Του Ντανιέλ Κοέν
Τίποτα δεν φαίνεται να ενδιαφέρει πια πραγματικά τους Γάλλους, έγραφε ο Πιερ Βιανσόν-Ποντέ στις 15 Μαρτίου 1968 στη Μοντ, σε ένα άρθρο με τίτλο «Όταν η Γαλλία βαριέται» που θα έμενε στην ιστορία. Η Γαλλία ζει ειρήνη για πρώτη φορά εδώ κι έναν αιώνα, εξηγούσε. Αντάλλαξε την ηρωική ζωή με τις ανέσεις της αστικής κοινωνίας. Και βαριέται…
Μερικές εβδομάδες αργότερα θα ξεσπούσε ο Μάης του ’68. Στις 3 Μαϊου η αστυνομία εκκένωσε τη Σορβόνη και μια εβδομάδα αργότερα οι φοιτητές απαντούσαν καταλαμβάνοντας το Καρτιέ Λατέν. Θα ακολουθούσε ένας τρελός μήνας. Τα πανεπιστήμια μετατράπηκαν σε θέατρα, τα θέατρα σε αμφιθέατρα, τα εργοστάσια σε χώρους αντιπαράθεσης απόψεων τις οποίες ως τότε οι εργάτες απαγορευόταν να εκφράσουν. Η ανία, πίσω από έναν χώρο εργασίας ή μια τηλεοπτική οθόνη, είχε ηττηθεί.
Εκτοτε όλα έχουν αλλάξει. Η βιομηχανική κοινωνία έχει καταρρεύσει. Το ερώτημα δεν είναι πλέον πώς θα βγεις από τον κοινωνικό κόσμο, αλλά πώς θα μπεις, πώς θα βρεις τη θέση σου σ’αυτόν. Η νέα κοινωνία εμφανίζεται ως ανοιχτή και οριζόντια, αλλά το κόστος πρόσβασης σε αυτήν είναι πολύ πιο υψηλό, από την άποψη τόσο του κοινωνικού κεφαλαίου όσο και των τεχνικών γνώσεων.
Οι νέοι του Μάη του ’68 επέκριναν μια κοινωνία κάθετη και ιεραρχική και δεν ανέχονταν το βάρος της οικογένειας, των γονέων, των γέρων. Οι σημερινοί νέοι υποφέρουν από μια κοινωνία όπου η εξουσία δεν βρίσκεται πουθενά, δεν ενσαρκώνεται πλέον σε κάτι, είναι κρυμμένη στις ψηφιακές ροές και στην παγκοσμιοποίηση.
Οι ισχυροί του σημερινού κόσμου λέγονται Μαρκ Ζάκερμπεργκ, Λάρι Πέιτζ και Σεργκέι Μπριν. Είναι νέοι, ελέγχουν τις τεχνολογίες και παρακολουθούν τους γέρους που μυούνται στον καινούργιο κόσμο.
Το 1968, ο πρόεδρος ήταν ένας ηλικιωμένος στρατηγός που είχε την εικόνα του πατέρα, του διοικητή. Ο νεαρός πρόεδρος του σήμερα απολαμβάνει τους καυγάδες και του αρέσει να αντιπαρατίθεται με δημοσιογράφους που έχουν την ηλικία των γονιών του. Ο ιεραρχικός και πατερναλιστικός κόσμος του χθες έχει δώσει τη θέση του σε έναν άλλο κόσμο, που δεν χαρακτηρίζεται πια από την υποταγή των νέων τους οποίους ενώνει η νεανική αλληλεγγύη απέναντι στους ηλικιωμένους, αλλά από εκτεταμένες ανισότητες που εισχωρούν από όλους τους πόρους του κοινωνικού κόσμου.
Πενήντα χρόνια έχουν περάσει και έχουν αλλάξει όλα, εκτός από το βασικό ερώτημα που παραμένει αναπάντητο: η σύγχρονη κοινωνία, κληρονόμος του Διαφωτισμού, θα εκπληρώσει μια μέρα τα ιδανικά της απελευθέρωσης και της ισότητας πάνω στα οποία στηρίχθηκε; Ο Μάης του ’68, αν δεν απάντησε σε αυτό το ερώτημα, τουλάχιστον το διατύπωσε μεγαλόφωνα. Μπορεί να ξεσπάσει σήμερα ένας νέος Μάης;
Η Σορβόνη εκκενώθηκε για άλλη μια φορά από την αστυνομία. Το πανεπιστήμιο της Ναντέρ, απ’όπου ξεκίνησε το Κίνημα της 22ας Μαρτίου του Κον-Μπεντίτ, έκλεισε κι αυτό εν μέρει. Η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο με τη μορφή φάρσας, έλεγε ο Μαρξ. Μόνο που ο Μάης του ’68 αποτελούσε ήδη μια επανάληψη της ιστορίας, και συγκεκριμένα των επαναστάσεων του 1789 και του 1917. Γι’αυτό άλλωστε είχε έναν παιγνιώδη χαρακτήρα. Χρειάζεται ένας όρος για την «επανάληψη της επανάληψης». Νοσταλγία, ίσως;
* Tο κείμενο του Γάλλου οικονομολόγου και διευθυντή του Οικονομικού Τμήματος της Ecole Normale Superieure στο περιοδικό «L’ Obs»
ΑΠΕ ΜΠΕ