Χάρης Παμπούκης: Η επιστροφή ενός statesman

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-150x150 (1)Αν όπως έλεγε ο Βέλγος συγγραφέας Πωλ Καρβέλ “η πολιτική χρειάζεται ανθρώπους που δεν χρειάζονται την πολιτική” , ο ελληνικός δημόσιος βίος έχασε νωρίς κάποιον που είχε ακριβώς αυτά τα στοιχεία. Ο καθηγητής Χάρης Παμπούκης μπήκε στην πολιτική αλλά μόνο για λίγο και μόνο σε ένα πεδίο της.

Υπήρξε υπουργός Επικρατείας στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, δεν επιχείρησε ποτέ να μπει στη Βουλή και να σταδιοδρομήσει ως πολιτικός. Με την πρώτη ευκαιρία άφησε την άσκηση εξουσίας και επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο που λειτουργεί ως φυσικός χώρος του.

Με σπουδές στη Σορβόννη και πλήθος διεθνών διακρίσεων έγινε ένας από τους πιο προβεβλημένος νομικούς στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, το Δίκαιο Διεθνών Συναλλαγών, τη Διεθνή Διαιτησία και τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών και ανερχόμενος ακαδημαϊκός ως καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστήμιου Αθηνών.

Εκεί τον βρήκε η πολιτική –ως παράλληλη απασχόληση. Ο Γ. Παπανδρέου τον κάλεσε ως σύμβουλο του στο υπουργείο Εξωτερικών για να γίνει στη συνέχεια , Γενικός Γραμματέας Διοίκησης και Οργάνωσης και να μπει στην κυβέρνησή του τον Οκτώβριο του 2009 .

Αυτό διάστημα θα ήταν μάλλον λίγο για κάποιον άλλο. Ο Παμπούκης όμως κατάφερε να αφήσει το αποτύπωμά του. Έχοντας από την πλήρη εμπιστοσύνη του Παπανδρέου ως συμμετείχε με αποφασιστικό ρόλο σε κρίσιμες διαδικαστικές της χώρας. Από τη είσοδο τη Κύπρου στη Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι τη χάραξη τα νέας ελληνοτουρκικής πολιτικής. Αν το 2005 το Σχέδιο Ανάν έφτανε ως τη λύση του Κυπριακού θα ήταν ένας από τους πρωτεργάτες αυτής της εξέλιξης.

Στο εσωτερικό η νομοθεσία fast track, που διευκόλυνε τις μεγάλες επενδύσεις, ήταν δικό του έργο. Η μετακίνησή του στο υπουργείο Ναυτιλίας το καλοκαίρι του 2011 αποτύπωνε την επιδίωξη της κυβέρνησης να αναζητήσει αν’α την υφήλιο υποστηρικτές που θα έβγαζαν την οικονομία από το Μνημόνιο και το αδιέξοδο. Για λόγους για τους οποίους δεν μίλησε ποτέ υπέβαλε τη παραίτησή του. Πρακτικά προστάτευσε τον Πρωθυπουργό, ο οποίος έχασε έναν στρατηγικό σύμβουλο.

Την περίοδο της κυριαρχίας του Γ. Παπανδρέου ο Παμπούκης ήταν πανίσχυρος ως υπουργός Επικρατείας. Διέθετε οξυδέρκεια που άνοιγε δρόμους για τον τότε πρωθυπουργό και τον υποστήριξε ουσία στις κινήσεις ιδίως στο διεθνή χώρο στον οποίο ο ίδιος είχε άνεση κυκλοφορίας. Η αποχώρηση του αποδυνάμωσε τον Παπανδρέου αλλά κατά τα φαινόμενα υπήρξε ευεργετική για τον ίδιο καθώς συνέχισε απρόσκοπτα την επαγγελματική και ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του.

Ένα manual εξόδου από τη κρίση

Πέρα από την ενεργό πολιτική ο Χάρης Παμπούκης είχε ροπή στην ουσίας της πολιτικής και αυτό αποτυπώθηκε στο συγγραφικό έργο του, μετά τα τρία πρώτα βιβλία του – ‘Για την Ανώτατη παιδεία του Μέλλοντος”, “Λόγος Κοινός”, “Τρία Ζητούμενα”. Αλλά το τέταρτο – στις Εκδόσεις Λιβάνη πάντα- είναι κάτι περισσότερο από την καταγραφή των ιδεών του. Είναι ένα εγχειρίδιο εξόδου από την κρίση.

Στο βιβλίο “Περί Ελπίδας – Για ένα εθνικό σχέδιο υπέρβασης της κρίσης” ο καθηγητής ξανασυνδέεται με τον πολιτικό και καταθέτει έναν οδικό χάρτη για τη βήμα προς βήμα και τομέα προς τομέα αντιμετώπιση των κρισίμων παραμέτρων του ελληνικού προβλήματος.

Ο Ζακ Ατταλί, φίλος του από παλιά, που το προλόγισε, σημειώνει ότι “πρόκειται για την εμπειρία ενός ανθρώπου που είχε πάντα στην καρδιά του στη φιλοδοξία να υπηρετήσει την πατρίδα του, τη Ελλάδα, και το γενικό συμφέρον και το έπραξε με διάφορους τρόπους κατά τη διάρκεια της καριέρας του”.

Αναφέρεται προφανώς στο διδακτικό και ερευνητικό έργο του και τις πρωτοβουλίες του στη πολιτική. Αυτό ειδικά το βιβλίο συνιστά την καλύτερη προσφορά του. Αν θα ήθελε μια κυβέρνηση να εξετάσει τις προτάσεις του θα έβλεπε ότι κάποιες λύσεις βρίσκονται πιο κοντά από όσο νομίζουμε.

Στην εισαγωγή του ο συγγραφέας δείχνει να ξέρει καλά πόσο βαθιά πρέπει να πάει το εγχείρημα του για να αποδώσει και αναφέρει. “Η κατάκτηση της εθνικής αυτονομίας βρίσκεται στην ελληνική ψυχή, ωστόσο δεν υπάρχει το ίδιο εθνικό πάθος για τη άσκησή της: όταν κατακτήσουμε τη ελευθέρια μας ασκούμαστε την διχόνοια από τη οποία συνήθως προέρχονται τα δεινά μας ως έθνους”.

Όπως ξέρει και το στόχο του: “από την οικονομική κρίση αργά η γρήγορα θα βγούμε. Το ζήτημα είναι το κόστος και όφελος. Πόσοι και ποιοι θα το καταβάλουν και αν μετά θα είμαστε καλύτεροι από πριν ως κοινωνία”.

Με αυτό το πνεύμα καταθέτει μια πρόταση που δεν έχει απλώς πολιτική έμπνευση και εσώτερη συνοχή, αλλά είναι επεξεργασμένη και από την πλευρά των ξένων, ώστε να τη δεχθούν ως λυσιτελές εθνικό σχέδιο της χώρας.

Το βιβλίο στηρίζεται εν πολλοίς στο σχέδιο “Ελλάδα 2021” που είχε εκπονήσει ο ίδιος με τον Ζακ Αταλί και τους βασικούς του άξονες είχε παρουσιάσει ο γάλλος σοσιαλιστής οικονομολόγος το 2011, χωρίς να υπάρχει συνέχεια- δεν δημοσιοποιήθηκε καν .

Ο συγγραφέας ξεκινάει με κριτική ματιά στα πράγματα και επισημαίνει πού έσφαλαν οι πρωθυπουργοί της κρίσης και οι κυβερνήσεις τους, χωρίς να προσπαθεί να επιμερίσει ευθύνες και χωρίς κομματικά κριτήρια που ούτως ή άλλως, ο ίδιος δεν είχε ποτέ.

Τα κεφάλαια για τις αίτιες της κρίσης και της διαχείρισή της είναι εξαιρετικά διεισδυτικά και διαφωτιστικά για όσα συνήθως δεν συζητούνται στο δημόσιο διάλογο. Συνδυάζει τη διαπίστωση ότι , το εγχώριο σύστημα είχε φτάσει στο τέλος του με τι ς διεθνείς εξελίξεις που το συμπαρέσυραν, και τα συλλογικά λάθη προσθέτοντας μια πολύ ενδιαφέρουσα παράμετρο: την πολιτισμική.

Τα δέκα εργοτάξια

Αφήνοντας πίσω και την προσήλωση στα μνημόνια της μιας πλευράς και στην πλήρη άρνηση του από την άλλη, προτείνει το τρίτο δρόμο: την υπέρβαση τους με σχέδιο, αλλά και με κόπο.

Ο πυρήνας του βιβλίου είναι το τρίτο μέρος του στο οποίο καταγράφονται οι προτάσεις για ένα νέο πρόγραμμα πρόγραμμα μεταρρυθμιστών δράσεων. Πώς εκπονείται ένα τέτοιο σχέδιο. Πώς αποκτά πολιτική νομιμοποίηση. Πώς εφαρμόζεται;

Οι απαντήσεις που δίνει ο ίδιος συνθέτουν και το όραμα της εθνικής ανασυγκρότησης την οποία δεν αντιλαμβάνεται ως ευχή αλλά ως αλληλουχία αποφάσεων και ενεργειών που ο ίδιος κατανέμει σε δέκα άξονες που ονομάζει χαρακτηριστικά “εργοτάξια”: τη διακυβέρνηση με επαναθέσμιση της Πολιτείας, την ανάκτηση της οικονομικής κυριαρχίας, την ανάπτυξη, το σχεδιασμό του μέλλοντος δια της παιδείας, την αποκατάσταση της Δικαιοσύνης, την θεμελίωση της αλληλεγγύης και της πρόνοιας, την προστασία και αξιοποίηση του περιβάλλοντος ως εθνικό πλεονέκτημα, τη διαχείριση του πληθυσμού και το μεταναστευτικό, τη διεθνή θέση της χώρας.

Αυτά κατανέμονται με συγκεκριμένες προτάσεις και υλοποιήσιμες ιδέες. Είναι ένας πρακτικός οδηγών δράσεων με ορατό αποτέλεσμα. Για να καταλήξει σ’ αυτό που ο ίδιος ονομάζει: “Επιμύθιο του ελληνικού σισύφειου δράματος; Θέλουμε; Μπορούμε;”

Αυτό ακριβώς το στοίχημα μας θέτει το βιβλίο του καθηγητή Παμπούκη. Είναι η επιστροφή στα κοινά ενός ανθρώπου για το οποίο όλοι ξέρουν ότι οσάκις μετείχε στη συλλογικές δράσεις, η παρουσία του είναι προσθετικό χαρακτήρα. Ένας statesman που λείπει και με αυτό το βιβλίο κάνει πολλούς να αναρωτιούνται: πόσους Παμπούκηδες έχει σήμερα η πολιτική;