Του Παύλου Γερουλάνου
Tην εξουσία δεν πρέπει να περιμένεις να στη δώσει οικειοθελώς αυτός που την κρατάει στα χέρια του.
Πρέπει να τη διεκδικήσεις με σχέδιο, συλλογικά και με κάθε δυνατό, νόμιμο μέσο.
Και από μια τέτοια προσπάθεια μόνο καλά μπορούν να βγουν. Διότι τέτοιες προσπάθειες, τέτοιοι αγώνες, χτίζουν νέες συλλογικότητες. Οι νέες συλλογικότητες δημιουργούν νέες δυνατότητες. Και με νέες δυνατότητες δεν υπάρχει τέλος σε τι μπορεί να πετύχει ο Έλληνας.
Από το χωράφι στο ράφι, αν θέλουμε να αναδείξουμε την Ελλάδα της ποιότητας που θα αποδώσει αυτά που αξίζει σε όσους συμβάλουν σε αυτή θα πρέπει να συνεργαστούμε πάνω σε ένα μακροχρόνιο σχεδιασμό που θα δώσει προοπτική σε όλους τους εμπλεκόμενους.
Και επειδή πιστεύω ότι οι πολιτικοί πρέπει πρώτοι να παραδεχόμαστε τα λάθη τα δικά μας, θα ονομάσω δύο:
Το πρώτο είναι ότι απαξιώσαμε τους συνεταιρισμούς εξαγοράζοντάς τους με μη παραγωγικές επιδοτήσεις και δάνεια της Αγροτικής Τράπεζας για κομματικό ή/και προσωπικό συχνά όφελος.
Και αφότου τους απαξιώσαμε παραδώσαμε τα κλειδιά του πρωτογενούς τομέα στα σούπερ μάρκετ.
Πιστεύαμε τότε, στη δεκαετία του ’90, ότι οι μεγάλοι αυτοί παίκτες θα διασφάλιζαν ποιότητα στα προϊόντα και δίκαιη κατανομή του πλούτου μέσα στην παραγωγική διαδικασία διότι αυτό ήταν στο μακροχρόνιο συμφέρον τους.
Κάτι που γίνεται σε σύγχρονες κοινωνίες με κανόνες.
Αποδειχθήκαμε βαθιά νυχτωμένοι.
Οι επιχειρηματίες σήμερα χαίρονται τον πλούτο τους στο Μαϊάμι και ό,τι πιο υγειές υπάρχει από μικρομεσαίες επιχειρήσεις του πρωτογενούς τομέα χαροπαλεύει στα δικαστήρια να μαζέψει τα χρωστούμενα.
Δεν υπάρχει τρόπος να ωραιοποιήσουμε το λάθος μας.
Μπορούμε μόνο να ζητήσουμε συγνώμη.
Και να δουλέψουμε με όλες μας τις δυνάμεις για να στηρίξουμε από την αρχή σωστούς συνεταιρισμούς όπως ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Αγελαδοτρόφων και Προβατοτρόφων Δυτικής Θεσσαλίας στην προσπάθειά του να ορθοποδήσει την παραγωγική διαδικασία και μαζί την οικονομία της περιοχής.
Πριν από μερικές εβδομάδες μίλησα στην Πάτρα για τη σημασία της γνώσης στην Ανάπτυξη. Πως πρέπει να γνωρίζουμε σε τι είμαστε καλοί, τι προϊόντα μπορούμε να παράγουμε και ποιες υπηρεσίες μπορούμε να παρέχουμε καλύτερα από άλλους.
Σήμερα θα ήθελα να μιλήσω για το τι γνωρίζουν οι άλλοι για μας: τη φήμη μας.
Διότι δεν φτάνει να ξέρεις εσύ πώς να παράγεις κάτι σωστά, πρέπει να το γνωρίζουν οι εν δυνάμει πελάτες σου ότι το κάνεις.
Και θα ήθελα να επικεντρωθώ ειδικά γιατί αυτό είναι σημαντικό σε περιοχές όπως η Καρδίτσα.
Αν ακούσετε πολιτικούς να μιλούν τα τελευταία χρόνια για την ανάπτυξη ποιο είναι το μόνο πράγμα που αναφέρουν; Μεγάλες ξένες επενδύσεις.
Όλοι υπουργοί μας, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ συμφωνούν ότι για να αναπτύξουμε την οικονομία μας θα πρέπει να προσελκύσουμε επενδυτές από το εξωτερικό με μεγάλα πορτοφόλια που είναι έτοιμοι να δημιουργήσουν εκατοντάδες θέσεις εργασίας και για να το κάνουμε αυτό θα πρέπει να διασφαλίσουμε για αυτούς ειδικές, προνομιακές συνθήκες.
Όσο θυμάμαι τουλάχιστον, οι Έλληνες πολιτικοί αγωνιούν για το πώς θα κάνουν την Ελλάδα καλύτερη για τους ξένους επενδυτές.
Υπάρχουν μερικές αδυναμίες σε αυτή την προσέγγιση:
Πρώτον, κανένας δεν θα φέρει τα χρήματά του εδώ όσο πάμε εμείς τα δικά μας εκεί. Αν θέλουμε να πείσουμε ξένους επενδυτές να εμπιστευτούν την Ελληνική οικονομία πρέπει πρώτα να πείσουμε τους Έλληνες.
Δεύτερον, χωρίς εμπιστοσύνη στην οικονομία μας, αυτοί που θα φέρουν εδώ τα λεφτά τους πρώτοι θα απαιτήσουν ιδιαίτερη μεταχείριση. Δηλαδή χαμηλό κόστος κτήσης της επένδυσης («ξεπούλημα»), χαμηλό κόστος παραγωγής («μισθούς πείνας») ή/και ειδικό νομικό πλαίσιο προστασίας τους.
Τη δυνατότητα δηλαδή να φτιάξουν μια δική τους οικονομία μέσα στη δική μας (βλέπε επενδύσεις όπως το λιμάνι του Πειραιά).
Και τρίτον, οι περισσότεροι ξένοι επενδυτές θα έρθουν για τα «μεγάλα φιλέτα», εκεί δηλαδή που υπάρχει ήδη ανάπτυξη. Αν δηλαδή θέλεις να προσελκύσεις μια μεγάλη αλυσίδα πολυτελών ξενοδοχείων που θα αναβαθμίσει το τουριστικό σου προϊόν, το πιθανότερο είναι ότι θα ενδιαφερθούν για την Κρήτη, τη Ρόδο, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη και όχι για τα Γιάννενα, την Κατερίνη ή την Τρίπολη.
Γιατί; Διότι αυτές οι περιοχές έχουν το όνομα, τη φήμη.
Για να το πω ωμά… Αν είσαι από την Καρδίτσα και ακούς Έλληνα πολιτικό να μιλάει για τις μεγάλες ξένες επενδύσεις να είσαι σίγουρος ότι δεν μιλάει για τη δική σου οικονομία, δεν δουλεύει για να δημιουργήσει θέσεις εργασίας στην περιοχή σου και δεν σκέφτεται το μέλλον των παιδιών σου.
Τουλάχιστον όχι αυτών που θέλουν να ζήσουν στον τόπο τους.
Αν είσαι από την Καρδίτσα και σκέφτεσαι το μέλλον των παιδιών σου καλύτερα να το πάρεις απόφαση ότι το μέλλον τους εξαρτάται από σένα.
Και να το πάρεις στα χέρια σου.
Μίλησα στην Πάτρα για ένα σχέδιο ΕΛΛΗΝΙΚΟ, ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟ και ΑΝΑΠΤΡΕΠΤΙΚΟ
Θα το εξειδικεύσω για την Καρδίτσα.
Αυτό που χρειάζεται να δουλέψουμε στην Καρδίτσα είναι ένα τοπικό σχέδιο ανάπτυξης που έχει τρία χαρακτηριστικά:
- επενδύει στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής
- βασίζεται στην συνεργασία όλων όσων ενδιαφέρονται για το μέλλον της, και
- διεκδικεί πραγματική εξουσία από το κεντρικό κράτος
Θα εξηγήσω τι σημαίνει το κάθε ένα από τα τρία.
Όλοι γνωρίζουν την Καρδίτσα ως γεωργική περιοχή. Γενιές αγροτών και κτηνοτρόφων έχουν μάθει να παράγουν τα προϊόντα τους, μερικοί από αυτούς με ιδιαίτερη ποιότητα και μαεστρία.
Όμως εκτός από λίγα τοπικά προϊόντα όπως η γραβιέρα από τα Άγραφα, λίγα προϊόντα έχουν ιδιαίτερη φήμη ή χαίρουν ειδικής μεταχείρισης από την αγορά.
Με άλλα λόγια οι περισσότεροι παραγωγοί πρέπει να ανταγωνιστούν για τις χαμηλότερες τιμές τις αγοράς σε μια αγορά που κατακλύζεται από ίδια προϊόντα από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Και αυτό ακόμα θα μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν οι τοπικοί παραγωγοί αν μπορούσαν να παράγουν μαζικά.
Ο μικρός όμως κλήρος και η ιδιομορφία του νομού (μισός βουνό, μισός πεδιάδα) κάνουν τη μαζική παραγωγή αδύνατη και τον ανταγωνισμό με τα φθηνά προϊόντα δύσκολο.
Άρα, για να διασφαλίσουμε ανάπτυξη για το Νομό θα πρέπει να πουλήσουμε τα προϊόντα της Καρδίτσας πιο ακριβά.
(Θα μπορούσα βέβαια να σας πω ότι η λύση είναι να διεκδικήσουμε και να πάρουμε επιδοτήσεις. Όμως τότε θα έκανα το ίδιο έγκλημα που έχουν κάνει και άλλοι πολιτικοί.
Διότι οι επιδοτήσεις αργά η γρήγορα θα τελειώσουν και δεν θα σκεφτόμουν να επενδύσω το μέλλον των παιδιών μου πάνω σε αυτές).
Και πώς θα το πετύχουμε να πουλάμε τα προϊόντα της Καρδίτσας πιο ακριβά;
Με σωστή διαχείριση της φήμης τους. Της εικόνας που έχουν οι πελάτες τους για αυτά.
Διότι η καλή φήμη εξασφαλίζει καλή τιμή.
Δυστυχώς στην Ελλάδα πιστεύουμε ότι η φήμη φτιάχνεται με διαφήμιση και ότι θέλει πολλά λεφτά.
Ότι αν ξοδέψουμε αρκετά χρήματα μπορούμε να πείσουμε τον καταναλωτή ότι τα φύκια είναι μεταξωτές κορδέλες.
Αν υπήρχε ποτέ τέτοια εποχή, έχει παρέλθει.
Αν σήμερα θέλεις να πουλήσεις μεταξωτές κορδέλες πρέπει να παράγεις μεταξωτές κορδέλες.
Και να τις παράγεις καλύτερα από όλους τους άλλους.
Και να είσαι γνωστός ότι είσαι ο καλύτερος σε αυτό που κάνεις.
Διότι σήμερα η γνώση κυκλοφορεί γρήγορα και εξαρτάται η φήμη σου από την ποιότητα της τελευταίας κορδέλας που πούλησες.
Όσο ο κάθε Καρδιτσιώτης παλεύει μόνος του η φήμη του είναι ευάλωτη. Διότι εξαρτάται από τον πιο αδύναμο κρίκο μιας μακριάς αλυσίδας.
Εξαρτάται από πολλούς παραγωγούς και αυτοί από πολλούς προμηθευτές.
Άρα, αν η Καρδίτσα θέλει να γίνει γνωστή για την ποιότητα των προϊόντων της δεν αρκεί να πείσει τους γαλακτοκόμους να συνεργάζονται για την ποιότητα του τυριού τους, θα πρέπει να διασφαλίσει την ποιότητά τους σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.
Τι σημαίνει αυτό;
Δεν φτάνει να παράγεις καλό τυρί.
Πρέπει να παράγεις καλό τυρί, από καλό γάλα, που άρμεξες από υγειές ζώο, που έχει φάει ποιοτική τροφή που έχει φτιαχτεί με καλό τριφύλλι.
Και αυτό δεν σημαίνει επενδύσεις σε ακριβά μηχανήματα. (Αν και αυτά μπορούν να βοηθήσουν).
Σημαίνει επένδυση σε αυστηρές και κοινά αποδεκτές διαδικασίες και κοινά κριτήρια ποιότητας που μπορείς να περιγράψεις και να εγγυηθείς στον πελάτη σου.
Η συνεργασία που διεκδικεί ο Συνεταιρισμός Δυτικής Θεσσαλίας φιλοδοξεί να το πετύχει αυτό.
Και αυτό σημαίνει συνεργασία των παραγωγών σε κάθε στάδιο της διαδικασίας αλλά και ειδικών που μπορούν να διασφαλίσουν αυτή την ποιότητα και τις διαδικασίες όπως είναι τα πανεπιστήμια.
Ένας λόγος παραπάνω που βρίσκονται μαζί μας οι κύριοι καθηγητές.
Όμως τώρα πρέπει αυτό το προϊόν να φτάσει στον πελάτη και να χτίσει φήμη.
Αυτό σημαίνει ότι η συνεργασία πρέπει να πάει ακόμα παρακάτω.
Σίγουρα χρειάζονται ειδικοί που ξέρουν πώς να ανοίξουν αγορές.
Ειδικοί στις πωλήσεις αλλά όχι μόνο.
Για παράδειγμα, στη συνεργασία αυτή αξίζει να καλέσεις όσους διακινούν τα προϊόντα σου, από τους μεσάζοντες που τα πάνε στις αγορές μέχρι τους ξενοδόχους στη λίμνη Πλαστήρα.
Διότι αυτοί βλέπουν την αντίδραση του πελάτη όταν δοκιμάζει το προϊόν που έφτιαξες.
Και η αντίδραση αυτή είναι πολύτιμη όταν χτίζεις τη φήμη σου.
Αυτοί ακούν τη φήμη σου στην αγορά.
Αυτοί βλέπουν τι πουλάει.
Αλλά μπορείς να πας ένα βήμα παραπάνω.
Τη φήμη των ψαράδων της Καβάλας υποστηρίζει η WWF, μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές οργανώσεις του κόσμου με διεθνή απήχηση.
Οι ψαράδες στην Καβάλα συνεργάζονται με περιβαλλοντικές οργανώσεις για να διασφαλίσουν την αειφορία της ψαριάς τους και αυτές με τη σειρά τους διακινούν τη φήμη των ψαράδων που νοιάζονται για το περιβάλλον.
Στην Ήπειρο παραγωγοί έχουν αρχίσει να συνεργάζονται με αρχαιολόγους και ειδικούς λαογραφικής τέχνης για να αναδείξουν ο ένας τον άλλον, την ιστορία της περιοχής και της παραγωγικής διαδικασίας και τις ιδιαιτερότητές της.
Σε μια τέτοια διαδικασία κανένας δεν περισσεύει και ποτέ δεν ξέρεις ποιος θα είναι αυτός που θα συμβάλει.
Το Ελληνικό γιαούρτι το έκανε διάσημο ένας ξένος. Και την Κάλυμνο την έκαναν πασίγνωστη στον κόσμο της αναρρίχησης 5 παιδιά που «ανέβασαν» τις φωτογραφία τους στο διαδίκτυο.
Διότι όσο εύκολα μπορείς να καταστρέψεις σήμερα τη φήμη σου τόσο εύκολα και φθηνά μπορείς να τη φτιάξεις. Φτάνει να πουλάς το προϊόν που υπόσχεσαι.
Στα αγγλικά τέτοιες κοινότητες που συνεργάζονται για το καλό της περιοχής τους έχουν όνομα. Λέγονται Stakeholder Communities.
Στα Ελληνικά θα μπορούσαμε να τις πούμε Κοινότητες Ενδιαφερομένων (αν και θα προτιμούσα να βρούμε καλύτερο όρο).
«Αυτά Παύλο δεν γίνονται στην Ελλάδα. Εμείς θέλουμε να πεθάνει η γίδα του γείτονα»
Πιστεύω ότι η κρίση έχει κάνει αυτή τη φράση παρωχημένη.
Και αν ακόμα ισχύει για περιοχές που ο πλούτος ρέει άφθονος, δεν αντέχει πια στις περιοχές της Ελλάδας που δεν γνωρίζουμε από τι θα ζήσουν αύριο τα παιδιά μας.
Οι Κοινότητες Ενδιαφερομένων θα ξεκινήσουν εκεί που υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη. Και εκεί που η γίδα του διπλανού δίνει αξία στην δική μου.
Όπως εδώ στην Καρδίτσα.
Τι θα παρακινήσει αυτή τη συνεργασία;
Ότι όσο πιο ακριβά πουλήσεις το τελικό προϊόν στον πελάτη σου τόσο περισσότερα μένουν σε κάθε στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας. Και τόσα περισσότερα μένουν στην κοινωνία.
Κακά τα ψέματα. Μια τέτοια συνεργασία δεν χρειάζεται να επαφίεται στον πατριωτισμό του καθενός μας.
(Αν και συνέχεια γνωρίζω περισσότερους Έλληνες που έχουν υιοθετήσει τη φράση της Βούλας Πατουλίδου).
Η συνεργασία όλων μας βασίζεται στο κέρδος. Το κέρδος το ατομικό, το συντεχνιακό, το συλλογικό και το κοινωνικό. Από εκεί ξεκινούν όλα.
Και ποιος μπορεί να ξεκινήσει μια τέτοια διαδικασία;
Πρώτος και καλύτερος ο συνεταιρισμός σας.
Διότι αντιλαμβάνεται το τεράστιο μέγεθος αυτού του πλούτου και ξέρει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει για να τον αξιοποιήσει.
Ξέρει τα προϊόντα και ξέρει την παραγωγική διαδικασία.
Και μπορεί να κινητοποιήσει την κοινωνία και τους ειδικούς που χρειάζονται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας για να βοηθήσουν.
Άλλα μόνος του δεν φτάνει.
Ο Συνεταιρισμός είναι ένας από όλους όσους μπορούν να βοηθήσουν και είναι καλός σύνδεσμος.
Μπορεί να ξεκινήσει τη διαδικασία αλλά δεν μπορεί να την πάει μόνος του. Χρειαζόμαστε όλοι μας.
Αλέξη, Γιώργο ακούτε, ελπίζω.
Κλείνω με το τελευταίο χαρακτηριστικό του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ, ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ και ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟΥ μοντέλου που πιστεύω μπορεί να δημιουργήσει πλούτο στην περιοχή: το ανατρεπτικό.
Διότι σε όλες αυτές τις προσπάθειες ο μεγαλύτερος βραχνάς είναι το κεντρικό κράτος διότι δεν γνωρίζει ούτε τις δυνατότητες ούτε τα προβλήματα της περιοχής.
Βάζει παντού δυσκολίες και προβλήματα αλλά δεν δίνει λύσεις.
Και αντί να παραδώσει την εξουσία του σε αυτούς που μπορούν να δώσουν λύσεις επιμένει να την κρατάει στα χέρια του.
Χθες μου περιέγραφαν οι ξενοδόχοι της λίμνης Πλαστήρα τα προβλήματα που έχουν να αξιοποιήσουν τη λίμνη.
Τα εμπόδια που βάζει το κράτος σε απλά πράγματα που θα μπορούσαν να τραβήξουν περισσότερους επισκέπτες στην περιοχή.
Και την εμμονή του να μην δίνει την ευκαιρία στην τοπική αυτοδιοίκηση και στην τοπική κοινωνία να δώσει λύσεις.
Μάλλον για να είμαι ακριβής, τους παραπέμπει στην Περιφέρεια αλλά δεν δίνει στην Περιφέρεια τα εργαλεία να λύσει τα προβλήματα.
Ακόμα χειρότερα δηλαδή. Τους εμπαίζει κιόλας.
Και είμαι σίγουρος ότι και εμείς όταν είμασταν στην εξουσία τα ίδια λάθη κάναμε.
Θυμάμαι τη βίαιη αντίδραση της Κεντρικής Εξουσίας όταν αποφάσισα να μεταφέρω 100 ακίνητα της ΕΤΑ που δεν είχαμε αξιοποιήσει για 10 χρόνια στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Πήγαν να με φάνε. Ούτε να εκποιούσα την περιουσία της μάνας τους δεν θα έκαναν έτσι.
Όπως είπα και στους ξενοδόχους, στη θέση σας ένα από τα πρώτα πράγματα που θα ήθελα σαν τοπική κοινωνία και σαν τοπική αυτοδιοίκηση είναι να μου δώσει το κράτος την ιδιοκτησία και τη διαχείριση της λίμνης και ας μου έβαζε τους πιο σκληρούς όρους για τη σωστή αξιοποίησή της.
Για τη ΔΕΗ δεν αξίζει μια δεκάρα. Για την τοπική κοινωνία όμως είναι χρυσός.
Αλλά αυτό είναι θέμα άλλης συζήτησης.
Από τις δυσκολίες που άκουσα στη λίμνη καμία δεν μου έκανε εντύπωση διότι τα ίδια βλέπω και ακούω σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
Όμως για να αλλάξει αυτό θα πρέπει να σταματήσουμε να ζητάμε ο καθένας το προσωπικό του ρουσφέτι και να αρχίσουμε να απαιτούμε όλοι μαζί το καλό της περιοχής μας.
Διότι η συνεργασία σε τοπικό επίπεδο δεν έχει νόημα όταν δεν φτάνει μέχρι την απαίτηση να μας δώσει το κράτος τα εργαλεία να λύνουμε τα προβλήματά μας και τη δυνατότητα να απελευθερώσουμε τις δημιουργικές μας δυνάμεις.
Όσοι αντιλαμβάνονται για τι πράγμα μιλάω ξέρουν ότι την εξουσία δεν πρέπει να περιμένεις να στη δώσει οικειοθελώς αυτός που την κρατάει στα χέρια του.
Πρέπει να την διεκδικήσεις με σχέδιο, συλλογικά και με κάθε δυνατό, νόμιμο μέσο.
Και από μια τέτοια προσπάθεια μόνο καλά μπορούν να βγουν.
Διότι τέτοιες προσπάθειες, τέτοιοι αγώνες, χτίζουν νέες συλλογικότητες. Οι νέες συλλογικότητες δημιουργούν νέες δυνατότητες. Και με νέες δυνατότητες δεν υπάρχει τέλος σε τι μπορεί να πετύχει ο Έλληνας.