Η νίκη του Μακρόν στην Γαλλία και ο ρόλος των δημοσκήσεων στην Ελλάδα – Η πολιτική γίνεται υπόθεση των παρασκηνίων

Toυ Νίκου Λακόπουλου

Η επανεκλογή του Μακρόν με ένα θριαμβευτικό ποσοστό -πάνω από τις δημοσκοπήσεις- αποκάλυψε δύο θέματα που αφορούν πολύ και την Ελλάδα.

Το να ψηφίζεις κάποιον για να μην έρθει κάποιος άλλος είναι πολύ συνηθισμένο σε μια χώρα που επικρατεί το αντί: αντιδεξιά, αντικομμουνισμός, αντί-Σύριζα μέτωπο κι πιο παλιά αντιβασιλικο΄ί ή αντιβενελικοί.

Είναι μια παράδοση αρνητι΄κής ψήφου που μπορεί να φέρει κοντά διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις όπως αυτές που στοιχήθηκαν πίσω από το Όχι το 2015 -με 62% που ωστόσο χάθηκε σαν μην υπήρξε ποτέ: οι αντι-μνημονιακές δυνάμεις εξατμίστηκαν καθώς όλα τα μεγάλα κόμματα εφάρμοσαν μνημονιακές πολιτικές καταπίνοντας και μάλιστα αμάσητα όσα έλεγαν πριν.

Κάπως έτσι η ήττα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ έφερε τον Μητσοτάκη με θυμό και απογοήτευση περισσότερο από θετική ψήφο σε κάποιον που υποσχόταν τα πάντα σε όλους με βασικό επιχείρημα πως “είναι ο καλύτερος”: δεν είχαν να περιμένουν τίποτα από τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ με τη Νέα Δημοκρατία μπορεί να γινόταν κάτι -στη μείωση φόρων κυρίως.

Από τότε μέχρι σήμερα -με πανδημία κι έναν πόλεμο στη γειτονιά μας- οι πιρουέτες του Κυριάκου Μητσοτάκη -πότε με συγγνώμες και πότε με “κάναμε ό,τι μπορούσαμε”- οδηγούν στο σημείο από όπου ξεκινήσαμε με τη χώρα φτωχότερη, αλλά ένα πρωθυπουργό που πονάει κι ο ίδιος όταν ανοίγει τον λογαριασμό του ρεύματος.

Υπάρχει μια διαφορά από πριν ωστόσο: λείπουν τα κινήματα των Αγανακτισμένων και των “Δεν πληρώνω”, δεν γίνονται διαδηλώσεις -για τίποτε- και το “κόμμα της αποχής” βγαίνει πρώτο στις εκλογές: για πρώτη φορά τόσοι πολλοί πολίτες δεν πάνε να ψηφίσουν.

Πρωθυπουργός από το παρασκήνιο

Το αποτέλεσμα είναι η πολιτική να γίνεται μια υπόθεση των παρασκηνίων με μια κυβέρνηση που στελεχώνεται από εκπροσώπους οικονομικών συμφερόντων, ο πλούτος αλλάζει χέρια με μια νέα μεγάλη ληστεία κι ένα ακόμα της αντιπολίτευσης -που θεωρείται ρυθμιστής του πολιτικού σκηνικού λέει ωμά πως ο νέος πρωθυπουργός θα προέλθει όχι από τις εκλογές, αλλά απ΄ο τα πολιτικά παρασκήνια.

Θα μπορούσε σε άλλες εποχές -περασμένων αιώνων- να τον επιλέξει ο Βασιλιάς. Τώρα θα τον επιλέξει ο Ανδρουλάκης διεκδικώντας ένα ρόλο που δεν εξηγείται παρά μόνο αν έχει πάρει το χρίσμα από οικονομικά συμφέροντα που μπορούν να ελέγχουν και ένα και δύο κόμματα.

Τελικά φαίνεται πως το Κινάλ-ΠΑΣΟΚ, νεκραναστημένο μπορεί να γίνει πρωταγωνιστής της πολιτικής ζωής και να συνεργαστεί και με τα δύο κόμματα με την προϋπόθεση να μην είναι πρωθυπουργός ούτε ο Μητσοτάκης, ούτε ο Τσίπρας.

Το θέμα δηλαδή, αν θεωρήσουμε ότι ο Μητσοτάκης απέρχεται, είναι να μην γίνει πρωθυπουργός ξανά ο Τσίπρας, ακόμα αν το κόμμα του έρθει πρώτο. Μια κυβέρνηση υπό έναν τεχνοκράτη, έναν τραπεζίτη ακόμα και έναν πολιτικό κοινής αποδοχής είναι μια κυβέρνηση με “δοτό” πρωθυπουργό -ερήμην του λαού.

Η ‘νοθεία” των δημοσκοπήσεων

Η δεύτερη διαπίστωση από τις γαλλικές εκλογές που ισχύει για την Ελλάδα είναι πως οι δημοσκοπήσεις χωρίς να προβλέπουν το τελικό αποτέλεσμα ενισχύουν το κόμμα ή τον υποψήφιο που προηγείται σ’ αυτές.

Σε ένα τοπίο που είναι θολό και η δημοτικότητα της κυβέρνησης πέφτει χωρίς να ανεβαίνει αισθητά αυτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης οι δημοσκοπήσεις μπορεί να γίνουν μέσο πολιτικής χειραγώγησης.

Ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων θα δώσει την ψήφο του σ’ αυτόν που θα έρθει πρώτος. Έτσι οι κατασκευασμένες δημοσκοπήσεις που λειτουργούν σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία ουσιαστικά αλλοιώνουν το εκλογικό αποτέλεσμα με μια μέθοδο που πρακτικά δεν διαφέρει από αυτόν της νοθείας.

Η πολιτική χειραγώγηση με ένα πρόγραμμα προεκλογικών παροχών είναι η μόνη ελπίδα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη να έλθει το κόμμα του πρώτο κόμμα στις εκλογές και να παραμείνει στο πολιτικό παιχνίδι.

Έχει ήδη προαναγγείλει πως προσβλέπει σε κυβέρνηση με στελέχη άλλων κομμάτων- κάτι που μπορεί και να σημαίνει… αποστασία με το βλέμμα του κυρίως το Κινάλ- ΠΑΣΟΚ.

Σε κάθε περίπτωση η πολιτική ζωή με κύμα των αναποφάσιστων να ανεβαίνει και τον Κανένα να επανέρχεται στην ερώτηση “ποιος είναι κατάλληλος για πρωθυπουργός” γίνεται υπόθεση των παρασκηνίων.

Με ένα πλήθος βουβό και μια κοινωνία τρομαγμένη -που ζει μες την ανασφάλεια, την οργή, τον θυμό και την απογοήτευση- κανείς δεν ξέρει σε αυτή την χώρα την δυστυχή τι ξημερώνει…