Ο ελληνοτουρκικός διάλογος στο ναρκοπέδιο του Κυπριακού

Του Διογένη Λόππα


Μετά την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη μπροστά στους (αστείους) εκβιασμούς του καθεστώτος Erdogan και της καταρρέουσας Τουρκίας η Ελλάδα αναγκάζεται να συρθεί σε διαπραγματεύσεις με ατζέντα που σαφώς δεν συνάδει με σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος αλλά με τριτοκοσμική μπανανία. Οι αλλεπάλληλοι ερασιτεχνισμοί στην εξωτερική πολιτική της χώρας, οι απίθανες γκάφες σωρηδόν αλλά και η απουσία σοβαρής αντιπολίτευσης, που ξαφνικά ανακάλυψε της αρετές του Χρήστου Ζαμπούνη, δυστυχώς μας οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου διπλωματική ήττα, ενώ μάλιστα για πρώτη ίσως φορά μετά το 1974 διατηρούμε σαφή υπεροπλία σε καίριους τομείς των αμυντικών συσχετισμών (συνδυαστικά με την παρανοϊκή διασπορά των τουρκικών δυνάμεων σε πέντε (!) μέτωπα ταυτόχρονα, ήτοι σε Κύπρο, Συριακό Κουρδιστάν, Ιράκ, Λιβύη και πρόσφατα Αζερμπαϊτζάν).

Όσοι σοβαροί (κυρίως Αμερικανοί και ΟΗΕδες) διπλωμάτες έχουν ασχοληθεί με τα Ελληνοτουρκικά χαμογελούν με συγκατάβαση μπροστά στο στραπάτσο που πρόκειται να υποστεί σύντομα η φέρελπις και μικρομέγαλη Γερμανική Διπλωματία: Και οι πέτρες γνωρίζουν ότι ελληνοτουρκική συμφωνία (pact) δεν πρόκειται να υπάρξει στον αιώνα τον άπαντα δίχως πρότερη λύση του Κυπριακού. Και επειδή ειρηνική λύση του Κυπριακού δεν πρόκειται ποτέ να επιτευχθεί, ο νοών νοείτω. Και (ειρηνική) λύση δεν πρόκειται να υπάρξει γιατί ο μοναδικός σκοπός της τουρκικής παρουσίας στην Κύπρο είναι οι στρατιωτικές της βάσεις και κατ επέκτασιν ο έλεγχος (δια της στρατιωτικής επιβολής) της ανατολικής (και όχι μόνον) Μεσογείου. Επειδή λοιπόν δεν πρόκειται ποτέ κανένας λογικός άνθρωπος σε Ελλάδα ή Κύπρο να συναινέσει σε τέτοιου είδους ανοσιούργημα, δηλαδή κυρίαρχο κράτος υπό την αίρεση ξένων στρατευμάτων, δεν πρόκειται να υπάρξει (ειρηνική) λύση. Και ακόμα και αν βρίσκαμε κάποιον τόσο ενδοτικό (καλή ώρα) που θα άνοιγε τέτοιες συζητήσεις, η κυοφορούμενη λύση θα απορρίπτονταν στο επακόλουθο δημοψήφισμα.

Το Κυπριακό δεν είναι καθόλου σύνθετο πρόβλημα: Είναι μοναδικά και απολύτως ένα θέμα εισβολής και κατοχής κατόπιν χρήσεως εξαιρετικά επαχθούς κρατικής στρατιωτικής βίας και ως τέτοιο είναι καταχωρημένο τόσο στον ΟΗΕ, όσο και σε όλες τις σοβαρές ξένες κυβερνήσεις. Για το λόγο αυτό και επίσης επειδή το ζήτημα της αλλαγής συνόρων δε συζητείται σοβαρά ούτε ως out of the box μοχθηρή σκέψη (η μοναδική φορά που επιχειρήθηκε ήταν στο Κόσοβο, αλλά εκεί προϋπήρχε αυτονομία και αν ρωτήσετε σήμερα το έχουν όλοι μετανοιώσει), οι υπερδυνάμεις που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται στο Κυπριακό είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές ως προς το ενδεχόμενο λύσης. Και ήταν ήδη επιφυλακτικές όταν η Τουρκία βρίσκονταν στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Σήμερα δεν υπάρχει ούτε σαν σκέψη, καθώς τυχόν παραχώρηση νόμιμης παρουσίας τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κύπρο, θα ανέτρεπε στρατηγικές ισορροπίες και θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια κρατών πολύ σημαντικότερων από την Τουρκία. Σκεφτείτε ότι ακόμα και οι Ρώσοι, οι οποίοι τελευταία δεν κρατιούνται στο να υποστηρίζουν με κάθε δυνατό μέσο το φασιστικό καθεστώς Erdogan, βλέπουν με μεγάλη καχυποψία το ενδεχόμενο μιας μόνιμης (και νόμιμης) τουρκικής παρουσίας σε τόσο στρατηγικό σημείο.

Όταν ακούτε ή διαβάζετε αυτούς που ο γερόλυκος Μιχάλης Ιγνατίου αποκαλεί εύστοχα ”οπαδούς της όποιας λύσης”, κρατάτε μικρό, πολύ μικρό, καλάθι γιατί αφενός οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν αλήθεια ιδέα για το πώς παράγεται η πολιτική στις σοβαρές κυρίαρχες χώρες και αφετέρου έχουν μαύρα μεσάνυχτα ως προς τις πραγματικές (διαχρονικά) προθέσεις τις Τουρκίας. Αυτό δηλαδή που υποστηρίζω είναι ότι οποιαδήποτε λύση, όσο καλή και αν ήταν για αυτούς, οι Τούρκοι θα την απέρριπταν άνευ συζητήσεως, αν αυτή απέκλειε την τουρκική στρατιωτική παρουσία στο νησί. Αν δηλαδή προτείνετε στους Τούρκους για παράδειγμα πλήρη κυριαρχία στην Αμμόχωστο, Τούρκοκύπριο ισόβιο πρόεδρο, δικαίωμα βέτο, ποσοστώσεις στις προσλήψεις, διατήρηση εποίκων και περιουσιών και ότι άλλο νομίζετε ότι τους ικανοποιεί απόλυτα, αλλά με την προϋπόθεση να αποχωρήσει ο στρατός από το νησί, ούτε που θα το συζητήσουν. Η απάντηση θα είναι ”όχι”.

Είναι τώρα αλήθεια αστείο να παρακολουθούμε τις μικρομέγαλες και σαφώς αναθεωρητικές (ιστορικά) Γερμανία και Τουρκία να προσπαθούν να τετραγωνίσουν τον κύκλο, έναν κύκλο που απέτυχαν να τετραγωνίσουν οι ίδιες οι ΗΠΑ μέσα στην παντοδυναμία τους και με τους Τούρκους στο πλευρό τους. Σε Ουάσιγκτον, Παρίσι και Μόσχα, έχουν ήδη ετοιμάσει πατατάκια και μπύρα μπροστά στο θέαμα που έρχεται. Ας δούμε πιο προσεκτικά, πώς καταρρέει η Γερμανοτουρκική φαντασίωση μόλις έρθει αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα:

  1. Αποστρατικοποίηση των νησιών (Treaty of Lausanne)Είναι απολύτως προφανές και στον πιο αδαή διπλωμάτη ότι έπειτα από το γεγονός της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, δεν υπάρχει καμία περίπτωση αποδυνάμωσης ελληνικής νήσου, όποιο και αν είναι το αποτύπωμα σε διεθνείς κανονισμούς ή συνθήκες. Η (διαχρονική) ελληνική απάντηση σε αυτό το εκ πρώτης όψεως δίκαιο τουρκικό αίτημα είναι: Άμεση αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων από την Κύπρο και επαναφορά του status quo ante της εισβολής για να συζητηθεί στα σοβαρά η αμυντική ποσόστωση των νησιών. Οποιαδήποτε άλλη συζήτηση δεν μπορεί να έχει βάση, ούτε βέβαια η γερμανική ιδέα περί αποστρατικοποίησης ταυτόχρονα νησιών και μικρασιατικής ακτής, ούτε και η μαξιμαλιστική αμερικανική θέση περί μείωσης του στρατιωτικού αποτυπώματος εκατέρωθεν. Η δε επίκληση της νομιμότητας παραμένει άνευ νοήματος από τη στιγμή που η νομιμότητα έχει παραβιαστεί κατάφωρα από την Τουρκία στην Κύπρο. Αν λοιπόν οι φίλοι μας οι Γερμανοί επιθυμούν πράγματι να δημιουργήσουν στο Αιγαίο μια ειρηνική λίμνη που θα ομοιάζει με τη λίμνη της Γενεύης, καλό θα ήταν να ξεκινήσουν τις προσπάθειές τους, παρακινώντας τους Τούρκους να αποχωρήσουν από την Κύπρο. Και τότε είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε τα πάντα.
  2. Μειονοτικό ζήτημα Ούτε και εδώ μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση. Τι να συζητήσουμε δηλαδή; Τα δικαιώματα Ελλήνων πολιτών με τρίτες κυβερνήσεις; Είμαστε σοβαροί; Ήδη το ζήτημα αυτό έχει ξεχειλώσει από τη στιγμή που η συνθήκη έχει ξεπεραστεί από την κοινωνική πρόοδο στο θέμα των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Όταν η θρησκεία σήμερα αποτελεί για τον δυτικό πολιτισμό ζήτημα αυτοπροσδιορισμού και απολύτως προστατευμένο προσωπικό δεδομένο είναι αδιανόητο να γίνεται έστω και αναφορά για παρεμβάσεις ξένης χώρας. Καλώς ή κακώς η συνθήκη αναφέρεται σε θρησκευτική και όχι σε εθνική μειονότητα, συνεπώς, όποιες και αν είναι οι προθέσεις της Τουρκίας, δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει κανενός είδους διαπραγμάτευση. Το πιθανότερο θα ήταν να οργανωθεί μια διεθνής διάσκεψη για να απαλλάξει επιτέλους αυτούς τους ταλαίπωρους ανθρώπους από το βάρος που άθελά τους κουβαλάνε επειδή γεννήθηκαν στο λάθος μέρος, μέσα μάλιστα στην καρδιά της Ε.Ε.! Το μόνο που δεν έχουμε κάνει ακόμα στους μουσουλμάνους συμπατριώτες μας της Θράκης είναι να τους περάσουμε ένα περιβραχιόνιο για να τους ξεχωρίζουμε. Ας είμαστε σοβαροί. Οι άνθρωποι αυτοί είναι Έλληνες πολίτες, όπως όλοι μας. Αν επιθυμούν να είναι μουσουλμάνοι ή αν επιθυμούν να γίνουν Εβραίοι ή μορμόνοι είναι αποκλειστικά δικό τους ζήτημα ότι και αν γράφει η συνθήκη της Λωζάννης. Και φυσικά κάθε παρέμβαση τρίτου μέρους, εκτός ίσως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το διεθνές δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι απαράδεκτη. Και σίγουρα οι δύο αυτοί θεσμοί είναι απίθανο να δικαιώσουν τις θρησκευτικές ιδεοληψίες του Σουλτάνου και ακόμα πιο απίθανο να τον ανακηρύξουν Χαλίφη όλων των πιστών.
  3. ΑΟΖ Οι μαξιμαλιστικές θέσεις της Τουρκίας κατά παράβαση κάθε κανονισμού και λογικής δεν μπορεί να είναι μέρος μιας ατζέντας διαλόγου. Κανένας στον κόσμο δεν πρόκειται να πάρει στα σοβαρά τις τουρκικές θέσεις και αξιώσεις περί θαλασσίων συνόρων με τη Λιβύη ή περί ανυπαρξίας θαλασσίων ζωνών των ελληνικών νησιών. Ο μόνος τρόπος για να επιβάλουν οι Τούρκοι τις αξιώσεις τους είναι η συνεχής ναυτική παρουσία στην ανατολική Μεσόγειο, πράγμα όμως που τους φέρνει αντιμέτωπους όχι μόνο με την απλή λογική, αλλά και με μεγαλύτερα ψάρια που υπάρχει ο κίνδυνος να τους δαγκώσουν. Αν η τωρινή ελληνική κυβέρνηση στάθηκε ανίκανη να επιβάλει μορατόριουμ στις μη οριοθετημένες ζώνες, δε σημαίνει ότι θα κάνουν το ίδιο οι Γάλοι, οι Αιγύπτιοι ή οι Αμερικάνοι (υπό νέα ηγεσία). Η μη συμμόρφωση των Τούρκων με τις νόρμες του διεθνούς δικαίου μπορεί να στερεί τη χώρα μας από τον καθορισμό και την εκμετάλλευση της ΑΟΖ που δικαιούται, το ίδιο όμως συμβαίνει και για τους Τούρκους. Όσο επιμένουν στο λάθος, θα είναι φυλακισμένοι στον κόλπο της Αττάλειας και τα πανάκριβα ερευνητικά σκάφη τους θα σκουριάζουν στην Αλεξανδρέττα. Τουλάχιστον εμείς θα μπορούμε να τρυπάμε ανενόχλητοι ανοιχτά της Κρήτης ή στο Ιόνιο.
  4. Γκρίζες ζώνεςΟμοίως με το θέμα των λεγόμενων γκρίζων ζωνών η μοναδική επιλογή των Τούρκων είναι οι ναυτικές παρενοχλήσεις και η μη συμμόρφωση με τη συμφωνία της Μαδρίτης. Επιλογή όμως που εξοργίζει συμμάχους και ”συμμάχους”. Καμία συνθήκη και κανένας οργανισμός δεν πρόκειται ποτέ να εκχωρήσει βραχονησίδες στους Τούρκους. Το καλύτερο που θα μπορούσαν να επιτύχουν θα ήταν αυτό που ήδη ισχύει, δηλαδή ένα άτυπο μορατόριουμ, ένα buffer zone, στο οποίο όμως ούτε οι ίδιοι ασκούν κυριαρχία. Κανένας λοιπόν δεν μπορεί να καταλάβει προς τι η αξίωση των Τούρκων να συμπεριλάβουν το θέμα στην ατζέντα του διαλόγου. Ότι είχαν να κερδίσουν το κέρδισαν ήδη από την ενδοτικότητα της κυβέρνησης Σημίτη και οτιδήποτε περισσότερο προσκρούει στους κώδικες της διεθνούς κατανομής ισχύος. Εκτός αν ο κ. Erdogan θεωρεί ότι η χώρα του έφθασε σε σημείο να θεωρείται κάτι σαν υπερδύναμη (των Βαλκανίων;) και πως αυτό του δίνει τη δύναμη να κατανέμει ισχύ ο ίδιος σε συνεννόηση ή μέσω εκβιασμού των πραγματικών υπερδυνάμεων. Δυστυχώς για τον πολυχρονεμένο μας Σουλτάνο, ούτε η πραγματικότητα, ούτε οι πολιτικοί ή στρατιωτικοί συσχετισμοί δυνάμεων δε συνηγορεί με τις προσωπικές του φαντασιώσεις.
  5. FIR, έξι – δώδεκα μίλια, SAR και 25ος μεσημβρινόςΣταθερή επιδίωξη εδώ και δεκαετίες για τους Τούρκους είναι ένα άτυπο μοίρασμα του Αιγαίου με σύνορο τον 25ο μεσημβρινό, όπου δυτικά θα ασκεί κυριαρχία η Ελλάδα και ανατολικά η Τουρκία(FIR, SAR, ψάρεμα). Τον παλιό καλό καιρό του ψυχρού πολέμου οι ΗΠΑ έβλεπαν θετικά μια τέτοια προοπτική και η διπλωματία τους είχε προσανατολιστεί σε μια συνολική διευθέτηση των Ελληνοτουρκικών διαφορών που θα ξεκινούσε με λύση του Κυπριακού και θα περιελάμβανε συνδιαχείριση σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς ψήγματα της πολιτικής αυτής υπάρχουν ακόμα (λόγω του φαινομένου της αδράνειας που χαρακτηρίζει τον λευκό ελέφαντα του department of state) και συνεχίζουν να ταλαιπωρούν τη λογική. Ευθύνη φέρουν και οι φοβικές ελληνικές κυβερνήσεις που απλά δεν ήθελαν να πέσει στη δική τους βάρδια μια ελληνοτουρκική σύρραξη και πετούσαν το μουτζούρη στον επόμενο. Κάπως έτσι βρεθήκαμε με FIR 10 μιλίων και θαλάσσια κυριαρχία 6 μιλίων, που σε συνδυασμό με τις αμφισβητήσεις των Τούρκων δημιουργούν το καθημερινό χάος πάνω από το Αιγαίο. Το τουρκικό όνειρο της συνδιαχείρισης του Αιγαίου θα τελειώσει απότομα τη μέρα που η Ελλάδα θα ανακηρύξει δώδεκα μίλια κυριαρχία στο Αιγαίο. Φυσικά ούτε αυτό το θέμα μπορεί να γίνει αποδεκτό σε ατζέντα διαλόγου, καθώς αποτελεί αναφαίρετο κυριαρχικό δικαίωμα. Τη συγκεκριμένη στιγμή μάλιστα τυγχάνει να αποτελεί και το ισχυρότερο (πυρηνικό αντίστοιχο) διπλωματικό όπλο της Ελλάδας, καθώς σε περίπτωση σύρραξης (περιορισμένης ή μη) θα τεθεί σε ισχύ, εγκλωβίζοντας την Τουρκία στα ρηχά νερά των μικρασιατικών παραλίων. Αυτό δημιουργεί έξτρα πονοκεφάλους στους Τούρκους, αφού γνωρίζουν ότι σε περίπτωση πολέμου θα μπουν στη διαδικασία χαμένοι εξ αρχής ενώ σε καιρό ειρήνης θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν μια πιο συμφέρουσα συμφωνία. Κατά την προσωπική μου άποψη, αυτός είναι και ο σοβαρότερος λόγος για τον οποίο το καθεστώς Erdogan όχι μόνο ξορκίζει τον πόλεμο, αλλά ούτε καν τολμάει να προχωρήσει σε θερμό επεισόδιο. Βασιζόμενος σε αυτή την εκτίμηση, από την αρχή της κρίσης επιχειρηματολόγησα έντονα περί τουρκικής μπλόφας και περί κωμικού πλου.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές και να σταθμίζουμε σωστά όλες τις παραμέτρους. Είναι μια δύσκολη εξίσωση στην οποία έχουμε αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα, αλλά και αρκετά μειονεκτήματα. Όσοι όμως συνεχίζουν να αναζητούν τη λύση είτε μέσω Χάγης, είτε μέσω απευθείας διαλόγου επί ανοικτής ατζέντας, καλό θα ήταν να αντιπαραθέσουν τα επιχειρήματά τους στα παραπάνω και κυρίως να σκεφθούν σοβαρά αν είναι ποτέ δυνατόν να υπάρξει έστω συνεννόηση μεταξύ των δύο χωρών, χωρίς πρότερη λύση του Κυπριακού.

Πληροφορίες από διεθνείς οργανισμούς με αναφορές σε διεργασίες που συντελούνται στα επιτελεία σοβαρών κρατών της δύσης αναφέρουν πολλές και ενδιαφέρουσες μεταβολές στο Τουρκικό Ζήτημα που μάλιστα έχουν ως κορμό τους την προστασία (και επακολούθως αξιοποίηση) της Κυπριακής Δημοκρατίας και της στρατηγικής θέσης που αυτή προσφέρει σε αυτούς που πραγματικά διαθέτουν την απαραίτητη ισχύ για διαμοιρασμό κυριαρχίας στη Μεσόγειο .

Ενώ λοιπόν μέχρι πριν λίγους μήνες οι πιέσεις ασκούνταν στον ΟΗΕ και στις δύο αντιπροσωπείες, σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ολοκληρωτικά με ευθύνη της Τουρκίας και της παρανοϊκής εξωτερικής πολιτικής που ασκεί από την εμπλοκή της στο συριακό εμφύλιο και εντεύθεν. Τα τουρκικά γεωτρύπανα στην κυπριακή ΑΟΖ και η άνευ λογικής άμεση στρατιωτική εμπλοκή της Τουρκίας σε πάλαι ποτέ προπύργια της δύσης έχει οδηγήσει σε ζωηρή αντίδραση η οποία αναμένεται να κορυφωθεί σε διπλωματικό επίπεδο τους επόμενους μήνες. Πλέον η νέα πολιτική που ξημερώνει για την Τουρκία στο κυπριακό δεν είναι ”διζωνική – δικοινοτική ομοσπονδία”, ούτε ”καθίστε, συζητήστε και βρείτε τα”, ούτε ”πιέζω τον κάθε Αναστασιάδη με θεμιτά και αθέμιτα μέσα”.

Πλέον η νέα πολιτική που ξημερώνει έχει νέο όνομα: ”Status quo ante”, το οποίο σε μετάφραση σημαίνει ”επαναφορά εις την προτέραν κατάστασιν(πριν την εισβολή)” και σε απλή καθομιλούμενη σημαίνει ότι οι πιέσεις θα ασκούνται προς τους Τούρκους, θα είναι αφόρητες και θα ΑΠΑΙΤΟΥΝ (demand, για όσους γνωρίζουν τι σημαίνει η λέξη στη διπλωματική γλώσσα) την άμεση αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από την Κύπρο και παράδοση της κατάστασης στο Ευρωπαϊκό κεκτημένο με εγγυητή (για τις μειονότητες) την Ε.Ε. Και δυστυχώς για τους Τούρκους, υπάρχουν πολλοί που περιμένουν στη γωνία για να επιβάλλουν την παραπάνω λύση δια της βίας, αν συνεχίσουν τις προκλήσεις με τον ίδιο ρυθμό ή αν ηθελημένα ή μη εμπλακούν σε μια σύρραξη που είναι σαφές ότι δεν έχουν τις δυνάμεις για να την ελέγξουν.