Ενταση και πάγωμα του καλωδίου Ελλάδας Κύπρου

Toυ Μελέτη Ρεντούμη

Το πρόσφατο επεισόδιο στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας  Κύπρου φέρνει στην επιφάνεια με ιδιαίτερη ένταση τις βαθιές αντιθέσεις που υπάρχουν όσον αφορά το οικονομικό πλαίσιο της συνεργασίας, αλλά και την πολιτική διάσταση που συνοδεύει ένα τόσο στρατηγικό έργο.

Σύμφωνα με κυπριακά δημοσιεύματα, ο ΑΔΜΗΕ φέρεται να έχει αποστείλει επιστολή προς τη ΡΑΕΚ ζητώντας να ανατραπεί η απόφαση που αναγνώριζε μόνο 82 εκατ. ευρώ ως δαπάνες και να γίνει δεκτή η ανάκτηση συνολικών δαπανών ύψους 251 εκατ. ευρώ, σε βάθος χρόνου βέβαια ανάλογα με την απόσβεση του έργου.

Η αντίδραση της κυπριακής πλευράς ήταν άμεση και σφοδρή. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, κατηγόρησε τον ΑΔΜΗΕ για απόπειρα εκβιασμού και δήλωσε ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση δεν εκβιάζεται.

Έτσι η Λευκωσία, σε υψηλούς τόνους, τόνισε ότι δεν πρόκειται να υπερβεί τα όρια της συμφωνίας που έχει υπογραφεί και ότι δεν θα αποδεχθεί μονομερείς απαιτήσεις που αλλοιώνουν το πλαίσιο συνεργασίας.

Από την πλευρά του ο ΑΔΜΗΕ έσπευσε να διαψεύσει ότι έχει υποβάλει άμεση απαίτηση των 251 εκατ. ευρώ και διευκρίνισε ότι ήδη αναγνωρίζει και διεκδικεί τη συμφωνημένη πρώτη δόση των 25 εκατ. για το 2025.

Παρά την διάψευση όμως, ο ίδιος υπογραμμίζει ότι έχει ασκήσει ένσταση στη ΡΑΕΚ για το γεγονός ότι η ΡΑΕΚ δεν αναγνώρισε όλες τις δαπάνες που έχει ήδη πραγματοποιήσει ο ΑΔΜΗΕ και ζητεί την αναγνώριση του συνόλου των δαπανών, ακόμη και αν η ανάκτησή τους γίνει μετά την ηλέκτριση του έργου.

Η στάση της Κύπρου αποτυπώνει ουσιαστικά τρεις βασικές στρατηγικές επιδιώξεις. Πρώτον, η Κυπριακή Δημοκρατία επιδιώκει να προστατεύσει τα συμφέροντα του καταναλωτή και να αποφύγει να αναλάβει υπερβολικό κόστος ήδη κατά τη φάση κατασκευής.

Δεύτερον, με την αποφασιστική αντίδραση στέλνει μήνυμα ότι δεν θα αποδεχθεί μονομερείς διεκδικήσεις που αλλοιώνουν τις ισορροπίες μεταξύ των μερών και  τρίτον, διατηρεί μια πίεση προκειμένου η ελληνική πλευρά και ο ΑΔΜΗΕ να επαναπροσδιορίσουν τις υποχρεώσεις, το χρονοδιάγραμμα και τον τρόπο κατανομής του κόστους, χωρίς παρόλα αυτά να δείχνει ιδιαίτερο ζήλο για την πραγματική έναρξη του έργου.

Από την ελληνική πλευρά, ο ΑΔΜΗΕ βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση, καθώς πρέπει να υπερασπιστεί τα οικονομικά του συμφέροντα και να εμπεδώσει την αξιοπιστία του ως διαχειριστής ενός τόσο πολύπλοκου έργου, αλλά ταυτόχρονα δεν μπορεί να προκαλέσει ρήξη με την Κύπρο, που αποτελεί αναπόσπαστο εταίρο του σχεδίου.

Η ένσταση που έχει κατατεθεί στη ΡΑΕΚ δείχνει ότι ο ΑΔΜΗΕ εντός του νομικού πλαισίου, επιδιώκει να επαναφέρει το ζήτημα των πραγματικών δαπανών που έχει κάνει, υπό το επιχείρημα ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο και οι συμβατικοί όροι του έργου πρέπει να αναγνωρίζουν τις επενδύσεις που προηγήθηκαν.

Σε κάθε περίπτωση, το πολυσύνθετο αυτό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον καθιστά το έργο ευάλωτο σε καθυστερήσεις και εντάσεις. Η απόκλιση των προσδοκιών στα θέματα των οικονομικών απαιτήσεων υποσκάπτει την εμπιστοσύνη μεταξύ των μερών και καθιστά δυσκολότερη τη συνεννόηση στα επόμενα στάδια.

Επιπλέον, η Τουρκία, που ήδη παρακολουθεί με ενδιαφέρον και έχει κάθε κίνητρο να τορπιλίσει το εγχείρημα για γεωπολιτικούς λόγους, μπορεί να εκμεταλλευθεί αυτή τη ρήξη ή ένταση για να ενισχύσει τις αντιστάσεις και τις διεκδικήσεις της στη ΝΑ Μεσόγειο.

Παρά την προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης με πρωτοβουλία και δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, αν η Κύπρος και η Ελλάδα δεν καταφέρουν σύντομα να συμφωνήσουν σε έναν ρεαλιστικό και αμοιβαία αποδεκτό οικονομικό συμβιβασμό, το έργο διατρέχει τον κίνδυνο παγώματος ή σημαντικής επιβράδυνσης. Σε αυτή την περίπτωση, οι καθυστερήσεις θα πολλαπλασιαστούν, το κόστος θα εκτοξευτεί και η αξιοπιστία του εγχειρήματος θα πληγεί.

Συμπερασματικά, η σημερινή κρίση αποκαλύπτει ότι δεν αρκεί η πολιτική βούληση και η στρατηγική σημασία του έργου για να υπερβεί τις δυσκολίες του. Χρειάζεται σαφής και δίκαιος οικονομικός μηχανισμός κατανομής κόστους και ανάκτησης δαπανών, διαφανής διαδικασία ελέγχου στοιχείων και αυτή τη στιγμή απαιτείται ταχεία αποκλιμάκωση και συνεννόηση ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη και να μην χαθεί η ευκαιρία να προχωρήσει το έργο υπό τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις, που θα αναβαθμίσει γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά, τόσο την Κύπρο όσο και την Ελλάδα.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός