Απάντηση στον Γιάννη Πανούση

Φωτό: ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΟΥΓΙΩΤΗΣ

Μια επιστολή του Πέτρου Πετρίδη

Στο πρόσφατο άρθρο του «Grexit από τον κακό εαυτό μας»  γράφει ο κ. Πανούσης: «Το 80% του ελληνικού λαού θέλει να μείνει στο ευρώ αλλά κάποιοι λουδίτες σχεδιάζουν «επανάσταση» επί άλλου πλανήτη…». Φυσικά αναφέρει αυτό το νούμερο από πρόσφατη δημοσκόπηση. Θα έπρεπε  να ξέρει ωστόσο ότι το αποτέλεσμα μιας δημοσκόπησης ανάλογα με το μέγεθος και την αντιπροσω-πευτικότητα του δείγματος και τον τρόπο που αυτή διεξάγεται και τον τρόπο διατύπωσης των ερωτημάτων μπορεί να είναι σοβαρά εσφαλμένο έξω από τα όρια του απλού στατιστικού λάθους.

Ο τρόπος και η σκοπιμότητα υπό την οποία διεξάγονται οι πολιτικές δημοσκοπήσεις ειδικά στην Ελλάδα και ειδικά τα τελευταία χρόνια, ακριβώς σε τέτοια σφάλματα οδηγούν. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς πόσο αποκλίνουν τα αποτελέσματα ανάλογα με το ποιος παρήγγειλε την δημοσκόπηση (ενώ δεν θα έπρεπε να αποκλίνουν καθόλου), και το ότι αρκετές φορές εμφανίζονται σε ερωτήματα της ίδιας δημοσκόπησης αντικρουόμενα αποτελέσματα που απλά δεν στέκουν λογικά. Στις δημοσκοπήσεις για το δημοψήφισμα υπήρξε παταγώδης αποτυχία πρόβλεψης αφού εμφανιζόταν ισοδυναμία ή και ελαφρά υπεροχή του Ναι μέχρι το τέλος ενώ και στα exit poll η εκτίμηση ήταν για διαφορά 3 – 4 μονάδων. Με δυό λόγια οι δημοσκοπήσεις έχουν σχετική μόνον αξία αλλά οι σκοπιμότητες με τις οποίες γίνονται (και η κύρια ανάμεσα σ’ αυτές είναι η προσπάθεια επηρεασμού της κοινωνικής και πολιτικής βούλησης), τις απαξιώνει όλο και περισσότερο.

Συγκεκριμένα για το €υρώ αλλά και την ΕΕ έχουν γίνει πολλές δημοσκοπήσεις στο παρελθόν. Στις παλιές «καλές» εποχές το μέσο ποσοστό αποδοχής εμφανιζόταν εκεί γύρω στο 80%.  Να πιστέψουμε ότι μετά από 5 χρόνια μνημονίων και την σημερινή τους κατάληξη ισχύει το ίδιο; Οι πιο αξιόπιστες ή αν θέλετε οι λιγότερο αναξιόπιστες δημοσκοπήσεις τα τελευταία χρόνια, κυρίως αυτές από το εξωτερικό έδιναν ένα ποσοστό αποδοχής γύρω στο 70 %.  Υπάρχει όμως και ένα ποιοτικό στοιχείο. Τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων υπέρ της ΕΕ και  του € του όχι κοντινού παρελθόντος απηχούσαν κυρίως έγκριση, ικανοποίηση, ευχαρίστηση – που σήμερα φαίνεται πόσο απατηλή ήταν – τα αποτελέσματα των σημερινών δημοσκοπήσεων απηχούν κυρίως φόβο, δηλαδή τον φόβο της ζημιάς που θα πάθουμε αν αποπειραθούμε να φύγουμε. Ζημιάς που κατά το πραγματικό μέρος της συνδέεται στενά με την κατάσταση που η οικονομία βρίσκεται σήμερα μέσα στο € και την ΕΕ και σε έναν μεγάλο βαθμό ακριβώς εξ’ αιτίας αυτών.

Είναι δυνατό να αποσπάσει κανείς έγκριση και 100% αν καταφέρει να περάσει την ιδέα ότι από την άλλη μεριά βρίσκεται η κόλαση.  Η έτσι εκφρασμένη βούληση – στον βαθμό που εκφράζεται από τέτοιες κατά παραγγελία δημοσκοπήσεις – δεν είναι καθόλου ελεύθερη βούληση αλλά προϊόν εκβιασμού, τρομοκρατίας και άγνοιας.  Σαν πολιτικός αλλά και ως εκ της ακαδημαϊκής ιδιότητάς σας θα έπρεπε να είναι σε θέση αυτό να το αναγνωρίσει. Εδώ φαίνεται πόσο οι πολιτικές απόψεις του  επί του θέματος τον απομάκρυναν από την επιστήμη.

Άλλωστε ο ίδιος με αυτά που γράφει για την κοινωνική συμπεριφορά των Ελλήνων γενικά (δεν μπορώ να μην θυμηθώ το «μαζί τα φάγαμε» του κ. Πάγκαλου), απαξιώνετε αυτό το 80% το οποίο επικαλείται. Πρέπει να γνωρίζει ακόμη ότι οι διαθέσεις του κόσμου αλλάζουν, μερικές φορές πολύ γρήγορα σε περιστάσεις σαν τις σημερινές  και το θεωρούμενο 80 -20 μπορεί να αντιστραφεί. Το τι είναι σωστό και ωφέλιμο μακροπρόθεσμα για τον λαό (που δεν είναι βέβαια ολόκληρος ο κατέχων πολιτικά δικαιώματα πληθυσμός), θα καθορίσει τελικά και τις προτιμήσεις του και όχι το ανάποδο. Καμιά πλειοψηφία δεν μπορεί να κάνει την αλήθεια ψέμα και το ψέμα αλήθεια.  

Εκτός από τις δημοσκοπήσεις υπάρχουν και τα δημοψηφίσματα. Σε συνθήκες αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας  αυτά αποτελούν το ύψιστο δημοκρατικό δικαίωμα του λαού. Η «σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία» αντιπροσωπεύει την μεγαλύτερη και πιο συνειδητή άρνηση αυτού του δικαιώματος. Αυτό φαίνεται όχι μόνον από την στάση των εκπροσώπων της απέναντι στο τωρινό δημοψήφισμα και ακόμη περισσότερο σ΄ αυτό που αποπειράθηκε να κάνει ο Γ. Παπανδρέου, αλλά και από την στάση τους σε όλα τα δημοψηφίσματα που έγιναν ή δεν έγιναν στο παρελθόν στην Ευρώπη. Η γενική γραμμή τους από τότε που συγκροτήθηκε η ΕΟΚ μέχρι σήμερα είναι να μην γίνονται δημοψηφίσματα, εκτός αν δεν γίνεται αλλιώς ή και αν σε κάποιες περιπτώσεις τους συμφέρει να γίνουν. Αν πάλι γίνουν και το αποτέλεσμα δεν είναι αρεστό (δεν αναφέρομαι στην Ελλάδα), τότε να γίνει ξανά δημοψήφισμα για να ανατρέψει το αποτέλεσμα του πρώτου.

Όταν γίνει δημοψήφισμα για το € ή και την ΕΕ τότε θα έχουμε συγκεκριμένα και πολύ πιο αξιόπιστα στοιχεία για συζήτηση απ’ ότι με τις δημοσκοπήσεις. Πρόσφατα έγινε το δημοψήφισμα για τις προτάσεις – ή για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του κ. Τσίπρα – το τελεσίγραφο των δανειστών. Η πλευρά του Ναι στην οποία ανήκει και ο χώρος πολιτικής προέλευσης του κ. Πανούση το ερμήνευσε σαν Ναι ή Όχι στο €υρώ και την «Ευρώπη» και μέσα σε ένα κλίμα ιδεολογικής τρομοκρατίας κάλεσε τον κόσμο να ψηφίσει Ναι. Αν έπαιρνε κάποιος τοις μετρητοίς αυτήν την ερμηνεία θα έβγαζε εύκολα το συμπέρασμα πως ο λαός είπε Όχι και στα δύο. Στην πραγματικότητα βέβαια ο λαός δεν είπε αυτό, είπε όμως άνευ όρων όχι στα μνημόνια και στην εξαθλίωση, που σημαίνει απόρριψη του «πάση θυσία στο €υρώ».

Λίγες μέρες μετά ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση πέταξαν στα σκουπίδια την έκφραση της λαϊκής θέλησης υπογράφοντας μιαν υποδουλωτική  συμφωνία που φέρνει ένα χειρότερο μνημόνιο. Είναι επομένως αχαρακτήριστο αυτό που λέει το άρθρο για την «λαϊκή εντολή», ακριβέστερα προτιμώ να μην το χαρακτηρίσω. Δεν είμαι ΣΥΡΙΖΑ όπως άλλωστε δεν είναι και ο συντάκτης του άρθρου. Όμως αυτούς προς τους οποίους στρέφει την κριτική του είναι τουλάχιστον εκλεγμένοι με βάση ένα πρόγραμμα, σίγουρα αντίθετο με την συμφωνία, ενώ ο ίδιος είναι απλά διορισμένος. Αυτό και μόνο θα έπρεπε να τον κάνει πιο προσεκτικό στις κρίσεις του.

Η «αντιδεοντολογική» και «τυφλή» ανυπακοή στην λαϊκή εντολή είναι ακριβώς η πιο δεοντολογική (και με την τυπική και με την ουσιαστική έννοια του «δέοντος» αν και ο όρος παραπέμπει στην πρώτη) και υπάκουη σ’ αυτήν την εντολή. Τόσο με την έννοια του εκλεγμένου μέλους του κοινοβουλίου, εκλεγμένου στην βάση προγράμματος και δεσμεύσεων απέναντι στους εκλογείς όσο και με την ιδιότητα του μέλους ενός κόμματος που πρόβαλε αυτό το πρόγραμμα.  Το ζήτημα αυτό της διαφωνίας στις κοινοβουλευτικές ομάδες είναι καλά γνώριμο από το 2010 και μετά.

Τότε βέβαια η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσε σωστή και ηθική αυτήν την στάση (και σωστά) ενώ τώρα εκβιαστικά καλεί στην αντίθετη στάση (όπως ακριβώς και οι ηγεσίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν). Το ζήτημα αυτό από γενική άποψη θα λυνόταν με τον καλύτερο και πιο δημοκρατικό τρόπο αν η αστική δημοκρατία υιοθετούσε αυτό που πρότεινε ο Μαρξ (να αναφερθώ και σ’ αυτόν αφού και ο κ. Πανούσης αναφέρεται), άμεση ανακλητότητα των εκλεγμένων εκπροσώπων του λαού. Τότε θα βλέπαμε ποιους θα ανακαλούσε ο λαός, αυτούς που ψήφισαν Όχι στα μέτρα της συμφωνίας ή αυτούς που ψήφισαν Ναι.

Ο τρόπος που τοποθετείται στα ζητήματα στο συγκεκριμένο κείμενο, η ρηχότητα ή ακόμη και χυδαιότητα του ύφους και του περιεχομένου του δεν συνάδουν με την συγκρότησή του, ταιριάζουν όμως με πολλά δείγματα συμπεριφοράς και δηλώσεών του κατά το διάστημα της κυβερνητικής του θητείας ενώ δεν μπορούν να θεωρηθούν  απλή απόρροια πολιτικών και κοινωνικών αντιλήψεων, άλλωστε στο παρελθόν δεν είχε εκφράσει τέτοιες αντιλήψεις.

Πέρα από αυτά ωστόσο ο κ. Πανούσης είναι και πολιτικός προϊστάμενος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης (κατ’ ευφημισμόν «Προστασίας του Πολίτη»). Θυμάμαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ , στην κυβέρνηση του οποίου τώρα υπηρετείτε, είχε την θέση για κατάργηση των ΜΑΤ με τους αστυνομικούς μέλη τους να στέλνονται στις γειτονιές στην υπηρεσία των πολιτών.  Φυσικά τίποτα τέτοιο δεν έγινε. Όμως και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε μετά τις εκλογές πως (1) οι αστυνομικοί δεν θα οπλοφορούν στις πολιτικές συγκεντρώσεις και στις αθλητικές εκδηλώσεις και (2) ‘Ότι δεν θα γίνεται πλέον ρίψη χημικών. Τίποτα από αυτά τα δυο δεν εφαρμόστηκε. Όχι μόνον αυτό αλλά και επανειλημμένα εμποδίστηκαν από τα ΜΑΤ διελεύσεις ειρηνικών πορειών ενώ χρησιμοποιήθηκε βία κατά διαδηλωτών όπως στις Σκουριές και ενάντια στο εργοδοτικό έγκλημα στα ΕΛΠΕ.  Αυτά όμως δεν είναι τίποτα μπροστά σε ότι έπεται.

Η εφαρμογή της κατάπτυστης συμφωνίας την οποία υπερασπίζεται αναπόδραστα προϋποθέτει πολύ μεγαλύτερης κλίμακας καταστολή. Σ’ αυτήν βέβαια θα πρωταγωνιστήσουν οι ειδικές δυνάμεις καταστολής – συγγνώμη προστασίας του πολίτη –  δηλαδή κατ’ εξοχήν οι έννομες αγέλες φασιστών που με βάσει πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα αντιπροσωπεύουν το 50% των μελών αυτών των δυνάμεων αφού τόσοι ψήφισαν τις παράνομες αγέλες της Χρυσής Αυγής.

Έχει λοιπόν ο ίδιος πεδίον δόξης λαμπρόν.

Πέτρος Μ. Πετρίδης

Πολιτικός Μηχανικός – Χαλάνδρι Αττικής