Του Πέτρου Σατραζάνη
( Ένας μικρός αποχαιρετισμός στον G. Steiner)
Μια ματιά να ρίξει κανείς στο σύγχρονο χορό των απόψεων, μπορεί με ευκολία να τις κατανείμει σε δυο κατηγορίες. Τις πανικοφιλικές και τις ψύχραιμες. Ειρήσθω εν παρόδω να σημειώσουμε ότι η λογική των ίσων αποστάσεων δεν αποτελεί ηθικο-ιδεολογικό παράπτωμα δεν δηλώνει κάτι παραπάνω από σκοπιά θέασης· αρκετές φορές συμβάλλει στην εξισορρόπηση κι εκτόνωση καθότι συνήθως όταν στέκεσαι σε ίση απόσταση από τα γεγονότα και τις εκδοχές τις αναλογίζεσαι με τρόπο ανοικτό και δίκαιο.
Κάθε ανάλυση που σέβεται τον εαυτό της προτού ιδαιτεροποιήσει τη στόχευσή της, γενεαλογεί τις αξίες με τις οποίες επρόκειτο να δουλέψει. H πρώτη 20ετία του 21ου αιώνα εμφανίζεται σαν επανάληψη στιγμών του περασμένου αιώνα, την ώρα που ο ανθρωπολογικός τύπος που αναδύεται συμπαγής και στέρεος είναι αυτός του ικανού και χρήσιμου να βγάλει λεφτά, να κερδίσει, να διευρύνει όπως λέμε την πίτα του κέρδους δίχως την ψευδαίσθηση πως η πίτα είναι μια και όποιος προλάβει θα αποκτήσει ένα της κομμάτι. Η νέα φάση του καπιταλισμού δεν χάνεται στα χρόνια, αντίθετα είναι πολύ πρόσφατη και αναπλάθει τα κύτταρά της φυσιογνωμίας της χρησιμοποιώντας τη σπουδαιότερη ανακάλυψη της εποχής της-την ηλεκτρονική διαχείρηση των δεδομένων.
Το μυαλό μου συχνά πηγαίνει στον George Steiner που πέθανε στις 3 Φεβρουαρίου σε ηλικία 90 ετών. Στο διαυγές και ακριβά ανθρώπινο συμφραζόμενο της σκέψης του, μέσα στη στάχτη των καμένων ιδεολογικών σχεδίων διάσωσης του κόσμου είδε τη δίψα του ανθρώπου για το Απόλυτο. Τη δίψα, ως νοσταλγία και ως μνήμη. Μορφές εναλλακτικών κοινωνιών που θα επιτύχουν κι αυτές με πρόγραμμα και πολύ κόπο την ενσάρκωση του Απόλυτου, μεταθρησκευτικές θεολογίες, μαρξισμός ακόμη κι η φροϋδική ανάλυση ως πρόγραμμα απελευθέρωσης λύθηκαν θα έλεγε κανείς σε μια διάφωνη συγχορδία απελευθερώνοντας με τη σειρά της έναν διπρόσωπο τρομοκρατικό εμπαιγμό, γνωστό και με ένα άλλο όνομα. Τη σύγχρονη θεωρία του “ΣΟΚ και ΔΕΟΣ”.
Και τώρα; Ποια υπερβατολογική ανάγκη θα υπακούσει ο άνθρωπος για να βηματίσει έστω κι ασκώντας της κριτική ; Ποια έσχατη ύπαρξη θα στοχαστεί για να υπάρξει (με νόημα) και ο ίδιος; Ερώτημα παραμένει δε, εάν υφίσταται πλέον κάποια τέτοια ανάγκη για να ακολουθηθεί ενώ σε μια προχωρημένη εκδοχή της ιδέας αυτής, ο σημερινός και αυριανός άνθρωπος πιθανώς να μην χρειάζεται κάποια δύναμη ώθησης να τον γοητεύει μεταφυσικά ώστε να ορίσει εκ νέου τη νέα γλώσσα της επιθυμίας του, το ιερό του δέος, την ουτοπία του.
Το βλέπουμε ήδη. Μια μηδενιστική αιχμή υπαινίσσεται την καθ’ ολοκληρίαν υποταγή της δημιουργικότητας στο όνομα του άνευ ορίων και όρων κέρδους. Τον ελεύθερο χρόνο εξαγορασμένο-άρα άχρηστο και τέλος την επαναπροώθηση στη ζοφερή μαύρη αγορά της παγκόσμιας ψευδο-ειρήνης , ενός σχεδίου αποσταθεροποίησης που παζαρεύει σύνορα με αντάλλαγμα ονομασίες με σκοπό να ξαναγοράσει φτηνότερα και να πουλήσει ακριβότερα τη ρουφηγμένη απ’ την αδηφάγα τραπεζική μηχανή, γη.
Πιθανώς στη χώρα μας να γίνει έπειτα από πολλά χρόνια σαφές ωστόσο θεωρούμε ότι έχει νόημα να το σημειώσουμε το ότι η δεκαετής κρίση που θεσμοποιήθηκε περνώντας και στη διεθνή βιβλιογραφία ως τέτοια χρήσιμο θα ήταν πλέον να μετανομαστεί. Γεγονός είναι ότι η Ελλάδα από το 2010 και μετά πέρασε σε μια καινούργια φάση. Επομένως κακώς μιλούμε ακόμη για κρίση, είναι ειλικρινέστερο να μιλούμε για οικονομική μεταπολίτευση.
Η λέξη κρίση αφήνει ανοιχτή την προσδοκία της μη-κρίσης επομένως τη δυνατότητα επιστροφής στο πριν. Ενδυναμώνει τη προθεσμιακή λογική όσων συνυπεύθυνων ανέλαβαν το δύσκολο έργο της δημόσιας παρουσίασής της συγκαλύπτοντας στοιχεία και δικαιολογώντας αντισυνταγματικές αυθαιρεσίες και καθιστά φαινομενικά εχθρούς και αντιπάλους, τους κατά βάθος καλούς συναδέλφους.
Η οικονομική δολοφονία της Ελλάδας από τις Γαλλογερμανικές τράπεζες δημιούργησε μια κρίση χρηματοπιστωτική .Το 2015 το μείζον εκφρασμένο πρόβλημα (που φυσικά θα έκρινε το επόμενο εκλογικό νικητή) ήταν ποιος θα κόψει το νήμα που μας έδενε (και δένει) με το Χρέος. Η αξιοσημείωτη για τα δεδομένα της ιστορίας των ελεγχόμενων μίντια προπαγανδιστική παράκρουση δικαιώθηκε τόσο παράδοξα και θλιβερά όταν το νικητήριο ΟΧΙ του δημοψηφίσματος μετατράπηκε σε ΝΑΙ. Πιθανώς τότε να ανασυντέθηκε ακαριαία ο κοινός σκελετός που στερέωνε κριτές, επικριτές, Κοινοβούλιο, Τρόικα σαν μια ακλόνητη και αλύγιστη μονάδα παραγωγής μηδενιστικού τρόμου. Το παιχνίδι χάθηκε, η ελπίδα χλευάστηκε, και η επιστροφή των ενόχων ήταν θριαμβευτική.
Αυτή τη φορά ως αυτοτιμωρούμενοι μάρτυρες της Αληθείας, της μιας και μοναδικής αυτής που πλέον πριμοδοτούσε την εγωτική τους σύμπνοια με τον κερδισμένο αέρα ενός πληγωμένου και ημιθανούς ΟΧΙ. Στα γεγονότα που ακολούθησαν και ακολουθούνε, εφόσον η κρίση είναι ένα λεκτικό υποκατάστατο της νέας πραγματικότητας που στην πράξη είναι το ερειπειώδες τοπίο που τη διαδέχτηκε, την κατάσταση μαρτυρούν οι χιλιάδες αναχωρήσεις νέων ανθρώπων από τα Ελληνικά αεροδρόμιο για τις χώρες της Ευρώπης. Όσοι φύγαν νωρίς κοντεύουν να γεννήσουν τα παιδιά τους μακριά από την Ελλάδα, έχοντας φτιάξει τη ζωή τους στη Γερμανία τη Μεγάλη Βρετανία την Αυστρία ή την Ολλανδία.
Μια νέα γενιά, αυτή των μεταναστών της κρίσης διακατέχεται ίσως απ’την ιδιότυπη τύψη ότι θα επιστρέφει στην Ελλάδα μόνο για κάποιες διακοπές, ότι θα χαιρετάει γονείς και φίλους κάθε Χριστούγεννα και καλοκαίρι. Η νοσταλγία του Απόλυτου, όπως ο κύριος Steiner την εξέφρασε ποιος ξέρει, μπορεί να γίνει η καθαρτήρια ανάμνηση όσων φεύγουν και ίσως θρηνούνε χωρίς να το συνειδητοποιούν νιώθοντας το άλγος του νόστου, ότι αυτό το ταξίδι θα γίνεται για πάντα.