Delenda est populismus (3): Από τα προπατορικά αμαρτήματα στις σύγχρονες τραγωδίες

Φωτό: ΑΠΕ ΜΠΕ/PIXEL/ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΥΣΗΣ ΣΩΤΗΡΗΣ

 Του Κωνσταντίνου Ν. Φουντουλάκη

 

kostas20 (1)

Μετά τον Β’ΠΠ και τον εμφύλιο η χώρα προσανατολίστηκε στο να εξελιχθεί σε μια σύγχρονη δυτική δημοκρατία, όμως η άφθονη χρηματοδότηση του σχεδίου Μάρσαλ απέτυχε να δώσει πραγματική αναπτυξιακή πνοή. Κλασσικά η χρηματοδότηση καταναλωνόταν πάντα σε υπερκοστολογημένα έργα υποδομής πολλά από τα οποία πιθανόν γινόταν πριν τον κατάλληλο χρόνο και αποτελούσαν αυτοσκοπό μάλλον παρά εργαλείο. Μοιραία η χώρα συνέχισε να μπαίνει σε κύκλους μεγέθυνσης αλλά όχι πραγματικής ανάπτυξης της οικονομίας που αναπόφευκτα ακολουθούνται από σοβαρές οικονομικές κρίσεις, κυβερνήσεις διαμαρτυρίας, πολιτική αστάθεια, μια δικτατορία, μια εθνική καταστροφή και πολλά σκάνδαλα.

Ο πρώτος κύκλος ήταν ο μακρύτερος και έκλεισε με την Κυπριακή τραγωδία ενώ ο δεύτερος έκλεισε με τα σκάνδαλα του τέλους της δεκαετίας του ’80 και μια σοβαρότατη οικονομική κρίση που κράτησε πάνω από μια δεκαετία και κατά τη διάρκεια της η χώρα έφτασε πολλές φορές παρά πολύ κοντά στη χρεωκοπία. Ο τρίτος φαίνεται να μπαίνει στην τελική του ευθεία στις μέρες μας τι συνέπειες του ασταθούς πολιτικού σκηνικού είναι τραγικές για την Ελληνική κοινωνία. Σημαντικά πλεονεκτήματα μετατρέπονται σε καταστροφικά μειονεκτήματα. Η κοινωνία απαιτεί «μοίρασμα εδώ και τώρα» των οικονομικών πόρων που μπαίνουν στη χώρα.

Το σχέδιο Μάρσαλ δημιουργεί μια μη παραγωγική οικονομία. Τα Ευρωπαϊκά προγράμματα καταστρέφουν τη γεωργία και σιγά σιγά ολόκληρο τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μοιάζει να έχει δώσει σε ένα μωρό ένα γεμάτο πιστόλι για να παίζει. Η νεολαία και ιδιαίτερα οι φοιτητές διαχρονικά αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος των εξεγέρσεων και του λαϊκού ρεύματος και αυτό βεβαίως είναι συνηθισμένο σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα όμως είχε ως επιπλέον συνέπεια την υποβάθμιση των σπουδών και σε δεύτερο χρόνο παρήγαγε χαμηλή ποιότητα ανθρώπινων πόρων.

Παρακολουθώντας την ιστορία να επαναλαμβάνεται…

Σα συμπέρασμα, μπορεί κανείς αβίαστα να πει ότι η ξένη ανάμειξη έπαιξε διαχρονικά σημαντικό ρόλο στην προβληματική κοινωνικοπολιτική και οικονομική ζωή της χώρας, αλλά οι παίκτες και οι διεργασίες είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές που αναγνωρίζονται ευρύτατα από τόσο από την πλειοψηφία των διανοουμένων όσο και από τον ευρύ λαό. Από τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους υπήρξε ένα μεγάλο λαϊκίστικο ρεύμα που χαρακτηριζόταν από χαμηλή μόρφωση, υψηλή θρησκευτικότητα και αφελή και επιφανειακή γνώση της εθνικής ιστορίας. Το ρεύμα αυτό διαχρονικά ήταν καθαρά πλειοψηφικό, είχε αντιδυτικό και φιλορωσικό χαρακτήρα, ήταν εθνικιστικό, ορθόδοξο και ενδοστρεφές και έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από τη Ρωσία και τη Σοβιετική Ένωση.

Μόνο μια σχετικά μικρή μειοψηφία των πολιτών είναι συνειδητά δυτικόφιλοι και ασπάζονται τις αρχές της αστικής δημοκρατίας όπως αυτή λειτουργεί στο δυτικό κόσμο και όπως αυτή αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε από την αρχαία Αθήνα ως τη Ρώμη, το διαφωτισμό και τον ουμανισμό. Συνέπεια αυτών των συσχετισμών ήταν ότι η δύση (από τους Βρεττανούς και τους Αμερικανούς ως και την Ευρωπαϊκή Ένωση) επένδυσε στη διαχείριση και χειραγώγηση του λαϊκίστικου ρεύματος σε συνεργασία με ντόπιους δημαγωγούς. Η σύγκρουση των ξένων δυνάμεων γινόταν για τις ψήφους του χώρου αυτού με αποτέλεσμα την απομόνωση των προοδευτικών δυνάμεων.

Η δυτικού τύπου σκέψη σήμερα στην Ελλάδα είναι η εξαίρεση, καθώς η εκπαίδευση, «ο εθνικός μύθος» που διδάσκεται στα σχολεία και η συντριπτική πλειοψηφία της πολιτισμικής δραστηριότητας και σκέψης κυριαρχείται από τις αρχές του ενδοστρεφούς εθνολαϊκισμού άλλοτε με «αριστερό» άλλοτε με «ορθόδοξο» και άλλοτε με «ακροδεξιό» μανδύα.

Η δημοκρατία δεν έχει το βάθος που θα έπρεπε και είναι επιρρεπής σε εκφασιστικά φαινόμενα. Στο πλαίσιο αυτό, συμμαχίες μεταξύ «αριστεράς», θρησκευτικών οργανώσεων, «Ρωσίας του Πούτιν», ΕΣΣΔ και εθνικιστικού τύπου κομμάτων δε φαντάζουν παράξενες, αντίθετα φαίνονται και είναι πολύ φυσικές. Όσο κι αν είναι δυσάρεστο, η αλήθεια είναι ότι το πολιτικό τοπίο και η Βουλή αυτή τη στιγμή είναι πιο αντιπροσωπευτικά του πραγματικού προσώπου της κοινωνίας απ’ ότι ήταν ποτέ. Η δε ανάγνωση των διεργασιών δίνει πολύτιμη κατανόηση των ιστορικών διεργασιών των τελευταίων δυο αιώνων.

Σαν κερασάκι στην τούρτα όμως δε θα πρέπει να παραβλέψει κανένας ότι τα παραπάνω δεν εκφράζονται με συστηματικό καθαρό και συνεπή τρόπο ειδικά μέσα από εκλογικές διαδικασίες. Τελευταίο πιο πρόσφατο και εντυπωσιακό παράδειγμα είναι η αποτυχία της ΛΑΕ να μπει στη Βουλή. Περισσότερο θα πρέπει κανείς να ερμηνεύσει τα ρεύματα αυτά ως υπόγεια δυναμικά που περισσότερο αποσαθρώνουν τα θεμέλια της χώρας παρά ως δυναμικές τάσεις που καθορίζουν αποφάσεις.

Delenda est

Εδώ όμως είναι το τέλος του δρόμου. Είναι η στιγμή του τέλους των ψεμάτων των ψευδαισθήσεων και η ώρα να πεθάνει ο λαϊκισμός. Όσοι συμπεριλαμβανομένου του νομπελίστα Πωλ Κρούγκμαν βλέπουν μόνο ένα τωρινό κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο χωρίς να γνωρίζουν και να κατανοούν τις ιστορικές του ρίζες όχι μόνο κάνουν λάθος αλλά προσφέρουν κακή υπηρεσία και στη χώρα αλλά και στη διεθνή κοινότητα. Από μια οπτική γωνία, η ουσία της αρθρογραφίας κορυφαίων ειδικών όπως ο Κρούγκμαν, ο Στίγκλιτζ και άλλοι είναι εντελώς παράδοξη και ακατανόητη (σχεδόν).

Το γεγονός είναι ότι η χώρα είναι φτωχή. Είναι φτωχή σε πλουτοπαραγωγικές πηγές αλλά κυρίως είναι πάμφτωχη σε ανθρώπινο δυναμικό και πόρους, ως συνέπεια μιας διάχυτης πολιτικής τύπου Μπαλτά στην παιδεία για δεκαετίες. Είναι ερημική όσον αφορά την πολιτισμική παραγωγή, την παραγωγή άποψης και σκέψης και το τραγικότερο όλων, είναι καμμένη γη όσον αφορά τις νοοτροπίες που κυριαρχούν.

Όμως, οι δυνάμεις του έθνους πάντα υπήρχαν υπάρχουν και θα υπάρχουν και ευτυχώς αυτό τελικά αποδεικνύεται μέσα από τις στάχτες. Η αντίληψη ότι σήμερα δεν υπάρχουν ηγέτες είναι απλά ανόητη. Η διάδοση της τεχνολογίας και ειδικά το διαδίκτυο φέρνει τους πάντες στα γήινα μέτρα τους πράγμα που δε γινόταν όταν κυβερνούσαν οι «γίγαντες» του παρελθόντος, εκείνοι οι «τιτάνες» που κανάκεψαν και εξέθρεψαν ή απέτυχαν να δαμάσουν το τέρας του λαικισμού. Οι σύγχρονες δυνάμεις πρέπει να οδηγήσουν στο θάνατο του λαϊκισμού και να πείσουν τους εταίρους ότι και οι ίδιοι φέρουν διαχρονικές ευθύνες για την κατάσταση.

Υστερόγραφο …. Μετά 200 έτη

Ως υστερόγραφο και αντανακλώντας την πρόσφατη ειδησεογραφία, κανείς θα μπορούσε να αναρωτηθεί γιατί ο χωρισμός της εκκλησίας από το κράτος δεν τίθεται κάν σα θέμα, αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι ότι δεν τίθεται ούτε η κατάργηση του ισλαμικού νόμου. Η Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το μόνο Ευρωπαϊκό κράτος που αναγνωρίζει επίσημα και υποχρεωτικά την εφαρμογή της Σαρία στους πολίτες του (μουσουλμάνους της Θράκης) και με τη σφραγίδα του Αρείου Πάγου, 200 χρόνια μετά την απελευθέρωση. Το ενδιαφέρον είναι ότι και σε αυτήν την περίπτωση το Ευρωπαϊκό δικαστήριο καλείται να δώσει τη λύση. Η λοιδορούμενη Ευρώπη πάντα σε ρόλο ιππικού. Αυτό όσον αφορά τον πολιτικό μας πολιτισμό. Όσον αφορά πρακτικά θέματα το μόνο που μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί είναι αν το περίφημο «πακέτο Γιουνκέρ» θα το διαχειριστούν οι Ελληνικές αρχές και όπως πάντα φυσικά εθνικά ανεξάρτητα και υπερήφανα πάνω στις καλά δοκιμασμένες πρακτικές του «πρώτου δανείου».

Σ’ αυτή την περίπτωση, κυρίες και κύριοι καληνύχτα σας….

*Το πρώτο μέρος  εδώ

**Το δεύτερο μέροςεδώ

*Ο Κωνσταντίνος Ν. Φουντουλάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ([email protected]).