Δύο ρεπορτάζ όσα χίλιες λέξεις

Του Γιάννη Γουσιόπουλου

Η φετινή ακαρπία της ελιάς και το έθιμο στολισμού του χριστουγεννιάτικου δέντρου έδωσαν την ευκαιρία στις πρωινές ενημερωτικές εκπομπές για δύο καταπληκτικά ρεπορτάζ που προφανώς κέντρισαν το ενδιαφέρον των τηλεθεατών και θα αποτελέσουν αντικείμενο συζητήσεων, πιθανόν και αφορμή τρολαρίσματος των σατυρικών εκπομπών και του διαδικτύου.

Κατά το πρώτο άγνωστοι έκλεψαν το λάδι από τα καντήλια στο Α΄ Νεκροταφείο Θεσσαλονίκης, κατά το δεύτερο έκλεψαν τις μπάλες από το στολισμένο χριστουγεννιάτικο δένδρο την πλατεία Κλαυθμώνος.

Στο γεγονός αυτό, η ευρηματικότητα και η προσαρμοστικότητα των δραστών είναι η κωμική πλευρά του θέματος, η δραματική είναι οι αιτίες των κλοπών αυτές καθ΄ αυτές,  στα πλαίσια μίας πρωτοφανούς έξαρσης του φαινομένου για τα ελληνικά δεδομένα.

Η έξαρση των κλοπών μαζί με εκείνη της βίας θαμπώνει το αφήγημα της κυβέρνησης ότι η οικονομία της χώρας πηγαίνει καλά – το επιβεβαιώνουν οι οίκοι αξιολόγησης, ότι πέφτει η ανεργία από τις ιδιωτικές επενδύσεις που η κυβέρνηση προωθεί – το δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία.

Η προώθηση των ιδιωτικών επενδύσεων που θα προκαλέσει τη μείωση της ανεργίας και η οποία με τη σειρά της θα φέρει την ευημερία στη χώρα, αποτέλεσε την προμετωπίδα του προγράμματος της Ν.Δ. σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το ΄19 έως σήμερα, εκλογές τις οποίες και κέρδισε πανηγυρικά.

Είναι αλήθεια ότι  προωθούνται οι ιδιωτικές επενδύσεις, είναι αλήθεια ότι ευημερούν οι αριθμοί της οικονομίας, κατά τη ρήση του γνωστού γέρου της Δημοκρατίας.

Όμως παρ΄ όλα αυτά, οι κλοπές και η βία αυξάνονται  με γεωμετρική πρόοδο, οι διάφορες κοινωνικές ομάδες η μία μετά την άλλη περνούν στα όρια της φτώχιας, η κοινωνία περνά στην οικονομική εξαθλίωση, στην κοινωνική εξαχρείωση.  

Απλά, απλούστατα, γιατί ο μισθός μίας ολόκληρης γενιάς εργαζομένων είναι τα 700 ευρώ. Είναι οι μισθός που χαρακτηρίζει την κυβέρνηση, τους θεσμούς και την τρόικα που  κυβέρνησαν πριν, τη νεοφιλελεύθερη οικονομία γενικώς, που στα χρόνια που ζούμε είναι στα επάνω της.    

Είναι τα 700 ευρώ μίας οικογένειας που ακόμη και αν έγιναν 1400 επειδή βρήκε δουλειά ένα δεύτερο άτομο λόγω μείωσης της ανεργίας, δεν αποτελούν έναν μισθό των περιόδων προ κρίσης. Πόσο μάλλον ο ένας!

Οι χαμηλοί μισθοί των εργαζομένων, όπως και η ακρίβεια, η κερδοσκοπία των εταιριών, η ανυπαρξία ελεγκτικών μηχανισμών είναι βασικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία μίας νεοφιλελεύθερης οικονομίας.  

Προ κρίσης φυσικά η κατάσταση σε πολλά άλλα δεν ήταν καλή. Φυσικά στο μέλλον ο άκρατος οικονομικός φιλελευθερισμός θα περάσει εκ του αποτελέσματος στον χρόνο της απομυθοποίησης, της λήθης, του αναθέματος. Φυσικά και η χώρα θα περάσει στην επόμενη μέρα.

Αυτό θα γίνει αφού η οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση θα πιάσει πάτο. Αφού θα έχει αποκαλυφθεί ο σκανδαλώδης τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση προωθεί τις ιδιωτικές επενδύσεις. Αφού θα έχει αποδειχθεί η ελαφρότητα με την οποία η κυβέρνηση  γενικώς διαχειρίζεται το δημόσιο χρήμα. Αφού το όποιο εκσυγχρονιστικό έργο παράγει η κυβέρνηση, θα έχει αρχίσει να χάνει τη λάμψη του. Αφού η διαχείριση των εθνικών θεμάτων θα αμφισβητείται όλο και περισσότερο, δικαίως ή αδίκως, από τη λαϊκή δεξιά και την ακροδεξιά.

Κάτι μου λέει πως από τώρα και στο εξής δραματικά και κωμικά γεγονότα στην επικαιρότητα εναλλασσόμενα μεταξύ τους, θα το καμβάς μίας θλιβερής καθημερινότητας.