Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα των έντεκα εν συνόλω συναντήσεων με τον Μητσοτάκη, ως τρόπαια της πολιτικής του απέναντι στην Ελλάδα και τη Κύπρο.
Οι επικεφαλής των κυβερνήσεων Ελλάδας και Τουρκίας, οι υπουργοί Εξωτερικών τους και δυο σύμβουλοι εκατέρωθεν, βρέθηκαν στη Νέα Υόρκη και η ελληνική πλευρά ανέδειξε, πάλι, την «ήρεμη» χρησιμότητα της συνάντησης.
Της ποιας; Είναι συνάντηση κορυφής, αυτό κράτησε μόλις μισή ώρα και οι συναντηθέντες είχαν καθαρό χρόνο μόλις ενός τέταρτου, αν ληφθεί υπόψη η διερμηνεία;
Ποιος κοροϊδεύει ποιον;
Την απάντηση έδωσε η κυβερνητική προπαγάνδα: η ελληνική κυβέρνηση στους Έλληνες πολίτες. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό ότι «ο Πρωθυπουργός έθεσε το Κυπριακό στον Τούρκο πρόεδρο»!
Δεν ξέρουμε πώς εννοείται το «έθεσε» στην αργκό της ΙΧ διπλωματίας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Πάντως αν κάποιος έθεσε το Κυπριακό, αυτός ήταν ο Ερντογάν, αλλά όχι στη «συνάντηση». Στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Εκεί αξίωσε τη διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους – που δημιουργήθηκε με την «ειρηνευτική επιχείρηση» του 1974, όπως είπε – εννοώντας τον «Αττίλα».
Το λέει συχνά. Αλλά αυτή τη φορά έγινε με τρόπο που δείχνει ότι… αναμένει πράγματι την ένταξη του κατεχομένου τμήματος στη διεθνή κοινότητα, ως «κράτους». Ίσως από συνομιλητές του στον κύκλο των BRICS.
Τα ελληνικά ΜΜΕ το υποβάθμισαν και η κυβέρνηση το αποσιώπησε – παραπέμποντας σε απάντηση του Πρωθυπουργού από το ίδιο βήμα. Με την αυτοαναιρούμενη διαβεβαίωση: «οι ελληνοτούρκικες σχέσεις βελτιώθηκαν τελευταία χρόνια».
Καλύτερα να έλειπε, αν εννοεί την εγκατάλειψη του Κυπριακού εκ μέρους του. Ή την απομάκρυνση της Χάγης – αφού οι δυο πλευρές θα τα «τα βρουν μεταξύ τους».
Προφανώς όπως ορίζει «η πίεση εταίρων και συμμάχων», που λέει ο Καραμανλής.
Χάριν της «βελτίωσης», η Ελλάδα υποχώρησε ουσιωδώς σε σειρά τουρκικών αξιώσεων, ενώ η Τουρκία δεν έκανε πίσω σε τίποτε.
Η σημερινή κυβέρνηση υλοποίησε τις υποχωρήσεις Σημίτη στη Μαδρίτη και το Ελσίνκι, χρεώνεται την αποδυνάμωση της άμυνας των νησιών – υπέρ της… Ουκρανίας – και προσχωρεί στη «συναντίληψη» για τις «ζώνες» στη θάλασσα, τον ουρανό και τον βυθό στο Αιγαίο. Ακόμη και σε βάρος ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Αποδέχεται, στην πράξη, τις γκριζοποίηση περιοχών και νομιμοποιεί τη θεωρία της «συνεκμετάλλευσης» του πλούτου του – που θα απολήξει σε συγκυριαρχία.
Οι Τούρκοι πετυχαίνουν τους στόχους και η Ελλάδα χάνει την ισχύ των επιχειρημάτων της. Και σ’ αυτό το σκηνικό η Κύπρος είναι ήδη το θύμα. Στην πίεση του Ερντογάν για την οριστικοποίηση της διχοτόμησης, εντυπωσιάζει η κυβερνητική αδράνεια.
Τον Ιούλιο ο Έλληνας Πρωθυπουργός βρέθηκε στη Λευκωσία, ταυτόχρονα με τον Τούρκο πρόεδρο στα Κατεχόμενα – με αφορμή της επέτειο της εισβολής, όπως την αντιλαμβάνεται η κάθε πλευρά.
Οι εκατέρων συμπεριφορές ήταν αποκαλυπτικές: τα τετελεσμένα νομιμοποιούνται από τη μια και η άλλη σιωπά. Γιατί; Το έχει εξηγήσει ο πρώην πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης στον εκδότη Χατζηκωστή.
Προτού πάει στη Νέα Υόρκη, ο Ερντογάν είχε εξαγγείλει τι πρόκειται να ζητήσει από τον ΟΗΕ. Όλοι τον άκουσαν, έκτος από τον Μητσοτάκη.
Ποιος Έλληνας Πρωθυπουργός θα συναντούσε πρόεδρο της Τουρκίας, γνωρίζοντας τι θα πει – αλλά και λίγα λεπτά αφού το είπε;
Μόνο αφελείς δεν βλέπουν: ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα των έντεκα εν συνόλω συναντήσεων με τον Μητσοτάκη, ως τρόπαια της πολιτικής του απέναντι στην Ελλάδα και τη Κύπρο.
AΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR