Μίκης Θεοδωράκης: Κραυγή

Του Γ. Λακόπουλου

Πρέπει να λατρέψεις  τον Μίκη Θεοδωράκη για να του πεις την αλήθεια. Να έχεις πιστέψει ότι  -όπως λέει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος- είναι «ο μεγαλύτερος εν ζωή Έλληνας» για να σταθείς με σεβασμό στο μεγαλείο  του και να το προστατεύσεις.

Ο Μίκης διανύει τη δέκατη δεκαετία της ζωή του κι  έχει πολύ δρόμο μπροστά του. Οι Θεοί υποκλίνονται σε όσους τους εκπροσωπούν επί της γης. Του έδωσαν όσα μπορεί να ονειρευτεί ένας δημιουργός στη ζωή του.

Η στάση του όμως προβληματίζει αυτούς τους μήνες. Αν η ακατανόητη παρουσία του ανάμεσα στους «Μακεδονομάχους» του συγχωρέθηκε, η απόστασή του από τον αγώνα επιβίωσης των  Ελλήνων καλλιτεχνών, γεννάει πίκρα.

Αυτοί οι άνθρωποι είναι η οικογένειά του. Αλλά δεν βρίσκεται δίπλα τους στον αγώνα επιβίωσης που δίνουν με αντίπαλο την απεχθή -για τον καλλιτεχνικό κόσμο- Μενδώνη, που ισοπεδώνει τον ελληνικό πολιτισμό.

 Έκανε μόνο τον περασμένο Απρίλιο μια δήλωση κατά του… υπουργείου…Οικονομικών! Έστω.

«Οι  άνθρωποι της Τέχνης είναι αυτοί που δημιουργούν τον σύγχρονο εθνικό μας πολιτισμό δεν είναι απλοί διασκεδαστές. Λυπάμαι, γιατί έζησα για να ξαναδώ ότι οι βαθύτατα σκοταδιστικές αντιλήψεις εξακολουθούν να υπάρχουν, ενώ η Ελληνική Τέχνη και οι Έλληνες καλλιτέχνες είναι αυτοί που κράτησαν τον λαό μας όρθιο σε μέρες δύσκολες για την πατρίδα μας».

Μετά σιωπή. Και η φωτογραφία της οδύνης: Δέχθηκε στο σπίτι του την πιο κακοχαρακτηρισμένη υπουργό με την κομπανία της. Θλίψη.  Η Μενδώνη δίπλα του να του υπόσχεται τη διοργάνωση εκδηλώσεων προς τιμήν του.  

Με τους καλλιτέχνες  -που κατά τον ίδιο «δικαιωματικά θα έπρεπε να βρίσκονται  στην πρώτη γραμμή της εκτίμησης των αρμοδίων αρχών μιας πολιτισμένης χώρας» -στο δρόμο, ο ίδιος συζητάει με την αποσυνάγωγη. Όχι για τους καλλιτέχνες και το πρόβλημά τους. Για το έργο του.

Τι δουλειά έχει ο μέγιστος  δημιουργός – που για δεκαετίες μας παρακινεί «να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα» – με μια πολιτικό – όνειδος του δημόσιου βίου, όπως την καταγγέλλει το στραγγαλισμένο αποτα χέρια της σινάφι του;

Από πού κι ως πού , ο τελευταίος  Άγιος της ελληνικής ψυχής, των λαϊκών αγώνων, της Αριστεράς, των μεγάλων ιδεών, να συζητάει με την συγκεκριμένη κυρία , για εκδηλώσεις των 95 χρόνων του;  

Από εκεί περιμένει τη δικαίωση του; Τι ανάγκη έχει άνθρωπος που μίλησε με την Ιστορία, που έχει συγκλονίσει όσο  κανέναν άλλος την παγκοσμίως λαϊκή ψυχή με το έργο του,; Είναι σαν να ρίχνει τα άγια τοις κυσί…    

Σε ποιον θα πιστέψουν σήμερα οι νέοι, βλεποντας τον Μίκη, δίπλα σε μια μανδαρίνο χωρίς ιδεολογία και αρχές- που συγκεντρώνει τις κατάρες των Ελλήνων Δημιουργών ;

Είναι ο Μίκης των Ελλήνων και δεν επιτρέπεται να τον χρησιμοποιούν οι χειρότεροι του δημοσίου βίου.

 Γιατί οι φίλοι του- ο πρόεδρος Λευτέρης, ο σπουδαίος Χριστόφορος Αργυρόπουλος, ο προσφιλής του, ο  πολυπράγμων «ψυχογιός», Μίμης Ανδρουλάκης, ο προσφιλής του Σάκης Τόδουλος,  – δεν ορθώνουν τείχος στην επίθεση της ακρίδας -που θολώνει  το μεγαλείο του;

Ο Μίκης είναι πάντα ο Μίκης. Δικαιούται να λέει ό,τι θέλει. Αλλά δεν δικαιούται να μικραίνει αυτό που έχει περάσει από καιρό σε λαϊκή κοινοκτημοσύνη: το μέγεθος του.

«Αυτές τις μέρες ο άνεμος μας κυνηγά», που θα έγραφε ο Ρίτσος.  Ο  καλλιτεχνικός κόσμος της χώρας υπογράφει ένα κείμενο με το οποίο αξιώνει γενναία μέτρα για τη σωτηρία της καλλιτεχνικής δημιουργίας και την επιβίωση των καλλιτεχνών.

Υπογράφει ο έτερος των μεγάλων εν ζωή, ο Σταύρος Ξαρχάκος -που έχει ρίξει ήδη στη δημόσια περιφρόνηση την Μενδώνη. Και εκατοντάδες καλλιτέχνες.

Από αυτό το κείμενο δεν μπορεί να λείπει η υπογραφή του Μίκη. Από μόνη  της μπορεί να κλονίσει το σάπιο που οδηγεί στον αφανισμό  τους ανθρώπους του πολιτισμού –  που «πληρώνονται μαύρα», κατά τη βέβηλη Μενδώνη.

Να σηκωθεί ορθός, σαν το Αρχάγγελο που ξέρουμε, να απλώσει τεράστια χέρια του όπως όταν διεύθυνε τις μεγάλες ορχήστρες, να ρίξει τον προστατευτικό ίσκιο του πάνω από τους ομοτέχνους του και να βάλει την υπογραφή του σ’ αυτό το κείμενο.

Αυτό περιμένει ο λαός από τον Μουσουργό του.  Να δώσει στα όνειρα εκδίκηση και στους ανθρώπους του χωρου του τη φωνή του. Όχι να περιμένει εκδηλώσεις από όσους  τον πλησιάζουν για να τον πνίξουν- μαζί με ό,τι εκπροσωπεί.

Από παντού ακούγεται η κραυγή: Πού είσαι Μίκη; Δικαιούται κάθε τιμή και την έχει. Αλλά, όπως θα έλεγε ο Σεφέρης- που ο ίδιος έβαλε στο στόμα και καρδιά των Ελλήνων: Κύριε, όχι μ’ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά Σου”.