Του Διογένη Λόππα
Ακόμα και στη θρυλική ταινία του Emir Kusturica, ο πρωταγωνιστής κάποτε επιστρέφει από το στρατόπεδο ανεπιθυμήτων του καθεστώτος και αναζητά εκδίκηση και αποκατάσταση. Πόσο μάλλον η πάλαι ποτέ κραταιά Ρωσία, με το αυτοκρατορικό (τσαρικό και σοβιετικό) ένδοξο παρελθόν της. Ήταν απλά θέμα χρόνου για τη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα της γης με τις ανεξάντλητες πηγές πρώτων υλών, να γλύψει τις πληγές της από την ήττα του ψυχρού πολέμου και να αρχίσει να απαιτεί την αποκατάστασή της στα παγκόσμια πλέγματα ασφάλειας. Απροσδόκητος σύμμαχός της, εκτός από την ανύπαρκτη ευρωπαϊκή διπλωματία, η Κίνα, σε μια νεοπαγή λυκοσυμμαχία που ενδέχεται να ανατρέψει δεδομένα δεκαετιών.
Η (καταστροφική) επίσκεψη του προέδρου Macron στη Μόσχα, δεν ήταν μόνο μια ευκαιρία για να βγει από τη διπλωματική στενωπό ο κ. Putin. Πρωτίστως ήταν μια ευκαιρία, δια της κοινής συνέντευξης τύπου, να προβάλει τις θέσεις τις χώρας του, δίκαιες ή άδικες, και να αντιμετωπίσει έτσι πρόσωπο με πρόσωπο την αμείλικτη προπαγάνδα που έχουν εξαπολύσει οι ΗΠΑ και που, ούτε λίγο ούτε πολύ, προβλέπει μια αλά Χίτλερ μαζική Ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία.
Πράγματι στη συγκεκριμένη δημόσια τοποθέτησή του ο πρόεδρος της ρωσικής ομοσπονδίας υπήρξε ιδιαίτερα καυστικός, απροκάλυπτα επιθετικός και ελάχιστα διπλωματικός. Γενικότερα, στόχος της ρωσικής διπλωματίας το τελευταίο διάστημα δεν είναι να μετριάσει τις επιπτώσεις της υβριδικής επίθεσης που δέχεται από το μηχανισμό προπαγάνδας της δύσης, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν ουτοπικό, αλλά να απευθυνθεί στο κοινό εκείνο των δυτικών κοινωνιών που δικαίως πιστεύει ότι εμπνέει. Ένα κοινό που πολιτικά καλύπτεται από την Alt-Right και που στο αυταρχικό καθεστώς της Ρωσίας βλέπει μια σοβαρή δεξιά, προσηλωμένη στις παραδοσιακές αξίες της ευρωπαϊκής κοινωνίας, που απεχθάνεται τους νεωτερισμούς, τους μετανάστες, τις περιττές ελευθερίες, που θεωρεί ανωμαλία την κοινότητα LGTB, φόνο τις αμβλώσεις και που βαδίζει χέρι – χέρι με την εκκλησία. Κάτι σαν έναν φάρο μέσα σε έναν κόσμο που βαδίζει άναρχα προς μια γενική ηθική κατάπτωση.
Άλλωστε η Ρωσία δε διαθέτει ούτε τα κεφάλαια, ούτε πολύ περισσότερο τα μέσα με τα οποία θα μπορούσε να κάνει τις θέσεις της είτε αρεστές, είτε απλά γνωστές. Και βέβαια είναι μύθος το ότι κάποια φανταστικά ρούβλια κατευθύνονται υπογείως σε ομάδες και υποομάδες ανά τον κόσμο. Απλούστατα οι ανά τον κόσμο ”αρνητές” βλέπουν στη χώρα αυτή την ενσάρκωση της ιδεολογίας τους, όπως κάποτε οι ανά τον κόσμο κομμουνιστές εκστασιάζονταν από τα κατορθώματα της ΕΣΣΔ και προσάρμοζαν την καθημερινότητά τους στις κατευθυντήριες γραμμές της ηγεσίας της. Αφιλοκερδώς. Έτσι λοιπόν ο κ Putin απευθυνόμενος σε αυτό το κοινό είπε πολλά, όμως προκάλεσε πολλές ανησυχίες η αναφορά του τόσο στα όρια του Συμφώνου της Βαρσοβίας, όσο και στην υπόθεση της Γιουγκοσλαβίας. Γιατί οι αναφορές αυτές κατέδειξαν και το μέγεθος των φιλοδοξιών που ανασύρει από την ιστορία η σύγχρονη ηγεσία της χώρας.
Το τρόπαιο της Γιουγκοσλαβίας
Ιστορικά, η μεγαλύτερη ταπείνωση που υπέστη η Ρωσία στη νεότερη ιστορία της, ήταν η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Μπορεί αυτό εκ πρώτης όψεως να δείχνει παράδοξο, αφού μάλιστα η Γιουγκοσλαβία κρατούσε πάντοτε τις αρμόζουσες ισορροπίες, όμως δεν είναι. Και αυτό γιατί η ίδρυση της Γιουγκοσλαβίας, με τη μορφή μιας μεγάλης Σερβίας, ήταν το τρόπαιο της νίκης κατά των δυνάμεων του άξονα, που ακολούθησε την οριστική διάλυση της μισητής αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Η ύπαρξη της Γιουγκοσλαβίας (και ο λόγος που ιδρύθηκε) ήταν η εγγύηση ότι δεν θα υπάρξει ποτέ πια μια κεντρική γερμανική αυτοκρατορία η οποία θα απειλεί την Ευρώπη.
Και πράγματι, ανατρέχοντας στην πρόσφατη ιστορία, η πρώτη γεωπολιτική κίνηση της ενωμένης Γερμανίας στην ευρωπαϊκή σκακιέρα ήταν η πάση θυσία διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Και ως εκ θαύματος, μέσα σε μόλις τριάντα χρόνια, μια υπερτροφική Γερμανία κατάφερε να απλώσει την πλήρη επιρροή της από τον Ρήνο στα δυτικά, μέχρι τον Δνείπερο στα ανατολικά, κάνοντας τόσο τους Πρώσους Κάιζερ, όσο και τους Αψβούργους, να μοιάζουν ασήμαντοι. Έτσι με όχημα αφενός το πανίσχυρο γερμανικό βιομηχανικό κεφάλαιο (συνεπικουρούμενο από μια σκανδαλώδη νομοθεσία που μέσω της οποίας το κράτος καλύπτει τις ενδεχόμενες ζημιές) και αφετέρου το Ευρώ (που ελέγχεται πλήρως από τη γερμανική κυβέρνηση), η Γερμανία κατάφερε να ”ανακτήσει” όλες τις περιοχές που έχασε διαδοχικά στους δύο πολέμους (στα ανατολικά) εις βάρος της Ρωσίας. Μια ματιά στο χάρτη της τσαρικής Ρωσίας πριν τον μεγάλο πόλεμο είναι αποκαλυπτική για το πώς οι Ρώσοι αντιλαμβάνονται τις ευρωπαϊκές ζώνες επιρροής.
Είναι προφανές ότι οι Ρώσοι όλο αυτό το διάστημα, από τον εκφυλισμό του Γέλτσιν μέχρι τον πλήρη εκσυγχρονισμό του ρωσικού οπλοστασίου επί Πούτιν, έκτιζαν μεθοδικά τις άμυνές τους και έκλειναν ένα προς ένα τα ανοικτά μέτωπα στο εσωτερικό (Τσετσενία, Νότια Οσετία, Κριμαία και ασφυκτικός πολιτικός έλεγχος των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών της Ασίας, όπως πρόσφατα στο Καζακστάν). Η πανδημία λειτούργησε ως καταλύτης, γιατί πρώτον ανέδειξε τα δομικά προβλήματα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας (κατάρρευση εφοδιαστικής αλυσίδας), δεύτερον οδήγησε στην έκρηξη των τιμών της ενέργειας (που ευνοεί τρομακτικά την οικονομική δύναμη της Ρωσίας) και τρίτον έθεσε τις σχέσεις Δύσης – Κίνας στις ρεαλιστικές τους βάσεις, πράγμα που εξανάγκασε την Κίνα να ενδώσει στο στρατηγικό φλερτ της Ρωσίας, τινάζοντας στον αέρα τη δυτική στρατηγική παγκόσμιας ασφάλειας ή pax americana, από τον ειρηνικό ωκεανό έως την καρδιά της Ευρώπης.
Αν θέλουμε να είμαστε πραγματιστές, οφείλουμε να αποδεχθούμε ότι η αλαζονική στάση του κ. Putin στις συζητήσεις με τον Γάλλο πρόεδρο, δεν στερείται βάσης. Δεν ήταν για το θεαθήναι. Και αυτό γιατί μόλις λίγες ημέρες πριν, οι Ρώσοι είχαν εξασφαλίσει το κοινό ανακοινωθέν με τους Κινέζους, μέσα από το οποίο το Πεκίνο παίρνει σαφή θέση στην όλη διένεξη και στην ουσία δημιουργεί εντελώς νέα δεδομένα, είτε αυτά αφορούν σε στρατιωτικούς συσχετισμούς, είτε σε εκβιασμούς οικονομικής φύσεως (απειλές κυρώσεων).
Ουσιαστικά δηλαδή διαμορφώνεται ένα ισχυρό αντιδυτικό μπλοκ το οποίο αμφισβητεί εμπράκτως το αμερικανικό μονοπώλιο της στρατιωτικής επέμβασης. Και επιπλέον αφήνει να εννοηθεί ότι σε περίπτωση σοβαρών οικονομικών πληγμάτων (όπως για παράδειγμα ο αποκλεισμός από το SWIFT) οι πληγείσες οικονομίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ξεχωριστά συστήματα πληρωμών και να ενταφιάσουν οριστικά το μεταψυχροπολεμικό status quo της παγκόσμιας οικονομίας (αντικυρώσεις). Αν στην εξίσωση προστεθούν γκρίζες ζώνες μεγάλων οικονομιών που φλερτάρουν με οτιδήποτε θα μπορούσε να τους βγάλει από το σημερινό τους αδιέξοδο (Τουρκία, Ιράν, και όχι μόνο), μπορούμε να μιλάμε για πλήρη επιστροφή στον ψυχρό πόλεμο, με νέους συσχετισμούς.
Το φονικό αμερικανικό διπλωματικό οπλοστάσιο και η ρωσική αντεπίθεση
Η αμερικανική αρχιτεκτονική για την αντιμετώπιση αυτής της διαλυτικής κρίσης, που αρχίζει να παίρνει διαστάσεις παγκόσμιας αναταραχής και να απειλεί σοβαρά τα κέρδη της Δύσης από τη νίκη στον ψυχρό πόλεμο, στηρίζεται σε δύο ισχυρούς πυλώνες:
- Ουκρανική κυριαρχία: Υπερτονίζει τη θεσμική δυνατότητα της Ουκρανίας και κάθε Ουκρανίας να λειτουργεί ως κυρίαρχο κράτος και κατά συνέπεια απαιτεί από τους αντιπάλους της να σεβαστούν την εδαφική της ακεραιότητα (Κριμαία) καθώς και τη δυνατότητά της να επιλέγει τις συμμαχίες της (ΝΑΤΟ)
- Οικονομικές κυρώσεις: Καθώς δεν είναι σε θέση (για πολλούς λόγους που δεν είναι του παρόντος) να υπερασπιστεί τα δίκαια της συμμάχου Ουκρανίας με ίδια μέσα, απειλεί με τρομακτικές κυρώσεις που, αν εφαρμόζονταν, θα εξαφάνιζαν το σύνολο της ρωσικής οικονομίας από τον παγκόσμιο χάρτη.
Απέναντι σε αυτά τα αν μη τι άλλο ισχυρά επιχειρήματα, η ρωσική διπλωματία παίρνει θέση και για πρώτη φορά περνάει σε επιθετικές διεκδικητικές διατυπώσεις:
- Θεωρώντας ότι έχει το αδιαμφισβήτητο στρατιωτικό πλεονέκτημα (πράγματι το έχει στο συγκεκριμένο σημείο), αντιπαραβάλλει τις τακτικές της με τις αντίστοιχες του νατοϊκού παρελθόντος και φέρνει ως παράδειγμα τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και κυρίως το ολέθριο σφάλμα της αλλαγής συνόρων στην Ευρώπη με την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου. Θεωρεί λοιπόν ότι αφού η Δύση στην ακμή της επέβαλε τα συμφέροντά της ακόμα και με αλλαγή συνόρων, τότε και η Ρωσία που αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη δεν έχει αντίπαλο, δικαιούται να επιβάλλει τα συμφέροντά της κατά τον ίδιο τρόπο.
- Θεωρεί ότι η απειλή κυρώσεων είναι μια μεγαλοπρεπής μπλόφα, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Γιατί αν υποθέσουμε ότι οι ΗΠΑ κάνουν πράξη την απειλή τους, τότε θα απελευθέρωναν μια αλληλουχία δυσάρεστων γιο το σύνολο της δύσης γεγονότων, όπως για παράδειγμα η πλήρης διακοπή του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη (αφού δεν θα υπάρχει τρόπος πληρωμής) ή η δημιουργία ενός ογκώδους οικονομικού πόλου με τη συμμετοχή της Κίνας, που θα επέφερε κατακλυσμιαία πλήγματα στην τροφοδοσία της δύσης. Και αν τα πράγματα οδηγούνταν σε πλήρη ρήξη, θα κινδύνευαν άμεσα οι δυτικές επενδύσεις τρισεκατομμυρίων δολαρίων στις χώρες που θα επέλεγαν να συνταχθούν με τον αντίπαλο πόλο.
Αυτό που τελικά επιθυμεί η Ρωσία, δεν είναι βέβαια το σοβιετικό κουφάρι της Ουκρανίας. Επιθυμεί μια συνολική διευθέτηση με τη Δύση για το νέο της ρόλο στα ευρωπαϊκά και παγκόσμια πράγματα, με σημείο αναφοράς το status quo ante (επιστροφή στην προτέρα κατάσταση) της πτώσης των σοβιετικών καθεστώτων. Και πιστεύει ότι ευνοείται από τη συγκυρία, δηλαδή την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης, τις συνεχείς ήττες μιας ανερμάτιστης εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ με πιο πρόσφατη το Αφγανιστάν (σε συνδυασμό με τη δική της -άνευ αντιπάλου- υπεροπλία στην ανατολική Ευρώπη), ακόμα και την επιρροή που ασκεί η αναχρονιστική κουλτούρα του ρωσικού καθεστώτος σε διογκούμενες πολιτικά ομάδες (ακόμα και μέσα στις ΗΠΑ). Επίσης δεν έχει τίποτα να χάσει, καθώς βλέπει ότι όλα αυτά τα χρόνια έχει γίνει ο σάκος του μποξ της Δύσης και ότι αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί χωρίς αντίδραση, μοιραία το επόμενο Μεϊντάν θα συμβεί πέριξ της κόκκινης πλατείας.
Οι Αμερικανοί από την άλλη πλευρά φαίνεται να έχουν εγκλωβιστεί σε μια ατυχή εξωτερική πολιτική, που η λογική λέει ότι θα έπρεπε να προσεγγίσει με κάποιον τρόπο τη Ρωσία για να αντιμετωπίσει επιτυχώς την Κίνα. Τώρα με τη Ρωσία να στρέφεται στην Κίνα και με την Ευρώπη εμφανώς απρόθυμη να αποχωριστεί, είτε τις ζωτικές της επενδύσεις στην Κίνα, είτε το αναντικατάστατο ρωσικό αέριο, οι επιλογές στενεύουν. Και στενεύουν ακόμα περισσότερο όταν έχει αποκλειστεί εξ αρχής η εμπλοκή με στρατιωτικά μέσα, πράγμα που εκχωρεί στον αντίπαλο την πρωτοβουλία των κινήσεων, απλά και μόνο με την προβολή σημαίας. Τώρα μάλλον θα πρέπει ο πρόεδρος Biden να πιεί ακόμα ένα πικρό ποτήρι, αφού είτε θα αποδεχθεί τα μοιραία για το αμερικανικό γόητρο τετελεσμένα (φινλανδοποίηση της Ουκρανίας), είτε θα σύρει ολόκληρη τη Δύση σε μια μοντέρνα εκδοχή της ελαφράς ταξιαρχίας, απέναντι σε οικονομίες – πυλώνες του δυτικού καπιταλισμού. Και επειδή το χέρι που σε ταίζει δεν το δαγκώνεις, η μοναδική συνετή επιλογή που του απομένει, φοβάμαι ότι είναι το μακρύ τραπέζι του Κρεμλίνου.