[Συνέχεια από το προηγούμενο]
15. Το σχέδιο
Το πρώτο πράγμα που αντίκρισε ο Αντώνης Θεοδωρίδης όταν η Άννα Μακράκη τού άνοιξε την πόρτα της ήταν η έκπληξη στο πρόσωπό της. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που την επισκεπτόταν στο διαμέρισμά της στο Κολωνάκι, όπου ζούσε μόνη της από τότε που τη θυμόταν.
Την απόφαση να την αιφνιδιάσει την πήρε ξαφνικά. Όταν έφυγε από τα γραφεία του κόμματος σκέφτηκε πάλι ότι από τη στιγμή που ο Μιχαηλίδης θα διέταζε τη σύλληψή της, ο ίδιος θα ’χανε κάθε επαφή μαζί της. Όσα του είπε ο Καράς τον έτρωγαν και ήθελε να τα ακούσει από την ίδια. Η ιδέα ότι θα βρισκόταν πρόσωπο με πρόσωπο με τη δολοφόνο του Κωνσταντίνου τον τρόμαζε λίγο.
Κατανίκησε τους δισταγμούς του και πήγε κατ’ ευθείαν στο σπίτι της.
Την ώρα που χτυπούσε το κουδούνι δεν ήξερε από πού θα άρχισε τη συζήτηση μαζί της και δεν ήταν καν σίγουρος ότι θα την άρχιζε. Όταν είδε με πόση έκπληξη τον αντιμετώπισε, κατάλαβε ότι ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που περίμενε εκείνη τη στιγμή. Έκανε κάτι σαν χαμόγελο.
«Άννα, συγγνώμη για την ενόχληση, αλλά βρέθηκα εδώ κοντά και σκέφθηκα να σε δω.»
Πριν τελειώσει, η Μακράκη είχε βρει την αυτοκυριαρχία της.
«Αντώνη, δεν σε περίμενα, αλλά τι είναι αυτά που λες; Ούτε λόγος για ενόχληση. Πέρασε.»
Μπήκε μέσα και έριξε μια ματιά γύρω του. Ένα συνηθισμένο σπίτι. Κρίνοντας από το εμβαδόν του σαλονιού δεν πρέπει να ήταν μεγαλύτερο από εκατό τετραγωνικά. Είχε την εντύπωση ότι ήταν δικό της. Θυμόταν κάποιες κουβέντες της όταν το αγόραζε.
Κάθησε στον καναπέ που του υπέδειξε και απάντησε καταφατικά όταν τον ρώτησε αν θα πάρει καφέ, που τον είχε έτοιμο. Μέχρι να τον σερβίρει, έπεσε τα μάτι του σ’ ένα τραπέζι με φωτογραφίες, σε ασημένιες κορνίζες. Ήταν η ίδια, κάποιοι άλλοι που δεν γνώριζε, ο Κωνσταντίνου, και σε μια μικρή στρογγυλή κορνίζα μια γυναίκα που του τράβηξε την προσοχή μέχρι να συνειδητοποιήσει ποια ήταν: η Αλεξίου!
Δεν υπήρχε πουθενά φωτογραφία που θα μπορούσε να είναι της μητέρας της.
Πριν προλάβει να σκεφτεί, η Μακράκη κάθησε απέναντί του.
«Αντώνη, τώρα συνειδητοποιώ ότι δεν έτυχε ποτέ να σε καλέσω στο σπίτι μου.»
«Πράγματι, αλλά μήπως κι εμείς σε καλέσαμε ποτέ;»
«Είναι κρίμα που σε δέχομαι κάτω από αυτές τις συνθήκες. Το πρωί πήγα στο νοσοκομείο. Τα ξέρεις.»
Ο Θεοδωρίδης περίμενε ότι θα την έβλεπε να δακρύζει, καθώς αναφερόταν στον Κωνσταντίνου. Ήταν απολύτως ψύχραιμη και ήρεμη.
«Τα ξέρω. Αυτή την απώλεια δεν θα την ξεπεράσουμε ποτέ, Άννα. Και ξέρω ότι για σένα είναι ακόμη πιο δύσκολο.»
Την κοίταζε επίμονα προσπαθώντας να διακρίνει τις αντιδράσεις στο βλέμμα της. Δεν είδε τίποτε.
«Όσο έμεινα στον Ευαγγελισμό προσπάθησα να σκεφτώ γιατί έγιναν όλα αυτά. Όσο σκέφτομαι τόσο μπερδεύομαι. Γιατί; Γιατί;»
«Το ίδιο ρωτάμε όλοι μας.»
«Και τι γίνεται τώρα, Αντώνη;»
«Τι να γίνει; Θα προχωρήσουμε. Από την ώρα που χάθηκαν όλες οι ελπίδες θα σφίξουμε όλοι την καρδιά μας και θα συνεχίσουμε. Θα βγάλουμε Πρωθυπουργό και θα προσπαθήσουμε να ξαναφέρουμε την ηρεμία.»
«Η απώλεια του προέδρου δεν καλύπτεται, Αντώνη. Ήταν ηγέτης που δεν ξαναβρίσκεται. Στο λέω εγώ που με τα κομματικά δεν έχω πολλά. Ο Κωνσταντίνου ήταν ηγέτης. Όποιος και να τον αντικαταστήσει δεν θα τον φτάσει ποτέ.»
Του έδωσε την εντύπωση ότι προσπαθούσε να τον ψαρέψει για να δει ποιος θα ήταν ο διάδοχος του Κωνσταντίνου. Αποφάσισε να της κάνει τη χάρη.
«Έτσι είναι. Αλλά αν όπως όλα δείχνουν αυτός που θα τον αντικαταστήσει είναι ο Αλέκος Καράς, έχουμε ελπίδες να κρατηθούμε αυτές τις δύσκολες ώρες.»
«Τον Καρά βλέπεις κι εσύ; Τι ρωτάω; Τον Καρά θα υποστηρίξεις. Το φανταζόμουν.»
Τίποτε στην όψη της δεν έδειχνε ταραχή. Αποφάσισε να την ταρακουνήσει λίγο.
«Δεν σε ενθουσιάζει η ιδέα ή κάνω λάθος;»
«Εμένα; Γιατί; Εγώ ό,τι είχα να κάνω μαζί σας το έκανα. Δεν έχω θέση εδώ πέρα. Και μάλλον θα τα μαζέψω και θα φύγω.»
Ήταν ο Θεοδωρίδης αυτός που ταρακουνήθηκε.
«Θα φύγεις; Γιατί; Νομίζω ότι θα υπάρχει πάντα ένας ρόλος για σένα.»
«Για μένα; Θα αστειεύεσαι βέβαια. Εγώ μετά τον Κωνσταντίνου δεν έχω θέση ανάμεσά σας. Θα φύγω, Αντώνη, αλλά για λίγο.»
«Τι εννοείς;»
«Θα λείψω για ένα διάστημα και θα περιμένω. Όχι να δω τι θα κάνει ο καινούργιος σας Πρωθυπουργός, αλλά τι θα γίνει με αυτό που με καίει.»
«Τι εννοείς;»
«Ποιος οργάνωσε τη δολοφονία, Αντώνη; Ποιος σκότωσε τον Κωνσταντίνου; Αν τον βρείτε δεν θα ξανακούσετε για μένα. Αν δεν τον βρείτε θα επιστρέψω για να τον βρω εγώ.»
Τώρα ο Θεοδωρίδης ταρακουνήθηκε για τα καλά.
Η φωνή της ήταν σκληρή, αλλά αποφασιστική. Αυτή η γυναίκα άρχισε να τον φοβίζει. Σκέφτηκε μήπως δεν έκανε καλά που μπήκε στο σπίτι της. Ίσως ήταν καλύτερα να περιμένει τη σύλληψή της και να αφήσει τις Αρχές να βρουν την άκρη. Καθώς την άκουγε εντελώς ψυχρή, του προκαλούσε φόβο. Πώς μπορούσε να λέει τέτοια πράγματα όταν η ίδια ήταν η υπεύθυνη για όσα έγιναν;
«Άννα, τι είναι αυτά που λες; Τι να βρεις εσύ;»
«Αντώνη, ξέρω ότι για όλους σας η δολοφονία του Κωνσταντίνου είναι απλώς ένα πολιτικό πρόβλημα. Μια εμπλοκή που πρέπει να ξεπεράσετε. Αυτό που σας νοιάζει είναι το πολιτικό θέμα. Εγώ που δούλεψα τόσα χρόνια μαζί του το βλέπω διαφορετικά. Θέλω να μάθω ποιος τον σκότωσε, αδιαφορώντας για τα πολιτικά κίνητρα και για τις πολιτικές συνέπειες. Είναι κάτι άλλο από αυτό που ενδιαφέρει εσάς.»
Ο Θεοδωρίδης έφερε στο μυαλό του αυτά που του είπε ο Καράς. Μιλούσε η κόρη του Κωνσταντίνου ή ο εγκέφαλος μιας συνωμοσίας που ακόμη και τώρα έδειχνε να ελέγχει απολύτως τις σκέψεις και τις πράξεις της; Πώς θα έψαχνε να βρει το δολοφόνο όταν ο δολοφόνος ήταν δικό της δημιούργημα; Υποψιάσθηκε πάλι ότι τον ψαρεύει.
«Δεν σε καταλαβαίνω, Άννα.»
«Είναι απλό. Όλα αυτά έγιναν δίπλα μου. Σχεδόν μπροστά μου. Ίσως θα μπορούσα και να τα αποτρέψω αν είχα χειριστεί διαφορετικά αυτό το τραγικό ραντεβού. Εγώ είδα τον Κωνσταντίνου πνιγμένο στα αίματα. Καταλαβαίνεις ότι δεν δίνω δεκάρα για την πολιτική πλευρά του θέματος. Δεκάρα. Θέλω να ξέρω ποιος και γιατί. Και αν δεν το μάθετε εσείς, θα το μάθω εγώ.»
Ο Θεοδωρίδης ήθελε να ανοίξει την πόρτα και να φύγει. Να πάει κατ’ ευθείαν στον Μιχαηλίδη και να του ζητήσει να συλλάβει αμέσως αυτή την επικίνδυνη γυναίκα. Όμως αφού βρέθηκε μαζί της θα έφτανε τη συζήτηση μέχρι το τέλος. Θα την έκανε να του πει όσα έκρυβε με τόση αυτοπεποίθηση.
«Έτσι θα μιλούσε κάποιος που κάτι ξέρει. Τι ξέρεις, Άννα;»
«Σωστά κατάλαβες. Ξέρω. Για να είμαι πιο ακριβής, ξέρω από πού να αρχίσω.»
«Τα είπες αυτά στην ανάκριση;»
«Είσαι τρελός; Ποια ανάκριση; Αυτοί έκαναν μερικές τυπικές ερωτήσεις και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να συμπληρώσουν ένα χαρτί και τίποτε άλλο. Αυτές τις οδηγίες είχαν.»
«Με εκπλήσσεις.»
«Να μην εκπλήσσεσαι. Κανείς δεν νοιάζεται να μάθει τι έγινε. Όλοι σας βλέπετε μια πολιτική δολοφονία και θέλετε να τελειώνετε μ’ αυτό. Εγώ όμως βλέπω μια σκέτη δολοφονία. Και δεν θα την αφήσω να περάσει έτσι.»
«Είπες ότι κάτι ξέρεις. Τι πράγμα;»
«Μην επιμένεις, δεν θα πω τίποτε άλλο. Περιμένω.»
«Αν εννοείς ότι ξέρεις ποιος είναι ο δολοφόνος και δεν το λες, τότε σηκώνεις μεγάλη ευθύνη. Και να μου επιτρέψεις να σου πω ότι αυτό θα το πάρω υπόψη μου.»
«Και λοιπόν; Ποιος θα με υποχρεώσει να μιλήσω χωρίς τη θέλησή μου;»
«Μα δεν μπορείς να κρύβεις ένα δολοφόνο.»
«Δεν κρύβω κανέναν. Και πολύ περισσότερο το δολοφόνο, γιατί απλούστατα δεν τον ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι από πού πρέπει να αρχίσω για να τον βρω.»
«Από πού;»
«Μην περιμένεις να σου πω τίποτε.»
Ο Θεοδωρίδης κατάλαβε ότι ήλθε η στιγμή να περάσει στην επίθεση. Σηκώθηκε και πήγε επίτηδες στο τραπέζι με τις φωτογραφίες. Την κοίταξε στα μάτια και της είπε ήρεμα:
«Κι εγώ ξέρω, Άννα.»
«Τι ξέρεις;»
«Αυτό που κρύβεις εσύ και ο πρόεδρος.»
Περίμενε να τη δει να καταρρέει, ή έστω να κάνει ακόμη την απορημένη. Δεν έγινε τίποτε από τα δύο. Τον κοίταξε κι αυτή στα μάτια. Και μίλησε ήρεμα.
«Τη σχέση μου με τον Κωνσταντίνου; Τώρα πια δεν έχει σημασία ούτε για εκείνον ούτε για μένα πόσοι το ξέρουν.»
Ο Θεοδωρίδης σχεδόν θαύμαζε την ψυχραιμία της. Τόσα χρόνια είχε υποτιμήσει αυτή τη γυναίκα. Και τώρα την έβλεπε μπροστά του σίγουρη για τον εαυτό της. Σαν να ακολουθούσε τη μοίρα της. Της έριξε μια σπόντα ακόμη.
«Και πόσοι θα ξέρουν για τη σχέση σου με τον Καρά;»
«Ποια σχέση; Σου είπε ο Αλέκος ότι υπήρχε σχέση; Στα 26 χρόνια μου είχα δικαίωμα να φλερτάρω κάποιον. Δεν βγήκε και τελείωσε. Δεν νομίζω ότι έχει καμία σημασία αυτή η ιστορία.»
«Πώς δεν έχει. Ο Καράς σε θεωρεί αντίπαλό του. Του έσκαβες το λάκκο.»
«Αντίπαλό του εμένα; Ποιος σου τα είπε αυτά, ρε Αντώνη; Με τον Αλέκο έγινε ό,τι έγινε, ό,τι δεν έγινε δηλαδή, ήταν πριν από πολλά χρόνια. Έκτοτε τα πηγαίναμε μια χαρά. Τελευταία ήμουν και ο σύνδεσμός του με τον Πρόεδρο.»
«Κι αυτό το ξέρω.»
«Και αφού το ξέρεις, πού το βρήκες ότι του έσκαβα το λάκκο;»
Ο Θεοδωρίδης ένοιωσε ότι δεν τα έβγαζε πέρα. Για όλα είχε μια απάντηση. Ήθελε να ξέρει αν θα είχε απάντηση και όταν θα την έπιαναν ως βασική ύποπτη για τη δολοφονία του Κωνσταντίνου. Και ήθελε να της το τρίψει κατάμουτρα τώρα. Αλλά δεν είχε το κουράγιο. Όχι ακόμη τουλάχιστον.
«Ο ίδιος ο Καράς το λέει.»
«Ο Καράς; Ο Καράς δεν θα έλεγε ποτέ λέξη για την κόρη του Κωνσταντίνου. Πού ζεις;»
Αυτή την ερώτηση ήθελε να την κάνει και ο ίδιος στον εαυτό του, αλλά η νέα έκπληξη που δοκίμασε δεν τον άφησε. Προσπάθησε να πάει αλλού τη συζήτηση.
«Δεν ήσουν μόνο κόρη του Κωνσταντίνου.»
«Βλέπω ότι ο Αλέκος σού μίλησε και δεν άφησε τίποτε απ’ έξω. Η μητέρα μου… Ας την αφήσουμε εκεί που είναι. Σκεφτόταν με τον δικό της τρόπο. Πίστευε ότι ο Καράς ήταν ένας κίνδυνος από τότε που του μίλησε ο πατέρας μου.»
«Γιατί του μίλησε;»
«Αν δεν μάθαινε την αλήθεια ο Καράς, θα είχε άλλη εικόνα για τη σχέση μου με τον Κωνσταντίνου. Και θα ήταν χειρότερα.»
Σταμάτησε, και το πρόσωπό της άλλαξε για μια στιγμή έκφραση. Ο Θεοδωρίδης δεν μίλησε και η Μακράκη συνέχισε κοιτάζοντας στο κενό:
«Η μητέρα μου έβλεπε τα πράγματα από μακριά. Ο Κωνσταντίνου της είχε θέσει έναν όρο όταν μπήκε στην πολιτική. Ότι θα επικοινωνούν μόνο τηλεφωνικά. Έτσι μεγάλωσα. Η μητέρα μου στη Γερμανία μαζί μου και ο πατέρας μου να μαθαίνει νέα μου από το τηλέφωνο. Και μετά ο ρόλοι άλλαξαν. Εγώ στην Ελλάδα, γραμματέας του, και η μητέρα μου στο τηλέφωνο.»
«Γιατί ζήτησε από τον πατέρα σου να διώξει τον Καρά;»
«Όταν της είπα το ενδιαφέρον μου για τον Αλέκο, το έδεσε κόμπο και γι’ αυτό στη συνεχεία της κακοφάνηκε…»
Ο Θεοδωρίδης άκουγε σκεπτικός. Η γυναίκα που επικοινωνούσε τηλεφωνικά με τον Κωνσταντίνου ήταν αυτή που δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Γι’ αυτό η φωνή της έμοιαζε τόσο με τη φωνή της Άννας. Περιέργως δεν αισθανόταν καμία έκπληξη.
«Πρέπει όμως να ξέρεις ότι για μένα το θέμα Καρά είχε κλείσει οριστικά», συνέχισε η Μακράκη.
Ο Θεοδωρίδης επανήλθε στη συζήτηση.
«Τότε γιατί ο Καράς πίστευε ότι πήγες να τον πετάξεις στα σκυλιά;»
«Πίστευε τέτοιο πράγμα; Σου είπε εσένα τέτοια πράγματα;»
Ο Θεοδωρίδης δεν είχε λόγο να προστατεύει τη συζήτησή του με τον Καρά.
«Μου το είπε. Και γι’ αυτό είμαι εδώ τώρα.»
Έλεγε ψέματα. Η επίσκεψή του είχε άλλο σκοπό. Αλλά δεν μπορούσε το δηλώσει. Ήθελε να δει πού θα βγάλει αυτή η συζήτηση. Συνέχισε στον ίδιο τόνο:
«Και δεν το είπε μόνο σε μένα. Αν ρωτήσεις τον Ευαγγελινό θα σου πει ότι ο Καράς μιλούσε ανοικτά εναντίον σου μπροστά σε τρίτους. Ήταν πυρ και μανία εδώ και καιρό.»
Η Μακράκη δεν μίλησε. Έδειχνε να εκπλήσσεται μ’ αυτό που άκουγε. Και ταυτόχρονα έδειχνε ότι δεν θέλει να συνεχίσει τη συζήτηση γι’ αυτό το θέμα.
Ο Θεοδωρίδης την κοίταζε στην πολυθρόνα της και ήθελε να τη ρωτήσει γιατί οργάνωσε τη δολοφονία του πατέρα της. Δεν είπε τίποτε όμως και συνέχισε να την κοιτάζει. Έμειναν αρκετή ώρα σιωπηλοί. Ο Θεοδωρίδης προσπαθούσε να καταλάβει αν η συνομιλήτριά του είχε αλλάξει ύφος. Η Μακράκη αποφάσισε να μιλήσει:
«Αντώνη, δεν ξέρω γιατί ήλθες εδώ, αλλά ούτε και με ενδιαφέρει. Σου είπα τις προθέσεις μου και δεν αλλάζω γνώμη. Όμως επειδή βλέπω ότι ξέρεις μισές αλήθειες και αυτές δεν θα σε βοηθήσουν να παίξεις το ρόλο που ξέρω ότι θα παίξεις, σε συμβουλεύω να μην βγάζεις βιαστικά συμπεράσματα. Υπάρχουν και αλλά, που δεν φαντάζεσαι.»
«Τι δεν φαντάζομαι, Άννα;» ρώτησε κάπως εριστικά ο Θεοδωρίδης.
«Μην αρπάζεσαι. Όσα χρόνια εσείς στο κόμμα κάνατε τα δικά σας σχέδια, στο Μέγαρο Μαξίμου υπήρχε ένα πέπλο, πίσω από το οποίο έγιναν πολλά που δεν ξέρετε. Κανείς σας δεν ξέρει. Και τώρα βλέπω ότι αρχίζετε να μαθαίνετε τα μισά. Ε, λοιπόν, αυτό δεν αρκεί για να βγάλετε συμπεράσματα. Αφήστε τα λοιπόν όπως είναι και κάντε τη δουλειά που ξέρετε. Το κεφάλαιο Κωνσταντίνου έκλεισε. Αν έχετε κότσια βρείτε την αλήθεια. Αλλιώς αφήστε το σε μένα.»
Τώρα ήταν πάλι κυρίαρχη των λόγων της. Ο Θεοδωρίδης τρόμαζε όλο και πιο πολύ. Δεν μπορούσε όμως να τα παρατήσει. Έφερε πάλι τη συζήτηση στον Καρά – δεν είχε και τι άλλο να πει.
«Ο Καράς λέει ότι ήθελες να τον βγάλεις από τη μέση. Και του έστησες παγίδα.»
«Αντώνη, αν δεν είχα περάσει αυτά που πέρασα από την Παρασκευή, θα έβαζα τα γέλια. Μα είστε όλοι σας τόσο αφελείς;»
Ο Θεοδωρίδης ένιωθε τώρα σαστισμένος, και αυτό πρέπει να φαινόταν.
«Αντώνη, δεν ξέρω σε τι αναφέρεσαι.»
«Έγινε μια συζήτηση με τον Πρόεδρο και τον Καρά τελευταία. Και νομίζω ότι ήσουν εκεί.»
«Γιά συνέχισε.»
«Μια συζήτηση για ένα κοίτασμα πετρελαίου. Υπήρχε μια εμπλοκή και ο Καράς πιστεύει ότι…»
Η Μακράκη τον διέκοψε απότομα.
«Κατάλαβα, μη συνεχίζεις, Αντώνη, κατάλαβα…»
Ο Θεοδωρίδης ένιωσε να εκνευρίζεται με τον τρόπο της και συνέχισε:
«Αυτή η υπόθεση με τα πετρέλαια…»
« Αντώνη, δεν υπήρχαν πετρέλαια.»
«Το ξέρω.»
Η Μακράκη σταμάτησε και τον κοίταξε επίμονα.
«Όλα τα ξέρεις, αλλά τίποτε δεν ξέρεις. Άκου λοιπόν πώς έχει η ιστορία για να μην παιδεύεσαι άδικα.»
Τον ρώτησε αν θέλει ένα ποτό. Το ήθελε σαν τρελός.
Του έβαλε ένα ποτήρι κονιάκ και κάθησε δίπλα του στον καναπέ.
«Αντώνη, μετά το τελευταίο συνέδριο ο Κωνσταντίνου έγινε άλλος άνθρωπος. Κατέρρευσε θα έλεγα. Μπορεί να κέρδισε τον Αποστόλου, ήξερε όμως ότι αυτό έγινε κυρίως χάρη σε εσένα, παρά στην απήχησή του. Ένιωσε τα άστρο του να δύει και άρχισε να φοβάται ότι θα έχει άδοξο πολιτικό τέλος. Μερικές φορές ήταν να τον λυπάσαι. Πώς κατάφερε να φτάσει ως τις εκλογές και να τα βγάλει πέρα ένας θεός το ξέρει.»
«Τα έβγαλε όμως. Χάρη σ’ αυτόν κερδίσαμε.»
«Όπως το πάρεις. Ο ίδιος δεν πίστευε ότι θα κερδίσει. Έπρεπε να τον δεις το βράδυ των εκλογών, όταν άρχισαν να μεταδίδονται τα αποτελέσματα. Και παρά τη νίκη του, από την επομένη άρχισε πάλι να πέφτει ψυχολογικά.»
«Γιατί; Δυο φορές κέρδισε.»
«Αυτό τον ενοχλούσε περισσότερο. Ενώ κέρδισε όπως λες δυο φορές, δεν τον αναγνώριζαν ως ηγέτη τους οι συνεργάτες του. Οι υπουργοί του ήθελαν να τον διώξουν πριν την ώρα του. Δεν ήταν μόνο που έβλεπε τον Αποστόλου να κερδίζει έδαφος, τον πείραζε περισσότερο που άρχισαν να τον εγκαταλείπουν οι δικοί του. Έρχονταν στιγμές που γινόταν ράκος. Ήταν ίσως και η ηλικία του που δεν του επέτρεπε πολλά πράγματα πλέον. Η ιδέα ότι στο συνέδριο θα τον πετούσαν σαν στημμένη λεμονόκουπα τον εξόργιζε. Ώρες-ώρες γινόταν θηρίο. Δεν είχε όμως διέξοδο.»
«Αυτό το είχα διαπιστώσει κι εγώ, αλλά δεν λέει τίποτε…»
«Θα δεις τι λέει. Κάθε φορά που συζητούσε μαζί σου και του έδινες ελπίδες ότι μπορεί να επικρατούσε στο συνέδριο ηρεμούσε για λίγο. Μετά όμως γινόταν κάτι που τον έριχνε πάλι. Ήταν αρκετό να διαβάσει μια συνέντευξη ενός υπουργού που άφηνε αιχμές εναντίον του για να τον πάρει από κάτω. Και τότε τον κυρίευε η απελπισία. Δεν άντεχε στην ιδέα ότι θα έχανε το συνέδριο και θα έπρεπε να παραιτηθεί. Αυτή η κατάσταση κράτησε πολλούς μήνες. Μέχρι που συνέλαβε ένα σχέδιο.»
«Σχέδιο;»
«Περίμενε, θα σου τα πω όλα. Ήταν ένα σχέδιο που κατέστρωνε μόνος του και ήθελε να εφαρμόσει μόνος του. Τι ήταν αυτό το σχέδιο; Να εξοντώσει όλους όσους θεωρούσε ότι τον απειλούσαν.»
«Εννοείς τον Αποστόλου;»
«Περισσότερο να πετάξει έξω από το παιχνίδι όσους από τους φίλους του τον υπονόμευαν. Μη γελάσεις αν σου πω ότι είχε μια λίστα και κάθε τόσο προσέθετε σ’ αυτήν κι από ένα καινούργιο όνομα. Σχεδόν όλο το υπουργικό συμβούλιο ήταν γραμμένο σ’ αυτή τη λίστα. Όλοι έπρεπε να εξουδετερωθούν και η διαδοχή του να καταλήξει στον μόνο άνθρωπο που εμπιστευόταν.»
«Στον Καρά;»
«Ποιον Καρά; Ο μόνος άνθρωπος στον οποίο είχε εμπιστοσύνη ο Πρόεδρος ήταν ο Κώστας Νικολούδης. Ο μόνος. Και η μόνη του έγνοια ήταν να πάρει το κόμμα αυτός. Ήξερε ότι είναι νέος, ότι δεν έχει επιρροή και ότι δεν ξέρει πολλά από πολιτική. Επέμενε όμως. Και ο μόνος τρόπος να το πετύχει ήταν να βγάλει όλους τους άλλους από τη μέση. Να τους οδηγήσει σε αδιέξοδο.»
«Πώς;»
«Απλούστατα να στρέψει τον έναν εναντίον των άλλων. Για τον Αποστόλου υπολόγιζε σε σένα. Ήξερε ότι θα καταφέρεις να τους ενώσεις όλους εναντίον του. Το πρόβλημά του ήταν πώς θα ξεμπερδέψει με τους δικούς του. Ήθελε να τους κάνει να τραβάνε ο ένας το χαλί κάτω από τα πόδια του άλλου. Να ακυρώνει ο ένας τον άλλο και στο τέλος να μείνει ο Νικολούδης μόνος και άφθαρτος. Ως μόνη λύση.»
«Τα ήξερε ο Νικολούδης όλα αυτά;»
«Στην αρχή όχι. Αλλά δεν φτάσαμε ακόμη σ’ αυτόν. Σου έλεγα λοιπόν γι’ αυτό το σχέδιο. Το μελετούσε καιρό, και πριν από ένα χρόνο περίπου το έβαλε σε εφαρμογή.»
«Πώς;»
«Άρχισε από τον Καρά. Του έδειξε ότι θα τον προτιμούσε για διάδοχό του. Στη Βούλγαρη έλεγε με κάθε ευκαιρία ότι σ’ αυτή στηρίζεται και να αποφασίζει εν λευκώ. Μπήκε κι αυτή στο χορό. Όσες φορές είχε συνεργασία με τον Αντωνιάδη, τον πρόεδρο της Βουλής, του έλεγε ότι για το μέλλον του κόμματος υπολογίζει στο κύρος του. Ο Στέλιος Ευαγγελινός πήρε υποσχέσεις ότι τον προορίζει για υπουργό Εξωτερικών, στη θέση του Χριστόπουλου. Φιλόδοξος είναι, μπήκε στο παιχνίδι. Στον Χριστόπουλο πάλι είπε ότι θα τον έχριζε υποψήφιο δήμαρχο στην Αθήνα του χρόνου…»
«Με συγχωρείς, μου λες ότι ο Κωνσταντίνου κατασκεύαζε ο ίδιος όσους θα τον αμφισβητούσαν;»
«Κατασκεύαζε διαδόχους. Ακόμη και αυτούς που τον αμφισβητούσαν. Όταν άφησε τον Θεοφιλόπουλο έξω από την κυβέρνηση, του είπε ότι είναι μια ευκαιρία να ενισχύσει το ηγετικό προφίλ του. Θες να σου πως για τον Μάνο Αλεξανδρίδη; Δεν τον συμπαθούσε, του έλεγε πολλές φορές αλήθειες που δεν ήθελε να ακούσει. Αλλά όταν είδε ότι ανεβαίνει η απήχησή του τού έλεγε ότι είναι ο πιο επιτυχημένος υπουργός που είχε ποτέ. Τα ίδια έλεγε και στον Ιωαννίδη.»
«Και στον Απόστολου;»
«Ο Αποστόλου ήταν πάντα το πρόβλημά του. Κάποια στιγμή προσπάθησε να ρίξει γέφυρες μαζί του. Του πρότεινε συνεργασία αφήνοντας ανοικτό ακόμη και το ενδεχόμενο να δεχθεί την πρότασή του για δυαρχία, άλλος Πρόεδρος άλλος Πρωθυπουργός.»
«Πότε έγινε αυτό;»
«Αμέσως μετά το προηγούμενο συνέδριο. Αλλά και τον τελευταίο καιρό εκεί το πήγαινε. Νομίζω ότι του το πρότεινε ευθέως.»
Ο Θεοδωρίδης τα ’χασε. Αυτός προσπαθούσε να αναχαιτίσει τον Αποστόλου και να ακυρώσει τις πολιτικές προτάσεις του και ο Κωνσταντίνου έκανε παζάρια μαζί του χωρίς να το ξέρει ο ίδιος. Δεν είπε τίποτε και άφησε τα Μακράκη να συνεχίσει.
«Ο Απόστολου είναι έμπειρος πολιτικός, δεν το δέχθηκε. Ίσως γιατί δεν τον πίστεψε. Ο Κωνσταντίνου όμως δεν ήθελε από αυτόν τίποτε άλλο από πίστωση χρόνου.»
Ο Θεοδωρίδης σκέφτηκε ότι αυτή την πίστωση την πήρε. Ο Αποστόλου δεν παρατραβούσε το σκοινί. Έκανε κριτική, αλλά φρόντιζε να μη βλάψει το κόμμα. Περίμενε την ώρα του.
Η Μακράκη συνέχισε:
«Ο Κωνσταντίνου όμως ήλπιζε ότι θα τον εξουδετερώσει μέσα από τους γενικότερους χειρισμούς του. Για τους οποίους, βέβαια, το κλειδί σ’ όλα αυτά ήσουν εσύ.»
«Εγώ;»
«Ακριβώς. Σου είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. Ήξερε ότι μπορείς να φέρεις τα πάνω κάτω αν σ’ το ζητούσε. Η πρότασή σου γα έκτακτο συνέδριο στην αρχή τον προβλημάτισε. Δεν έβλεπε σε τι θα τον εξυπηρετούσε, μέσα του προτιμούσε να πάει σε εκλογές.»
«Αλλά τη δέχθηκε.»
«Ναι, γιατί πίστεψε ότι ήλθε η στιγμή να οδηγήσει σε κατάρρευση αυτό το σύστημα που ο ίδιος έστησε και να αρχίσει την ανάδειξη του Νικολούδη.»
«Και γιατί δεν μου ζήτησε καθαρά να βοηθήσω τον Νικολούδη;»
«Εσύ και ο Νικολούδης έπρεπε να μείνετε έξω από αυτό το παιχνίδι. Να κάνει ο καθένας αυτό που νόμιζε, χωρίς να ξέρει για ποιο σκοπό γίνεται. Ο Νικολούδης να φτιάχνει το προφίλ του χωρίς να μπλέκει σε εσωκομματικές αναμετρήσεις και εσύ να διευθετείς τα εσωκομματικά θέματα χωρίς να ξέρεις τι θα γίνει στο τέλος. Πίστευε ότι έτσι θα πετύχαινε καλύτερα τα σχέδιό του. Και μάλλον στην πρώτη φάση πέτυχε.»
«Ποια ήταν η πρώτη φάση;»
«Αυτή που σου περιέγραψα. Να δημιουργήσει τεχνητή κρίση ενισχύοντας τις φιλοδοξίες των πάντων. Μέσα σ’ ένα χρόνο το κόμμα γέμισε υποψήφιους πρωθυπουργούς. Όλοι άρχισαν να κάνουν σχέδια, να οργανώνουν ομάδες. Σου φαίνεται περίεργο, αλλά την αμφισβήτησή του τη δημιουργούσε ο ίδιος ο Κωνσταντίνου. Με παρακολουθείς;»
«Ναι, ναι», απάντησε βιαστικά ο Θεοδωρίδης που δεν πίστευε σε όσα άκουγε.
«Ο μόνος που δεν έκανε ποτέ ήταν ο Νικολούδης. Είχε οδηγίες να αποφεύγει τις προστριβές και να περιμένει. Ο Κωνσταντίνου εν τω μεταξύ πέρασε στη δεύτερη φάση. Η δεύτερη φάση αφορούσε τον Γρηγοριάδη».
Ο Θεοδωρίδης την κοίταξε απορημένος.
«Ο Κωνσταντίνου έβλεπε την άνοδο του Γρηγοριαδη. Ήξερε την απήχηση και καταλάβαινε ότι μοιραία το κόμμα θα κατέληγε σ’ αυτόν. Οπότε ήταν άσκοπο να του πάει κόντρα, θα έβγαινε χαμένος και κυρίως θα ακύρωνε το σχέδιό του για τον Νικολουδη. Γι’ αυτό λοιπόν άφηνε τον Γρηγοριάδη να καταλάβει ότι θα τον διευκόλυνε να πάρει την ηγεσία μετά από αυτόν. Αρκεί να μην τον αμφισβητούσε ως τότε.»
«Δεν το πιστεύω.»
«Έτσι ακριβώς. Και ταυτόχρονα άρχισε την επιχείρηση εξόντωσής του με την ιστορία των πετρελαίων. Αυτή η ιστορία στήθηκε με στόχο τον Γρηγοριάδη. Στην πορεία είδε ότι μπορούσε να πετύχει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Να εξουδετερώσει μαζί και τον Καρά.»
«Δεν κατάλαβα.»
«Πετρέλαια δεν υπήρχαν. Το ήξερε, φυσικά, ο Γρηγοριάδης. Ο Κωνσταντίνου έβαλε τον Ευαγγελινό να παίξει ένα παιχνίδι στον Καρά. Του είπε ότι τον υποψιάζεται για το Χρηματιστήριο και του ζήτησε να στρατολογήσει τον Λαζάρου.»
«Αυτό το ξέρω.»
«Περίμενε. Έβαλε τον Λάζαρου σαν βαποράκι να ενημερώσει τον Καρά για τα υποτιθέμενα πετρέλαια και για την υποτιθέμενη διαφωνία με τον Γρηγοριάδη σ’ αυτό το θέμα. Και ταυτόχρονα ζήτησε από τον Νικολούδη να συνεργαστεί με τον Καρά…»
Ο Θεοδωρίδης πάγωσε. Ο Νικολούδης ήξερε από πριν την υπόθεση, δεν τον έβαλε ο Καράς στο παιχνίδι, όπως νόμιζε. Δεν είπε τίποτε.
«Και μετά;»
«Ο Καράς και ο Νικολούδης νομίζουν ότι είναι η ευκαιρία να τελειώνουν με τον Γρηγοριάδη. Άρχισαν μια συνεργασία που έφτασε μέχρι να παρακολουθούν τα τηλέφωνά του.»
«Και φυσικά και τα τηλέφωνα του Κωνσταντίνου», ήθελε να πει ο Θεοδωρίδης αλλά προτίμησε να ρωτήσει κάτι άλλο.
«Μα γιατί ο Κωνσταντίνου ήθελε να συνεργαστούν ο Καράς με τον Νικολούδη; Δεν το καταλαβαίνω.»
«Είναι απλό. Κατ’ αρχάς για να απομονώσουν τον Γρηγοριάδη. Ήταν ο μόνος που δεν μπορούσε να ελέγξει ο Κωνσταντίνου. Και εν συνεχεία γιατί μέσα από αυτή τη συνεργασία θα εξουδετερωνόταν ο Καράς.»
«Πώς;»
«Ο Νικολούδης είχε οδηγίες να χειριστεί τη συνεργασία έτσι που να μην εκτίθεται ο ίδιος. Αν αποκαλύπτονταν οι παρακολουθήσεις από τον ΟΤΕ, θα έστελνε αμέσως στον εισαγγελέα του δράστες και θα έβγαινε και ωφελημένος πολιτικά από πάνω. Ο Καράς περνούσε θηλειά στο λαιμό του χωρίς να το καταλαβαίνει. Σχεδόν έγινε υποχείριο του Νικολούδη που τον τροφοδοτούσε με πληροφορίες κατασκευασμένες τις περισσότερες φορές. Και τον είχε στο χέρι ο Κωνσταντίνου.»
Ίσως σε αντίβαρο για τον εκβιασμό που θα μπορούσε να του κάνει ο Καράς με το προσωπικό του μυστικό, σκέφτηκε ο Θεοδωρίδης.
Αν είχε ένα πηγάδι μπροστά του εκείνη τη στιγμή θα έπεφτε μέσα. Τώρα άρχισε να καταλαβαίνει γιατί ο Καράς με τον Νικολούδη τον φώναξαν για να του πουν την ιστορία με τα πετρέλαια. Ο Νικολούδης έπαιζε το παιχνίδι που είχε στήσει ο Κωνσταντίνου. Που όχι μόνο ήξερε για τη συνεργασία Καρά- Νικολούδη, αλλά τη διευκόλυνε κιόλας. Και ήταν ενήμερος για τα πάντα. Ακόμη και για τις παρακολουθήσεις.
Ήταν απίστευτο. Διευκόλυνε μια συνωμοσία εναντίον του γιατί είχε εξυφάνει μια συνωμοσία υπέρ του.
Έκανε πως δεν ήξερε τίποτε και περίμενε να ακούσει τη συνεχεία.
«Το σχέδιο προχωρούσε κανονικά. Ο Γρηγοριάδης είναι στόχος και δεν το ξέρει, και ο Καράς έχει πιαστεί στο δόκανο. Αυτό θα τους έβγαζε εκτός μάχης όταν ερχόταν η ώρα. Προηγουμένως όμως ο Κωνσταντίνου ήθελε να εξασφαλίσει ότι μαζί τους θα κατέρρεαν και οι άλλοι. Και άρχισε να βραχυκυκλώνει το σύστημα.»
«Με ποιον τρόπο;»
«Η πρώτη κίνηση ήταν να βάλει τον Καρά να βολιδοσκοπήσει τον Γρηγοριάδη για τους γάλλους και να τον εκθέσει στα μάτια του. Και αυτή τη δουλειά την ανέλαβα εγώ. Είπα στον Καρά ότι το θέμα με τα πετρέλαια είναι σε αδιέξοδο και καλό είναι να πάρει μια πρωτοβουλία να το αποσυνδέσει, προτείνοντας του γάλλους με την ιδιότητά του ως υπουργός Άμυνας.»
«Και γιατί το έκανε ο Καράς;»
«Μα γιατί ήταν ήδη στο κόλπο με τους γάλλους, με υπόδειξη του Νικολούδη. Ο Γρηγοριάδης, που ήξερε ότι δεν υπάρχουν πετρέλαια, θεώρησε ότι το υπουργείο Εθνικής Άμυνας παίρνει πρωτοβουλίες που δεν δικαιολογούνται και διαμαρτυρήθηκε. Ο Κωνσταντίνου αυτό ήθελε. Να δημιουργούνται ενδείξεις ότι ο Καράς είναι μπλεγμένος με το Χρηματιστήριο.»
«Δεν το πιστεύω.»
«Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που τα πιο μεγάλα στελέχη του κόμματος έχουν μπλεχτεί σε ένα παιχνίδι που δεν υποψιάζονται. Με το παραμικρό θα αρχίσει ο ένας να στρέφεται εναντίον του άλλου. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό που ήθελε ο Κωνσταντίνου. Ήθελε να τους κάνει να εγκαταλείψουν τις φιλοδοξίες τους.»
«Πώς;»
«Με το φόβο. Ο ένας με τον άλλο είχαν εκτεθεί. Μπορούσε να τους τινάξει στον αέρα. Και θα αποχωρούσαν σιωπηρά, όταν καταλάβαιναν ότι κάποιος τους την έχει στημένη. Έτσι ξεμπέρδεψε με τους παλιούς. Μαζί τους όμως ξεμπέρδευε και με τη δεύτερη γενιά, όπως τους έλεγε. Ευαγγελινός, Χριστόπουλος, Θεοφιλόπουλος, όλοι.»
«Μα αυτοί δεν μπλέκονται σε τίποτε.»
«Αυτό θα γινόταν στην επόμενη φάση. Γιά σκέψου λίγο τι θα συνέβαινε αν ξαφνικά ο Κωνσταντίνου προχωρούσε σε ανασχηματισμό στον οποίο θα έδιωχνε όλους τους νέους πλην του Νικολούδη και θα κρατούσε όλους τους παλιούς.»
«Αυτό δεν το κατάλαβα.»
«Είναι απλό, Αντώνη. Ο Κωνσταντίνου αντί να χτυπήσει τα μεγάλα στελέχη, θα χτυπούσε τα μικρά. Την κλάση του Νικολούδη για να σ’ το πω έτσι. Αντί για ανανέωση θα έκανε αναπαλαίωση. Οι βασικοί δελφίνοι θα έμεναν στην κυβέρνηση, αλλά θα ήταν δεμένοι χειροπόδαρα.»
«Γιατί;»
«Μα σ’ το εξήγησα. Ο ένας θα ήξερε κάτι σε βάρος του άλλου και για όλους θα ήξερε κάτι ο Κωνσταντίνου. Στην κυβέρνηση θα έμενε μόνο ο Νικολούδης ως εκπρόσωπος της νέας φουρνιάς. Οι πιο αδύναμοι κρίκοι φεύγουν και οι πιο ισχυροί μένουν, αλλά είναι όμηροι.»
«Του Κωνσταντίνου;»
«Λάθος. Του Νικολούδη. Είναι ο μόνος από την καινούργια γενιά που επιβιώνει και όλοι οι καινούργιοι θα σπεύσουν να τον υποστηρίξουν για να ξαναμπούν στο παιχνίδι. Θα ήταν η δική τους φωνή. Και ο μόνος που δεν θα τολμήσει να τον αγγίξει κανείς από τους παλιούς. Γιατί όλοι θα έχουν πάρει το μήνυμα. Αλλά και να μην το έπαιρναν, υπήρχε κι άλλος τρόπος.»
«Ποιος τρόπος;»
Η Μακράκη του έδειξε το τραπέζι με τις φωτογραφίες.
«Βλέπεις εκείνη τη στρογγυλή κορνίζα στα δεξιά;»
Ο Θεοδωρίδης διαπίστωσε έκπληκτος ότι του έδειχνε την Αλεξίου. Έκανε πως δεν την είχε ξαναδεί. Η Μακράκη τον κοίταζε.
«Μην κάνεις τον ανήξερο, Αντώνη. Σου δείχνω κάποια που γνωρίζεις.»
Κατάλαβε πως ήταν ανόητο να επιμένει. Οι δυο γυναίκες είχαν μιλήσει.
«Ναι. Στο σπίτι του Καρά προχθές», ψέλλισε.
Η Μακράκη συνέχισε:
«Ο Κωνσταντίνου είχε ένα εφεδρικό σχέδιο. Μου ζήτησε λοιπόν να βρω μια διεθνή εταιρία δικηγόρων στην οποία θα ανέθετε, υποτίθεται, να βρουν ποιοι θα έκαναν τις έρευνες για την εξόρυξη των πετρελαίων. Εικονικά βεβαίως, γιατί πετρέλαια δεν υπήρχαν.»
«Αυτό σε τι τον εξυπηρετούσε;»
«Ήθελε να υπάρχει κάπου ένας φάκελος με δήθεν στοιχεία. Του βρήκα την Ελένη, είναι παλιά φίλη μου από τη Γερμανία. Την έβαλε στο παιχνίδι και της είπε να φτιάξει ένα φάκελο με τα σχετικά. Θα της έβρισκε κάποια αφορμή να μιλήσει η ίδια στον Καρά. Ήθελε να πεισθεί ακόμη περισσότερο ο Καράς ότι κάτι τρέχει με τον Γρηγοριάδη και να τον στείλει στην αγκαλιά του Νικολούδη…»
Ο Θεοδωρίδης την διέκοψε:
«Θα μου επιτρέψεις κάτι προσωπικό; Όπως λες, ο πρόεδρος μπλέκει τον Καρά και εσύ το ξέρεις. Γιατί δεν τον σταματάς ή γιατί δεν ενημερώνεις τον Καρά να φυλάγεται;»
«Τι λες τώρα, Αντώνη. Ο Κωνσταντίνου είναι πατέρας μου. Λυπάμαι για τον Καρά, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτε.»
«Δεν υπολόγιζε ο πρόεδρος ότι με όλα αυτά απλώς διευκολύνεται ο Αποστόλου;»
«Όχι, γιατί ο Κωνσταντίνου δεν πίστευε ότι μπορεί να πάρει ποτέ το κόμμα ο Αποστόλου.»
«Πώς δεν το πίστευε; Στο προηγούμενο συνέδριο παραλίγο…»
«Κι όμως, τον έβλεπε τόσο αφ’ υψηλού που δεν του περνούσε από το νου ότι θα επικρατήσει. Πίστευε ότι την τελευταία στιγμή κάτι θα γίνει και θα χάσει την κούρσα. Φρόντιζε και ο ίδιος γι’ αυτό.»
«Με ποιον τρόπο;»
«Του έκοβε τις προσβάσεις στα μέσα ενημέρωσης. Εκεί ο Κωνσταντίνου είχε πάντα τον τρόπο του. Βασική προϋπόθεση για κάθε συμφωνία που έκανε, για κάθε διευκόλυνση, για κάθε δουλειά που έδινε, ήταν να μην υποστηρίξουν ποτέ τον Αποστόλου…»
«Σατανικό», είπε αυθόρμητα ο Θεοδωρίδης.
«Έξυπνο, θα έλεγα. Έτσι ήταν ο Κωνσταντίνου. Κανείς όμως δεν μπορούσε να φαντασθεί τι θα επακολουθούσε.»
«Να ξαναγυρίσουμε στη φίλη σου; Έχω μια απορία. Γιατί πήγε στον Καρά μετά τη δολοφονία;»
«Ατύχημα θα το έλεγα. Η Ελένη το βράδυ της Παρασκευής τα ’χασε, και επειδή δεν είχε τρόπο να επικοινωνήσει μαζί μου πίστεψε ότι έπρεπε να μιλήσει στον Καρά. Και το έκανε. Λάθος της, αλλά την καταλαβαίνω απολύτως. Πήγε και τον βρήκε και του είπε αυτά που ήθελε ο Πρόεδρος να πει, κάτω από άλλες συνθήκες όμως. Ο Καράς, όπως ήταν φυσικό, την έφερε σε επαφή με τον Νικολούδη. Και οι δύο μαζί για λόγους που καταλαβαίνω απολύτως την έφεραν σε σαφή με σένα.»
«Γιατί;»
«Για να εμπλέξουν τον Γρηγοριάδη, έτσι πίστευαν εκείνη τη στιγμή.»
Ο Θεοδωρίδης ένιωσε μέσα του κάτι σαν ανακούφιση, επειδή οι συλλογισμοί του έβγαιναν σωστοί. Τον Γρηγοριάδη ήθελαν να εξοντώσουν πριν τη δολοφονία και απλώς το συνέχισαν.
«Όσο κακό έκανε η Ελένη όταν πήγε στον Καρά τόσο καλό έκανε από την άλλη μεριά», άκουσε τη Μακράκη να λέει.
«Γιατί;»
«Άθελά της τους οδήγησε σε σένα. Υποθέτω ότι αλλιώς δεν θα τα μάθαινες ποτέ όλα αυτά.»
Ο Θεοδωρίδης, όλη αυτή την ώρα που την άκουγε, είχε ξεχάσει ακόμη και τις υπόνοιές του σε βάρος της. Η αφήγησή της τον παρέσυρε σ’ ένα δαίδαλο που δεν του επέτρεπε να σκεφτεί τίποτε. Την άκουγε αποχαυνωμένος και ανακάλυπτε ιστορίες που είχε ήδη ακούσει, αν και σε κάποια σημεία δεν καταλάβαινε ακριβώς τι άκουγε.
Η Μακράκη συνέχισε:
«Ο Πρόεδρος περίμενε το συνέδριο για να βάλει μπροστά το σχέδιο. Όλα αυτά χάλασαν με τη δολοφονία.»
Το έλεγε σαν να έβγαζε κάποιο συμπέρασμα, και Θεοδωρίδης το κατάλαβε.
«Εννοείς ότι για να χαλάσουν έγινε η δολοφονία;»
«Ακριβώς. Η δολοφονία ήταν αποτέλεσμα της διαρροής του σχεδίου. Τον σκότωσαν για να το σταματήσουν. Και για μένα, το μόνο που έχει νόημα είναι να βρω τους ενόχους. Και ξέρω πού να ψάξω.»
Ο Θεοδωρίδης άρχισε να συνέρχεται. Η Μακράκη μιλούσε σαν να μην υπήρχε περίπτωση να έχει η ίδια σχέση μ’ αυτή την υπόθεση. Σαν να άκουσε κάτι και το επαναλάμβανε. Ήταν τόσο ψυχρή ή μήπως…
Στο μυαλό του Θεοδωρίδης άρχισαν οι πρώτες αμφιβολίες. Δεν μπορεί να ήταν τόσο καλά κουρντισμένη. Δεν μπορεί να ήταν αυτή που οργάνωσε αυτή την υπόθεση και να του αφηγείται με τόση ηρεμία όλη αυτή την ιστορία. Έπιασε την τελευταία φράση της.
«Τι εννοείς ξέρεις πού θα ψάξεις;»
«Δεν πρόκειται να με πείσει ποτέ κανείς ότι αυτή η υπόθεση είναι υπόθεση τρομοκρατίας, ξένων δυνάμεων ή συμφερόντων. Γιατί προς τέτοιες καταστάσεις το πάνε. Δεν θα το επιτρέψω. Θα πω δημόσια ποια είμαι και θα ξεκαθαρίσω ότι τον Κωνσταντίνου τον σκότωσαν από μέσα.»
«Τι εννοείς από μέσα;»
«Κάποιος από όλους σας, Αντώνη. Με συγχωρείς που χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη, αλλά το εννοώ. Κάποιος από όλους σας, και ο μόνος που εξαιρείται είσαι εσύ και γι’ αυτό αποφάσισα να σου μιλήσω. Όλοι οι άλλοι είναι ύποπτοι.»
«Ξέρεις τι λες τώρα, Άννα;»
«Ξέρω πολύ καλά. Τη δολοφονία του Κωνσταντίνου την οργάνωσε κάποιος από το κόμμα, Κάποιος που κατάλαβε πού το πάει και θέλησε να τον σταματήσει. Αν ήταν ένας ή περισσότεροι δεν το ξέρω. Είμαι σίγουρη όμως ότι αυτό που έγινε την Παρασκευή έγινε για να σταματήσουν αυτό που θα έκανε τη Δευτέρα στη συνεδρίαση της Κ.Ε.»
«Τι θα έκανε;»
Η Μακράκη μιλούσε τώρα με κάποια επισημότητα.
«Τη Δευτέρα ο Κωνσταντίνου θα ζητούσε να παραιτηθεί όλο το Πολιτικό Συμβούλιο για να εκλεγεί άλλο στο συνέδριο. Και θα έλεγε και κάτι ακόμη. Ότι στο συνέδριο θα ζητούσε να ορισθεί θέση αντιπροέδρου του κόμματος και θέση γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής.»
«Αυτό δεν μου το είχε πει ποτέ.»
«Πολλά δεν σου είχε πει. Αυτή ήταν η απόφασή του και θα σας αιφνιδίαζε όλους. Είχε αποφασίσει και ποιους θα πρότεινε γι’ αυτές τις θέσεις.»
«Ποιους;»
«Για τον αντιπρόεδρο του κόμματος δεν χρειάζεται να σ’ το πω. Θα ήταν ο Νικολούδης. Και μετά το συνέδριο θα τον έκανε και αντιπρόεδρο στην κυβέρνηση.»
«Μα πώς, ο Νικολούδης δεν είχε ιδέα τι γίνεται στο κόμμα.»
«Γι’ αυτό θα ζητούσε να εκλεγεί και γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής. Θα ήταν αυτός που θα τον καθιέρωνε και στην οργάνωση.»
«Και ποιον είχε στο μυαλό του;»
Η Μακράκη σταμάτησε λίγο και είπε κοφτά:
«Εσένα, Αντώνη.»
«Εμένα;»
«Ακριβώς! Ο Κωνσταντίνου σε προόριζε για γραμματέα του κόμματος.»
Ο Θεοδωρίδης έμεινε άφωνος. Όσα άκουγε ήταν απίστευτα. Δεν ήταν δυνατόν ο Κωνσταντίνου να σχεδίαζε τόσα πράγματα χωρίς ο ίδιος να έχει ιδέα. Ή έστω χωρίς να υποψιαστεί κάτι.
Θυμήθηκε πάλι για ποιο λόγο βρέθηκε στο σπίτι της Μακράκη. Μήπως όλα αυτά ήταν παραμύθια για να κερδίσει χρόνο; Μήπως ήθελε να τον αποκοιμίσει για να το σκάσει και του αράδιαζε ό,τι της ερχόταν στο μυαλό εκείνη τη στιγμή; Σαν να κατάλαβε τις σκέψεις του, τον διέκοψε.
«Έχω την κασέτα με την ομιλία του που μου υπαγόρευσε την περασμένη Τετάρτη, δυο μέρες πριν γίνει ό,τι έγινε. Την απομαγνητοφώνησα την ίδια μέρα και του έδωσα το κείμενο. Το είχε στο σπίτι του και το δούλευε. Ίσως τώρα με τις έρευνες να το βρουν. Κράτησα την κασέτα, όπως έκανα πάντα, με σκοπό να την καταστρέψω αργότερα.»
Σταμάτησε λίγο και συνέχισε αργά:
«Κι αυτό μπορεί να ήταν μοιραίο.»
Ο Θεοδωρίδης δεν πρόσεξε την τελευταία φράση – το μυαλό του ήταν αλλού.
Ώστε του έλεγε την αλήθεια. Αφού υπήρχε κασέτα έλεγε την αλήθεια. Ο Κωνσταντίνου είχε το σχέδιό του. Μόνο που δεν το ήξερε κανείς εκτός από τον ίδιο και την κόρη του.
«Είχε πάρει τις αποφάσεις του και γι’ αυτό τον έφαγαν», συνέχισε η Μακράκη.
«Ποιος;» τη ρώτησε μηχανικά.
«Δεν ξέρω ακόμη. Αλλά θα μάθω. Έχω όλα όσα μου χρειάζονται για να μάθω. Και είμαι σίγουρη ότι είναι κάποιος από μέσα, από το κόμμα. Κάποιος που ήθελε να τον εμποδίσει στις αποφάσεις του…»
Έκανε μια μικρή παύση και συνέχισε:
«Μόνο που δεν θα τα κατάφερνε, αν δεν τον βοηθούσε κάποιος από το στενό περιβάλλον του Προέδρου. Αυτός που πρόδωσε και το σχέδιο.»
Εκείνη τη στιγμή μια λάμψη πέρασε από το μυαλό του.
«Ένα πράγμα δεν καταλαβαίνω. Είχε ένα σχέδιο ο Πρόεδρος. Θα τους παγίδευε όλους, αν καταλαβαίνω καλά. Όμως, με έναν αυτό δεν έπιανε: με τον Καρά. Μάλλον ο Καράς μπορούσε να τον εκβιάσει και όχι το αντίθετο.»
«Πολύ σωστή παρατήρηση, Αντώνη. Αλλά με τόσα που μπλέχτηκε ο Καράς, τελικά ήταν ανίσχυρος για έναν τέτοιο εκβιασμό. Δεν καταλαβαίνεις ότι γι’ αυτό έμπλεξε τον Καρά; Για να ακυρώσει όσα ήξερε. Γι’ αυτό δεν μπορώ να τον εξαιρέσω από τις υποψίες μου.»
Ο Θεοδωρίδης δεν ήξερε τι να πει. Είχε έλθει να συζητήσει μ’ αυτήν που θεωρούσε πιο ύποπτη απ’ όλους για τη δολοφονία, και αυτή του έβγαζε ύποπτους όλους τους άλλους. Και μέσα του ένιωθε ότι την πίστευε. Δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτε. Ήλθε στο νου του η υπόνοια με το πιστόλι της δολοφονίας. Όσα άκουγε, μπορεί να είχαν μια βάση, αλλά υπήρχε κάτι που δεν το εξηγούσαν. Κάποιος έβαλε στο Μέγαρο Μαξίμου τον δολοφόνο και το πιστόλι. Την κοίταξε, και αυτή, σαν να διάβασε πάλι τη σκέψη του, συνέχισε:
«Έχω να σου πω κάτι για το πιστόλι.»
«Το πιστόλι;» πετάχτηκε ο Θεοδωρίδης
«Ξέρεις τι σκέφτηκα όσο ήμουν στον Ευαγγελισμό; Ο άνθρωπος που μπήκε, όπως μπήκε, στο γραφείο του Προέδρου, δεν πέρασε από έλεγχο στην είσοδο;»
«Πέρασε.»
«Κι όμως, δεν πέρασε και το πιστόλι που χρησιμοποίησε από το μηχάνημα με το λέιζερ. Άρα κάποιος τον βοήθησε. Κάποιος από μέσα. Και αυτό, για κάποιον που θα σκεφτόταν λογικά, μόνο εγώ μπορούσα να το κάνω…»
Τον κοίταξε λίγο και συνέχισε κοφτά:
«Δεν το έκανα.»
Ο Θεοδωρίδης δεν πίστευε αυτά που άκουγε. Αυτή η γυναίκα μιλούσε σαν να ήταν μέσα στο μυαλό του.
«Δεν το έκανα. Κάποιος όμως ήθελε να φανεί ότι θα μπορούσα να το κάνω.»
«Τι είπες;»
«Όπως το ακούς. Η δολοφονία οργανώθηκε έτσι ώστε να με εκθέτει. Όταν ανακαλύψουν ότι το πιστόλι δεν πέρασε από το λέιζερ θα σκεφτούν ότι ο δολοφόνος μπήκε χωρίς το πιστόλι. Άρα κάποιος του το έδωσε αφού μπήκε. Και είναι φυσικό να στραφούν σε μένα.»
«Γιατί σε σένα;»
«Γιατί εγώ κανόνισα το ραντεβού. Ήταν μια συνάντηση στην οποία δεν είχε εμπλοκή κανένας άλλος. Είχε και ο Πρόεδρος, θα μου πεις, αλλά από τη στιγμή που θα ήταν νεκρός…»
Ο Θεοδωρίδης κάτι πήγε να σκεφτεί, αλλά δεν πρόλαβε.
«Υπάρχει και κάτι ακόμη, Αντώνη. Δεν το είπα στην ανάκριση γιατί δεν το θυμόμουν εκείνη τη στιγμή. Εκ των υστερών ήλθε στο μυαλό μου. Όταν βρήκα τον πρόεδρο μέσα στα αίματα, θυμάμαι πολύ καλά ότι το όπλο ήταν εκεί. Δίπλα του.»
«Εκεί;»
«Ακριβώς. Ο δολοφόνος άφησε το όπλο εκεί! Κι όμως, αν δεν μου λένε ψέματα, το όπλο δεν βρέθηκε ακόμη. Κάποιος το πήρε εκ των υστέρων. Και το εξαφάνισε.»
«Ποιος;»
«Κάποιος που βρισκόταν στο γραφείο του Προέδρου. Κάποιος από όλους εμάς, και αφού εξαιρώ τον εαυτό μου… Αλλά δεν είναι αυτό το βασικό για μένα.»
«Ποιο είναι;»
«Γιατί το άφησε; Ε, λοιπόν, θα σου πω τι σκέφτηκα. Ήταν μέσα στο σχέδιο. Το άφησε γιατί υπολόγιζαν ότι θα το έπαιρνα στα χέρια μου. Και θα άφηνα τα δακτυλικά μου αποτυπώματα. Κάποιος με συνέδεσε πρώτα με το ραντεβού και μετά ήθελε να με συνδέσει και με το όπλο. Ήθελε να το πιάσω στα χέρια μου, για φανεί ότι εγώ το πέρασα μέσα.»
«Το έπιασες;»
«Νομίζω όχι. Θυμάμαι που το είδα, πήγα προς το μέρος του, αλλά δεν το άγγιξα.»
«Ποιος είχε λόγους να το κάνει αυτό;»
«Δεν θα σου πω πού πάει το μυαλό μου. Γιατί απλώς εκτελούσε εντολές. Εντολές που έδωσε κάποιος άλλος. Κάποιος από το κόμμα, ή απ’ έξω. Και θα τον βρω. Γιατί σου είπα, ξέρω από πού να αρχίσω. Κάποιοι άλλοι να δούμε γιατί πήγαν να μ’ αφήσουν έξω από κάποιες καταστάσεις.»
«Τι εννοείς;»
«Εννοώ ότι κάποιοι μου έκρυψαν κάποια πράγματα.»
Ο Θεοδωρίδης έμεινε εμβρόντητος. Μπορεί να μην του έλεγε καθαρά τι εννοούσε, αλλά ήταν φανερό: αναφερόταν στον Σταύρο Ντελή. Αυτός κάτι έκανε πίσω από την πλάτη της. Και από αυτόν εννοούσε ότι θα άρχιζε. Θυμήθηκε αυτό που είπε νωρίτερα για την κασέτα που υπήρξε μοιραία. Εννοούσε ότι κάποιος την άκουσε και έμαθε το σχέδιο.
Ο Ντελής! Μόνο αυτός μπορούσε.
Ζαλισμένος από όσα άκουσε, ο Θεοδωρίδης σηκώθηκε και κοίταξε το ρολόι του. Δεν έπρεπε να μείνει ούτε λεπτό εκεί μέσα. Έπρεπε να προλάβει.
Προφασίσθηκε ότι κάτι είχε να προλάβει και σηκώθηκε. Η Μακράκη δεν έκανε καμία προσπάθεια να τον κρατήσει περισσότερο. Σαν να μην είχε να του πει τίποτε άλλο. Τη χαιρέτησε βιαστικά και βγήκε στο δρόμο.
Έπρεπε να ειδοποιήσει αμέσως τον Μιχαηλίδη
Βρήκε τον υπουργό Δημόσιας Τάξης στο σπίτι του και του ζήτησε να συναντηθούν αμέσως στο γραφείο του. Έφτασαν σχεδόν ταυτοχρόνως και κλείστηκαν μέσα. Του είπε τα πάντα. Τη συνομιλία του με τον Καρά, την επίσκεψή του στη Μακράκη, και κατέληξε ότι τα πράγματα έπαιρναν τώρα καινούργια τροπή. Οι υπόνοιες έφευγαν από την Άννα και άρχισαν να στρέφονται στον Ντελή.
Ο Μιχαηλίδης ήταν δύσπιστος, όπως συνήθως. Και επέμενε ότι η Μακράκη έχει κάθε λόγο να ενοχοποιήσει άλλους. Δεν καταλάβαινε επίσης γιατί θα πρέπει να εννοούσε τον Ντελή με τα μισόλογα που έλεγε. Αλλά ο Θεοδωρίδης είχε ένα ισχυρό επιχείρημα.
«Παύλο, υπάρχει ένα σημείο που κάνει τους ισχυρισμούς της Μακράκη αξιόπιστους. Μιλάω για τον αιφνιδιασμό που ετοίμαζε ο Πρόεδρος με τον Νικολούδη και μ’ εμένα.»
«Δεν βλέπω ποιο είναι το στοιχείο.»
«Η Μακράκη λέει την αλήθεια για τη Δευτέρα, έχει την κασέτα και εγώ την πιστεύω. Ο υπαινιγμός της μόνο σ’ ένα πρόσωπο μπορεί να οδηγεί. Στον Ντελή.»
«Γιατί;»
«Γιατί ήταν ο μόνος, μετά την ίδια, που μπορούσε να ξέρει τι σχεδίαζε ο Κωνσταντίνου. Ο μόνος που μπορεί να βρήκε την κασέτα και να την άκουσε.»
«Και λοιπόν;»
«Ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή. Ο Πρόεδρος καταστρώνει ένα σχέδιο που δεν υποψιάζεται κανείς μας και ετοιμάζεται να αιφνιδιάσει. Και πριν προλάβει, τον δολοφονούν. Τι συμπέρασμα βγαίνει;»
«Συνέχισε.»
«Ότι κάποιος θίγεται αν ο αιφνιδιασμός του Κωνσταντίνου εκδηλωθεί. Αυτός βλέπει τον κίνδυνο και αντιδρά. Στέλνει κάποιον να βγάλει από τη μέση τον Πρόεδρο προτού προλάβει να συνεχίσει. Και φυσικά, αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς βοήθεια από μέσα.»
«Και γιατί να είναι ο Σταύρος;»
«Είναι κάποιος που ξέρει πρόσωπα και πράγματα. Αυτό δείχνει η ιδέα να επικαλεσθούν το όνομα του Αναγνώστου. Και μετά είναι και το όπλο. Κάποιος το έβαλε στο Μέγαρο Μαξίμου.»
«Μα το όπλο εξαφανίσθηκε.»
«Το εξαφάνισαν για τον λόγο που υποψιάζεται η Άννα. Επειδή νόμιζαν ότι άφησε αποτυπώματα που την ενοχοποιούν.»
«Αν συμφωνήσω μαζί σου πρέπει να δεχθώ και τη συμμετοχή του Ντελή.»
Ο Θεοδωρίδης δεν μίλησε, σκεφτόταν.
Ο Ντελής πρόβαλλε τώρα όλο και περισσότερο ως ύποπτος. Δεν μπορούσε όμως να βρει κάτι που θα αποδείκνυε αυτούς τους συλλογισμούς, και ίσως ο Μιχαηλίδης με το δίκιο του αμφέβαλλε. Ούτε το κίνητρο, ούτε πώς έγιναν τα πράγματα, ούτε ποιος κρυβόταν από πίσω. Ποιος ήταν αυτός που έμαθε από τον Ντελή τι σχεδίαζε ο Κωνσταντίνου και θέλησε να τον σταματήσει μ’ αυτόν τον τρόπο;.
Αν ήταν κάποιος από το κόμμα, τότε όλοι ήταν ύποπτοι πλην του Νικολούδη. Αλλά με ποιον από αυτούς είχε τόσο στενές σχέσεις ο Ντελής, ώστε να οργανώσουν τη δολοφονία και να σκηνοθετήσουν τα υπόλοιπα; Δεν πήγαινε σε κανέναν το μυαλό του. Ο Ντελής ήταν άνθρωπος του Κωνσταντίνου, δεν είχε καμιά σχέση με το κόμμα. Ούτε είχε δείξει αυτά τα χρόνια να συνδέεται με κάποιον.
Άρχισε να αισθάνεται ότι κι εδώ υπήρχε κάτι που δεν γνώριζε ούτε είχε υποψιαστεί ποτέ.
«Παύλο, δεν έχω απαντήσεις. Όσο πάμε μπαίνουμε στα βαθιά. Όλα είναι πιθανά. Μπορεί να είναι αυτά που σκεφτήκαμε στην αρχή, συνωμοσία του Καρά με τον Νικολούδη. Μπορεί να είναι η Μακράκη, όπως πίστευα μέχρι πριν λίγο. Μπορεί να έχει σχέση ο Ντελής, όπως φαίνεται τώρα. Μπορεί να είναι οποιοσδήποτε. Αλλά εκείνο που θέλω να πιστέψεις είναι ότι δεν θα μας ωφελήσει να κάνουμε κάτι εναντίον της Μακράκη αυτή τη στιγμή. Ας το αφήσουμε.»
«Θέλω δεν θέλω, είμαι υποχρεωμένος να το δεχθώ. Στο τσακ με πρόλαβες. Απόψε θα έδινα εντολή να τη συλλάβουν. Τώρα πρέπει να περιμένω. Ας το σκεφτούμε κι απόψε και αύριο το πρωί τα ξαναλέμε. Μέχρι τότε μπορεί να έχουμε κάτι από τις έρευνες. Κάτι επιτέλους που να μας δείχνει μια κατεύθυνση.»
Συμφώνησαν να συναντηθούν πάλι την επομένη και ο Θεοδωρίδης έφυγε. Πήγε κατ’ ευθείαν στο σπίτι του για να σκεφθεί. Εκεί τον βρήκε ο Παυλάκης και συμφώνησαν να τα πουν την επομένη. Θα τον έβλεπε στο συνηθισμένο μέρος το πρωί και στη συνέχεια σκόπευε να περάσει από το Γενικό Κρατικό, πριν πάει πάλι στον Μιχαηλίδη.
[Συνεχίζεται]