Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι αδύναμη απέναντι στους λαϊκιστές

Της Cecile Ducourtieux (*)

Η βούληση του λαού εναντίον ενός ανελέητου τεχνοκρατικού θεσμού; Ένας προϋπολογισμός που θέλει να δώσει τέλος στη φτώχεια εναντίον ευρωπαϊκών κανόνων που έχει επιβάλει το «φιλελευθεράτο»; Στην αντιπαράθεσή τους με τους λαϊκιστές της Ρώμης, που ξεκίνησε από τότε που απορρίφθηκε ο ιταλικός προϋπολογισμός, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκινά με ένα σοβαρό πολιτικό μειονέκτημα.

Στην Ιταλία, η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι ξεπερνά πλέον το 30% στις δημοσκοπήσεις. Αλλά και στη Γαλλία, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αμφισβητείται εδώ και χρόνια από την Αριστερά. Παρά ταύτα, η Κομισιόν εμμένει στη θέση της: ο ιταλικός προϋπολογισμός για το 2019 συνιστά σοβαρή παρέκκλιση, καθώς το δημόσιο έλλειμμα προβλέπεται να φτάσει το 2,4% του ΑΕΠ, τριπλάσιο εκείνου για το οποίο είχε δεσμευτεί ο πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε τον περασμένο Ιούλιο. Ο προϋπολογισμός προβλέπει μια «διαρθρωτική επιδείνωση» (αύξηση ελλείμματος λόγω μεταρρυθμίσεων) κατά 0,8% του ΑΕΠ, ενώ οι Βρυξέλλες περίμεναν αντιθέτως μια «διαρθρωτική προσπάθεια» (περιορισμός του ελλείμματος λόγω μεταρρυθμίσεων) κατά 0,6%.

Οι Βρυξέλλες προβλέπουν ότι το δημόσιο χρέος της Ιταλίας, που φτάνει το 132% του ΑΕΠ, θα αυξηθεί κι άλλο και θεωρούν υπερβολικά αισιόδοξες τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης Κόντε για την ανάπτυξη (1,5% το 2019). Επιπλέον, αρνούνται ότι υπήρξαν αυστηρές με τη Ρώμη τα τελευταία χρόνια. Την περίοδο 2015-2018 έδειξαν «ευελιξία» ύψους 30 δισεκατομμυρίων ευρώ, αφού αποδέχθηκαν δημόσιες δαπάνες που είχαν να κάνουν με τη μετανάστευση, με τις φυσικές καταστροφές και με τις επενδύσεις, χωρίς να τις περιλάβουν στον υπολογισμό του ελλείμματος.

Τα επιχειρήματα αυτά είναι ακλόνητα; Δεν είναι τόσο σίγουρο. Πρώτα απ΄ όλα οι κανόνες είναι πολύπλοκοι. Γιατί η Κομισιόν απορρίπτει τον ιταλικό προϋπολογισμό παρόλο που το έλλειμμα είναι κάτω από το όριο του 3%; Και γιατί δέχεται τον προϋπολογισμό της γαλλικής κυβέρνησης όπου το έλλειμμα για το 2019 προβλέπεται να φτάσει το 2,8%;

Η απάντηση είναι ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης έχει και κάποιες «προληπτικές» διατάξεις. Η Ιταλία πρέπει να καταβάλει κάθε χρόνο μια «διαρθρωτική προσπάθεια» της τάξης του 0,6% του ΑΕΠ, με μια επιτρεπόμενη παρέκκλιση της τάξης του 0,25%. Αντε να τα εξηγήσεις όμως αυτά στο Twitter!

Η Κομισιόν προσπαθεί βέβαια να εφαρμόζει τους κανόνες λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες. Κανείς δεν το καταλαβαίνει όμως αυτό πέρα από τον μικρόκοσμο των Βρυξελλών.

Το καλοκαίρι του 2016, για παράδειγμα, η Κομισιόν απέφυγε να επιβάλει κυρώσεις στην Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οποίες είχαν παραβιάσει το Σύμφωνο σε ό,τι αφορούσε το έλλειμμά τους. Αλλά και η Γαλλία δεν πλήρωσε ποτέ για το γεγονός ότι το έλλειμμά της ήταν για χρόνια πάνω από το όριο του 3%. Ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προτιμούσε να κλείσει τα μάτια παρά να θέσει σε κίνδυνο την ανάπτυξη της δεύτερης οικονομίας της ευρωζώνης.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα χονδροειδούς παραβίασης του Συμφώνου Σταθερότητας όμως ήταν το 2003, όταν οι όροι του για το έλλειμμα παραβιάστηκαν από τις ατμομηχανές της ευρωζώνης, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Το επεισόδιο εκείνο έπληξε καίρια την αξιοπιστία των κανόνων. Και επέτρεψε στις μικρές χώρες να μιλούν για δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Μήπως πρέπει να ανοίξει λοιπόν η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου; Οι ειδικοί το θεωρούν αναγκαίο, αλλά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν το έχει στην ατζέντα του. Η Κομισιόν έκανε κάποια βήματα, καθιερώνοντας για παράδειγμα την «ευελιξία» από την οποία επωφελήθηκε και η Ρώμη, αλλά δεν τόλμησε να προχωρήσει περισσότερο λόγω της αντίδρασης των βορείων χωρών.

Η νέα κρίση με την Ιταλία δείχνει ότι απέναντι στον απλουστευτικό λόγο των λαϊκιστών η Κομισιόν είναι αδύναμη. Δείχνει βέβαια αυτοσυγκράτηση, αποφεύγει να απαντά στις προκλήσεις, επιμένει στη σημασία της μείωσης του χρέους ώστε να μην επιβαρυνθούν οι επόμενες γενιές. Στο τέλος όμως εκείνη βγαίνει χαμένη.

(*) Η Σεσίλ Ντικουρτιέ είναι αρθρογράφος της Monde

(Πηγή: Le Monde-ΑΠΕ ΜΠΕ)