Του Νίκου Λακόπουλου
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΤΣΙΦΛΙΚΑΔΩΝ ΩΣΠΟΥ ΤΟ ΑΘΑΜΑΝΙΟ ΕΒΓΑΛΕ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ
Το αλώνι και το γκαζόν
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ “Ο ΑΛΕΞΗΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ”
Το χωριό του Τσίπρα είναι πάνω ψηλά στα Τζουμέρκα. Απέναντι, αρχίζει η Θεσσαλία. Τα σύνορα είναι από τη μια τα Θεοδώριανα κι από την άλλη η Νεράιδα, ένα μικρό χωριό σκαρφαλωμένο στο Πουθενά. Δέος.
-«Από δω πέρασε ο Καίσαρας για να πάει στη Θεσσαλία» μου λέει ο Μίμης.
Υπάρχει ένα ξενοδοχείο με πισίνα. Το έχει μια αρχιτεκτόνισα, υποψήφια βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ. Τέσσερις το απόγευμα το καφενείο- μπαρ είναι κλειστό, αλλά τα μπουκάλια με τα ποτά είναι έξω, στην αυλή, πάνω σε μια μπάρα. Κανένας δεν φαίνεται, πουθενά. Σαν να είναι έρημο το χωριό τελείως. Μια μορφή βιβλική, μια πρόσωπο σκαμμένο σαν τον Κλιντ Ιστγουντ των αμερικάνικων γουέστερν, κατεβαίνει από το Βουνό, από έναν ανύπαρκτο δρόμο. Τα νερά τρέχουν άφθονα. Στην πλατεία είναι η εκκλησία και το μνημείο των πεσόντων. Μικρά Ασία, Βαλκάνια. Μου φάνηκε πως είδα και Κορέα.
Στη βρύση δυο βατράχια μας κοροϊδεύουν, κάνοντας “κουάξ-κουάξ” και “βρεκεκέξ κουάξ-κουάξ” . Μας κυττάνε με αναίδεια στα μάτια με ολοφάνερη απαξίωση και ειρωνεία.
Πολύ κοντά στην πλατεία είναι ένα σπίτι ερείπιο. Πρέπει να έχει εγκαταληφθεί πριν από πενήντα χρόνια.
– “Ποιός, ξέρει που θάναι αυτοί τώρα” μονολογεί ο φίλος μου, ο Σάββας. “Καμμιά Αυστραλία, καμμιά Γερμανία, καμμιά Αμερική”.
” Μπορεί και στον Παράδεισο” λέω.
- “Μπα, ο Παράδεισος είναι εδώ”, λέει ο Σάββας .
Η ανάβαση μέσα σε χιλιάδες άνθη και τη σιωπή με κάνει να συμφωνήσω πως ο Παράδεισος μπορεί να είναι εδώ. Μαγευτική βλάστηση, άπειρα είδη πουλιών, βουβά βουνά, που ήταν λημέρια ανταρτών, ληστών και σταυραϊτών. Κάπου εδώ γύρω παίχτηκε το παιχνίδι του Εμφυλίου Πολέμου. Τα έλατα τελικά είναι βαμμένα με αίμα. Κι ο Παράδεισος ξαφνικά γεμίζει με κομμένα κεφάλια ανταρτών, δίπλα στα άνθη.
Το Αθαμάνιο, το χωριό του Αλέξη, ήταν το σύνορο, ανάμεσα στους δεξιούς του ΕΔΕΣ που είχαν την έδρα στο Βουργαρέλι και τους αριστερούς του ΕΛΑΣ στα Θεοδώριανα. Το χωριό του Τσίπρα είναι τέσσερις αραιοκατοικημένοι συνοικισμοί μέσα σε ένα δάσος ελάτων. Εδώ σ΄αυτό το λυόμενο ερχόταν τα καλοκαίρια παιδί ο “Πρόεδρος”. Οι Αθαμανιώτες έβγαλαν πρώτη τη “Νέα Δημοκρατία” και δεύτερο τον ΣΥΡΙΖΑ”.
Το «τσιπρέϊκο» σπίτι του παππού καταστράφηκε από τον σεισμό του 1968 και ξαναχτίστηκε για τα εφτά εγγόνια της Αλέξως, της γιαγιάς του Αλέξη. Τα χωριά αυτά εδώ πέρα ήταν έρημα για χίλια χρόνια. Όταν φτιάχτηκαν, συνήθως πάνω σε αρχαίους οικισμούς άρχισαν να δέχονται συχνές επιδρομές Βανδάλων, Κελτών, Οστρογότθων, φυσικά Σλάβων και Βουλγάρων, ακόμα και Νορμανδών. Ώσπου η Άρτα, το 1449, έπεσε στους Τούρκους.
Τα χωριά αντιστάθηκαν ως το 1479 για να επιλέξουν ένα καθεστώς αυτονομίας υπό την προστασία των Ενετών -το 1696. Το καθεστώς αυτό θα επιτρέψει την αναδημιουργία με νερόμυλους, υδραγωγεία και φυσικά άπειρες εκκλησιές και εκκλησάκια. Τον Μάη του 1821 στο Μοναστήρι Αγίου Γεωργίου, εκεί στο βουνό απέναντι, οι οπλαρχηγοί των Τζουμέρκων και Ραδοβυζίων θα κηρύξουν και την Επανάσταση, αλλά η οριστική απελευθέρωση από τους Τούρκους θα έρθει το 1881.
Η «απελευθέρωση» ήταν μια επικερδής επιχείρηση για κάποιους. Πίσω από κάθε εθνικό ευεργέτη μια στις δύο, κρύβεται ένα καθίκι. Οι νέοι ιδιοκτήτες γης κυρίως, από τα Ιόνια νησιά, είναι πλούσιοι, γιατροί, δικηγόροι που ούτε καν ήξεραν πού βρίσκονταν τα τσιφλίκια τους. Ο Καραπάνος, ο Μπαλτατζής, ο Ζωγράφος, ο Σκυλίτσης-Στεφάνοβικ, ο Ζάππας ήταν μερικοί από αυτούς. Στα τσιφλίκια δουλεύουν οι κολλήγοι όλη μέρα εφ΄όρου ζωής για να πληρώνουν τη «μορτή». Οι παρακεντέδες είναι εξαθλιωμένοι ακτήμονες , ούτε καν “προλετάριοι”- για όλες τις δουλειές. Δεν παίρνουν, φυσικά λεφτά. Αμείβονται με στάρι, ρούχα, παπούτσια και κορόμηλα! Σα ζώα. Μένουν σε καλύβες. Δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν μετά τη Δύση του Ηλίου. Ούτε και να παντρεύονται. Τα ανύπαντρα κορίτσια ανήκουν στον τσιφλικά με το “δικαίωμα της πρώτης νύχτας”. Τα παντρεμένα κορίτσια ανήκουν επίσης στον τσιφλικά.
Το 1899 οι κάτοικοι ενός χωριού στα Τρίκαλα, στα Μεγάλα Καλύβια στέλνουν μια επιστολή στον Βασιλέα Γεώργιο:
«Είναι 17 χρόνια που ακούσαμε πως ο τόπος εδώ έγινε ελληνικός και πως εγίναμεν υπήκοοι της Μεγαλειότητός σου. Ημείς, όμως, τίποτε από αυτό δεν είδαμε ακόμα. Είδαμεν μονάχα πως έφυγαν οι πασάδες και οι Τούρκοι, αλλά τώρα είμαστε σκλάβοι εις τους μπέηδες και σε άλλα αφεντικά που μας τυραννούν πολύ περισσότερο τώρα παρά όταν είχαμε τους πασάδες».
Τα Τζουμερκοχώρια στα οποία ανήκει και το χωριό του Αλέξη, θα απαλλαγούν από τον τσιφλικά με μια εξέγερση το 1883 που θα οδηγήσει σε συμβιβασμό. Θα αγοράσουν με δόσεις τη γη τους. Ο τσιφλικάς Καραπάνος, γόνος αγωνιστών του ΄21, γραμματέας της Γενικής Εταιρείας του οθωμανικού κράτους, κι ύστερα τραπεζίτης, εκπροσωπεί την Ελλάδα στη Συνδιάσκεψη του Βερολίνου το 1881. Στο τέλος- ξαφνικά- βρίσκεται να κατέχει 54 χωριά στην Ήπειρο και την ορεινή Θεσσαλία που αγόρασε μόλις 25.000 λίρες.
Το φτωχαδάκι που ξεκίνησε από ένα κουτσέκι- μια αποθήκη- και νοίκιαζε τη γη, «χώμα-πέτρα-κλαρί- στους κατοίκους της, ενδιαφέρεραι πολύ για τα αρχαία και κάνει ανασκαφές στην Δωδώνη, ενόσω εκλέγεται βουλευτής έντεκα φορές. Θα βρεθεί στο κόμμα του Κουμουνδούρου, ύστερα του Τρικούπη κι από κει στου Δελιγιάννη, ώσπου έφτιαξε ένα δικό του, το «Προοδευτικόν». Το 1887 θα το διαλύσει αμέσως για να γίνει τέσσερις φορές υπουργός. Είχε προλάβει να πουλήσει τα χωριά στους κατοίκους τους, περίπου 5.000 λίρες το ένα- και να αγοράσει τη Γλυφάδα.
Στο Μοναστήρι της Παναγιάς, στα Θεοδώριανα, θα συναντήσουμε και ένα κρυφό σχολειό, αλλά κλειστό κι ερειπωμένο. Τα κελιά έχουν πέσει. Η Μονή της Γέννησης της Θεοτόκου, ξυλόγλυπτη βασιλική με ένα ωραίο τέμπλο, χτίστηκε το 1793, όταν κάποιος ήρθε εδώ στο βυθισμένο οροπέδιο. Ίσως ήθελε να ξεφύγει ή να κρυφτεί από κάποιους. Ή να κρύψει κάτι. Πιθανόν ένα χαμένο δισκοπότηρο!
Στον περίβολολειτούργησε αλληλοδιδακτική σχολή, είδος κρυφού σχολείου, που ίδρυσε ο λόγιος μοναχός Άνθιμος Αργυρόπουλος, στέλεχος της Φιλικής Εταιρίας”-λέει ο οδηγός. Το χωριό δεν έχει τουρισμό. Μάλλον κρύβει την ιστορία του σαν ένα οικογενειακό μυστικό. Ο μοναχός αυτός κρύβει μια ολόκληρη ιστορία και έχει το ίδιο όνομα με τον έλληνα λόγιο της Φλωρεντίας Ιωάννη Αργυρόπουλο.
Μια ελαιογραφία του Διονυσίου Τσόκου, του 1849, τον εικονίζει να ορκίζει στο Ευαγγέλιο τον Κολοκοτρώνη. Ο μύστης κρατάει ένα αναμμένο κερί. Είναι 1η Οκτωβρίου του 1818 στον Αγιο Γεώργιο Ζακύνθου. Σε ένα μεταγενέστερο έργο του Χρήστου Ρουσέα, λάδι σε χάρμποτ, υπάρχουν δύο κεριά. Δεν είναι μόνοι τους αυτή τη φορά. Δίπλα στο Κολοκοτρώνη έχουν προστεθεί τέσσερις ανδρικές μορφές που φορούν ρούχα των ευγενών της εποχής.
– “Ορκίζομαι εις το όνομα της αληθείας και της δικαιοσύνης, ενώπιον του Υπερτάτου Όντος, να φυλάξω, θυσιάζων και την ιδίαν μου ζωήν, υποφέρων και τα πλέον σκληρά βάσανα το μυστήριον, το οποίον θα μου εξηγηθεί και ότι θα αποκριθώ την αλήθειαν εις ό,τι ερωτηθώ».
Ο Άνθιμος έρχεται εδώ από την Μονή του Φιλοσόφου στην Αρκαδία. Θα τυφλωθεί από τον Αλή Πασά και θα καταφύγει στη Ζάκυνθο, όπου ορκίζει στην «Φιλική Εταιρεία» τον Διονύσιο Σολωμό, αλλά- λένε- και τον Καποδίστρια.
Η «Φιλική Εταιρεία» μέσα σε πέντε χρόνια, έχει τρεις χιλιάδες μέλη, οργανωμένα με πέντε βαθμούς μύησης, δική της γλώσσα με κώδικες και συνθηματικές χειρονομίες. Στα μέλη απαγορεύεται να γνωρίζουν ό,τι αφορούσε όσους είχαν βαθμό ανώτερο από το δικό τους. Ο Άνθιμος- γράφει ο Σπύρος Μελάς στο «Φως της Φιλικής»- όρκιζε τους ‘Φιλικούς» σπάνω ένα σκεβρωμένο, παλιό εικονισματάκι με τρεις σβησμένες μορφές.
Πολλά χρόνια μετά θα αμφισβητηθεί ως «μύθος» τό Κρυφό Σχολειό. Ήταν ένα παραμύθι. Κι ας έχουν γδαρεί, απαγχονισθεί, βασανισθεί και τυφλωθεί δεκάδες δάσκαλοι καλόγεροι ή παπάδες. Ο πίνακας του Νικολάου Γύζη, μάλλον απεικονίζει όμως αυτό που συνέβαινε. Ένας καλόγερος, τέσσερα-πέντε παιδιά, δίπλα ένας Κλέφτης- μυημένος σε οργάνωση, εν είδει στοάς, φως από κεριά, ένα και μόνον ένα ξεθωριασμένο βιβλίο, σε ένα αντίτυπο, μπορεί και χειροποίητο.
Η θεωρία του μύθου του «Κρυφού Σχολειού» προκύπτει από το ότι η Μεγάλη του Γένους Σχολή και άλλα « νόμιμα» σχολεία ήταν και αποδεκτά από τους Τούρκους. Η εκπαίδευση ήταν όπως πάντα υπόθεση ταξική, τοπική, φυλετική. Ήταν νόμιμα μόνο τα σχολεία που χρειάζονταν για να αναπαράγουν το καθεστώς. «Ο Βιτσερές», όπως θα πει ο αγράμματος Κολοκοτρώνης, «έκανε ότι του έλεγε ο Σουλτάνος». Ο Πατριάρχης αφόριζε τους επαναστάτες, αλλά πολλοί παπάδες, διάκοι και καλόγεροι είναι μύστες σε καταγώγια και κευθμώνες, όπως γράφει ο Ματθαίος Παρανίκας το 1867. Σ΄αυτούς τους κρυψώνες γίνεται εθνική και επαναστατική κατήχηση. Οι Έλληνες δεν έχουν πάψει ποτέ να χορεύουν, τον αρχαίο πυρίχιο χορό, όπως τον περιγράφει ο Ρήγας στον «Νέο Ανάχαρσι».
Στα Τζουμερκοχώρια, όπως είναι το Αθαμάνιο οι κάτοικοι χορεύουν ακόμα «διπλοκάγκελο». Είναι ένας χορός που μοιάζει με συνωμοτική συνέλευση κάτω από τα μάτια των Τούρκων. Ένα τραγούδι μιλάει για ένα πύργο γυάλινο, απέναντι στο βουνό, όπου μέσα κοιμάται μια ξανθειά, που τη λένε τυχαία Αναστασιά και κάποτε πρέπει να την ξυπνήσουν. Αλλά δεν ξέρουν πώς να της το πουν.
Στο Βουλγαρέλι, την πρωτεύουσα του νέου Δήμου, όπου ανήκει το χωριό του Αλέξη, ένας παππούς θέλει να μας κεράσει μπύρα. Καθόμαστε στην πλατεία. Τα χωριά πλέον έχασαν την αυτονομία τους, άλλα αντάλλων, δεν ξέρει κανένας που πατά και που πηγαίνει.
– Ότι δεν κατάφεραν οι Ρωμαίοι, οι Σλάβοι, οι Τούρκοι, το κατάφερε με ένα νομοσχέδιο ο Γιωργάκης, λέει ο Σάββας και γελάει. Οι Πασόκοι με τον “Καλλικράτη”. Χα, χα, χα!»
Εδώ – κάτω από το σπίτι του-, λέει o παππούς, συναντήθηκαν ο Άρης Βελουχιώτης και ο Ναπολέων Ζέρβας. Φιλήθηκαν δακρυσμένοι. Οι δύο αντάρτες είχαν εκτίμηση ο ένας στον άλλο. Ήταν και μακρυνά ξαδέλφια. Μερικές μέρες μετά αυτή η πλατεία έγινε πεδίο πολέμου. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ σκότωσαν στην πλατεία Θεοδωριάνων ένα νεαρό αντάρτη του ΕΔΕΣ που πήγε να τους κατασκοπεύσει. Αργότερα επελαύνει ο ΕΔΕΣ. Ο παππούς, υπαξιωματικός είναι με τον ΕΔΕΣ. Όταν καταλαμβάνει το φυλάκιο βρίσκει έξι πτώματα. Οι νεκροί φορούν μόνο τα σώβρακα.
- “Δεν εκτέλεσα ποτέ αιχμαλώτους” λέει βουρκωμένος, σα να περίμενε πενήντα χρόνια, εμάς να μας το πει: “Κάναμε και οι δύο λάθη”.
Δεν άργησε πολύ το κεφάλι του του Άρη Βελουχιώτη να περάσει κομμένο καθώς το πήγαιναν στα Τρίκαλα. Εδώ, πίσω από το βουνό, του έκοψαν το κεφάλι. Δίπλα στα έλατα, μέσα στα χιλιάδες αρωματικά φυτά, νάρκισους, ορχιδέες, ασφακιές, μέντα, άγνωστα μεθυστικά φυτά.
Στην Άρτα υπάρχει ακόμα, ο πλάτανος, που ο Αλή Πασάς κρέμαγε τους χριστιανούς. Προληπτικά. Το Γεφύρι αντιστέκεται ακόμα στους οικοπεδοφάγους. Η πέτρα του, χιλιοδαρμένη από τα νερά του Αράχθου, είναι παράταιρη με τα κτίσματα της περιοχής. Αυτό τον καιρό στην ευρύτερη περιοχή του παλιού δεσποτάτου οργανώνεται ένα Tσίπουρο Fest. Οι περιφερειακές ενότητες, όπως ονομάζονται πλέον οι νομοί της χώρας, για να ενισχύσουν την τοπική οικονομία οργανώνουν μια καμπάνια με τον τίτλο Εpirus Friendly Shopping!
Ο Αθάμας, ο γιος του Αιόλου κι εγγονός του βασιλιά Έλληνα, δεν ήταν ακριβώς από δω .Ήρθε κυνηγημένος για γυναικοδουλειές από τον Ορχομενό, όπου βασίλευε, γύρω στα 1284 π.Χ. Πιθανόν, αυτό το αϊτίσιο ή γερακίσιο βλέμμα του Αλέξη Τσίπρα να είναι κληρονομικό!
“Οι Αθαμάνες θεωρούνται” -γράφει το site oreinoi.gr”- “δημιουργικοί καρτερικοί και φοβεροί πολεμιστές. Το ψυχρό κλίμα, η αγριότητα του τοπίου, η δύσκολη επικοινωνία, η λιτή τροφή κι η ασχολία με την ύπαιθρο, δημιούργησαν άνδρες εύρωστους, αρρενωπούς, ψυχικό δυνατούς, χαρακτήρες τολμηρούς και τραχείς”.
Εδώ πάνω ο καιρός είναι αθώος και ύπουλος. Κάνει κρύο παρότι καλοκαίρι. Βρισκόμαστε στο πιο ψυχρό σημείο της Ελλάδας. Ένας σκύλος γαυγίζει μες τη νύχτα. Ένα περίτεχνο πράσινο έντομο, αληθινό κομψοτέχνημα βρίσκεται νεκρό στην πόρτα μας, πιθανόν από εντομοκτόνο. Στο καφενείο- ψησταριά- μπουάτ το πρόγραμμα περνάει από το “Με τραβούν τα βήματα σου”, στο “Που να πω τα βάσανα μου” κι ακούγεται ανάμεσα στα βουνά βαρειά η φωνή του Βασίλη Τσιτσάνη:
Βαριά σεκλέτια έχω απόψε και η καρδιά μου είναι κλειστή
Βλέπω να φεύγει απ’ τη ζωή μου εκείνη που ‘χω ερωτευθεί
-Ψήφισα, ΣΥΡΙΖΑ, δεν το κρύβω” λέει ο Γιάννης. «Είκοσι χρόνια ψήφιζα ΠΑΣΟΚ και με κορόιδεψε”.
Τα βουητό δυο ποταμών –πηγών του Αχελώου σκεπάζει την φωνή του. Έλατα, βράχια, μια σκοτεινή απειλή και ένας φόβος. Ύστερα σπιτάκια με ζαμπέλες, μαντζουράνες και βασιλικούς σε γλάστρες.To μεσημέρι περάσανε γύφτοι με φορτηγάκια.
– «Καρπούζια, παντόφλες για όλη την οικογένεια, μικρά τηγάνια και μεγάλα».
Το βράδυ κάθονται κατάχαμα στην πλατεία “στρωματσάδα” και τρώνε.
Εδώ πάνω στα χίλια μέτρα υψόμετρο, η κρίση δεν είναι ορατή. Τα νερά κυλάνε άφθονα. Τα δέντρα δίνουν κίνηση στο χώρο, αλλιώς η απόλυτη σιωπή. Δίπλα στον ξενώνα, που διαχειρίζεται η Πέπα, μια Βουλγάρα, κάποιος άρχισε φέτος να ξανακαλλιεργεί. Φασολάκια, κολοκύθια, ρίγανη. Απέναντι στο βουνό η Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιξε ένα δρόμο για τους κτηνοτρόφους. Τις προάλλες ήταν κι ο …Τσίπρας εδώ! Η άσφαλτος διακόπτεται από χωματόδρομο. Η Πέπα που κρατάει τον ξενώνα το “Αλώνι” έχει σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες.
– «Και το Αλώνι, που είναι», ρωτάω..
– “Eδώ! Κάτω από το γκαζόν. Πάνω στο Αλώνι, καθόμαστε!” λέει σιγοτραγουδά σε σπαστά ελληνικά.
«Πού να πω, που να πω τα βάσανά μου,
κι όλα τα, κι όλα τα παράπονά μου».
Απέναντι, από το βουνό ακούγονται πρόβατα να σχολιάζουν. Μάλλον στα Λατινικά:
– «Μπέ!”.
Ο αέρας φυσάει. Τα ποτάμια κυλάνε αδιάφορα με ένα βουητό. Το Βουνό, φαίνεται να ξέρει, αλλά δεν μιλά.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΛΙΒΑΝΗ 2014