Τηλεοπτικές άδειες – εκλογικός νόμος: το σύστημα Τσίπρα, η οικογένεια Μητσοτάκη και τα στημένα παιχνίδια πολιτικής παρακμής

ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-150x150 (1)Οι τηλεοπτικές άδειες και ο εκλογικό νόμος. Οι δύο άξονες των πολιτικών διεργασιών αυτής της περιόδου. Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος: παιχνίδι εξουσίας χωρίς αρχές. Το πολιτικό σύστημα αναπαράγει την παρακμή του και -σαν τα τροπικά δάση -τρέφεται από τη σήψη του. Άλλαξε απλώς πολιτικό πρόσημο ο ένας πόλος του.

Από τη μια η “αριστερή” κυβέρνηση στην καλύτερη περίπτωση αδυνατεί να κατανοήσει τις προτεραιότητες της συγκυρίας και το ιστορικό χρέος της και στη χειρότερη έχει δεύτερες σκέψεις για αυταρχικές διαδικασίες και καθεστωτικές επιδιώξεις, όπως της καταλογίζουν.

Από την άλλη η αντιπολίτευση στην καλύτερη περίπτωση επιστρέφει στις δυσώδεις όψεις του παρελθόντος της για να βρει  πολιτική πυξίδα  και  αντισυσπειρώνεται γύρω από τους ολιγάρχες της διαπλοκής , στην υπηρεσία των οποίων εμφανίζονται και νέα δορυφορικά σχήματα.

Ποιος θα επικρατήσει σ’ αυτό το στημένο και από τις δυο πλευρές παιχνίδι; Το σύστημα Τσίπρα στο οποίο προσκολλώνται και τυχάρπαστοι της πιάτσας για να γίνουν χαλίφηδες στη θέση των χαλίφηδων : Η το σύστημα της οικογένειας Μητσοτάκη το οποίο μετά τη συνθηκολόγηση με τη διαπλοκή και τον Σαμαρά εκμαυλίζει και συντρίμμια της “εκσυγχρονιστικής” εκδοχής του παλαιού ΠΑΣΟΚ;

Οι τηλεοπτικές άδειες έπρεπε να είναι υπόθεση μακριά από τις επιδιώξεις της κυβέρνησης, των κομμάτων και των χορηγών τους. Και η απλή αναλογική υπόθεση μιας ψηφοφορίας στη Βουλή, εφόσον αποτελεί προγραμματική δέσμευση πλειοψηφίας.

Αλλά εδώ είναι Βαλκάνια. Το παιχνίδι παίζεται με άλλους όρους- χρόνια τώρα άλλωστε. Απλώς η εισβολή του ΣΥΡΙΖΑ στο πεδίο της εξουσίας ανέτρεψε παλιές ισορροπίες και διαμορφώνει καινούργιες που να τον συμπεριλαμβάνουν.

Σ’ αυτό το παιχνίδι η σημερινή αντιπολίτευση ποντάρει στους λαϊκισμούς του παρελθόντος και η κυβέρνηση ποντάρει στους …αντιπάλους της.

Εκείνοι που την κατηγορούν για τον εκλογικό νόμο είναι εκείνοι που κυβέρνησαν με καλπονοθευτικά συστήματα, ή ψήφισαν ψευδώνυμους νόμους ως αναχώματα στους αντιπάλους τους.

Όσοι της προσάπτουν ότι θέλει ελεγχόμενη τηλεόραση είναι όσοι χρησιμοποίησαν για δεκαετίες παρανόμως τις τηλεοπτικές συχνότητες ως προέκταση άλλων δραστηριοτήτων, για να απομυζούν το δημόσιο χρήμα και να χειραγωγούν την πολιτική ζωή.

Η κυβέρνηση διατείνεται ότι θα βάλει τάξη σ’ αυτό το τοπίο της ανομίας. Αν το κάνει , η χώρα θα αποκτήσει τηλεόραση και θα βγουν από τη μέση οι “νταβατζήδες”, οι εκβιαστές, οι χειραγωγοί, οι παράνομοι, οι ακριβοπληρωμένες ντίβες που θεωρούν ότι δημοσιογραφία είναι να στρατεύεσαι υπέρ ενός κόμματος και εναντίον του άλλου, για λογαριασμό κάποιου τρίτου εκτός πολιτικής.

Θα το κάνει όμως; Η πρόγνωση δεν είναι καλή. Ως υποψήφιοι καναλάρχες εμφανίζονται και φιγούρες με πολύ κακή προϋπηρεσία και σκοτεινές πλευρές.

Ότι διεκδικούν συχνότητα δεν σημαίνει ότι θα την πάρουν. Αν όμως συμβεί οι στενές σχέσεις τους με πρόσωπα και μηχανισμούς της κυβερνητικής πλευράς θα αποδειχθούν εφιάλτης για την ελληνική τηλεόραση και για την ελληνική πολιτική ζωή.

Ειδικά σε δυο τρεις περιπτώσεις είναι να φτύνεις στον κόρφο σου στην ιδέα ότι το τηλεοπτικό προϊόν θα παράγεται από αυτούς.

Κάποιοι από όσους είχαν –και έχουν -τα κανάλια δεν ήταν καλύτεροι. Καταληψίες δημοσίας περιουσίας, αλώνιζαν στη δημόσια ζωή, πειθανάγκαζαν πολιτικούς και κατεύθυναν το κρατικό και κοινοτικό χρήμα κατά τα συμφέροντα τους. Όλοι θυμούνται.

Αυτοί τώρα -εκτός από έναν δυο που έχουν πάει με την κυβέρνηση, όπως κάνουν με όλες τις κυβερνήσεις μέχρι να στραφούν εναντίον τους- μιλούν για άλωση της τηλεόρασης, αλλά εννοούν ότι η τηλεόραση θα φύγει από τα χέρια τους.

Θεωρούν ότι είναι καλύτερα να ελέγχουν τα τηλεοπτικά πράγματα οι ίδιοι, με το βεβαρυμένο μητρώο θητείας στο χώρο, παρά οι άλλοι που θα αρχίσουν να το βαρύνουν όταν αναλάβουν.

Στο μέτωπο του εκλογικού νόμου η κυβέρνηση αντί να ασκήσει το δικαίωμά της απλώς ψηφίζοντας με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που διαθέτει την απλή αναλογική, προσπαθεί να τη μετατρέψει σε μηχανισμό αποτροπής σχηματισμού κυβέρνησης αν επικρατήσει ο αντίπαλός της στις επόμενες εκλογές, συναλλασσόμενη με ό,τι φαιδρό και ευτελές υπάρχει στο Κοινοβούλιο.

Ωραία Αριστερά. Αντί να γίνει εμβρυουλκός του καινούργιου μετατρέπεται σε εικόνα του παλιού.

Το ίδιο δεν συμβαίνει και στην πολιτική κατάσταση γενικότερα; Απέναντι από μια κυβέρνηση αλαλούμ που αποτελείται από ιδεοληπτικούς, ανίκανους -και σούργελα σε κάποιες περιπτώσεις- μια κυβέρνηση που αποδέχτηκε μεν το Μνημόνιο αλλά δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα το αξιοποιήσει για να βγάλει τη χώρα από την κρίση, τι υπάρχει;

Μια αντιπολίτευση από αυτούς που έκαψαν τις προοπτικές της χώρας και προκάλεσαν την κρίση. Υπέγραφαν τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, υπέκυψαν στη διαπλοκή, παρήγαγαν διαφθορά, λάτρεψαν τον εύκολο πλουτισμό, καταχρέωσαν εκτός από το κράτος και τα κόμματα τους, υπονόμευαν τις θεσμικές λειτουργίες του, παρανόμησαν κατ’ επανάληψη, αλλοίωσαν τη Δημοκρατία και τον Κοινοβουλευτισμό και σήμερα επανεμφανίζονται ως σωτήρες και κατήγοροι.

Στην καλύτερη περίπτωση τα έργα των χειρών τους αντιγράφουν οι Συριζαίοι. Προσπαθούν να γίνουν ό,τι ήταν οι προηγούμενοι με τις ίδιες μεθόδους και ενίοτε με τα ίδια πρόσωπα.

Αυτό είναι το δράμα της χώρας: αυτοί που οδήγησαν στη χρεοκοπία και την απαξίωση κατηγορούν τους διαδόχους τους ότι κάνουν το ίδιο. Η υπόθεση της τηλεόρασης και ο εκλογικός νόμος αυτό αποτυπώνουν.

Όσοι παρέδωσαν την πολιτική σε τρεις οικογένειες, και σήμερα υπόσχονται τη λύση με τον εκπρόσωπο της μιας από αυτές, είναι υπόλογοι. Όσοι υποσχέθηκαν να αλλάξουν την κατάσταση στο όνομα της Αριστεράς και παραβιάζουν τις βασικές αξίες της είναι και επίορκοι. Και  φυσικά κανείς δεν ξέρει γιατι αναβάλεται διαρκώς η δίκη της Siemens..