Αστυνομία και φύλαξη συνόρων

Του Βασίλη Μαστρογιάννη

Το Σύνταγμά μας ,στην περίπτωση εξωτερικών κινδύνων ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και οι κατ΄ εξουσιοδότηση σχετικοί νόμοι για τη φύλαξη των συνόρων, προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα και διαδικασίες που οφείλει να λαμβάνει η Πολιτεία για να διασφαλίσει την ακεραιότητα της Χώρας και την κοινωνική ειρήνη. Η τήρηση και τα όρια εφαρμογής των μέτρων αυτών επίσης προβλέπονται από σχετικούς νόμους και, σε περίπτωση υπέρβασή τους, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις.

Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν υφίστανται οι συνθήκες εκείνες που επιτρέπουν τη λήψη έκτακτων μέτρων για τους προαναφερόμενους λόγους. Από τις αποφάσεις της Κυβέρνησης, τη γενική συμφωνία της μείζονος αλλά και μέρους της ελάσσονος αντιπολίτευσης, καθώς και από τις ανακοινώσεις των οργάνων της ΕΕ, φαίνεται ότι  υπάρχουν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις για να ληφθούν έκτακτα μέτρα κυρίως για την φύλαξη των συνόρων μας που είναι και σύνορα της ΕΕ.

Η συμβολή της Αστυνομίας σε αυτή την προσπάθεια κρίνεται αναγκαία και επιβεβλημένη και βρίσκει έρεισμα στην ισχύουσα νομοθεσία, καθότι σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2622/1998, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,  οι υπηρεσίες συνοριακής φύλαξης έχουν αποκλειστική αποστολή ΄΄την αποτροπή παράνομης εισόδου αλλοδαπών στη Χώρα΄΄ και όπως διευκρινίζεται ,όχι μόνο δεν θίγει τις αρμοδιότητες άλλων φορέων για την άσκηση του καθήκοντος φύλαξης των συνόρων, όπως των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και ενισχύει τον επιδιωκόμενο αυτό σκοπό που αποτελεί χρέος της Πολιτείας.

Αυτό κατά τη γνώμη μου, δηλαδή η φύλαξη των συνόρων και της ακεραιότητας της Χώρας, θα πρέπει να είναι μια πάγια και διαχρονική θέση της Πολιτείας, από όλες τις Κυβερνήσεις, χωρίς αμφισβητήσεις και ΄΄ναι μεν αλλά΄΄.

Σε σχέση τώρα με την παρουσία της Αστυνομίας στον Έβρο, αλλά και στα νησιά,  θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε δύο παραμέτρους οι οποίοι είναι κρίσιμοι για το επιτυχές αποτέλεσμα.

  • Η ακριβής τήρηση του σχεδίου και των προβλεπόμενων κανόνων χωρίς υπερβάσεις, υπέρμετρο ζήλο ή κυριαρχία θυμικού έναντι του επαγγελματισμού, που είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε άσκοπες υπερβολές ,απώλεια του στόχου που έχει τεθεί και αρνητική εικόνα στην ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη.
  • Ο δεύτερος κρίσιμος παράγοντας είναι η συνεργασία και η βοήθεια στο έργο της από πολίτες. Προφανώς θα πρέπει να είναι ευπρόσδεκτες οι καλοπροαίρετες παροχές φαγητών και άλλων ειδών και συνδρομών της τοπικής κοινωνίας προς τους σκληρά εργαζόμενους και θεματοφύλακες των συνόρων. Αυτή η διαδικασία όμως θα πρέπει να είναι αυστηρά προσδιορισμένη και οριοθετημένη χωρίς περιθώρια παρερμηνειών από ομάδες που θα ήθελαν να εκμεταλλευτούν μια εθνική κρίση για να περάσουν ακραίες και αντιδημοκρατικές ιδέες και συμπεριφορές. Διακριτοί ρόλοι κι αποφυγή εμπλοκής ‘ξένων στοιχείων’.

Σε κάθε περίπτωση χρειάζεται ψυχραιμία, σοβαρότητα και  επαγγελματισμός από τους υπηρετούντες στην ΕΛΑΣ, αλλά και ομοψυχία και αποφασιστικότητα από την Πολιτεία και την κοινωνία για να αντιμετωπιστεί αυτό το Εθνικής σημασίας ζήτημα, το οποίο ελπίζουμε να λήξει με την επικράτηση της λογικής, του διεθνούς δικαίου και της διπλωματίας κι όχι με δυναμικές και αδιέξοδες ενέργειες απόρροια της επιθετικής συμπεριφοράς των γειτόνων μας.

Η ιστορία μας έχει διαχρονικά αποδείξει ότι οι εθνικές μας συμφορές έχουν προκληθεί από δικά μας λάθη, παραλείψεις και κυρίως από τη διχόνοια. Τα τωρινά γεγονότα ας γίνουν μια ευκαιρία να ομονοήσουμε, να συμφωνήσουμε τουλάχιστον στα βασικά και να σταματήσουμε τις κραυγές και τις υπερβολές ένθεν κακείθεν.

Διδάκτωρ δημοσίου δικαίου Παντείου Πανεπιστημίου