
Του Απόστολου Λουλουδάκη
Ο Αλέξης, ο παλιός καπετάνιος του “Ελπίδα Εξπρές”, αποφάσισε μετά από χρόνια στεριάς να ξαναβγεί στο πέλαγος. Ήταν λέει καιρός να ξανανοίξει πανιά, να δοκιμάσει την τύχη του στις νέες θάλασσες — αυτές που τώρα πια τις λένε “προοδευτικές συνεργασίες”. Είχε βέβαια αφήσει το προηγούμενο πλοίο του λίγο άδοξα∙ το εγκατέλειψε προτού εκπέμψει SOS, αφήνοντας το πλήρωμα να παλεύει με τα κύματα, τα σκισμένα πανιά και τον σπασμένο πηδάλιο. Κι ενώ όλοι πίστεψαν πως θα αποσυρθεί στα ήσυχα νερά του πολιτικού λιμανιού, να ψαρεύει αναμνήσεις και να διηγείται ιστορίες της παλιάς ρότας, να σου τον πάλι να ψάχνει πλοίο, σημαία και νηολόγιο.
Η είδηση έπεσε σαν βόμβα στα καφενεία των ναυτικών. “Ξαναμπαρκάρει ο Αλέξης!”, φώναζαν οι παλιοί του συνταξιδιώτες, μισοί με γέλιο, μισοί με απορία. Κάποιοι θυμήθηκαν τις μέρες της μεγάλης καταιγίδας, τότε που έδινε εντολές να γυρίσουν το πηδάλιο αριστερά κι ύστερα, με την ίδια φυσικότητα, το έστριβε δεξιά “για το καλό του πληρώματος”. Άλλοι θυμήθηκαν πως όταν τα νερά αγρίεψαν, εκείνος πήδηξε πρώτος στη σωσίβια λέμβο, με το κασκέτο στο χέρι και τη φωνή “σώζων εαυτόν σωθήτω”.
Τώρα όμως, λέει, γύρισε άλλος άνθρωπος. Θέλει να φτιάξει νέο καράβι. Πιο σύγχρονο, πιο γυαλιστερό, με πανιά από φρέσκο ύφασμα και πλήρωμα “δοκιμασμένο”. Μόνο που, πριν τους δεχτεί όλους ξανά στο πλοίο, επιμένει να ελέγξει τα ναυτικά τους φυλλάδια. “Να δούμε ποιος έχει κάνει μπάρκα με ποιους”, λέει με σοβαρό ύφος, “μην έχουμε πάλι κανέναν λαθρεπιβάτη από παλιές κυβερνήσεις ή τίποτα καπεταναίους που νομίζουν ότι το τιμόνι είναι δικό τους”.
Οι παλιοί ναύτες, όμως, δεν τρώνε κουτόχορτο. “Μα καλά, καπετάνιε”, του λένε, “εσύ δε μας είπες τότε πως το πλοίο πήγαινε ολοταχώς για τη δικαιοσύνη, και στο τέλος βρεθήκαμε στο λιμάνι της λιτότητας;” Εκείνος χαμογελά αινιγματικά. “Ε, παιδιά, ήταν τότε δύσκολες οι συντεταγμένες. Ήταν άλλοι καιροί. Τώρα έχουμε GPS, έχουμε πυξίδα προοδευτική. Ξέρουμε πού πάμε”.
Βέβαια, πριν ανοίξει ρότα, υπάρχει το ζήτημα της σημαίας. Δεν είναι απλό πράγμα να διαλέξεις σημαία. Η παλιά, εκείνη με τα αστέρια και τις υποσχέσεις για δίκαιη θάλασσα, έχει φθαρεί από τον καιρό. Οπότε ο Αλέξης ψάχνει σημαία ευκαιρίας – “ό,τι να ’ναι, αρκεί να μας αφήνουν να περνάμε τα τελωνεία χωρίς πολλές ερωτήσεις”. Κάποιοι του πρότειναν ευρωπαϊκή, άλλοι λατινοαμερικάνικη, κι οι πιο ρεαλιστές του ψιθύρισαν στο αυτί: “Βάλε σημαία ουδετερότητας, να μη μας βάλουν πάλι στο μάτι οι φουρτούνες.”
Πλοίο όμως χωρίς όνομα δε γίνεται. Εκεί άρχισαν τα δύσκολα. “Το ‘Ελπίδα Εξπρές’ δεν κάνει πια,” είπε ένας ναύτης. “Το ‘Αριστερά της Θάλασσας’ είναι πολύ ποιητικό”, είπε άλλος. “Κι αν το βαφτίσουμε ‘Συμμαχία των Κυμάτων’;” πρότεινε τρίτος. Ο Αλέξης τους άκουγε όλους, σκεφτικός, με το βλέμμα στο πέλαγος. “Όχι,” είπε τελικά, “θα το πούμε ‘Νέα Ρότα’. Γιατί τώρα ξεκινάμε αλλιώς.” Και κάπως έτσι, ο καπετάνιος απέκτησε πλοίο – τουλάχιστον στα χαρτιά.
Μένει, βέβαια, να βρει πλήρωμα. Μερικοί παλιοί δήλωσαν συμμετοχή, από νοσταλγία ή περιέργεια. Άλλοι προτίμησαν να μείνουν στο λιμάνι, να βλέπουν από μακριά το θέαμα. “Δεν μπλέκω ξανά,” είπε ένας παλαίμαχος τιμονιέρης, “με τα μπάρκα του Αλέξη. Άλλοτε μας είπε ‘πάμε για Ιθάκη’ και βρεθήκαμε στη Βρυξέλλη. Άλλοτε ‘θα ρίξουμε άγκυρα στην κοινωνική δικαιοσύνη’ και τελικά ρίξαμε αγκυροβόλιο στα μνημόνια.”
Αλλά ο Αλέξης δεν πτοείται. Γράφει ομιλίες, μοιράζει σχέδια πλεύσης και υπόσχεται ήρεμες θάλασσες. Λέει πως τώρα έχει μάθει από τα λάθη του. “Κανένα ταξίδι δεν πάει χαμένο,” επαναλαμβάνει. “Ακόμα και το ναυάγιο είναι εμπειρία.” Και κάπου εκεί, ανάμεσα σε υποσχέσεις για νέα ιστία και σε σεμινάρια “ναυτικής αυτογνωσίας”, ετοιμάζεται για το μεγάλο μπάρκο.
Οι κακές γλώσσες λένε πως το πλοίο είναι ακόμα δεμένο στην προβλήτα γιατί ο καπετάνιος δεν έχει αποφασίσει ποιον θα βάλει στη γέφυρα. Οι μεν λένε “πάρτε νέο αίμα, νεαρούς με όρεξη”. Οι δε λένε “όχι, μόνο έμπειρους παλιούς ναύτες”. Εκείνος, με το γνωστό του μειδίαμα, απαντά: “Θα τους βάλουμε όλους, αλλά με βάρδιες. Η δημοκρατία της θάλασσας θα λειτουργήσει!”
Έτσι λοιπόν, ο Αλέξης ετοιμάζεται ξανά να σαλπάρει. Το λιμάνι γεμάτο φλας, οι γλάροι φωνάζουν, και το πλήρωμα –όσοι βρέθηκαν– τον κοιτάζει με ένα μείγμα θαυμασμού και δυσπιστίας. Γιατί μπορεί να άλλαξε το χρώμα του σκαριού, μπορεί να βάφτηκαν τα πανιά και να άλλαξε η σημαία, αλλά οι περισσότεροι ξέρουν πως στη θάλασσα δεν μετράνε τα λόγια∙ μετράνε τα μποφόρ και τα τιμόνια.
Κι αν ο Αλέξης αυτή τη φορά καταφέρει να κρατήσει το πλοίο στην πορεία του, έχει καλώς. Αν όμως πάλι αρχίσει τα γνωστά “στρίψε λίγο δεξιά για να πάμε αριστερά”, τότε οι ναύτες θα έχουν έτοιμα τα σωσίβια. Γιατί όπως λένε οι παλιοί, “μια φορά ναυαγός, πάντα καχύποπτος”.
Κι όσο εκείνος κοιτά τον ορίζοντα, χαμογελαστός και σίγουρος, ψιθυρίζει:
“Η θάλασσα αλλάζει, μα εγώ ξέρω να κολυμπώ.”
Να δούμε, καπετάν Αλέξη, αν θα ξέρεις να κυβερνάς.

