Του Δημήτρη Πεπελάση
Αν βρεθούμε απέναντι σε μια σοβαρή απειλή, θα παλέψουμε, θα τρέξουμε, ή θα λουφάξουμε. Αρκετοί φεύγουν, πολλοί λουφάζουμε και κανείς δε φαίνεται να θέλει να παλέψει παρουσιάζοντας πειστικές προτάσεις που θα βγάλουν την κοινωνία μας από τα αδιέξοδα.
Είναι λανθασμένη η εντύπωση πως όλα αρχίζουν και τελειώνουν στην πιστωτική χαλάρωση, τα capital controls, τους φόρους, τα θολά μέτρα και αντίμετρα. Αυτά είναι ο βολικός αποπροσανατολισμός και η απαξίωση της πραγματικής πολιτικής. Τους ακούμε στο Κοινοβούλιο να κατηγορούν, να ευχολογούν, ή να φαντασιώνονται επενδύσεις, απασχόληση, ατμομηχανές ανάπτυξης και αξιοπρεπείς συντάξεις. Όμως για μας, έσβησε πια ακόμα και η ψευδαίσθηση πως μνημόνια, εργαλειοθήκες ΟΟΣΑ και διαπραγματεύσεις μπορούν να μεταβολισθούν σε οικονομική στρατηγική. Καταλαβαίνουμε ότι αυτό που ζούμε δεν είναι μεταρρύθμιση. Είναι αποσπασματικά μέτρα καθυστερημένης εξασφάλισης πιστώσεων και σκιά παραχώρησης ευνοϊκής πρόσβασης στα λάφυρα των παραγωγικών υποδομών μας.
Για μια καλύτερη μέρα είναι πολλές οι προϋποθέσεις. Για να κατρακυλήσουμε στην απόλυτη ένδεια, αρκεί να μην ικανοποιηθεί έστω και μια. Χρειαζόμαστε πριν απ´ όλα αντίληψη της πραγματικής κατάστασης, των παραγωγικών δυνατοτήτων, της κοινωνικής δυναμικής. Οι
πολιτικοί αποφεύγουν να τοποθετηθούν. Η χώρα όμως διαθέτει και άξιους, και αντικειμενικούς επιστήμονες και ερευνητικά κέντρα που δεν συντηρούνται με δημόσιους πόρους. Γιατί άραγε δύσκολα βρίσκουν βήμα έκφρασης και διαλόγου; Φταίνε μόνον τα ΜΜΕ ή και ο εγκατεστημένος φόβος; Λέει ο Maslow (Κίνητρα και Προσωπικότητα) ότι: « στη σύγκρουση ανάμεσα στο φόβο να γνωρίσουμε και την ανάγκη να γνωρίσουμε, θίγεται η ψυχολογική και κοινωνική ακεραιότητα των ατόμων». Ίσως έχει δίκιο.
Ο φόβος μας έχει ακινητοποιήσει.
Για να αποκατασταθεί η αισιοδοξία, χρειάζεται ορισμένοι από την πολιτική τάξη να τοποθετηθούν με ειλικρίνεια, για αρχές και ιεραρχήσεις, για όραμα και στρατηγικό σχέδιο. Έστω, να προσφέρουν το έναυσμα για προβληματισμό, γόνιμες ρήξεις και δημιουργικές αντιπαραθέσεις για την πραγματική κοινωνία. Ας αφήσουν τις λεπτομέρειες για τους τεχνοκράτες.
Αρκεί ένα όραμα που να μπορεί να εξελιχθεί σε στρατηγικό σχέδιο.
Αυτό συνεπάγεται, καθαρότητα απόψεων, απλότητα και σαφήνεια. Το επιθυμητό δεν πρέπει να δημιουργεί σύγχυση, πρέπει να αποτελεί βάση πολιτικού προβληματισμού και να ευνοεί ευρύτερες συναινέσεις. Τα κόμματα ασφαλώς θα διαφοροποιούνται ως προς τις ιεραρχήσεις ή τους επιμέρους εναλλακτικούς βηματισμούς ή ως προς την κατανομή βαρών και προνομίων στην κοινωνία. Ωστόσο,το όραμα θα πρέπει να παραμένει εθνικό και διαχρονικό.
Προϋπόθεση είναι η ειλικρίνεια προθέσεων, ο ρεαλισμός, η κοινωνική ευαισθησία, η συνέπεια και η ευελιξία. Οι μεγάλες αλλαγές, ακόμη κι όταν συντελούνται σταδιακά, προκαλούν ασύμμετρες κοινωνικές απώλειες, για τις οποίες οφείλουν να προνοούν με κίνητρα προσαρμογής σε νέες οικονομικές δομές, είτε με μέσα κοινωνικής προστασίας. Απρόβλεπτες αναταράξεις προκαλούνται κι από το διεθνές περιβάλλον, το οικονομικό και γεωστρατηγικό. Η πραγματικότητα εξελίσσεται σε πολλά επίπεδα και δεν μπορεί να εννοηθεί κανένα όραμα ή στρατηγικό σχέδιο χωρίς συμβατές αναθεωρήσεις, παρεκκλίσεις, προσαρμογές, πολιτικές διαμάχες και ανασυνθέσεις. Συνεπώς, προϋποθέτει ουσιαστικό κοινοβουλευτικό έλεγχο, διαφάνεια, κοινωνική λογοδοσία και ανοικτούς διαύλους συναινέσεων.
Σήμερα, δεν συζητάμε ούτε τις απαραίτητες αλλαγές στην παιδεία ώστε να αποκτήσουμε κατανομή ειδικοτήτων ανάλογη με τη ζήτηση σε νέα επαγγέλματα, ούτε ερμηνεύουμε υπεύθυνα το παράδοξο πως με αύξηση τον τουριστικών αφίξεων προέκυψε μείωση των τουριστικών εσόδων.
Έχετε προσέξει τις δηλώσεις “κυβερνανθρώπων” μετά από συναντήσεις τους με εκπροσώπους των παραγωγικών τάξεων; “Η γύμνια λάμπει… απουσία κι όλα τίποτα“, (Δημήτρης Λάγιος ,“Να Ονειρεύομαι”).
Και αν υπάρξουν ευκαιρίες, κινδυνεύουμε να τις χαραμίσουμε.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ