Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Το θέμα της Ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, δηλαδή της ένταξης της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απασχόλησε κατ’ επανάληψιν την εξωτερική πολιτική Κύπρου και Ελλάδας.
Ασφαλώς η ενταξιακή ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας είναι εδώ και χρόνια «παγωμένη» και στάσιμη. Όχι όμως τερματισμένη
Το προ ετών ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με το οποίο ζητείτο η αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, προκάλεσε ένα ουσιαστικό προβληματισμό για ένα θεμελιώδες ζήτημα που απασχολεί Κύπρο και Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως και οι επανειλημμένες εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Είναι προς το συμφέρον της Κύπρου και της Ελλάδας η υποστήριξη της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας;
Ήταν ορθή η αλλαγή πολιτικής των δύο χωρών, η εγκατάλειψη της αρνητικής τους θέσης έναντι της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, εκτός εάν η τελευταία συμμορφωνόταν με το διεθνές δίκαιο στο Κυπριακό και στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο;
Κάθε πολιτική κρίνεται από το αποτέλεσμα της. Και το αποτέλεσμα της θετικής στάσης Κύπρου και Ελλάδας στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας είναι πασιφανώς αρνητικό. Μόνο θετικό αποτέλεσμα υπήρξε το γεγονός ότι σταμάτησαν οι Βρυξέλλες και μερικές ευρωπαϊκές χώρες να οχυρώνονται πίσω από την αρνητική μας στάση -όσο αυτή υπήρχε- για να δικαιολογούνται προς την Τουρκία για την μη ομαλή εξέλιξη της ευρωπαϊκής της πορείας. Αποκρύβοντας έτσι τη δική τους, στην πραγματικότητα, αρνητική στάση. Αλλά, ουδέποτε απεδείχθη στην πράξη ότι η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας αποτέλεσε γι’ αυτήν δέλεαρ. Άτεγκτη στάση στο Κυπριακό, έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ, περιφρόνηση προς τη διεθνή σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της θάλασσας. Άρνηση της Τουρκίας να εκπληρώσει τις λεγόμενες κυπρογενείς υποχρεώσεις που της ανατέθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ήδη από το 2005. Δηλαδή, ανεπιφύλακτη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, άνοιγμα λιμανιών και αεροδρομίων σε κυπριακά πλοία και αεροπλάνα (σε εφαρμογή της τελωνειακής ένωσης για όλα τα κράτη – μέλη της Ε.Ε.) και συνεργασία για λύση του Κυπριακού στη βάση των περί Κύπρου ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και των αρχών και αξιών επί της οποίας εδράζεται η Ε.Ε.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα καθημερινές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου, των χωρικών υδάτων, ακόμα και εκδηλώσεις αναθεωρητισμού υφιστάμενων διεθνών συνθηκών, όπως η Συνθήκη της Λωζάνης και θρασεία απαίτηση αποστρατικοποίησης νήσων του Αιγαίου.
Περαιτέρω, θα πρέπει να εκτιμήσουμε τις πιθανότητες η Ε.Ε. να αποδεχθεί κάποτε την Τουρκία, στις τάξεις της. Οι πιθανότητες είναι ανύπαρκτες. Μεγάλες και ηγέτιδες χώρες της Ένωσης, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, με σαφήνεια και απερίφραστα εκδηλώνουν την αρνητική τους θέση σε μια τέτοια προοπτική.
Όταν τη δεκαετία του 1990 επισκέφθηκα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είχα συνάντηση με τον τότε Γερμανό Πρόεδρο του. Του ανέπτυξα τη θέση, ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας για να υποχρεωθεί να συναινέσει σε λύση του Κυπριακού. Μου απάντησε σε αυστηρό ύφος: « Δεν θα μας φορτώσετε την Τουρκία. Θέλω να σου πω κάτι και να το θυμάσαι. Ουδέποτε η Γερμανία, είτε οι Χριστιανοδημοκράτες, είτε οι Σοσιαλδημοκράτες είναι στην εξουσία, θα επιτρέψει την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.».
Με αυτά τα δεδομένα αποδεικνύεται ως φενάκη, η πολιτική στήριξης από πλευράς Κύπρου και Ελλάδας της υποτιθέμενης ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, με την ελπίδα διαφοροποίησης της θέσης της σε ότι αφορά Κυπριακό και Ελληνοτουρκικά. Η περίφημη διπλωματική θεωρία περί «μαστιγίου και καρότου» απεδείχθη ατελέσφορη αφού περιορίστηκε στο «καρότο». Είναι εξόχως χαρακτηριστική η απόρριψη κάθε σκέψης κυρώσεων επί της Τουρκίας για τις παραβιάσεις στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και το άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου.
Μια σαφής θέση ότι, όσο συνεχίζεται η τουρκική κατοχή και όσο διατηρούνται οι τουρκικές απειλές κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, δεν υπάρχει συνηγορία σε ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, είναι πολύ πιθανότερο να αποδειχθεί πιο αποτελεσματική. Ούτως ή άλλως θα είναι πολύ πιο πραγματιστική. Και ο ρεαλισμός στην εξωτερική πολιτική πρέπει να αποτελεί πυξίδα πλεύσης.
Σημ: Ο Επίτροπος Διεύρυνσης της Ε.Ε Ολιβερ Βαρέλι δήλωσε πρόσφατα ότι «η Τουρκία είναι πολύ σημαντικός περιφερειακός παίκτης και πρέπει τα κράτη – μέλη να κατανοήσουν ότι πρέπει να την έχουμε στο πλευρό μας». Που είναι η αντίδραση μας; Η Τουρκία που κατέχει εδάφη μιας Ευρωπαϊκής χώρας, που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο για τη θάλασσα, που απειλεί κράτος – μέλος (την Ελλάδα) με κατάληψη νησιών της και που παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες του τουρκικού λαού πρέπει να κατανοήσουμε ότι πρέπει να είναι «στο πλευρό μας»;
Ντροπή κύριε Επίτροπε!
Πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων