Αν ο Τσίπρας δεν καταψηφίσει την ελληνογαλλική συμφωνία θα αποκαλύψει τον Μητσοτάκη. Αλλιώς χάνει την ευκαιρία.

Toυ Γ. Λακόπουλου

Από πλευράς πολιτικής τακτικής η προαναγγελία του Αλέξη Τσίπρα ότι θα καταψηφίσει την ελληνογαλλική συμφωνία ήταν λάθος. Πολύ περισσότερο όταν οι δυο διέξοδοι διαφυγής από άφησε-την αναφορά στην ΑΟΖ και την απόσυρση του Σαχέλ- δεν μπορούν να λειτουργήσουν.

Προφανώς ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ, που ως Πρωθυπουργός εγκαινίασε και προχώρησε σε μεγάλο βαθμό την ελληνογαλλική συζήτηση για προμήθεια εξοπλισμών- έχει τους λόγους του. Αλλά δεν μπορεί να παραβλέψει δυο παράγοντες:

Ο ένας είναι να προσκρούσει η επιλογή του στη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών και αυτό να διευκολύνει τον Μητσοτάκη στην αποφυγή απαντήσεων για τα ερωτήματα που προκαλούνται από τη συμφωνία.

Από αυτή την αποχή θα ήταν ορθό να προηγηθεί η συζήτηση στη Βουλή και στη συνέχεια – αλλά και ως αποτέλεσμα- να επέλθει η καταψήφιση.

Ο δεύτερος παράγοντας είναι ότι η εσπευσμένη ανακοίνωση της καταψήφισης – και όχι αυτή καθ’ εαυτή- αφ’ ενός συσπειρώνει τους βουλευτές του Μητσοτάκη και αφ’ ετέρου δημιουργεί ένα άδηλο ρήγμα στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ.

Τουλάχιστον αυτό αναδείχθηκε στην περιορισμένη συμμετοχή στη συζήτηση στη οποία υπήρξε σιωπηλή συμφωνία στην απόφαση Τσίπρα. Απλώς αποδοχή του αρχηγικού ιμπέριουμ.

Έτσι όμως μπορούσε να ανακοινώσει την απόφασή του χωρίς την διευρυμένη συνεδρίαση της Δευτέρας.

Αλλά πέραν από την κριτική σ’ αυτή τη μεθόδευση, ο πρώην Πρωθυπουργός στη συζήτηση της Πέμπτης θα έχει τη ευκαιρία να πάρει το “σκαλπ” του Πρωθυπουργού. Αρκεί να λάβει υπόψη του δυο πράγματα:

Πρώτο: Στην συμφωνία δεν υπάρχει μόνο η ελληνική πλευρά, αλλά και η γαλλική- με ό,τι σημαίνει αυτό για ένα κόμμα που κυβέρνησε και διαπραγματεύτηκε μαζί της, αλλά θα ξαναδιαπραγματευθεί αν ξανακυβερνήσει- και μάλιστα τη φάση της παραλαβής οπλικών συστημάτων. Καταψηφίζοντας τώρα τι θα κάνει; Θα τα επιστρέψει;

Το δεύτερο είναι ότι μπορεί η ΝΔ να εμφανιστεί “μπετόν” απέναντί του, αλλά και οι τοίχοι όλων των γαλάζιων γραφείων ακούσει πολλά για την ιδιοτυπία αυτής της συμφωνίας: τη διαχειρίστηκε και την έκλεισε προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Το υπουργικό συμβούλιο έμεινε στο σκοτάδι και οι αρμόδιοι υπουργοί, είχαν διακοσμητικό ρόλο. Από τον υπουργό Άμυνας κα τα Επιτελεία, που δεν είχαν αντίρρηση, αλλά δεν είχαν και συμμετοχή. Ως τον υπουργό Οικονομικών που έμαθε από τον Πρωθυπουργό ότι….υπάρχει δημοσιονομική δυνατότητα αποπληρωμής. Ο ίδιος δεν το είπε ποτέ.

Αυτά τα δυο στοιχεία αδυνατίζουν τη θέση του Πρωθυπουργού και τον κάνουν εύκολη λεία -ακόμη και εσωκομματικά- αρκεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να εστιάσει στα εξής:

-Πρώτο, στο διαυγές προσωπικό παρελθόν του σε κάθε είδους προμήθεια του δημοσίου.

-Δεύτερο, να εστιάσει στις συμβάσεις των εξοπλισμών με τις εταιρίες που τους παράγουν περισσότερο και λιγότερο στη διακρατική συνεργασία και την συμφωνία των δυο κυβερνήσεων.

Τρίτο, να επιδιώξει την αποκάλυψη του ρόλου τον μεσαζόντων – είτε των εκπροσώπων της εταιριών είτε τρίτων- στην υπόθεση, τον οποίο προσπαθεί να βάλει κάτω από το χαλί η κυβέρνηση.

Τέταρτο, στην πλήρη εξαφάνιση -κατά τις διαπραγματεύσεις και την τελική συμφωνία- των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας, δια της εγχώριας πολεμικής βιομηχανίας και των ναυπηγείων, να πάρουν μέρος στην παραγωγή των εξοπλισμών.

Ότι δεν προβλέπονται αντισταθμιστικά οφέλη και τα πάντα θα κατασκευαστούν στη Γαλλία είναι σκάνδαλο. Και ίσως για αυτό ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να περάσει ως οικονομικό όφελος για τη χώρα ότι ο ίδιος εξασφάλισε …καλύτερες τιμές. Παρότι ο λογαριασμός μεγάλωσε.

Μπορεί να προβλέψει κανείς ότι σ’ αυτά τα ερωτήματα ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει πειστικές απαντήσεις. Ίσως καταφύγει τη μέθοδο των αντιπερισπασμών. Αλλά είναι γυμνός απέναντι σε κάθε απόπειρα ουσιαστικού ελέγχου των συμβάσεων -και θα εκτεθεί.

Η προϋπόθεση για να τον αποκαλύψει ο Αλέξης Τσίπρας είναι να μην πει “όχι” στη συμφωνία.

Εν ανάγκη ας καταφύγουν οι βουλευτές του στο “παρών”. Ή και να την υπερψηφίσουν στο τέλος , αν η κυβέρνηση υποχρεωθεί να δεχθεί κάποιες από τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης και ιδίως όσα έθιξε ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως δίδαξε ο πρύτανης της αντιπολίτευσης Ανδρέας Παπανδρέου -που δεν νίκησε μόνο ένα αντίπαλο κόμμα με σοβαρούς αρχηγούς, αλλά ένα αντίπαλο σύστημα με βαθιές ρίζες- η καταψήφιση αμυντικών δαπανών στον προϋπολογισμό, όπου θα οδηγηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αν πει “όχι” στη συμφωνία, δεν ενδείκνυται για κόμμα που θέλει να κυβερνήσει.

Η αναγνώριση της ανάγκης για την αμυντική ενίσχυση της χώρας και η συμβατότητα των γαλλικών συστημάτων, είναι διαφορετική υπόθεση από τη διαπραγμάτευση των οικονομικών όρων από ένα κλειστό σύστημα.

Αν ο Αλέξης Τσίπρας σχεδιάζει σκληρή επίθεση εφεξής -ορθά, αν έχει και το κατάλληλο προσωπικό να τη διεκπεραιώσει- και αυτή είναι η αρχή, ο ίδιος θα ΄έχει την Πέμπτη τον Κυριάκο στο πιάτο. Θα χάσει την ευκαιρία;