Το σκάνδαλο Novartis, το διπλό παιχνίδι Μητσοτάκη-Γεννηματά και ο… λήσταρχος Νταβέλης

Του Γ. Λακόπουλου

Στην αρχή φάνηκαν να διστάζουν. Αλλά τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Φώφη Γεννηματά  πήραν θέση για όσους από τα κόμματά τους  φέρονται ως εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο Novartis.  Σε  πρώτη ανάγνωση δείχνουν αλληλέγγυοι.

Ενδεχομένως στη ΝΔ το αξίωσαν οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι.  Στο ΠΑΣΟΚ όμως έχει ενδιαφέρον γιατί ως πρόεδρός του ο Βαγγέλης Βενιζέλος δεν είχε κάνει το ίδιο με τον  Γ. Παπακωνσταντίνου.

Πάντως, η δεύτερη ανάγνωση των τοποθετήσεων υποστήριξης σε συνδυασμό με τις πληροφορίες και  την ατμόσφαιρα μέσα στα δυο κόμματα αναδεικνύει  έναν ιδιότυπο εσωκομματικό κανιβαλισμό που αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις σαν ευκαιρία να απαλλαγούν οι ηγεσίες  από πρόσωπα που συνιστούν εσωκομματικούς πόλους εναντίον τους.

Ο Μητσοτάκης από τον Σαμαρά και τον Γεωργιάδη, που του έχουν γίνει στενοί κορσέδες, αλλά και από τον Αβραμόπουλο που δεν καταθέτει τα όπλα. Η Γεννηματά από τον Βενιζέλο με τον οποίο τη χωρίζει άβυσσος και δευτερευόντως από τον Λοβέρδο.

Έτσι τους υπερασπίζονται μεν, αλλά ο καθένας με τους δικούς του αστερίσκους και με ανομολόγητο στόχο να μετατρέψουν το κομματικό μειονέκτημα, που δημιουργεί η εμπλοκή τους, σε προσωπικό πλεονέκτημα στο εσωκομματικό πεδίο και βάση επωφελούς αντιπολίτευσης στη κυβέρνηση.

Η ατμόσφαιρα μέσα στα δυο κόμματα αναδεικνύει  έναν ιδιότυπο εσωκομματικό κανιβαλισμό που αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις σαν ευκαιρία να απαλλαγούν οι ηγεσίες  από πρόσωπα που συνιστούν εσωκομματικούς πόλους εναντίον τους.

Ο Μητσοτάκης ενδιαφέρεται να εδραιώσει την εσωτερική θέση του, καθώς η τοποθέτησή του αποτελεί  και άνοιγμα στις δυνάμεις του κόμματος που δεν τον αμφισβητούν ή του επιβάλλουν πολιτική, όπως είδαμε σε πολλές περιπτώσεις. Τώρα ο Σαμαράς και ο Γεωργιάδης εξαρτώνται από αυτόν και θα τον αφήσουν ήσυχο.

Στο ΠΑΣΟΚ η Φώφη  οργανώνει προσκλητήριο συσπείρωσης  ολόκληρου του παλιού ΠΑΣΟΚ  γύρω της, συνδέοντας τις εξελίξεις με το 1989. Απευθύνεται σε όσους έχουν ασκήσει διαχείριση στο παρελθόν και δεν βλέπουν με καλό μάτι να ερευνώνται παλιές υποθέσεις.

Η αναφορά της εστιάζει στη δίωξη κατά του Ανδρέα Παπανδρέου. Αλλά το σκάνδαλο  Κοσκωτά, υπαρκτό σκανδαλο και ο αντιπρόεδρος της τότε κυβέρνησης κατηγορήθηκε για χρηματισμό- άσχετα αν δεν πρόλαβε να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Το σκάνδαλο υπήρχε, ασχετα αν το χρησιμοποιησε ο Μητσοτάκης για να πληξει τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Δημ.Τσοβόλα.

Διαλεύκανση χωρίς τη  Δικαιοσύνη

Στον κοινό παρονομαστή των τοποθετήσεων και των δυο πολιτικών αρχηγών που ζητούν, υποτίθεται, διαλεύκανση, λείπει κάτι: η αναφορά ότι έχουν εμπιστοσύνη τη Δικαιοσύνη. Πολύ περίεργο για πολιτικούς παράγοντες με θεσμικό ρόλο- ίσως και πρωτοφανές. Όσο και η αμέλεια της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων να καταδικάσουν τις επιθέσεις κατά της εισαγγελέως Διαφθοράς- μαζί με την αμετροέπεια κάποιων κυβερνητικών στελεχών- και κυρίως όσους απειλούν να τιμωρήσουν τη… Δικαιοσύνη που τους ελέγχει.

Οι επικεφαλής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ τα παραβλέπουν αυτά και συμπίπτουν στην προσπάθεια μεταφοράς του κέντρου βάρους  της υπόθεσης από τη δικαστική έρευνα στην πολιτική αντιπαράθεση. Το λάθος που κάνουν θα το βρουν μπροστά τους-όποια και αν είναι η εξέλιξη της υπόθεση.

Αυτή τη στιγμή για τα εμπλεκόμενά πρόσωπα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο από μαρτυρίες για χρηματισμό, που δεν συνοδεύονται ως τώρα από αποδεικτικά στοιχεία. Η  έλλειψη αποδείξεων δεν επηρεάζει την υποχρέωση της εισαγγελέως  Τουλουπάκη να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή. Είναι όμως  είναι το κύριο ζητούμενο εφεξής. Και για την Βουλή που αναλαμβάνει καθήκοντα ανακριτή και για την κύρια έρευνα που συνεχίζεται για τα υπόλοιπα πρόσωπα.

Παρεμβαίνοντας σ’ αυτό το σημείο οι πρόεδροι της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ προσπαθούν να επωφεληθούν προσωπικά  όπως και αν εξελιχθούν τα πράγματα. Θα έχουν υπερασπιστεί τους δικούς τους αν αποδείχνουν αμέτοχοι- θα τους έχει μείνει όμως κάποιο τραύμα. Παραβλέπουν όμως ότι δεν θα έχουν διεξόδους διαφυγής στην αντίθετη περίπτωση, από τη στιγμή  που δεν συμπαρατάσσονται με τη Δικαιοσύνη.

Αυτή η κοινή στάση δείχνει ότι και οι δυο δεν αντιλαμβάνονται μια από τις ενδιαφέρουσες πλευρές του σκανδάλου Novartis:  διαμορφώνει προϋποθέσεις στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ να κινηθούν μπροστά. Να αφήσουν πίσω παλιές αμαρτίες που έχουν ήδη κατεδαφίζει το ένα κόμμα και  επίκειται το ίδιο και για το άλλο.

Αυτοί όμως ακολουθούν απλώς μια πολιτική που τους ενώνει στον κοινό αντικυβερνητικό αγώνα. Συμπεριφορά ακατανόητη, ειδικά για  το ΠΑΣΟΚ που ξέρει τι έπαθε επειδή στο παρελθόν είναι ανάλογες συμπεριφορές για ερευνώμενα στελέχη του.

Αυτό που περνάει στην κοινωνία είναι ότι η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ επιστρέφουν στην περίοδο κατά  την οποία  η όποια απόπειρα ελέγχου πολιτικού προσώπου από  δικαστικό λειτουργό χαρακτηριζόταν «ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής». Το κόμμα  ήταν ό,τι  ήταν το λημέρι για τον λήσταρχο Νταβέλη, όταν τον κυνηγούσαν. Όποιος τελούσε υπό έρευνα από την αρμόδια δικαστική αρχή, έσπευσε να καλυφθεί στο …κόμμα του-, το οποίο  κατήγγειλε ότι ο άνθρωπός του …διώκεται. Υπάρχουν μνημειώδεις κομματικές ανακοινώσεις γι’ αυτό.

Με τους χειρισμούς που κάνουν ο Μητσοτάκης και η Γεννηματά,  -όπως και τα φιλικά τους ΜΜΕ-  μετά τις πρώτες εντυπώσεις θα μείνει κάτι: ότι τα δυο κόμματα αντί στα στραφούν στην αναζήτηση της αλήθειας δια της Δικαιοσύνης , στράφηκαν κατά της Δικαιοσύνης και των ευρημάτων της, προτού καν οριστικοποιηθούν: θα μπορούσε να είναι η ίδια η ανακριτική διαδικασία που θα απάλλασσε από κάθε κατηγορία τους εμπλεκομένους.

Οι δυο αρχηγοί όμως στράφηκαν κατά της κυβέρνησης με ισχυρισμούς, χωρίς στοιχεία, ακυρώνοντας έτσι τον υπερασπιστικό πυρήνα των εμπλεκομένων ότι δεν υπάρχουν στοιχεία εναντίον τους. Στην περίπτωσή της ΝΔ μάλιστα η ασυδοσία Γεωργιάδη, υπερβαίνει το υπερασπιστικό του δικαίωμα: ενώ ο ίδιος είναι ο ελεγχόμενος απειλεί να βάλει φυλακή τους πάντες. Έτσι συμπαρασύρει ολόκληρη τη ΝΔ, εφόσον παραμένει αντιπρόεδρος.

Συμπέρασμα: Κάνοντας μάλλον επιδερμική ανάλυση των πραγμάτων, ο Μητσοτάκης και η Γεννηματά βρέθηκαν μαζί στο ίδιο μετερίζι να παίζουν το ίδιο διπλό παιχνίδι. Χωρίς όμως να διακρίνουν τον κίνδυνο που προκαλούν οι ίδιοι στον εαυτό τους: να εγγραφεί στη συλλογική συνείδηση ότι αναμετρώνται με την νομιμότητα και ταυτίζονται με τις πιο απεχθείς πρακτικές του δημοσίου βίου.