Του Γ. Λακόπουλου
Αν στον ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές δεν έχουν παρά να κάνουν κάτι απλό: να προβάλουν διαρκώς τη συζήτηση της 23ης Μαΐου στη Βουλή για την Οικονομία. Ήταν η συμπύκνωση της εικόνας της πολιτικής σκηνής τα τελευταία χρόνια: ανέδειξε ανάγλυφα κομματικές, πολιτικές, προσωπικές δυνατότητες, ιδεολογικές ταυτότητες.
Ο καθένας από τους πολιτικούς αρχηγούς κινήθηκε στα κυβικά του. Ας δούμε αναλυτικά τους κεντρικούς πρωταγωνιστές της συζήτησης:
Πήρε το λόγο ο Πρωθυπουργός και ανέπτυξε τις θέσεις του. Ήρεμα, με πολιτικά και οικονομικά επιχειρήματα, με ευπρέπεια και χωρίς να θίξει προσωπικά κανέναν- ενδιαμέσως και με χιούμορ. Μίλησε ρεαλιστικά και με βάση τα πολιτικά δεδομένα.
Έκανε κριτική στους αντιπάλους του, συνέκρινε το παρελθόν με το παρόν, παρουσίασε την πορεία της χώρας επί των ημερών του για έξοδο από το Μνημόνιο και το σχέδιο της κυβέρνησής του για την συνέχεια. Αυτό το σχέδιο που είναι αποτυπωμένο σε χαρτί -το είχαν όλοι οι βουλευτές -και μπορεί να βρει και να αξιολογήσει οποιασδήποτε. Να δει τις προτεραιότητες, τις επιλογές, τους στόχους.
Συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με όσα είπε ήταν μια συγκροτημένη κοινοβουλευτική παρουσία. Μια πολιτική εμφάνιση. Ακόμη και όταν στη δευτερολογία του απάντησε στις προκλήσεις που δέχθηκε σήκωσε τους τόνους δεν έχασε το μέτρο, ούτε έφυγε από τη ουσία. Όπως και αν αξιολογεί κανείς την εμφάνισή του ήταν εμφάνιση πολιτικού που ξέρει τι λέει. Και σε σύγκριση με τους αντίπαλους του η μέρα με τη νύχτα.
Φώφη αλλού
Και μετά ανέβηκε στο βήμα η Φώφη Γεννηματά. Χειρότερα δεν γίνεται. Η κυρία θα έπρεπε να ανοίξει… ξυλουργείο. Ο λογογράφος της βρίσκεται κάπου ξεχασμένος σε παλιές δεκαετίες. Ξεπερασμένα τσιτάτα, παλιές ξύλινες ατάκες, τουπέ… Πάπα της Ρώμης. Αν δεν ήξερε κανείς, θα έλεγε ότι κατήγγειλε το… ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ για όσα έκαναν στο παρελθόν.
Επί της ουσίας εκτός τόπου, χρόνου και θέματος. Σα να μην καταλαβαίνει τι συμβαίνει στη χώρα. Και μετά τη ρωτούσε ο Τσακαλώτος αν… παρακολουθεί τη συζήτηση που γίνεται παγκοσμίως για την Οικονομία. Ποια συζήτηση; Δεν παρακολουθεί ούτε τις ελληνικές εφημερίδες.
Το νέο σουξέ της Φώφης είναι το “κατηγορώ”- που συμπεριέλαβε εμφατικά στο λόγο της. Διάβασε ποτέ το ομότιτλο βιβλίο και το κατακρεουργεί; Από καιρό ο μικρομεγαλισμός στο λόγο της είναι μόνιμος. Αλλά κανείς δεν περίμενε να προσάψει στον Τσίπρα ότι κατηγόρησε μόνο τον Μητσοτάκη και όχι και το… κόμμα της! Κακό του κεφαλιού της βέβαια γιατί την έπιασε στη δευτερολογία του.
Το ΠΑΣΟΚ πληρώνει ακριβά την επιλογή του 2015 να την αναδείξει πρόεδρό του. Πρώτα το διέλυσε, τώρα το ευτελίζει με την επίδειξη μιας μεγαλομανιακής αντίληψης για την πολιτική. Η επικεφαλής ενός κόμματος που δεν φαίνεται να έχει προοπτική επιδίδεται -με πολιτική υστερία- σε μεγαλοστομίες χωρίς περιεχόμενο. Αγνοεί πράγματα, όταν μιλάει π.χ. για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2% – όταν ακόμη και ο Μητσοτάκης το κατάλαβε και το εγκατέλειψε.
Η Γεννηματά ζήτησε άμεσες εκλογές. Σε πλήρη αντίθεση προς τον Σταύρο Θεοδωράκη του ιδίου -υποτίθεται- κόμματος -που μίλησε σαν επικεφαλής κόμματος, όχι σα αντικυβερνητικός χούλιγκαν.
Εκλογές τώρα. Στη μέση της τουριστικής περιόδου. Δεν καταλαβαίνει ή δεν ενδιαφέρεται; Είναι δυνατόν να ζητάει εκλογές για την περίοδο μετά το Μνημόνιο ένα κόμμα που δεν έκανε εκλογές -ούτε καν αυξημένη πλειοψηφία στη Βουλή ζήτησε- για να μας βάλει στο Μνημόνιο;
Η Γεννηματά ζήτησε κάλπες επειδή η μνημονιακή περίοδος κλείνει, παρά τις εκτιμήσεις της σε άλλες περιπτώσεις ότι… δεν κλείνει-και για την ακρίβεια πριν καν κλείσει. Αντί να βλέπει την έξοδο, ως πρώτο βήμα για την έξοδο από την κρίση που θα φέρει σταδιακά τη χώρα σε βιώσιμη ευημερία, ζητεί να τιναχτούν όλα στον αέρα.
Με… αυτοπεποίθηση, προκάλεσε –υπερφίαλα, όπως της καταλογίσθηκε στην αίθουσα από τον Τσίπρα, συνεδρίαση της Βουλής για να ζητήσει κάλπες. Αυτό δείχνει μεταξύ των άλλων και ελάχιστη αίσθηση ευθύνης. Εκλογές τώρα θα ήταν η απόλυτη καταστροφή. Και ακύρωση της συνταγματικής τροποποίησης, που τάχα ζητάει. Εκτός αν δεν καταλαβαίνει ότι και εκλογές και αναθεώρηση δεν γίνονται.
Κυριάκος Σαμαράς
Όταν ανέβηκε στο βήμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επανέλαβε τον χειρότερο εαυτό του και ταυτόχρονα επιβεβαίωσε τον Γιάννη Λούλη για τον εγκλωβισμό του στην ακροδεξιά που εδρεύει στη ΝΔ. Το ύφος λαϊκισμού και δημαγωγίας σκίζει το περιτύλιγμα των ομιλιών από το γνωστό επικοινωνιακό επιτελείο που προσπαθεί να τον “στήσει” στο δημόσιο χώρο.
Σε μια συζήτηση για την Οικονομία οι θεωρίες για “αριστερή ιδεοληψία” και σύνδεση της κυβέρνησης με την “τρομοκρατία και τη βία” -παρουσιασμένες με ελαφρότητα- ήταν βουτηγμένες σε ακροδεξιά ρητορική.
Άρχισε με μακροσκελείς αναφορές στον.. Ρουβίκωνα, στο “κάψιμο της Αθηνας του 2008” και τους “Αγανακτισμένους” του 2010, τους “νεκρούς τη Μαρφίν”, τα Εξάρχεια. Και κατέληξε στα φτηνιάρικα για τους “Podemos και τις πισίνες τους” . Τον Μαδούρο τον παρέλειψε αυτή τη φορά.
Αυτά τα θεωρεί εξυπνάδες και… “πληρωμένη απάντηση”. Όπως απάντηση θεώρησε και όσα είπε για την Οικονομία και το πρόγραμμα που δεν είναι αποτυπωμένο πουθενά γιατί απόλυτα δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο δημοσκοπικές υποσχέσεις που κρύβουν τις ιδεολογικές επιλογές του.
Είναι απίστευτο ότι τον Μάιο του 2018 ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κλήθηκε να μιλήσει για την Οικονομία εν όψει της εξόδου από το Μνημόνιο, και μιλούσε για το 2015 , τον… Βαρουφάκη και για μια άλλη κυβέρνηση, πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου που ανέδειξαν τη σημερινή.
Η δημαγωγία στο ζενίθ -με ταξίματα για παροχές που δεν μπορούν να γίνουν. Αυτοί που του γράφουν τα κείμενα δεν ξέρουν ούτε καν σε ποιες εκλογές υπήρχε το “πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης”. Ενδιαμέσως όμως ο ίδιος έδειχνε ευτυχής μονολογώντας: “Σας ενοχλούν αυτά;”.
Επί της ουσίας μηδέν. Τίποτε από όσα είπε δεν αντέχει σε κριτική. Οικονομικές απόψεις κατώτερες και των σπουδών του- γι’ αυτό και τον διέσυρε ο Τσακαλώτος. Επιδερμικός λόγος, στυλ Σαμαρά με κλείσιμο του ματιού στην ακροδεξιά, ύφος χαοτικό με τυποποιημένες χειρονομίες, προβαρισμένες κορώνες, ευτελή “επιχειρήματα”, λεκτικές ακρότητες, ατάκες της σειράς, προχειρολογίες και υποσχέσεις, υποσχέσεις στον αέρα.
Και τα απαραίτητα αυτογκόλ: ζήτησε … “να αναμετρηθούν τα λόγια με τα έργα”. Ειδικά στη δευτερολογία του η εικόνα ήταν απογοητευτική. Με αυτά τα εφόδια και αυτή την παρουσία, παραμένει επικεφαλής ενός ιστορικού κόμματος και θέλει να γίνει πρωθυπουργός. Με κοινότυπα αστειάκια με “στοργή και προδέρμ” και θεριακλίκια του τύπου “δεν θα επιτρέψω”. Με αμήχανες κινήσεις και ανερμάτιστες διατυπώσεις.
Ο Τσίπρας τον έκανε αλοιφή -και ο Τσακαλώτος τον σκόρπισε- και αυτός το απολάμβανε αυτοθαυμαζόμενος, με προσημειωμένες διακοπές- για το χειροκρότημα της κλάκας. Αυτή ήταν η εικόνα στη Βουλή.
Τι άλλο θέλει ο Αλέξης Τσίπρας; Ποια καλύτερα όπλα χρειάζεται για τις εκλογές; Με τέτοιους αντίπαλους τι να φοβηθεί; Μόνο μην καταλάβουν οι πραγματικοί νεοδημοκράτες πού τους οδηγεί και τον αλλάξουν. Όπως άλλαξαν τον Αβέρωφ παλιότερα στη ΝΔ ή στο ΠΑΣΟΚ τον Σημίτη το 2004.