
Του Αντώνη Κοτσακά
Οι προοδευτικοί πολίτες, οι αριστεροί άνθρωποι, οι νέες και οι νέοι καταλογίζουν πολλά αρνητικά στον καπιταλισμό για τη δυστοπία που βιώνει η ανθρωπότητα. Αν όμως ερωτηθούν για το πολιτικό σύστημα που επιθυμούν, απαντούν με αμηχανία. Η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1989, η αναδιαμόρφωση γεωστρατηγικών ζωνών επιρροής, η μετάβαση από τον διπολικό στον πολυπολικό κόσμο έχουν ορατές συνέπειες.
Αν αυτά συνδυαστούν με τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήμης, αντιλαμβανόμαστε τους λόγους της αμηχανίας. Είναι προφανές ότι ο καπιταλισμός, όταν φτάνει σε κρίσεις, προχωρεί σε υπερβάσεις. Ομως η Αριστερά σήμερα δεν έχει επεξεργασμένη συνολική πρόταση (Alternativa) για τον τρόπο οργάνωσης των σύγχρονων κοινωνιών.
Η πληθυντική Αριστερά πρέπει γρήγορα να επεξεργαστεί και να διαμορφώσει συνολική πρόταση-πολιτικό σχέδιο, με βάση τα νέα δεδομένα. Μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες, η βασική διαιρετική τομή ήταν μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Σήμερα όμως, υπάρχουν και νέες διαιρετικές τομές. Είναι η κλιματική κρίση, είναι το δημογραφικό, είναι το μεταναστευτικό, η ρομποτική στην παραγωγή, η βιοτεχνολογία και η βιοηθική, η τεχνητή νοημοσύνη και τόσα άλλα.
Μέχρι και τον περασμένο αιώνα η μυϊκή εργατική δύναμη (προλεταριάτο) αποτελούσε το εν δυνάμει συλλογικό υποκείμενο ανατροπής. Σήμερα όμως το πρεκαριάτο, τα δεκάδες εκατομμύρια νέοι άνθρωποι με εξειδίκευση και εκπαίδευση βρίσκονται σε επισφάλεια ή στην ανεργία. Αν η παγκόσμια αριστερή διανόηση δεν επεξεργαστεί θέσεις πάνω σ’ αυτά, η δική μας Αριστερά θα υποκατασταθεί από άλλες δυνάμεις με απρόβλεπτες συνέπειες για τον άνθρωπο. Ο καμβάς πάνω στον οποίο θα αποτυπωθούν οι επεξεργασίες δεν είναι άλλος από τη μαρξιστική επιστήμη. Οχι αναθεώρηση ή απόρριψη του μαρξισμού αλλά αναγκαία επικαιροποίηση, στη βάση των νέων δεδομένων.
Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Το πολιτικό σύστημα έχει κουράσει και έχει κουραστεί. Οι κάθε λογής δημοσιολογούντες αναλύουν την κατάσταση με προσανατολισμό στον μεσαίο χώρο. Εχει δημιουργηθεί ένα «νεφέλωμα». Μονίμως διαπιστώνουμε στις αναλύσεις αναφορές σε Κεντροαριστερά και Κεντροδεξιά. Μήπως ισχύει το λεχθέν ότι Κεντροαριστερά και Κεντροδεξιά είναι κάτι που δεν μπορεί ή δεν θέλει να είναι Αριστερά ή Δεξιά;
Μας ενδιαφέρει περισσότερο «ο χώρος» της Κεντροαριστεράς. Το πολιτικό προσωπικό του συγκεκριμένου χώρου δείχνει να πάσχει από έναν ιδιότυπο πολιτικό συντηρητισμό. Εμμένει σε στερεότυπα, επεξεργασίες αλλά και πρακτικές περασμένων δεκαετιών. Αδυνατεί να επεξεργαστεί τα νέα δεδομένα. Αλλωστε στην πολιτική επιστήμη δεν υπάρχει θεωρητικό-ιδεολογικό πλαίσιο περί μεσαίου χώρου. Στον ευρωπαϊκό χώρο παρατηρείται εκτεταμένη ρευστοποίηση και προσπάθεια διαμόρφωσης νέων συλλογικών υποκειμένων.
Στην Ιταλία, για παράδειγμα, τα δύο κόμματα που ήταν κυρίαρχα για δεκαετίες έχουν εξαφανιστεί. Τόσο οι Χριστιανοδημοκράτες όσο και οι Κομμουνιστές. Στη χώρα μας εξαιτίας της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, υπάρχει πλέον ισχυρή κοινωνική αντιπολίτευση. Δεν βρίσκει όμως πολιτική αντιστοίχηση. Δεν υπάρχει πολιτικός φορέας με δυνατότητα να την εκφράσει. Αυτό οδηγεί σε αντισυστημισμό και σε αποχή από τις εκλογές (60%) που θέτει ουσιαστικό ζήτημα δημοκρατίας. Ο θυμός των πoλιτών δεν βρίσκει έκφραση. Ετσι θα έχουμε μια αλληλουχία γεγονότων. Η κρίση εμπιστοσύνης οδηγεί σε κρίση εκπροσώπησης η οποία θα επιφέρει κρίση διακυβέρνησης.
Η μονοσήμαντη αντικυβερνητική αντιπολίτευση και οι προτάσεις των κομμάτων, του προοδευτικού χώρου, σηματοδοτούν πιθανόν πλαίσιο καλύτερης διαχείρισης, όταν όμως το ζητούμενο είναι η εναλλακτική διακυβέρνηση. Οι αναφορές στο πολιτικό Κέντρο τελικά λειτουργούν αποπροσανατολιστικά. Κατά την άποψή μας, το πολιτικό Κέντρο εμπεριέχει τρεις συνιστώσες: τα μεσαία στρώματα, τον μεσαίο χώρο και το πολιτικό Κέντρο.
Τα μεσαία στρώματα, προσδιορίζονται από την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία και από τα εισοδήματά τους.
Ο μεσαίος χώρος προσδιορίζεται από αντιλήψεις και αξίες, ίσως και από οικογενειακές παραδόσεις. Εμπεριέχει και εργαζόμενους και εργοδότες. Το πολιτικό Κέντρο ως εκλογική καταγραφή είναι πολύ μικρό μέγεθος, από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν.
Τα μεσαία στρώματα,μπορούν να ταυτιστούν και να συμπορευθούν σε μια πορεία με εναλλακτικό προσανατολισμό. Ο μεσαίος χώρος όμως είναι δύσκολο να συμπορευθεί στο σύνολό του. Το πολιτικό Κέντρο, και εξαιτίας του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου, από την περίοδο του 2015, ελάχιστα θα συμβάλει.
Τι μπορούμε να κάνουμε;
Ο χρόνος πιέζει και οι συστημικές δυνάμεις μπορεί να επιλέξουν πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Η επιδίωξη για κοινά αποδεκτή προγραμματική συμφωνία πρέπει να ξεκινήσει άμεσα. Ενδεικτικά παραθέτουμε ορισμένους άξονες θεματικών ως κατ’ αρχήν πλαίσιο, που προφανώς μπορούν να αλλάξουν ή να τροποποιηθούν με την προσθήκη και άλλων.
1. Μπορούμε να συμφωνήσουμε ή όχι ότι με δεδομένη την ένταξή μας σε υπερεθνικούς οργανισμούς (ΝΑΤΟ-ΕΟΚ) προτάσσουμε τα εθνικά συμφέροντα και όχι τους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις των οργανισμών;
2. Μπορούμε να συμφωνήσουμε ή όχι ότι το δημογραφικό αποτελεί προτεραιότητα και να προτείνουμε μέτρα;
3. Μπορούμε να συμφωνήσουμε για την κλιματική κρίση και να δώσουμε απάντηση για τα ορυκτά καύσιμα;
4. Μπορούμε ή όχι να επεξεργαστούμε θέσεις και προτάσεις για την τεχνολογία και την επιστήμη, σε ανθρωποκεντρική λογική;
5. Μπορούμε ή όχι να συμφωνήσουμε και να εξειδικεύσουμε θέσεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση;
6. Μπορούμε ή όχι να συμφωνήσουμε στην ανάγκη μείωσης των άδικων έμμεσων φόρων;
7. Μπορούμε ή όχι να προσδιορίσουμε τις τάξεις και τα στρώματα των οποίων τις επιδιώξεις θα προωθήσουμε (κοινωνική συμφωνία);
8. Συμφωνούμε ή όχι ότι τα «κοινά αγαθά» προστατεύονται και δεν εμπορευματοποιούνται;
9. Μπορούμε ή όχι να συμπέσουμε σε κοινά αποδεκτές τροποποιήσεις εν όψει της συνταγματικής αναθεώρησης;
10. Μπορούμε ή όχι να συμφωνήσουμε ότι κανείς μόνος του -ως κόμμα- δεν μπορεί να διαμορφώσει όρους εναλλακτικής κυβερνητικής διεξόδου;
Είναι προφανές ότι το εγχείρημα είναι δύσκολο. Απαιτεί και προϋποθέτει πολιτική βούληση, αμοιβαίες υποχωρήσεις, χωρίς κομματικούς εγωισμούς και κατανόηση των αναγκών της συγκυρίας. Μια τέτοια συμφωνία μπορεί να συνενώσει όλο το εύρος των προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων.
Αν δεν το επιτύχουμε, θα έχουμε χαρίσει στις συστημικές δυνάμεις άλλη μία τετραετία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον λαό και τη χώρα.