Toυ Γ. Λακόπουλου
Έγινε αρχηγός του κόμματος και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Έγινε όμως και ηγέτης; Ξεκίνησε με δυναμική που ανέτρεψε τα δεδομένα στη βάση της ΝΔ. Μπορεί να την μεταφέρει και στη βάση της κοινωνίας; Είναι ο βασικός αντίπαλος της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού. Είναι όμως και εναλλακτική λύση;
Η πρώτη ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ δεν ικανοποίησε. Οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν ενθουσιάσθηκαν από τη σκηνική παρουσία του νέου αρχηγού και οι πολιτικοί παρατηρητές δεν βρήκαν κάτι σημαντικό ή κάτι καινούργιο στο λόγο του.
Περισσότερο απέπνεε σπουδή να δείξει ότι θα είναι συγκρουσιακός σε όλα με την κυβέρνηση -πλην της συνταγματικής αναθεώρησης, όπως είπε. Η σύγκρουση για τη σύγκρουση, όμως, μπορεί να συσπειρώνει το κομματικό ακροατήριο, αλλά βρίσκεται σε αντίθεση με τις διακηρύξεις για ήπιο λόγο και μετακίνηση προς τον κεντρώο χώρο.
Εν πάση περιπτώσει, ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίσκεται ακόμη στην αρχή και έχει ελαφρυντικά. Δεν θα τα θα έχει για πάντα. Σταδιακά θα αρχίσει να χάνεται η λάμψη που του έδωσε το μιντιακό σύστημα, στηριζόμενο στην προσωπική υπεροχή του έναντι του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Μόλις σβήσουν τα φωτά της νίκης, θα φανεί ότι έχει αδυναμίες ως ηγέτης, αλλά και πλευρές της πολιτικής παρουσίας του που θα τον δυσκολέψουν. Π.χ. δεν παύει να είναι ένας πορφυρογέννητος και μέλος μιας οικογένειας με συγκεκριμένη διαδρομή. Είναι προϊόν της οικογενειοκρατίας. Νίκησε ως εκφραστής ενός μετώπου που συμπεριλάμβανε από ακροδεξιούς ως φιλομοναρχικούς και θα διεκδικήσει ρόλους δίπλα του, αλλοιώνοντας το προφίλ του.
Ποια τεστ πρέπει να περάσει
Όσο βρίσκεται όμως καβάλα στο κύμα έχει την ευκαιρία να οργανώσει την παρουσία του στην πολιτική σκηνή κατά τρόπο που θα τον αποκόψει από τις αρνητικές πλευρές της διαδρομής του και θα τον τοποθετήσει στην εμπροσθοφυλακή της προσπάθειας να αποσυγκοληθεί η χώρα από το τέλμα στο οποίο την οδήγησαν το κόμμα του Κυριάκου και το ΠΑΣΟΚ. Από το οποίο δεν μπορεί να την βγάλει το κόμμα του Τσίπρα και του Καμμένου. Αν θα το πετύχει ή όχι θα κριθεί από τους χειρισμούς του σε συγκεκριμένους τομείς .
Πρώτον, η διαμόρφωση νέας ηγετικής ομάδας. Ποιοι θα καταλάβουν τις νευραλγικές θέσεις της ΝΔ και ποιοι θα κληθούν να προσωποποιήσουν την πολιτική που θέλει να ακολουθήσει ο νέος πρόεδρος της θα κρίνουν πολλά για το μέλλον του. Η αρχή που έκανε με τις πρώτες τοποθετήσεις , όπως του Δένδια και του Κουμουτσάκου, είναι καλή. Αλλά υπάρχουν ακόμη ερωτήματα που περιμένουν απαντήσεις.
Για παράδειγμα, αν θα δώσει το ρόλο του αντιπροέδρου, όπως φημολογείται, στον Άδωνι Γεωργιάδη, αυτό αργά ή γρήγορα θα στιγματίσει την παρουσία του και με το ύφος Γεωργιάδη.
Πως μπορεί να κατέχει βασικό ρόλο σε ένα κεντροδεξιό κόμμα, όπως είπε ο Κυριάκος ότι θέλει να κάνει τη ΝΔ ένας παθιασμένος δεξιός, όπως αυτοπροσδιοριζεται ο θορυβώδης οπαδός του Σαμαρά; Πως μπορεί να συνδυαστεί η ευπρεπής και ευρωπαϊκή φιγούρα του Κωστή Χατζηδάκη με τον πρώην συνεργάτη του Καρατζαφέρη με το συγκεκριμένο ύφος δημόσιας παρουσίας;
Δεύτερον, το πολιτικό πρόγραμμα. Για να είναι πειστικός ένας πολιτικός αρχηγός οφείλει να καταθέσει πολιτικό πρόγραμμα. Όχι σκόρπιες ιδέες κατά περίπτωση, ούτε προτάσεις και αντιπροτάσεις με αποσπασματικό και ασύνδετο τρόπο. Πλήρες πρόγραμμα με στρατηγικούς στόχους, με μέσα υλοποίησης του και με πρόσωπα που θα το εφαρμόσουν κατά τομέα. Από την εξωτερική πολιτική ως το πιο απλό εσωτερικό θέμα.
Αυτό το πρόγραμμα προϋποθέτει σοβαρή πολιτική και ιδεολογική δουλειά, ώστε να έχει σαφήνεια, συνοχή, κοινωνικό προσανατολισμό και λογική βάση. Να δίνει ρεαλιστική διέξοδο και να μην διακηρύσσει απλώς ανεφάρμοστες επιδιώξεις. Κυρίως να είναι συμβατό με τα πραγματικά χαρακτηριστικά της χώρας και τη θέση της στην Ευρώπη. Τέτοιο πρόγραμμα δεν εξήγγειλε ακόμη ο νέος πρόεδρος της ΝΔ. Τα ευχολόγια και οι προθέσεις δεν είναι πρόγραμμα.
Τρίτον, η αποσαφήνιση των χαρακτηριστικών του κόμματος είτε θα κρατήσει το ίδιο όνομα και τα ίδια σύμβολα, είτε θα τα αλλάξει. Στο συνέδριο που προανήγγειλε πρέπει να ξεκαθαρίσει ο ίδιος το ιδεολογικό πλαίσιο στο οποίο θα αναπτυχτεί η πολιτική του. Η ανανέωση δεν είναι πολιτική, είναι διαδικασία.
Οφείλει να ορίσει πως βλέπει την οικονομία, την κοινωνία, το συνδικαλισμό, τη Δικαιοσύνη το κοινοβούλιο, την εξωτερική πολιτική, το προσφυγικό , τα εσωτερική συστήματα , τους θεσμούς, τις παραγωγικές και κοινωνικές σχέσεις. Και αυτά να είναι δεσμευτικά για τον ίδιο και τα στελέχη του. Να εντάσσονται σε πολιτική υπέρβασης του παρελθόντος της ΝΔ όπως είναι οι βαρονίες, οι οικογένειες, οι επιλεκτικές σχέσεις με το κεφάλαιο, οι συντηρητικές αντιδράσεις απέναντι στην κοινωνία και τα κινήματα της.
Δεν χρειάζεται να κάνει τίποτε περισσότερο από το να διαμορφώσει ένα τυπικό συντηρητικό, ευρωπαϊκό, κόμμα. Απλώς σ’ αυτό το κόμμα δεν χωράνε όλοι και ιδιαίτερα αυτοί στους οποίους έδωσε ρόλο ο Σαμαράς. Π.χ. οι Ευρωπαίοι συντηρητικοί δεν αποστρέφονται μόνο το παρελθόν του Καμμένου, αλλά και το παρελθόν του Βορίδη. Η ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα δεν αποκλείει μόνο τις σχέσεις με το ρατσισμό, αλλά και την προνομιακή μεταχείριση συγγενών.
Όλα αυτά συνιστούν τα πραγματικά τεστ στα οποία θα κληθεί να δώσει απαντήσεις ο Κυριάκος Μητσοτάκης, χωρίς απεριόριστο χρόνο, αλλά και χωρίς ανοχές. Αν είναι πειστικός θα αποτελέσει σύντομα εναλλακτική λύση. Η κοινωνία μετά την αποτυχία Τσίπρα ψάχνεται.
Αλλά για να είναι πειστικός δεν αρκεί η τυφλή αντιπολιτευτική επίθεση που θα βγάλει στο προσκήνιο τα πιο ακραία στοιχεία της Δεξιάς, όπως συνέβη επί Σαμαρά. Απαιτείται θεσμική αντιπολίτευση στη Βουλή, αλλά και παρουσία στην κοινωνία. Οι πρωθυπουργοί δεν κατασκευάζονται στα γραφεία των ΜΜΕ και τις κλειστές ομάδες συμφερόντων.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κέρδισε το στοίχημα των εσωκομματικών εκλογών, αλλά τώρα πρέπει να κερδίσει και το στοίχημα της ηγεσίας. Αλλιώς θα έχει την τύχη του Έβερτ που ξεκίνησε θριαμβευτικά και κατέληξε στο περιθώριο.