τρόπο με τον οποίον ο Φάμπρ βρέθηκε στο τιμόνι του Φεστιβάλ. Υπαινίσσομαι τον, κατά κανόνα, σκοτεινό, εκείνο μηχανισμό -εκτός θεσμών και ευρύτερου δημόσιου διαλόγου- που επιλέγει τους εκάστοτε τυχερούς για να αναλάβουν τις διευθύνσεις μουσείων, φεστιβάλ, θεσμών, οργανισμών κοκ. Και μόνο το όνομα του Φαμπρ ήταν ένα εντυπωσιακό χαρτί στα χέρια του κυρίου Μπαλτά ώστε να κατασιγάσει και τις αντιδράσεις όλων των εμπλεκομένων, θιγομένων, αντιφρονούντων κλπ, αλλά και συγχρόνως να απαλύνει την γενικότερη άποψη πως και ο ίδιος και δυστυχώς η κυβέρνηση δεν διαθέτουν άποψη για τον πολιτισμό, δεν έχουν όραμα για το τι είναι σύγχρονη δημιουργία και τι θα μπορούσε να είναι η τέχνη στην Ελλάδα της κρίσης αλλά και η ελληνική φωνή στο πολιτισμικό παζλ της Ευρώπης στον 21ο αιώνα.

Όλα αυτά ίσχυαν έως την περίφημη “ιδιωτική” πρες κόνφερανς στο μουσείο της Ακρόπολης όπου και ο Μπαλτάς και ο Φαμπρ οδυνηρά αποκαλύφθηκαν. Ο μεν υπουργός γιατί μέσα από γενικόλογες τοποθετήσεις και εντελώς ανοίκειες συνάψεις προσώπων και καλλιτεχνικών φαινομένων βιάστηκε να κερδίσει τις εντυπώσεις χωρίς να απαντήσει στα οδυνηρά, πολιτικά ερωτήματα που έχουν δημιουργεί οι πράξεις ή οι παραλείψεις του και ο Φαμπρ επειδή με πολύ εύκολο, με εγκληματικά ελαφρό τρόπο φλαμανδοποίησε το Φεστιβάλ, απέκλεισε τις ελληνικές προτάσεις και συμμετοχές διαρρήδην, ανακοίνωσε έναν υπερφίαλο όσο και εντελώς πρόχειρο ακοστολόγητο προγραμματισμό για τα επόμενα χρόνια. Λέγοντας μάλιστα πως οι Έλληνες καλλιτέχνες θα εκπαιδευτούν αναλόγως και αν κριθούν κατάλληλοι, θα συμμετάσχουν και αυτοί στο μεγαλεπήβολο, διεθνές πια, Φεστιβάλ!

Girl-Effect-Live-Villiage-Underground-crowdΠρος επίρρωση όλων αυτών χτες ανακοινώθηκαν αρμοδίως τα εργαστήρια επιμόρφωσης που θα λειτουργήσουν το καλοκαίρι( sic!). Ό,τι του φανεί του λωλοθοδωρή. Τέτοιες δηλώσεις δεν αποδεικνύουν μόνο την παχυλή άγνοια ως προς την ελληνική πραγματικότητα και την τέχνη της που έχουν και ο Φαμπρ και ο Μπαλτάς αλλά συγχρόνως προσβάλλουν και υποτιμούν την ιστορία του φεστιβάλ Αθηνών και του μυθικού Φεστιβάλ Επιδαύρου. Των περίφημων ,δηλαδή, Επιδαυρίων τα οποία για περισσότερο από μισό αιώνα έχουν να επιδείξουν πάρα πολύ σημαντικά επιτεύγματα τόσο στην αναβίωση του αρχαίου δράματος όσο και στην επαφή του ελληνικού κοινού με τα διεθνή ρεύματα αλλά και της διεθνούς κοινότητας με την ελληνική πολιτιστική ιδιαιτερότητα. Η πρώτη φορά Αριστερά νομίζει, στην παχυλή της άγνοια, ότι ανακάλυψε και την πυρίτιδα εκτός από την επανάσταση στην Ευρωζώνη! Μόνο έκανε πάλι λάθος.

Ο κύριος Φαμπρ, παρ’ όλα αυτά, έχει ένα τεράστιο ελαφρυντικό. Ανέλαβε μόλις τον Φεβρουάριο ένα θεσμό-γκιλοτίνα και όφειλε μέσα σε δύο μήνες να παρουσιάσει και εφαρμόσιμο πρόγραμμα αλλά και να κινητοποιήσει έναν οργανισμό που επί μήνες έχει παραμείνει ανενεργός, ακέφαλος και ακινητοποιημένος. Ως εκ τούτου ο ίδιος έκανε αυτό που γνωρίζει πολύ καλά να κάνει. Πρόσφερε δηλαδή τον εαυτό του, το έργο του, την πολυσχιδή του δραστηριότητα, πλαισιωμένη από τους άμεσους συνεργάτες του ώστε να καλύψει κάθε τρύπα και κάθε κενό του προγράμματος. Έτσι πίστεψε ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στις πολυεπίπεδες ευθύνες του ρόλου του και να ξεγελάσει και το διεθνές και το εγχώριο κοινό πάλι με μιαν παράσταση από τα ίδια τα κατά Φαμπρ ” Πάθη”. Απόδειξη της μύχιας σκέψης του ως προς τον προσωπικό του ρόλο στον θώκο του Φεστιβάλ ήταν η δήλωση του ότι αισθάνεται κιουρέητορ και όχι διευθυντής και ότι ως κιουρέητορ μπορεί να οργανώνει big events, να προσκαλεί άλλους καλλιτέχνες κοκ. Και βέβαια δεν θέλει ο ίδιος να έχει την ευθύνη ενός πιο σύνθετου πολιτιστικού σχεδιασμού όπως ένα σύγχρονο Φεστιβάλ επιβάλλει, ούτε βέβαια και τις γραφειοκρατικές δεσμεύσεις με τις οποίες οφείλει να αντιπαλέψει αφού έχει να κάνει με το τέρας της ελληνικής διοίκησης. Έτσι όμως έχει, ήδη, δημιουργηθεί ένα πολύ σημαντικό νομικό κενό επειδή αν ο ίδιος είναι κιουρέητορ, τότε ποιός είναι ο διευθυντής, ποιός υπογράφει, ποιός έχει την ευθύνη για τα χρήματα του ελληνικού Δημοσίου; Μήπως πάλι μετά από χρόνια, κυνηγάμε και τον κύριο Φαμπρ όπως τώρα τον κύριο Λούκο, επειδή υπέγραψε δυο φορές για τον ίδιο λογαριασμό ή επειδή δεν ήλεγχε τα τρωκτικά που, εκ προοιμίου, βρίσκονται γύρω από τέτοιες θέσεις εξουσίας;

Το μεγαλύτερο σφάλμα του κυρίου Φαμπρ, κατά την γνώμη μου, είναι ότι εγκλωβίστηκε στο γραφείο του υπουργού και των κομματικών συμβούλων του και δεν άνοιξε, ως όφειλε, ένα διάλογο με την καλλιτεχνική κοινότητα, δεν φρόντισε να ενημερωθεί, προτού πάρει αποφάσεις, εξαγγείλει προγράμματα και δεσμευτεί για τα επόμενα τέσσερα χρόνια της ζωής του Φεστιβάλ. Νομίζω πως αυτό ήταν που εξόργισε περισσότερο την καλλιτεχνική κοινότητα και την υποχρέωσε να συγκεντρωθεί χθες και να διαμαρτυρηθεί εντονότατα ζητώντας τόσο την απομάκρυνση -παραίτηση του Γιάν Φαμπρ όσο και την παραίτηση του ίδιου του υπουργού Πολιτισμού με το καταλυτικό επιχείρημα ότι δεν έχει ο τελευταίος ούτε το ηθικό ούτε το πολιτικό κύρος να υπερασπιστεί τον σύγχρονο, ελληνικό πολιτισμό, τα επιτεύγματα και τους εκπροσώπους του. Πρόκειται για πολύ βαριές αιτιάσεις οι οποίες μπορεί μεν να διατυπώθηκαν εν θερμώ αλλά έχουν σαφώς μια τεράστια βάση αλήθειας.

Η κυβέρνηση της πρώτης φορά Αριστερά, απέδειξε αυτόν τον ενάμιση χρόνο ότι στερείται παντελώς οράματος πολιτισμού αλλά και συγκεκριμένης, εφαρμόσιμης, ρεαλιστικής, πολιτιστικής πολιτικής. Απέδειξε πόσο πολύ εκτός τόπου και χρόνου βρίσκεται το μόρφωμα που ονομάζεται υπουργείο πολιτισμού με τους μανδαρίνους και τα άμουσα κομματόσκυλα το οποίο συνεχίζει να κάνει ό,τι έως τώρα έκανε. Δηλαδή να μοιράζει πολιτικό χρήμα, να οργανώνει ίντριγκες για να κανιβαλίζει σε συγκεκριμένες προσωπικότητες που δεν είναι αρεστές και βέβαια να κυνηγάει οποιονδήποτε διαφωνούντα με τας ” υπουργικάς αποφάσεις”. Επαναλαμβάνω πως είμαι από τους πρώτους που χειροκρότησαν την παρουσία του Γιαν Φαμπρ στην Ελλάδα. Την θεώρησα μια τεράστια ευκαιρία τόσο για την προβολή της σύγχρονης ελληνικής τέχνης στο εξωτερικό όσο και για την γνωριμία μας με μορφές και πρόσωπα της διεθνούς δημιουργίας και μάλιστα σε μια βάση ισότιμη.

Λυπάμαι που απογοητεύτηκα τόσο πολύ και τόσο νωρίς. Περισσότερο εδώ διατυπώνω την αλληλεγγύη μου προς τους ανθρώπους του πολιτισμού οι οποίοι μοχθούν συχνά σε άθλιες συνθήκες, οι οποίοι έχουν την ευθύνη της καλλιτεχνικής δημιουργίας στον τόπο μας του αισθητικού μας προσώπου με όσες εξάρσεις ή πτώσεις αυτό μπορεί να εκφράζει. Σήμερα νιώθω μια σαφέστατη προσβολή προς ό,τι όλοι εμείς, σημαντικοί ή ασήμαντοι, εκπροσωπούμε απέναντι σε μιαν αντίληψη μετα- αποικιακού τύπου η οποία αντιμετωπίζει την Ελλάδα σαν αυτό που συχνά είναι αλλά που θα θέλαμε να μην είναι. Δηλαδή μια εύκολη, απρόσωπη περιφέρεια χωρίς ιστορία και ταυτότητα η οποία χρειάζεται πρώτα καθοδήγηση και παραδειγματισμό και μετά ελευθερία και δικαίωμα έκφρασηςΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ  ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ

Γνωρίζω πολύ καλά το επιχείρημα ότι τα εθνικά στεγανά έχουν καταρριφθεί και ότι τέτοιες υψηλές καλλιτεχνικές θέσεις δίνονται συχνά σε ξένους δημιουργούς διεθνούς κύρους. Ήμουν ο πρώτος που ζήτησε και η Ελλάδα να εμπνευστεί από το παράδειγμα της Γαλλίας η οποία ανέθεσε σε ένα Σουηδό, τον Pontus Hulten, την την διεύθυνση του νεοσύστατου Πομπιντού, της πολιτιστικής της ναυαρχίδας, όπως ακριβώς η Όπερα της Λυόν ανέθεσε στον Λούκο το μπαλέτο της και το Περμ στον ταλαντούχο Θόδωρο Κουρετζή την ορχήστρα και την χορωδία του.

Όντως, στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες που ζούμε και στην διαχείριση του καλλιτεχνικού φαινόμενο που βιώνουμε τέτοιες ωσμώσεις είναι και πολύ ευεργετικές και εξαιρετικά καρποφόρες. Με μια μικρή όμως εξαίρεση: Είναι άλλο πράγμα τα μεγάλα πολιτιστικά κέντρα, συχνά με μιαν ιμπεριαλιστική αφ’ υψηλού λογική ως προς τη διαχείριση του καλλιτεχνικού φαινομένου να μετακαλούν ξένες προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους και να τους αναθέτουν μουσεία, ορχήστρες, θεσμούς όπως π.χ το Παρίσι, το Βερολίνο, η Νέα Υόρκη ή το Λονδίνο και είναι άλλο πράγμα χώρες της περιφέρειας οι οποίες αγωνίζονται να διατηρήσουν την πολιτιστική τους ταυτότητα και ιδιαιτερότητα, όχι απλώς ως σχήμα λόγου αλλά ως καθημερινή ανάγκη επιβεβαίωσης αλλά και πνευματικής επιβίωσης -που αφορά σε χιλιάδες ανθρώπους σε μικρούς και μεγάλους δημιουργούς-, να παραδίδονται, σχεδόν αμαχητί, σε μια ξένη αυθεντία. Μια αυθεντία, άνωθεν τοποθετημένη, η οποία αγνοεί την εντόπια δημιουργία και πολύ περισσότερο και έχει αξιωματική άποψη ως προς την αναβάθμιση και αξιοποίηση της. Αυτό δηλαδή που έκανε, πιστεύω λόγω της παρορμητικής και πληθωρικής του φύσης και όχι από κακή πρόθεση, ο Γιάν Φαμπρ ο οποίος αφενός φλαμανδοποίησε εν μια νυκτί το Φεστιβάλ Αθηνών καθιστώντας πρόσφυγες τους φυσικούς του ενοίκους και αφετέρου υποσχέθηκε στους Έλληνες καλλιτέχνες πως πρώτα θα τους εκπαιδεύσει και μετά θα τους επιτρέψει να εκφραστούν και να υπάρξουν! Και όλα αυτά υπό το συναινετικό βλέμμα του Μπαλτά ο οποίος σαν άλλη Φρειδερίκη παρουσίασε στον ξένο αξιωματούχο τον καλλιτεχνικό στρατό του.

ΥΓ. Χτες στην τεράστια συγκέντρωση της Σφενδόνης είχαν προσέλθει δημιουργοί με πολύ μεγάλη εμπειρία διεθνή και διεθνή σταδιοδρομία οι οποίοι ούτε ως ξενοφοβικοί μπορούν να κατηγορηθούν ούτε, πολύ περισσότερο, ως αφελείς ελληνολάτρες. Ως μέλος της τριμελούς επιτροπής που εξελέγη δια βοής από το σώμα των προσελθόντων μαζί με την Άντζελα Μπρούσκου και τον Αργύρη Ξάφη, είχα την ευκαιρία να καταγράψω ονόματα όπως αυτά του Χουβαρδά, του Λιβαθινού,του Μαρμαρινού, της Καραμπέτη, της Πιττακή, του Μοσχόπουλου, του Κουτσουρέλη, του Οικονόμου, της Μπαζάκα, της Κοκκίνου, του Καραθάνου, του Λεοντή, του Άγγελου Παπαδημητρίου, του Μαυριτσάκη, της Λαζαρίδου, του Κολλάτου, του Παπασπηλιόπουλου, του Λούλη, του Μιστριώτη, του Μάινα κλπ. κλπ. Νομίζω πως μια τέτοια παλλαϊκή κατακραυγή από σύσσωμη την καλλιτεχνική κοινότητα επιβάλλει στον υπουργό να πράξει το καθήκον του διασώζοντας, έστω, την ακαδημαϊκή του αξιοπρέπεια.