Ο Ν. Ανδρουλάκης υποστηρίζει, λεκτικά τουλάχιστον, τον σοσιαλδημοκρατικό χαρακτήρα του κόμματος και μια προοδευτική διακυβέρνηση. Και μάλλον δεν επιθυμεί μια συγκυβέρνηση με τη δεξιά, που θα κονιορτοποιούσε και το κόμμα και τον ίδιο.
Πριν από δύο χρόνια είχαμε περιγράψει τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη, ως Νεοδεξιά, ως Νεο-ΕΡΕ, ούτε κατά διάνοια φιλελεύθερη ή κεντροδεξιά. Είχαμε επισημάνει τις βαθιές διαφοροποιήσεις του μητσοτακισμού από όλη την παράδοση της μεταπολιτευτικής Δεξιάς, όπως κυρίως εκφράστηκαν από τον μετακενωμένο γκωλισμό του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τη δεκαετία ‘70, και από την κεντροδεξιά αποτύπωση του Κώστα Καραμανλή την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα
Ο μητσοτακισμός, η Νεοδεξιά, δεν ασχολείται πλέον με την πολιτική, με τις κοινωνικές ανάγκες, με στρατηγική δημόσιας ανάπτυξης, με την εθνική συνοχή, με την εξωτερική πολιτική. Η Νεοδεξιά κάνει μπίζνες. Ελέγχει τις ροές του χρήματος και ιδιωτικοποιεί κρίσιμες λειτουργίες του κράτους. Οι περισσότεροι υπουργοί και κυρίως ο ίδιος ο πρωθυπουργός λειτουργούν ως μάνατζερ και όχι ως hommes d’État. H κύρια συνέχουσα ιδεολογία είναι η νομή, μάλλον η λεηλασία, των δημόσιων πόρων και σύμπαντος του δημόσιου χώρου, συμπεριλαμβανομένων των θεσμών του κράτους, του δικαίου και των ΜΜΕ.
Ένα χρόνο μετά τις εκλογές του 2019, και ενώ ξεδιπλώνονταν παράλληλα η ελληνοτουρκική και η πανδημική κρίση, χαρακτηρίσαμε την διακυβέρνηση Μητσοτάκη εθνικό ατύχημα. Αυτό το ιδιότυπο μάνατζμεντ των απευθείας αναθέσεων δισεκατομμυρίων και της πέτσινης αριστείας, δεν προσέβαλλε μόνο την αξιοπρέπεια των δημοκρατικών πολιτών, όχι μόνο υπονόμευε συστηματικά τη συνοχή και τις αντοχές μιας κοινωνίας υπό δεκαετή φτωχοποίηση, αλλά αποδεικνυόταν επικίνδυνο για κρίσιμα θέματα κυριαρχίας και εχθρός της οποιασδήποτε εθνικής ανθεκτικότητας.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις, διεθνούς και εγχώριας προέλευσης, εξάντλησαν τη χρυσοπληρωμένη, πλην ρηχή, ηγεμονία της Νεοδεξιάς. Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε τώρα. Η διάχυτη αγωνία ευρύτατων κοινωνικών στρωμάτων, της ξεπνοϊσμένης μεσαίας τάξης συμπεριλαμβανομένης, καταγράφεται σε κάθε σφυγμομέτρηση. Και καταγράφεται πλέον ως απόγνωση και ως οργή.
Υπό αυτή την οπτική γωνία πρέπει να δούμε και τις αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νεοδεξιάς, καθώς πλησιάζει η ολοκλήρωση του εκλογικού κύκλου. Η επιδίωξη της αυτοδυναμίας ή της διπλής-τριπλής εκλογικής αναμέτρησης, δίνει τη θέση της σε σενάρια κυβέρνησης συνεργασίας με αποφυγή ακόμη και της δεύτερης κάλπης με ενισχυμένη αναλογική. Είναι φανερό ότι δεν βλέπει δυναμική νίκης. Κι είναι επίσης φανερό ότι όσοι στήριξαν την εκλογή Μητσοτάκη και την Δεξιά Παλινόρθωση, δεν επιθυμούν να αφήσουν να ξετυλιχτεί αβίαστα η δημοκρατική διαδοχή, επιθυμούν μια μόνιμη Παλινόρθωση, με αποκλεισμό κάθε «ευκαιριακού» ενοίκου του Μαξίμου.
Κεντρώος χώρος, δόγματα Βορίδη και Βενιζέλου
Σε μια πολιτική σκηνή αγκυρωμένη στο δόγμα «ο κεντρώος χώρος βγάζει κυβέρνηση» είναι φυσικό να αναζητούνται λύσεις βάσει της συμβατικής πολιτικής γεωγραφίας και προσωπικών σχεδίων. Και όχι βάσει των μεταβαλλόμενων κοινωνικών υποκειμένων, των νέων σχέσεων και των νέων αναπαραστασεων. Ετσι συμβατικά λειτούργησε το σύστημα στην περίοδο των μνημονίων, καταστρέφοντας το μεγαλύτερο κόμμα της Μεταπολίτευσης και αναδεικνύοντας θνησιγενή προσωποπαγή κόμματα σε λαγούς-ρυθμιστές. Η αγωνιώσα κοινωνία βεβαίως έκανε τις δικές της επιλογές και οδήγησε στην ανατροπή του 2012-2015.
Το ίδιο σύστημα που ανέδειξε σε ρυθμιστές της χρεοκοπίας πρόσωπα όπως ο Λ. Παπαδήμος και ο Γ. Στουρνάρας, χωρίς καμία πολιτική νομιμοποίηση, ούτε πριν ούτε μετά την ειδική αποστολή τους, αναζητεί και πάλι συμβατικές, εξωκοινωνικές λύσεις. Με μία προσθήκη: τα δόγματα Μ.Βορίδη και Β. Βενιζέλου για τη διαμόρφωση του πολιτικού τοπίου μετά το σοκ του 2015.
Ο μεν Βορίδης, τυπικά αντιαριστερός και τυπικά αντιφιλελεύθερος, προοικονομεί τον ολοσχερή αποκλεισμό της αριστεράς, και πριν το 2019 και τώρα: «Εχουμε ξεκαθαρίσει ότι υπάρχει αξιακό, ηθικό, αισθητικό, πολιτικό, προγραμματικό χάος και χάσμα, άρα δεν γίνεται (σ.σ. συνεργασία). Αν συμπεριλάβετε σε αυτό το χάσμα εν συνεχεία μικρότερα κόμματα της Αριστεράς και της άκρας Αριστεράς, στην πραγματικότητα θα δείτε ότι οι δυνατότητες εκλογικής συνεργασίας κάπως περιορίζονται». Φυσικά από τον αξιακό, ηθικό, αισθητικό, πολιτικό ορίζοντα του Μ. Βορίδη δεν αποκλείεται η κερματισμένη προσώρας Ακροδεξιά.
Ο Β. Βενιζέλος έχει συμβάλει στο αντι-Σύριζα μέτωπο θέτοντας έναν θεμελιώδη όρο: να ηττηθεί ο Σύριζα και σερνάμενος στα γόνατα να οδηγηθεί στην οδό της συνεργασίας, της «κανονικότητας».
Ο Κυρ. Μητσοτάκης προεκτείνει τα δύο παραπάνω δόγματα αποκλεισμού της αριστεράς. Επιχειρεί να διεμβολίσει μια πιθανή συνεργασία αριστεράς-κέντρου, και ταυτοχρόνως να ρυμουλκήσει το κέντρο προς τη δεξιά, ήδη από την πρώτη κάλπη της απλής αναλογικής. Αυτό είναι το αδρό νόημα του εκβιαστικού διλήμματος «σταθερότητα ή εκλογές, συνεργασία ή αστάθεια», που απευθύνθηκε στο ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ και τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Το σταυροδρόμι του Ν. Ανδρουλάκη
Η απόκριση θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες. Εντούτοις μπορούμε ήδη να να διακρίνουμε ότι το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ, έστω απομειωμένο ιστορικά, δεν είναι το ασπόνδυλο ιδεολογικά Ποτάμι, που ξεπρόβαλε στο κέντρο, πολύ περισσότερο δεν είναι ακροδεξιός λαγός ΛΑΟΣ.
Ο Ν. Ανδρουλάκης υποστηρίζει, λεκτικά τουλάχιστον, τον σοσιαλδημοκρατικό χαρακτήρα του κόμματος και μια προοδευτική διακυβέρνηση. Και μάλλον δεν επιθυμεί μια συγκυβέρνηση με τη δεξιά, που θα κονιορτοποιούσε και το κόμμα και τον ίδιο. Αντιθέτως, μια ενδεχόμενη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ θα προκαλέσει πολύ λιγότερους κραδασμούς και θα προσδώσει αρχηγικό αέρα στον Ν. Ανδρουλάκη, ξεφορτώνοντας όσους επιθυμούν επανάληψη της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου. Σε μια τέτοια εξέλιξη βέβαια οι πιέσεις που θα δεχτεί ο Ν. Ανδρουλάκης θα είναι σφοδρές, απείρως σφοδρότερες από τις βολές που δέχεται τώρα.
Αλλά αυτά θα διαδραματιστούν μετά το άνοιγμα της κάλπης. Αυτό που έχει σημασία για τον ελληνικό λαό, τον ευρισκόμενο σε πενία και αγωνία, είναι η απαλλαγή από τον βρόχο της λεηλατικής, αντικοινωνικής Νεοδεξιάς.
ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR