Του Διογένη Λόππα
Φανταστείτε ότι ζείτε σε ένα νησί και περιμένετε εναγωνίως κάθε χρόνο να έρθουν οι τουρίστες, να ανοίξουν ξενοδοχεία, εστιατόρια και μαγαζιά, για να βγάλετε λίγα χρήματα να βγει ο χειμώνας.
Ξάφνου αντιλαμβάνεστε έντρομοι ότι οι τουρίστες έρχονται μεν στο νησί, αλλά αμέσως επιβιβάζονται στο πλοίο και φεύγουν σούμπιτοι απέναντι στην Τουρκία, που τα ξενοδοχεία έχουν βαφτιστεί οικολογικά και είναι συμβατά με την πράσινη μετάβαση.
Όμως η έκπληξή σας, δεν σταματάει εκεί. Μαθαίνετε ότι το κράτος επιδοτεί τους τουρίστες να πάνε στην απέναντι ακτή, πληρώνοντας τα μισά λεφτά του τουριστικού τους πακέτου.
Το παράδειγμα μπορεί να φαίνεται τραβηγμένο, είναι όμως η απτή πραγματικότητα στη Γερμανία. Εκεί όπου ένα ευμεγέθες κομμάτι του πληθυσμού εργάζεται (εργαζόταν είναι ο σωστός χρόνος) είτε απευθείας στην αυτοκινητοβιομηχανία, είτε στις χιλιάδες μικρότερες ή μεγαλύτερες επιχειρήσεις που παρέχουν σχετικά εξαρτήματα και υπηρεσίες.
Οι εισαγωγές κινέζικων ηλεκτρικών οχημάτων αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, ενω ταυτόχρονα επιδοτούνται άμεσα από τον κρατικό προϋπολογισμό, για να επιτευχθεί η πράσινη μετάβαση. Είναι γνωστό σε όλους ότι τα κινέζικα ηλεκτρικά οχήματα είναι όχι μόνο φθηνότερα, αλλά και πολύ ανώτερα των ευρωπαϊκών. Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά οι ειδικοί εστιάζουν σε τρεις κρίσιμες παραμέτρους:
Πρώτον, το εργατικό κόστος στην Κίνα παραμένει σημαντικά χαμηλότερο του αντίστοιχου δυτικού. Δεύτερον, η Κίνα μέσω μιας επίπονης πολυετούς διείσδυσης στην Αφρική έχει εξασφαλίσει κρίσιμες πρώτες ύλες για τις μπαταρίες. Τρίτον, η Κίνα εισάγει πάμφθηνο φυσικό αέριο από τη Ρωσία, ενώ η Γερμανία εξαρτάται από τις εισαγωγές πανάκριβου LNG από τις ΗΠΑ.
Έτσι οι Γερμανοί έκπληκτοι παρακολουθούν την αποβιομηχάνιση της χώρας τους, την κατάρρευση της οικονομίας και την αποσταθεροποίηση του πολιτικού του; συστήματος, το οποίο αντί να αντιδρά σε όλα αυτά, συνεχίζει να επιδοτεί τα κινέζικα εργοστάσια απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Φυσικά η κατάσταση είναι αρκετά περίπλοκη για να λυθεί εν μία νυκτί με τραμπικές συνταγές, ωστόσο αυτό δεν πρόκειται να αποτρέψει τους ψηφοφόρους στα φτωχά ανατολικά ομόσπονδα κράτη από το να στείλουν το κατάλληλο μήνυμα. Και βέβαια δεν θα ψηφίσουν κεντροαριστερά.
Το μεταπολεμικό πολιτικό σύστημα της Ευρώπης είναι καθρέφτης του αμερικανικού. Για αυτό και οι εξελίξεις στις ΗΠΑ αποτελούν προάγγελο αλλαγών στην Ευρώπη. Και τα νέα από τις ΗΠΑ δεν είναι καθόλου καλά για το κυρίαρχο σύστημα της μοναδικής άποψης.
Εκεί φαίνεται πια ότι οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί και ότι οι Ρεπουμπλικανοί κατεβαίνουν ανοιχτά ως υπερασπιστές της δημοκρατίας και της ελευθερίας της άποψης, απέναντι σε ένα δημοκρατικό κόμμα που ρέπει απροκάλυπτα προς τον απόλυτο αυταρχισμό.
Αξίζει να παρακολουθήσει κανείς την ομιλία προσχώρησης του Ρόμπερτ Κένεντι τζούνιορ, όπου εξηγεί με ωμό τρόπο τη μετάλλαξη των δημοκρατικών σε αυταρχικό καθεστώς, κάτι που τελικά οδήγησε τον ίδιο, που εκπροσωπεί μια οικογένεια παραδοσιακό πυλώνα της δημοκρατικής παράταξης, στο να υποστηρίξει τελικά τον Τραμπ.
Τον Τραμπ, που αναμφίβολα θα εκλεγεί πανηγυρικά πρόεδρος για δεύτερη φορά στις 5 Νοεμβρίου. Άσχετα με τις εκτιμήσεις των δημοσκοπήσεων (λογικά αφού το κυρίαρχο σύστημα έχει καταστήσει ντροπιαστικό και άξιο χλευασμού το να ψηφίζει κάποιος Τραμπ) είναι πασιφανές ότι παίζει χωρίς αντίπαλο και ότι ο μόνος τρόπος να χάσει την εκλογή είναι είτε μια επιτυχημένη αυτή τη φορά απόπειρα δολοφονίας, είτε νοθεία.
Αυτή η μετάλλαξη του αμερικανικού πολιτικού συστήματος αντικατοπτρίζεται και στην Ευρώπη, όπου σε Γαλλία και Γερμανία θα έχουμε σύντομα αναταράξεις. Ο βασικός λόγος είναι η καθολική ενσωμάτωση των τριών παραδοσιακών πολιτικών χώρων στο κυρίαρχο αφήγημα, σε τέτοιο βαθμό, ώστε ουσιαστικά να μιλάμε για ένα κόμμα. Κεντροδεξιά, σοσιαλιστές και αριστερά, μοιάζουν τόσο πολύ, που αδυνατείς να βρεις τις διαφορές τους, για αυτό και στη Γερμανία συνεργάζονται πολύ άνετα ο ένας με τον άλλον.
Οι δύο πρόσφατες πολεμικές αναμετρήσεις σε Ουκρανία και Γάζα, έφεραν τις πολιτικές αυτές παρατάξεις ακόμα πιο κοντά. Και οι τρείς στηρίζουν αναφανδόν τους warmongers (όρο που εισήγαγε ο καθηγητής Mearsheimer και που η πιο κοντινή ερμηνεία του στα ελληνικά είναι ”πολεμοκάπηλος”) ένθεν κακείθεν του ατλαντικού. Και οι τρεις θεωρούν ιερές αγελάδες τα κάθε λογής μονοπώλια που έχουν κάτσει στο σβέρκο των χαμηλότερων οικονομικά τάξεων και που τροφοδοτούν τις διαλυτικές κρίσεις της στέγης και της ακρίβειας. Και οι τρεις σιχαίνονται τις ταυτότητες ”από όπου και αν προέρχονται” και κατά συνέπεια ευνοούν τη μετανάστευση και τον ακραίο δικαιωματισμό.
Το πιο εντυπωσιακό από όλα όμως είναι ότι και οι τρεις παραδοσιακοί πολιτικοί χώροι στηρίζουν άνευ αστερίσκων την εκλογή της ανεκδιήγητης Κάμαλα Χάρις, αρκεί να ανακοπεί ο ”επικίνδυνος” τραμπισμός. Και ενώ για τους σοσιαλιστές και την αριστερά κάτι τέτοιο είναι σχεδόν θεμιτό, αν υιοθετήσουμε ως δικαιολογία ότι δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί τη μετάλλαξη των δημοκρατικών σε ολοκληρωτικό καθεστώς, για την κεντροδεξιά αποτελεί παράδοξο πρώτου μεγέθους.
Τελικά σε ΗΠΑ και Ευρώπη, γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι οι παραδοσιακοί πολιτικοί διαχωρισμοί αποτελούν αμετάκλητα παρελθόν. Ο μέσος δυτικός πολίτης με την ιστορία του, τις παραδόσεις του και τη συγκεκριμένη πολιτική του κουλτούρα που εδράζεται στα κείμενα του Αριστοτέλη και στα δρώμενα του Αριστοφάνη, έχει να επιλέξει από τη μία πλευρά την παράταξη των warmongers και της οργουελικής κοινωνίας των μονοπωλίων και της ισοπέδωσης και από την άλλη οποιαδήποτε εναλλακτική που απλά εναντιώνεται στην πρώτη επιλογή και που προσπαθεί να σταθεί δειλά δειλά στα πόδια της και να αποκτήσει ανάστημα και εκπροσώπηση.
Αν στην Ελλάδα αναρωτιόμαστε τι έχουν τα έρμα και ψοφάν, η απάντηση δεν βρίσκεται ούτε στη διαρκή τελενοβέλα του ΣΥΡΙΖΑ (τέτοιο σενάριο ούτε η Έλενα Ακρίτα δεν είχε ποτέ φανταστεί), ούτε στην αγωνία για το ποιά μετριότητα θα παραλάβει τα ηνία του πεθαμένου ΠΑΣΟΚ από τον Ανδρουλάκη. Ακόμα και η ίδια η φαντασίωση μιας μεγάλης κεντροαριστεράς που θα απειλήσει την κυριαρχία Μητσοτάκη, μοιάζει πια παρωχημένη, με αυτά που έρχονται από Γερμανία, Γαλλία και ΗΠΑ.
Ποιά κεντροαριστερά? Της Ούρσουλα, της Κάλας και του Βολοντίμιρ? Του ”βάστα Νετανιάχου”? Των ξένων επενδύσεων και των ανεμογεννητριών? Του χρηματιστηρίου ενέργειας? Των οικονομικών κυρώσεων δεξιά και αριστερά χωρίς αύριο και χωρίς μέριμνα του εθνικού συμφέροντος? Των ιερών αγελάδων της ακρίβειας και της στεγαστικής καταστροφής? Της θάλασσας που δεν έχει σύνορα?
Γιατί από όσα έχουμε δει ως τώρα, όλοι οι υποψήφιοι ταγοί που θα ηγηθούν κάποτε του χώρου, μπορεί να είναι καλοί στα λόγια, αλλά όταν η κουβέντα έρχεται στα παραπάνω, οι απαντήσεις είναι πανομοιότυπες και ουσιαστικά δεν διαφέρουν σε τίποτα από αυτές της παραπαίουσας κυβέρνησης. Γιατί όταν η συζήτηση ξεφεύγει από το lifestyle και έρχεται στα επίμαχα, η απάντηση είναι there is no alternative, αλλά εμείς θα σας φτωχύνουμε καλύτερα και επιπλέον δεν θα κλέβουμε.
Δύο τινά μπορεί να συμβούν: Είτε η μη ενσωματωμένη δεξιά θα υπερβεί τις κηραλοιφές και θα αναδείξει σοβαρή υπολογίσιμη ηγεσία, είτε η ενιαία κεντροαριστερά θα υπερβεί την παρωχημένη πολιτική της πλατφόρμα. Όποιος το καταφέρει πρώτος, θα σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση.
Σίγουρα όμως το πρόβλημά μας δεν είναι ο Κασσελάκης.