Tου Μέλιου Ανδρικόπουλου
Η χώρα δεν χάνεται. Η χώρα έχει πλέον χαθεί.
Σε όλα τα επίπεδα. Δεν είναι μια πικρόχολη και απαισιόδοξη διαπίστωση. Είναι μία απτή πραγματικότητα, για όσους ή όσες διατηρούν ακμαίο το επίπεδο αντίληψης και μπορούν να βλέπουν τα πράγματα καθαρά, χωρίς παρωπίδες οποιασδήποτε απόχρωσης.
Η Ελλάδα του πρόσφατου παρελθόντος, δεν υπάρχει πια.
Η Ελλάδα της χαράς, του γέλιου, των αμέριμνων περιπάτων, της φιλικής γειτονιάς, των ζεστών χαμογελαστών και καλοκάγαθων ανθρώπων, της σχετικής ευκολίας να βρεις απασχόληση, των αληθινών συγγενικών, κοινωνικών και φιλικών σχέσεων, της δυνατότητας να δημιουργείς, να οραματίζεσαι το αύριο, της αίσθησης ασφάλειας να πηγαίνεις παντού –οποιαδήποτε ώρα– χωρίς φόβο, έχει χαθεί οριστικά.
Η Ελλάδα μας, όπως την ξέραμε, όπως την ζήσαμε, όπως την χαρήκαμε, δεν υπάρχει πια. Σήμερα ζούμε «ξένοι» στη χώρα μας, μέσα σ’ ένα βάρβαρο, εχθρικό περιβάλλον, και μιας πολιτείας, όχι απλά απούσας από τα προβλήματα των Ελλήνων, αλλά επικίνδυνης απέναντι στους πολίτες, απόμακρης όσες φορές δεν είναι σαφέστατα εχθρική, και (αλλοίμονο!) αυτές οι φορές, όσο περνάει ο καιρός, αυξάνουν.
Είμαστε τραγικά τυχεροί, εμείς οι παλιότεροι, που ζήσαμε αυτή την όμορφη, περήφανη, ανεξάρτητη και αυτάρκη Ελλάδα και είμαστε βαθύτατα θλιμμένοι, σήμερα, κάτω από ένα διαρκές σοκ, βλέποντας καθημερινώς να χάνεται οριστικά, να ξεπουλιέται καθημερινά και από ένα κομμάτι της, μαζί με κομμάτια από την ψυχή μας, μαζί με κομμάτια από την ύπαρξή μας.
Ας αναλογιστούμε, όμως, ας σκεφτούμε γιατί φτάσαμε ως εδώ, γιατί φτάσαμε στο σημείο να μην αναγνωρίζουμε πλέον τη χώρα μας, να μην αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας μέσα στον απίστευτο αχταρμά ανθρώπινων υπάρξεων, όπου ο χαμένος καθημερινά και σταθερά είναι ο απλός άνθρωπος, ο κάποτε υπερήφανος ελληνικός λαός, ο πάντα τόσο ευκολόπιστος και πάντα τόσο προδομένος.
Μια προδοσία που συντελείται καθημερινά, συστηματικά, με όλα τα μέσα, με όλους τους τρόπους, αδιάκοπα, μέρα και νύχτα. Τι να προλάβει να αφομοιώσει ο άνθρωπος; Ποια επίθεση να πρωτοαποκρούσει; Προς ποια κατεύθυνση να πάει; Από πού να πιαστεί; Ποιους να εμπιστευτεί; Με ποιους να παλέψει; Πού να συναντήσει τον εχθρό ν’ αναμετρηθεί μαζί του και όποιος νικήσει ας νικήσει…
Ο πόλεμος πλέον εναντίον του ανθρώπου, είναι υπόγειος, είναι ύπουλος, είναι συστηματικός, είναι απρόσωπος, δεν έχει διεύθυνση και ενώ έχει πολλά κεφάλια, δεν έχει πρόσωπο. Πώς μπορεί ο μέσος άνθρωπος να βρει άκρη μ’ αυτή την υπερμεγέθη Λερναία Ύδρα; Όταν μάλιστα έχουν φροντίσει και το φροντίζουν καθημερινά, να τον χτυπούν αλύπητα με όλα τα μέσα, με όλους τους μηχανισμούς που διαθέτουν; Και ενώ βλέπουν γονατισμένο, εξαθλιωμένο, αδύναμο, θολωμένο τον ελληνικό λαό, συνεχίζουν να τον χτυπούν ακόμη πιο δυνατά, ακόμη πιο άγρια, ακόμη πιο ανελέητα. Τελικός σκοπός: η απόλυτη και οριστική εξαφάνισή του. Το μέγα ερώτημα που τίθεται είναι αν θα τα καταφέρουν.