Αν κάποιος δέσει κόμπο το «όχι με τη ΝΔ», αυτό μπορεί να οδηγεί τον Νίκο Ανδρουλάκη σε κυβέρνηση Τσίπρα; Ο πρώτος που φαίνεται να το φοβάται αυτό είναι ο Μητσοτάκης. Όχι αδίκως.
Ίσως η πιο περιπλοκή, ρευστή και ασαφής σχέση στην εγχώρια πολιτική σκηνή αυτή τη στιγμή, είναι αυτή που προσπαθεί να εμφανιστεί ως απλή και κατασταλαγμένη: η σχέση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ Νίκο Ανδρουλάκη.
Αν μείνουμε απλώς στην κρούστα της επικαιρότητας τα πράγματα δείχνουν απλά εκατέρωθεν.
Ο Μητσοτάκης υπολόγιζε να καταστήσει το ΚΙΝΑΛ δορυφορικό κόμμα, δια της εκλογής του Λοβέρδου– αλλά το άλογο ήταν κουτσό και το σχέδιο στράβωσε. Αλλά δεν εγκαταλείφθηκε με την εκλογή Ανδρουλάκη.
Κατά τον Γ. Οικονόμου -που συνήθως διαβάζει βουλωμένο γράμμα- ο Πρωθυπουργός προσδοκούσε σε «δημιουργική αντιπολίτευση με προτάσεις» και ήταν «βέβαιη» μια συνάντηση μεταξύ τους.
Ούτε αυτό βγήκε και τώρα προσπαθεί να τον στιγματίσει ως «σοσιαλδημοκράτη» και συνεπώς εν δυνάμει «συνομιλητή του Τσίπρα». Με …κίνδυνο να έχει δίκιο!
Από την πλευρά του ο Ανδρουλάκης κατάλαβε ότι η, πρώιμη μάλιστα, συνάντηση με τον Πρωθυπουργό θα ήταν θηλιά στο λαιμό του, καθώς το μέγαρο Μαξίμου ως «δημιουργική αντιπολίτευση» εννοούσε τη μη αντιπολίτευση.
Επιπλέον, είχε κι έναν εσωτερικό λόγο: αν όσοι τον ψήφισαν ήθελαν παρτίδες με τη Δεξιά, θα έβγαζαν άλλους. Έκοψε λοιπόν το φλερτ, με τις πατερναλιστικές διαθέσεις απέναντί του, προτού υπάρξει:
Ανάμεσα στους δυο άνδρες φαίνεται να άνοιξε ένα χάσμα, στο οποίο κυριαρχούν δυο παράγοντες.
Ο ένας είναι τα γκάλοπ. Οι δημοσκοπικές πυθίες από νωρίς διπλασίασαν τα ποσοστά το ΚΙΝΑΛ με τη νέα ηγεσία .
Καθώς ο Μητσοτάκης πολιτεύεται με τις δημοσκοπήσεις, δεν μπορούσε να το παραγνωρίσει. Ειδικά μετά την εκτίμηση ότι η τροφοδοσία Ανδρουλάκη γίνεται και από ψηφοφόρους του – του Μητσοτάκη- το 2019.
Ζήτησε ψυχρότητα απέναντι στον Ανδρουλάκη και έκτοτε οι σχέσεις τους είναι μάλλον ασαφείς- αλλά όχι και «τεταμένες», όπως εμφανίζονται από κάποιες πλευρές.
Ο επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ είναι συχνά βιτριολικός απέναντι στην κυβέρνηση. Συμπεριλαμβάνοντας ενίοτε και τον Πρωθυπουργό, μέχρι το σημείο να του υποδείξει να κυβερνήσει με τον Βελόπουλο.
Το εννοεί; Αυτή τη στιγμή ενδεχομένως. Αλλά όταν λέει ότι δεν θα συνεργαστεί με τη ΝΔ από τα συμφραζόμενα προκύπτουν δυο υποσημειώσεις:
Πρώτη: Δεν αναδεικνύει ταυτόχρονα ότι θα συνεργαστεί με τον Τσίπρα- παρ ότι δεν υπάρχει άλλος για τη «σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση», που αναφέρει ως στόχο του..
Δεύτερη: Όταν λέει «δεν πρόκειται να δώσω σωσίβιο σε μια κυβέρνηση της φθοροποιού στασιμότητας, όπως η Ν.Δ.» δεν αποκλείει εντελώς την πρωθυπουργία Μητσοτάκη , με … μια άλλη κυβέρνηση… Ήτοι μια κυβέρνηση μεταξύ τους. Για να «κυβερνηθεί η χώρα», όπως
θα μεταφραστούν οι πιέσεις -που θα δεχθεί, ή έχει ήδη δεχθεί.
Εκ παραλλήλου, με βάση τις εκτιμήσεις εκλογικών αποτελεσμάτων που μπορούν να γίνουν αυτή τη στιγμή, κάποιοι αναλυτές θεωρούν ότι το ΚΙΝΑΛ θα υποχρεωθεί να ενταχθεί σε κυβερνητικό συνασπισμό με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Για λόγους ιδεολογικούς και ιστορικούς –αν παραβλέψουμε την περίοδο Βενιζέλου, που δεν θεωρείται ωστόσο και πολύ ΠΑΣΟΚ.
Στην πραγματικότητα, επειδή τον τελικό λόγο θα έχουν οι ψηφοφόροι, απάντηση στο ερώτημα «με τον αστυφύλαξ ή με τον χωροφύλαξ» δεν υπάρχει.
Και επειδή -και γι αυτό- ο αναφορές του προέδρου του ΚΙΝΑΛ για τις μετεκλογικές επιλογές του περιέχουν αντιφάσεις και υπόκεινται σε αβεβαιότητες, προσπαθεί να το σώσει με ένα εύρημα: «Δεν θα είμαστε ρυθμιστές, αλλά πρωταγωνιστές».
Περισσότερο όμως ακούγεται σαν τον παλαιότερο εκδότη που έλεγε «δεν υποβάλω αιτήματα, δέχομαι αιτήματα» και σε έξι μήνες είχε χάσει τα πάντα.
Σε κάθε περίπτωση τα περί «πρωταγωνιστών» ακούγονται υπερβολικά για κάποιον που – κατά τους ρεαλιστές- το καλύτερο που περιμένει από την κάλπη είναι να τον βγάλει τρίτο κόμμα , με επιδόσεις καλύτερες από της προκάτοχου του.
Ότι και αν λένε οι αιθεροβάμονες ή όσοι πιστεύουν ότι μπορούν να δημιουργήσουν αυτοεκπληρούμενες προφητείες…
Στις επιλεκτικές εμφανίσεις του Ανδρουλάκη ορισμένοι διακρίνουν ότι υποδυόμενος τον πρωταγωνιστή επιχειρεί να «στήσει» μια μπλόφα που θα αποδώσει την κάλπη. Για να μην βρεθεί μετεκλογικά στο έλεος του Μητσοτάκη-ή και του Τσίπρα, αν έτσι αποφασίσουν οι αριθμοί.
Γιατί πέρα από τις ασκήσεις αισιοδοξίας, οι πιο έμπειροι αντιλαμβάνονται ότι το μέλλον του κρέμεται σε μια κλωστή. Για την ακρίβεια σε μια Κυριακή: αυτή που θα βγάλει αποτελέσματα με απλή αναλογική.
Όποιο ρόλο πρόκειται να παίξει θα τον παίξει εκεί- καθώς λογικά θα φτάσει στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων του…
Η πόλωση των επαναληπτικών εκλογών με την ενισχυμένη αναλογική και το διακύβευμα «τη Δευτέρα θα είναι πρωθυπουργός ή Μητσοτάκης ή ο Τσίπρας»- ακόμη και αν η πριμοδότηση δεν δώσει αυτοδυναμία- θα τον αποδυναμώσει.
Αυτό οδηγεί στον στόχο που αρκετοί βλέπουν ως τον καλύτερο δυνατό: όσο γίνεται μεγαλύτερο ποσοστό στις πρώτες εκλογές, για καλύτερη διαπραγμάτευση συμμετοχής σε κυβέρνηση .
Αν κάποιος δέσει κόμπο το «όχι με τη ΝΔ», αυτό μπορεί να οδηγεί σε κυβέρνηση Τσίπρα; Ο πρώτος που φαίνεται να το φοβάται αυτό είναι ο Μητσοτάκης.
Όχι αδίκως. Υπάρχουν εμφανείς διαρροές από όσους οδηγήθηκαν στη δική του κάλπη το 2019: Σημιτικοί, ακροδεξιοί , αλλά και …Νεοδημοκράτες που «δεν τον αντέχουν». Ή που δεν θέλουν να παραδώσουν οριστικά στην «οικογένεια Μητσοτάκη» τα κλειδιά του «κόμματος των Καραμανλήδων».
Με αυτά τα δεδομένα- και εφόσον πράγματι δεν υπάρχει προεξόφληση συνεργασίας, εγγυημένη από ισχυρές οικονομικές και μιντιακές δυνάμεις- το μέγαρο Μαξίμου διχάζεται απέναντι στον Ανδρουλάκη. Αν τον ζορίσουν πολύ θα τον στείλουν στον Τσίπρα. Με το μαλακό, θα του στείλουν τους πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.
Κάποιοι πάντως διακρίνουν ότι ο Πρωθυπουργός έχει στη φαρέτρα του και μια τρίτη επιλογή, τυπικά «Μητσοτακική»: τη μέθοδο που χρησιμοποίησε με τον Σταύρο Θεοδωράκη , όταν δεν τον ακολούθησε στην καταψήφιση των Πρεσπών: να του διαλύσει το κόμμα. Οι ενημερωμένοι λένε ότι υπάρχουν ήδη ρήγματα – με ονοματεπώνυμα.
Επίλογος: Καθώς στην πολιτική αναζητούνται πάντα τα «plan B», οι παρατηρητές προβληματίζονται ποια είναι αυτά, από τις δυο πλευρές. Δηλαδή από τις εξής …τρεις , καθώς στον υπολογισμό λαμβάνονται υπόψη και οι σχεδιασμοί του Τσίπρα.
Και για τους τρεις όμως δεν μπορεί να υπάρξει ασφαλής εκτίμηση, αν δεν ολοκληρωθούν οι διαδικασίες από τις οποίες θα περάσουν και οι τρεις, στο επόμενο διάστημα: τα συνέδρια των κομμάτων τους.
AΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR