Του Διογένη Λόππα
Ο Κασσελάκης ήταν ένας καλός πρόεδρος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Σίγουρα καλύτερος από τα σούργελα που κατέκλυσαν την αυλή του ή από τους εμμονικούς γυρολόγους των καναλιών της Οικογένειας.
Το μεγάλο προσόν του Κασσελάκη είναι η αγνότητα του χαρακτήρα του, είδος εξαιρετικά σπάνιο στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Είναι όμως και η κατάρα του. Κατάρα, γιατί αφενός τον οδηγεί σε παιδαριώδη λάθη και αφετέρου γιατί παρεξηγείται από τους εκάστοτε Ιζνογκούντ (που είναι και υπεράριθμοι στην αριστερά), ως αδυναμία.
Ο Κασσελάκης υπέπεσε σε πολλά τακτικά λάθη και αμέτρητες άστοχες επιλογές συνεργατών, με πιο χαρακτηριστική αυτή του καταδικασμένου επαγγελματία μηχανορράφου. Ένα χαρακτηριστικό λάθος της κασσελακικής αφέλειας υπήρξε και η διαχείριση όλο αυτό το διάστημα του αψύ Σφακιανού. Να έχεις μοναδική ευκαιρία να ξεφορτωθείς το μεγαλύτερο βαρίδι της δημοκρατικής παράταξης και να την πετάξεις έτσι, δείχνει το λιγότερο πολιτική ανωριμότητα.
Ο Κασσελάκης εκτός από τα μύρια τακτικά του λάθη σε σχεδόν καθημερινή βάση, υπέπεσε και σε ένα στρατηγικό. Διαχειρίστηκε την ήττα των ευρωεκλογών με εντελώς λάθος τρόπο. Αντί δηλαδή να ξεκινήσει τη διαδικασία της ενωμένης κεντροαριστεράς, περιχαρακωθηκε στον εσωκομματικό λαβύρινθο και τελικά αντί να συζητάει παραγωγικά με τον Δούκα, κατέληξε να τσακώνεται με τον Σπίρτζη.
Αν ο Αλέξανδρος αρκούνταν στις δάφνες του Γρανικού, που θα ήταν ήδη άθλος για έναν Έλληνα ηγέτη της εποχής, δεν θα είχε φτάσει ποτέ στην Ινδία και αντί να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο τον ίδιο το Δαρείο, θα είχε απλώς αναλωθεί σε εμφύλιες διαμάχες με τον Παρμενίωνα. Αντίστοιχα, ο μετεκλογικός Κασσελάκης μοιάζει να υπερασπίζεται την καρέκλα του πολιτικού αρχηγού απέναντι σε τριτοκοσμικούς δελφίνους, ενώ το πεπρωμένο τον καλεί στην Περσέπολη της κεντροαριστεράς.
Γιατί αν κανείς μελετήσει σε βάθος την κρίση διαρκείας που ταλανίζει και τα δύο κόμματα της παράταξης, εύκολα αντιλαμβάνεται ότι ουδείς ενδιαφέρεται για το ποιος θα εκπολιτίσει τους ανθρωποφάγους κεντροεπιτροπάριους του ΣΥΡΙΖΑ ή για το ποιός θα παραλάβει τον προσωπικό μηχανισμό του Ανδρουλάκη και τους εναπομείναντες μητσοτακογλύφτες του ΠΑΣΟΚ, όλοι όμως ενδιαφέρονται στο να στηθούν οι δομές που θα ρίξουν την πιο επικίνδυνη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης.
Αφού λοιπόν στην πρώτη του επίσημη κάλπη ο Κασσελάκης απέτυχε να συσπειρώσει γύρω του τον κόσμο της παράταξης, όφειλε να κινήσει αμέσως διαδικασίες και όχι να περιμένει, τι άραγε; Γιατί ακόμα και αν η δεξιά πέσει σαν ώριμο φρούτο, πράγμα καθόλου απίθανο, δεν μπορείς να κυβερνήσεις με 14%. Χρειάζεσαι πολύ παραπάνω και αυτό το παραπάνω θα έρθει μόνο με προγραμματικές συνεργασίες.
Αν μετά τις ευρωεκλογές η δημοκρατική παράταξη έπραττε το αυτονόητο, διάβαζε σωστά το αποτέλεσμα και κινούνταν προς την πολιτική σύγκλιση με κοινό πρόγραμμα και κοινό εκλεγμένο από τη βάση αρχηγό, θα ήταν αδύνατο να συνεχίσει να κοροϊδεύει ο Μητσοτάκης τον κόσμο και πιθανότατα θα είχε εξαναγκαστεί να προκηρύξει εκλογές. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός μοιάζει ήδη εγκλωβισμένος, αφού φαίνεται να επιθυμεί διακαώς να παραδώσει οπουδήποτε το χάος που έχει δημιουργήσει, αλλά δεν υπάρχει κανένας να το παραλάβει.
Απορώ ειλικρινά, τόσο με αυτούς που βιάστηκαν να κάνουν το πολιτικό μνημόσυνο του Κασσελάκη, όσο και με αυτούς που έβλεπαν δύο ή τρεις επιλογές.
Πρώτα από όλα κάποιος που έχει μεταβιβάσει όλη την προηγούμενη σταδιοδρομία του και έχει εκπατριστεί για ένα συγκεκριμένο σκοπό, δεν το βάζει στα πόδια επειδή ξίνισαν τα μούτρα της θείας Όλγας. Ούτε βέβαια είναι και τόσο σοβαρό ζήτημα η απόφαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ. Πότε η συγκεκριμένη ΚΕ μας έχει συνηθίσει σε φυσιολογικές αποφάσεις; Και σε ποιο μέρος της γης ένα σώμα παρακμιακών γραφειοκρατών δύναται να ανατρέψει καθαρές επιλογές γενικών εκλογών;
Ούτε νέο κόμμα, όπως βιαστικά γράφτηκε, θα μπορούσε να κάνει. Ο άνθρωπος που συνεχώς επαναλαμβάνει ότι δεν θα προδώσει ποτέ τους ανθρώπους που τον έχρισαν πρόεδρο με μοναδική υποχρέωση να τα αλλάξει όλα, ούτε διάσπαση θα χρεωνόταν, ούτε θα υποχωρούσε μπροστά στο πραξικόπημα της παρακμής, ακόμα και αν οργανωτής του πραξικοπήματος ήταν ο ίδιος ο Τσίπρας (που δεν ήταν, όσες ηλιθιότητες και αν ακούγονται). Ο άνθρωπος που υπέστη τα πάνδεινα από τους ανεκδιήγητους της ΝΕΑΡ, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει ΝΕΑΡ ο ίδιος.
Άρα η μοναδική του επιλογή παρέμενε πάντα η εκ νέου υποψηφιότητα, μια εντελώς τυπική διαδικασία όπως ο καθένας αντιλαμβάνεται, καθώς θα κληθεί για μια ακόμα φορά η βάση της παράταξης να επικυρώσει το αυτονόητο, δηλαδή να διατρανώσει τρία απλά πράγματα: Πρώτον ότι πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ο αγνός εκλεκτός του, δεύτερον ότι η εντολή που έχει είναι να αλλάξει εκ βαθέων το κόμμα (ναι, και το παρακμιακό του όνομα επίσης) και τρίτον και κυριότερον, να κινήσει άμεσα τις διαδικασίες για την προσχώρηση του κόμματος στην κοινή προσπάθεια της δημοκρατικής παράταξης.
Αν αυτά τα απλά πράγματα πρέπει να γίνουν με τους 87 ή χωρίς αυτούς, στο επίπεδο της θάλασσας ή 300 μέτρα ψηλά, με τη σύμφωνη γνώμη του Σπίρτζη του Ραγκούση και του Φάμελλου ή χωρίς αυτήν, με την ευλογία των παπάδων ή όχι, ουδόλως αυτό απασχολεί τη βούληση της βάσης. Υπάρχουν άλλωστε υπέροχοι κομματικοί σχηματισμοί στα αριστερά, στους οποίους είναι όλοι τους ευπρόσδεκτοι και με το παραπάνω. Μπορούν να τσακώνονται όσο θέλουν και όποτε θέλουν, αρκεί να αφήσουν ήσυχους όλους εμάς τους υπόλοιπους που θέλουμε να προχωρήσουμε.
Πόσω δε μάλλον όταν το ουσιαστικό διακύβευμα δεν είναι η ηγεσία των συνιστωσών της παράταξης, αλλά η κοινή ηγεσία και το κοινό πρόγραμμα θέσεων και πολιτικής χάραξης. Γιατί είναι επίσης αυτονόητο ότι μετά και την αναμενόμενη επικράτηση Δούκα στην έτερη συνιστώσα, θα ξεκινήσουν άμεσα διαδικασίες σύγκλισης και κατόπιν επιλογή από τη βάση του υποψήφιου επικεφαλής. Στη διαδικασία αυτή θα έχει ο καθένας το δικαίωμα να υποβληθεί στην επίπονη διαδικασία της εκλογής.
Στις δυτικές δημοκρατίες, καλώς ή κακώς, έτσι δουλεύουν τα πράγματα. Έτσι παράγεται η πολιτική. Αν τώρα κάποιος νομίζει ότι οι 10.000 ψήφοι που έλαβε ως υποψήφιος αρχηγός αξιωματικής αντιπολίτευσης του δίνουν το δικαίωμα να διοργανώνει μεταμεσονύκτια πραξικοπήματα, η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Με τέτοιο βάθος πολιτικής σκέψης, αναρωτιέται κανείς αν ανέλαβε σύμβουλος στρατηγικής των 87 ο συμπαθής Σάμπυ.
Εκεί όμως που η λογική παραλύει εντελώς είναι η περίπτωση του συνήθους ανθρωποδιώχτη, ο οποίος, άγνωστο γιατί, πιστεύει ότι σύσσωμη η κεντροαριστερά θα σαγηνευθεί ξαφνικά από το ιδιαίτερο λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί, για να τον χρίσει εν αναμονή πρωθυπουργό σε μια αναμέτρηση – ντέρμπι με τον Δούκα ή ίσως και με τον ίδιο τον Τσίπρα (που σε περίπτωση σύμπραξης αναμένεται να διεκδικήσει την κοινή ηγεσία του χώρου).
Όλη αυτή η ιστορία μοιάζει με ένα πληθωριστικό νόμισμα που κάθε μήνα του προσθέτουν φαντασιακά μηδενικά για να συνεχίσει να υφίσταται. Όσα όμως μηδενικά και να προσθέσεις, η πραγματικότητα ότι το νόμισμα καταρρέει, δεν αλλάζει.
Κάποιοι στην αξιωματική (ο Θεός να την κάνει) αντιπολίτευση, αποκομίζουν καμιά κατοσταριά like και νομίζουν ότι έπιασαν τον παπά από τα παπάρια.
Ας κάνουν τον κόπο να ρίξουν μια ματιά στις δημοσκοπήσεις, πριν κάνουν και άλλη ζημιά στην παράταξη και στον εαυτό τους.
Και προσοχή: Οι πισώπλατες μαχαιριές δεν είναι πάντα μοιραίες.