Το πολιτικό δράμα της χώρας: ο Τσίπρας παραμένει χωρίς αντίπαλο

 

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣΗ συζήτηση στη Βουλή για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ ανέδειξε πάλι τα χαρακτηριστικά της σημερινής πολιτικής σκηνής: από τη μια υπάρχει ο  Αλέξης Τσίπρας και από την άλλη το τίποτε. Είναι μια ιδιότυπη αλήθεια  για το εγχώριο πολιτικό σκηνικό.

Από τη μια ένας πρωταγωνιστής με ταλέντο και από την άλλη κομπάρσοι και προορισμένοι για δεύτερους ρόλους.  Ένας αδίστακτος εξουσιαστής με σκηνικά χαρίσματα και κυνική επικοινωνιακή άνεση απέναντι σε μετριότητες, γόνους και φουσκωμένους διάνους χωρίς  περιεχόμενο και ειδικό πολιτικό βάρος. Ποτέ άλλοτε η πολιτική ζωή δεν ήταν τόσο φτωχή. Αλλά και η πολιτική σύγκρουση τόσο άνιση.

Την περασμένη Παρασκευή φάνηκε πάλι ότι ο Πρωθυπουργός μιας αποτυχημένης κυβέρνησης εξακολουθεί να είναι ο ‘μεγάλος περφόρμερ ‘  του Κοινοβουλίου. Παρά τον απολύτως αρνητικό απολογισμό του, τα λάθη και τις παλινωδίες του, παραμένει κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό.

Ο λόγος του, η αυτοπεποίθηση που αποπνέει, η  ευκολία του στις ανακρίβειες και την ανάστροφη της πραγματικότητας, η άνεσή του στη διαστρέβλωση των  γεγονότων, συναθροίζονται σε σαρωτική κοινοβουλευτική παρουσία χωρίς αντίπαλο.

Ειδικά αν συνυπολογιστεί ότι από τη θέση του μπορεί να κινείται στο ψηλότερο δυνατό πεδίο της πολιτικής, με διεθνείς συναντήσεις και  συζητήσεις κορυφής  στην Ευρώπη, αλλά και η φυσική παρουσία του σε ιστορικά γεγονότα, όπως η υποδοχή το Πάπα.

Απέναντι  του υπάρχει η μετριότητα και σε μερικές περιπτώσεις η κακομοιριά .

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης  αυτοκτονεί καθημερινά προσπαθώντας να παραστήσει κάτι που δεν είναι. Αντί να διατηρήσει το προφίλ που τον ανέδειξε, να μιλήσει για την ουσία, να δείξει γνώση και βούληση, προσπαθεί να συγκρατήσει τις ισορροπίες στο  κόμμα του με  υψηλούς  τόνους στην αναμέτρησή του με τον Πρωθυπουργό  και στο τέλος μένει μετέωρος.

Όταν λέει στον Τσίπρα ότι  ‘έφτιαχνε καφέ στη διαπλοκή’ – εννοώντας τις συναντήσεις του με τον  ιδιοκτήτη του ΔΟΛ- και  όταν τον ρωτάει ‘ που βρήκε ο ΣΥΡΙΖΑ τα λεφτά για τις εκλογές’, απλώς βάζει τα χέρια του και βγάζει  μάτια του. Σαν τον Σαμαρά που έσκιζε και αυτός μνημόνια.

Όταν μιλάει στη Βουλή ο αρχηγός της ΝΔ δεν καταθέτει την πολιτική και την άποψή του. Προσπαθεί να κάνει τους βουλευτές τους να γελάσουν και να τον χειροκροτήσουν. Και καθώς το εξασφαλίζει με στημένες ατάκες μοιάζει περισσότερο με πρωταγωνιστή επιθεώρησης παρά με πολιτικό ηγέτη.

Αντί να καταστρώσει σχέδιο πολιτικής αντιμετώπισης του αντιπάλου του, αντί να  αλλάξει τη ΝΔ με τρόπο που να του εξασφαλίσει ευρύτερο ακροατήριο, λέει εξυπνάδες στις συγκεντρώσεις της ΟΝΝΕΔ- άραγε πήρε ένα μάθημα από το φιάσκο που του σκάρωσαν;

Αντί να μιλήσει για την πολιτική κατάσταση της χώρας με ευθύνη, μεταφέρει στη Βουλή χιλιοακουσμένα αστειάκια κατά του Τσίπρα. Με λογοπαίγνια  και λόγο ευκολίας  δεν γίνονται πολιτικοί αγώνες. Μπορεί να είναι καλός για διάδοχος του Σαμαρά, αλλά δεν θα καταφέρει να γίνει διάδοχος του Τσίπρα. Ειδικά όταν μιλάει  με φρασεολογία καφενείου του τύπου ‘η παρέα που κυβερνάει’,  σαν να μη είναι η κυβέρνηση αποτέλεσμα της κάλπης.

Η Φώφη Γεννηματά μιλάει ‘για δήθεν διαπλοκή’. Σαν να μην υπάρχει διαπλοκή που καταδυναστεύει την πολιτική ζωή εδώ και δεκαετίες και έχει ταυτιστεί κατά καιρούς με το κόμμα της. Αντί για κατήγορος της διαπλοκής γίνεται συνήγορος της και αφήνει τον Τσίπρα να παριστάνει τον μόνο αντίπαλο των ολιγαρχιών και των  ‘νταβατζηδων’. Από εκεί και πέρα ό,τι και να πει δεν έχει αξία. Βρίσκεται πίσω του.

Όπως βρίσκεται πίσω του και όταν λέει  ότι ‘το ΠΑΣΟΚ δεν έχει τίποτε να  φοβηθεί για τα οικονομικά του’. Και τη ίδια στιγμή παραδέχεται -δεν μπορεί να κάνει και αλλιώς- ότι  τα πορίσματα που  έχουν συντάξει αξιόπιστες εταιρίες βρίσκονται στη Δικαιοσύνη.

Τα πορίσματα που η ίδια δεν έχει το σθένος να τα δώσει στη δημοσιότητα- όπως δεν τα έδωσε και ο  προκάτοχος της που τα παρήγγειλε. Σα να είναι τυπικά δικόγραφα που δεν αφορούν τα μέλη του ΠΑΣΟΚ και την κοινωνία.

Όταν αποδίδει τα δάνεια που έπαιρνε ο Γ. Παπανδρέου  σε… προσπάθεια να έχει φανερούς πόρους, υποτιμά την νοημοσύνη των πάντων. Όπως άλλωστε την υποτιμά με το μονότονο ισοπεδωτικό ύφος της δημόσιας παρουσίας της, είτε  μιλάει στη  Βουλή, είτε ευχαριστεί τη χορωδία που της είπε τα κάλαντα.

Για τον Σταύρο Θεοδωράκη ως αντίπαλο του Τσίπρα και να θέλει να μιλήσει κανείς δεν βρίσκει τι να πει. Όχι μόνο δεν μπορεί να γράψει μια αντιπολιτευτική ομιλία της προκοπής , αλλά  δεν μπορεί να διαβάσει και αυτές που του γράφουν άλλοι. Οι ασήμαντες ιδέες τις οποίες προβάλλει ως  ευρεσιτεχνίες, οι παιδαριώδεις σκέψεις και το άχρωμο, άοσμο και άγευστο ύφος της παρουσίας του κάθε άλλο παρά απειλούν  έναν πολιτικό σαν τον Τσίπρα. Ο Θεοδωράκης είναι ο μόνος επικεφαλής κόμματος που είτε υπάρχει στη Βουλή είτε όχι , δεν  καταλαβαίνει κανείς τη διαφορά..

Για τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς  -ο θεός να τους κάνει- είναι αστείο να μιλάμε ότι θα αντιμετωπίσουν τον Πρωθυπουργό στο δημόσιο χώρο. Ο μόνος ευπρεπής που κάνει σοβαρή αντιπολίτευση με βάση τις απόψεις του είναι Δήμητρης Κουτσούμπας, αλλά κινείται σε κατεύθυνση που δεν ενοχλεί τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ.

Συμπέρασμα. Μπορεί να υπάρχει η πραγματικότητα που κραυγάζει για την αποτυχία της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου, μπορεί να υπάρχει επικοινωνιακή καταιγίδα εναντίον του, μπορεί ο ίδιος να οδηγεί τη χώρα από πρόβλημα σε πρόβλημα. Αλλά όσο δεν υπάρχει πραγματική αντιπολίτευση με πολιτικό βάρος, δεν έχει να φοβηθεί τίποτε.

Έτσι γίνεται στον Κοινοβουλευτισμό. Χωρίς αντιπάλους με κύρος, με σοβαρότητα, με βάθος σκέψης και μεστό πολιτικό λόγο, ο  εκάστοτε Πρωθυπουργός  δρα ανεμπόδιστος. Αυτό είναι σήμερα το πολιτικό δράμα της χώρας. Κανείς δεν μπορεί να σταθεί απέναντι στον Τσίπρα.

Από τη μια ένας πραγματικός δημαγωγός, λαϊκιστής με ταλέντο και με συναρπαστική σκηνική παρουσία, και από την άλλη νευρωτικές φιγούρες που κάνουν τον ηγέτη και ναυάγια της πολιτικής.  Κακώς ή κακώς το πολιτικό παιχνίδι είναι ανταγωνιστική υπόθεση. Και σ’ αυτό το επίπεδο οι αντίπαλοι του Τσίπρα δεν υστερούν απλώς δραματικά, αλλά κινούνται με τρόπο που τον εξυπηρετούν απολύτως.

Ειδικά  ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που νομίζει ότι είναι κιόλας πρωθυπουργός επειδή χειροκροτούν οι συγγενείς του τις κρυάδες που λέει στη Βουλή, ενώ δεν είναι σε θέση να απαντήσει με ποιους θα κυβερνούσε αν κέρδιζε  εκλογές. Αυτές που ζητάει με απίστευτη έλλειψη οξυδέρκειας, ευθυγραμμιζόμενος με παράγοντες εκτός πολιτικής.

Όσο δεν βρίσκεται απέναντι στον σημερινό Πρωθυπουργό ένα ισοδύναμο πολιτικό μέγεθος, ένας ισάξιος αντίπαλος –με προσωπικότητα και κυρίως  χωρίς ατομικούς και  κομματικούς σκελετούς στη ντουλάπα του- το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών θα είναι ανοιχτό. Τουλάχιστον για όσους δεν καταναλώνουν τα  προϊόντα των  δημοσκόπων που δεν πέφτουν πότε μέσα.  Όποιος δει από μακριά την εικόνα  της χώρας θα καταλάβει ότι αυτό δεν είναι καθόλου καλό για το μέλλον της.