Με φόντο την πρόταση μομφής: η εκλογή της ΝΔ στην κυβέρνηση και του Νεομητσοτακισμού στην εξουσία δεν είναι προϊόν της κρίσης. Είναι η ίδια κρίση.

Του Γ. Λακόπουλου

 Ασφαλώς οι πολίτες δικαιούνται σεβασμό για τις επιλογές τους στην κάλπη. Αλλά όχι πάντα. Π.χ. τι σεβασμό να έχεις σ’ αυτούς που ανέδειξαν και αναπαρήγαγαν το νεοναζιστικό έκτρωμα –κρυπτόμενοι οι περισσότεροι.

Η λαϊκή ετυμηγορία είναι σεβαστή, αλλά κατά νόμο. Επί της ουσίας της δέχεται κριτική.  «Αν 50 εκατομμύρια άνθρωποι πουν μια ανοησία δεν παύει να είναι ανοησία»  έλεγε ο Πολ Βαλερί. «Υπάρχουν εποχές που η Κοινή Γνώμη είναι η χειρότερη γνώμη» κατά τον Γάλλο συγγραφέα Νικολά Σαμφόρ.

Στην Ελλάδα ενίοτε οι πολίτες βάζουν τα χεράκια τους και βγάζουν τα ματάκια τους. Η χειρότερη εκδοχή αυτής της συνήθειας τα τελευταία χρόνια είναι να δίνουν εξουσία στους υιούς του πατρός.

Το έκαναν το 2009 με τον Γ. Παπανδρέου και τίναξε τα πάντα στον αέρα. Η χώρα οδηγήθηκε δέσμια σε διεθνή οικονομικό έλεγχο, ενώ υπήρχαν πολιτικές αναστροφής της δημοσιονομικής εκτροπής και ανάσχεσης της πορείας υπερχρέωσης με εσωτερικά εργαλεία. Το ΠΑΣΟΚ διαλύθηκε.

Το επανέλαβαν δέκα χρόνια αργότερα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Τρεις δεκαετίες χρόνια από τότε που ανέδειξαν στην πρωθυπουργία τον πατέρα του -που έστειλε την πολιτική στα καταγώγια για να εκλεγεί. Και δεν έβλεπαν την ώρα να τον διώξουν, όταν είδαν ότι αποδιάρθρωνε την κοινωνία και έστελνε τη χώρα στα βράχια.

Παρένθεση.  Κάποιοι θα πουν: δεν ισχύει το ίδιο για τον Κ. Καραμανλή;  Όχι ακριβώς. Ούτε ο πατέρας του κληροδότησε το κόμμα, ούτε ο ίδιος  έκανε τα αδύνατα δυνατά για να το πάρει. Έπαιξε ρόλο το όνομα, αλλά του το  προσέφεραν, για να δουν ως κόμμα Θεού πρόσωπο.. Κλείνει παρένθεση.

Πρωταθλητές της “αρπαχτής” και λωποδύτες

Η επέλαση της επιδημίας προκαλεί διαθλάσεις στην αξιολόγηση της σημερινής κυβέρνησης. Αλλά πίσω από αυτές όποιος θέλει μπορεί να δει την πραγματικότητα.

Η εκλογή Μητσοτάκη -καθόλα άψογη τεχνικά- δεν ήταν προϊόν της κρίσης. Ούτε καν έφερε η ίδια την κρίση.  Ο τρόπος που κυβερνάει επί 16 μήνες είναι τα συμπτώματά της.

Οι αιτίες είναι ορατές. Ο Κυριάκος, φιλόδοξος γόνος, αλλά συγκροτημένο πρόσωπο με ισχυρή βούληση– δεν πήρε μόνος του την διακυβέρνηση ως επικεφαλής του κόμματός του και με βάση τις πολιτικές που πρόβαλε.  Αυτό θα ήταν φυσιολογικό και χρήσιμο.

Μαζί του βρέθηκε στο προσκήνιο και στη συνέχεια σε ρόλους και ευχέρεια επιρροής και ένας ολόκληρος συρφετός- που δεν είχε σχέση με τη ΝΔ ως τότε.

Τυχοδιώκτες, κρατικοδίαιτοι  επιχειρηματίες, σιτιζόμενοι στο δημόσιο πρυτανείο από χρόνια, σαλταδόροι από κυβέρνηση σε κυβέρνηση και από κόμμα σε κόμμα. Σφετεριστές του δημοσίου, του κοινοτικού και του τραπεζικού χρήματος, αλλά και του  ιδιωτικού με το κόλπο το Χρηματιστηρίου.

Αδίστακτοι μιντιάρχες, ολιγαρχικά συστήματα, πρωταθλητές της αρπαχτής που είχαν διακριθεί επί Σημίτη, και τοπικοί «παραγονταραίοι» -κατά τον εύστοχο χαρακτηρισμό του Στεφ. Τζουμάκα- ποικίλων προελεύσεων.

Σ’ αυτούς προστίθεται και κανονικοί λωποδύτες, σαν αυτούς που διαβάζουμε τελευταία ότι έχουν ρόλους στα υπουργεία. Όπως και τζαναμπέτηδες που βρέθηκαν στην κυβέρνηση με αλλοιωμένα τυπικά προσόντα.

Όλοι συναθροίσθηκαν με τις κομματικές  δυνάμεις της ΝΔ ,με τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της  που πορεύονται από δεκαετίες στις –καραμανλικές- ράγες.

Η παράδοση της πολιτικής σε εξωπολιτικά κέντρα

Οι γηγενείς Νεοδημοκράτες, με διαφορετικές  κομματικές ηγεσίες, διατήρησαν σχεδόν για μισό αιώνα τα χαρακτηριστικά και τη πορεία της συντηρητικής παράταξης στην Ελλάδα. Είχε πάντα το εύρος της, αλλά  είχαν απομονώσει τα άκρα, όπως  είπε με σαφήνεια ο δεύτερος  Καραμανλής.

Η μητσοτακική πλειοψηφία διαμορφώθηκε και με τη συνδρομή της μιντιακής ασυδοσίας.  Της μονομέρειας σε βάρος του Τσίπρα -άσχετα από τα λάθη της δικής του κυβέρνησης. Και της παράδοσης της πολιτικής σε εξωπολιτικά κέντρα.

Δεν είναι πλειοψηφία για να εφαρμόσει μια κυβέρνηση την πολιτική της-  έτσι όπως την ανέπτυξε προεκλογικά: ως πολιτική συντηρητικού κόμματος   στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Είναι πλειοψηφία που από τη φύση της επιδιώκει να εξυπηρετήσει μεγάλα συμφέροντα και να περιορίσει κοινωνικά δικαιώματα. Το κάνει εν ψυχρώ με βιομηχανία σκανδαλωδών ρυθμίσεων, την ουσία των οποίων δεν μαθαίνει ποτέ η κοινωνία.

Τα ΜΜΕ στην πλειοψηφία τους τα θάβουν. Απόδειξη ότι στα μεγάλα ΜΜΕ δεν έγινε καμία συζήτηση για το περιεχόμενο του «πτωχευτικού» νόμου. Ολόκληρα κανάλια και στρατιές δημοσιογράφων λειτουργούν  διατεταγμένα υπέρ της κυβερνητικής  απληστίας.

Ταυτόχρονα είναι πλειοψηφία που μετακινεί τη ΝΔ προς τα δεξιά και τα πασαλείμματα με τα υπόλοιπα του Σημιτισμού δεν το αλλάζουν.

Αντίθετα το αναδεικνύουν, καθώς αυτοί είναι συμπληρώματα για άλλοθι. Στον αφρό βρίσκονται τα παλαιά πρωτοπαλίκαρα του ΛΑΟΣ, που κλωνοποιούνται με Μπογδάνους και Κυρανάκηδες. Ο Διαμαντοπουλισμός  είναι απλώς το σήμα κατατεθέν της βουλητικής έκπτωσης της πολιτικής.

Η ατζέντα της κυβέρνησης Μητσοτάκη

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης- και η οικογένειά του που μετέχει στη διακυβέρνηση- έχουν άλλη ατζέντα από αυτή που πρόβαλε προεκλογικά.

Άφησε πίσω τη ΝΔ και τις θεμελιώδεις θέσεις της για την οικονομία, την κοινωνία και τα εθνικά θέματα, έτσι όπως τις  εφάρμοσαν οι Καραμανλήδες. 

Διαμόρφωσε ένα δικό του σύστημα εξουσίας και ένα ιδιαίτερο μείγμα πολιτικής που προέρχεται από την κληρονομιά του πατέρα του τη δραματική περίοδο 1990-93.

 Συνωσμώσεις με την ακροδεξιά και τις απαιτήσεις των ακραίων που έβαλε ο Σαμαράς στη ΝΔ. Μαζί με τον αριβισμό του σημιτικού κληροδοτήματος.

Και βέβαια τις απαιτήσεις παρασιτικών παραγόντων και ισχυρών ολιγαρχών που από χρόνια χειραγωγούν το πολιτικό σύστημα.  Σε συνδυασμό με αξιώσεις των μεγάλων συμφερόντων που τον έφεραν στην κυβέρνηση, τις υποδείξεις  ξένων για την εξωτερική πολιτική και  τις ιδιαίτερες προσωπικές και οικογενειακές επιδιώξεις για κυριαρχία.

Αυτή είναι η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ανάλογη πολιτική ακολουθεί. Αν δεν φάνηκε αμέσως ήταν γιατί παρέλαβε διαχείριση οικονομία και λυμένα κρίσιμα προβλήματα. Για έξι μήνες κυβερνούσε εκτελώντας τον προϋπολογισμό που της άφησε ο Τσίπρας.

Όταν ήλθε η ώρα να ασκήσει τη δική της πολιτική είδαμε ένα κρεσέντο νεοφιλελευθερισμού, ταξικής μονομέρειας, εξυπηρέτησης  συμφερόντων- όχι διαυγών πάντα- ισοπέδωσης κοινωνικών δικαιωμάτων, αυταρχισμού,  φαυλότητας και νεποτισμού, ερασιτεχνισμού, ανερμάτιστης εξωτερικής πολιτικής. Μαζί με αποτυχίες και κωλοτούμπες.

Με φόντο τη μετατροπή της πολιτικής σε πανάκριβη επικοινωνία, συναλλαγή με τα ΜΜΕ, αποδυνάμωσης των θεσμών, ασυδοσία των δημοσκόπων, αδίστακτες πρακτικές και ανοχή στη σήψη και τη διαφθορά.

 Η εμφάνιση της επιδημίας συσκότισε αυτές τις επιλογές καθώς στην πρώτη φάση ήταν ήπια για την Ελλάδα και χρησιμοποιήθηκε για την «ηγετοποίηση» Μητσοτάκη.

Στη δεύτερη ο δικαιολογημένος φόβος των ανθρώπων για την εξάπλωσή της, που βρίσκει ανοχύρωτο το σύστημα υγείας, δεν επιτρέπει ακόμη  αξιολογήσεις. Δεν θα αργήσουν όμως.

 Αυτά δεν κρύβονται. Τα βλέπουμε στο μοντέλο διακυβέρνησης. Στην χαμηλή ποιότητα του κυβερνητικού λόγου. Μπορεί να το διακρίνει κανείς και πίσω από τις γαλάζιες τοποθετήσεις στο δημόσιο χώρο, αλλά και στη Βουλή, με την πρόταση μομφής.

Η λαϊκή ετυμηγορία είναι πάντα αποδεκτή. Ακόμη και αν είναι προϊόν παραπλάνησης. Έτσι παίζεται το παιχνίδι. Αλλά όσα συμβαίνουν εδώ και 16 μήνες περνούν και στη ζωή των πολιτών που αρχίζουν να συνειδητοποιούν τι έκαναν τον Ιούλιο του 2019.  

Από παντού προκύπτει ότι η ίδια η ανάδειξη της ΝΔ ήταν κρίση και οι πράξεις της οι συνέπειες αυτής της κρίση. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι κρίση μέσα την κρίση.  Και προήλθε από την κρίση στην κρίση των πολιτών.  Ό,τι χειρότερο.