Του Διογένη Λόππα
Την αποφράδα μέρα που ο Οδόακρος κατέλαβε με τις βαρβαρικές ορδές του τη Ρώμη (4/9/476), ο σπόρος μιας Γερμανικής Ευρώπης φυτεύθηκε βαθιά μέσα στο υποσυνείδητο των απανταχοπού Γερμανών. Από τότε θεωρούν περίπου νομετελειακά ότι η ήπειρος τους ανήκει και ότι το έθνος τους οφείλει να είναι ο συνεχιστής της Αυτοκρατορίας, υπό τον Kaizer (Caesar, Καίσαρα) στην εποχή των αυτοκρατοριών, υπό έναν ταπεινό Καγκελάριο, αν πρόκειται για δημοκρατικές εποχές.
Το τελικά όχι τόσο μακρινό 1905, ένας κορυφαίος Γερμανός επιτελής, ο Alfred von Schlieffen, σχεδίασε ένα τολμηρό στρατηγικό σχέδιο, το οποίο θα οδηγούσε σε μια γεωπολιτική ανατροπή που θα καθιστούσε την προσφάτως ενωμένη Γερμανία απόλυτη κυρίαρχο της Ηπείρου (και όχι μόνο). Το σχέδιο αυτό προέβλεπε πρώτον την ουδετερότητα των Βρετανών, δεύτερον την καθολική στρατιωτική ήττα και συνθηκολόγηση της Γαλλίας και τρίτον την κατάρρευση της Ρωσίας (από έναν τριπλό συνδυασμό: Στρατιωτικής επίθεσης, εσωτερικών προβλημάτων, δηλαδή των Μπολσεβίκων, και δημιουργίας δορυφορικών κρατών ανάμεσα στις δύο χώρες). Απώτερος σκοπός, η δημιουργία ενός οικονομικού ζωτικού χώρου ελεύθερων συναλλαγών, από την μια άκρη της Ευρώπης έως την άλλη.
Οι Γερμανοί γνώριζαν ότι δεν διαθέτουν τους πόρους για μια αντιαπράθεση με τη Ρωσία, πόσο μάλλον για έναν διμέτωπο αγώνα με τους Γάλλους. Έτσι ο Schleifen σχεδίασε ένα τυπικό Blitzkrieg: Ο γερμανικός στρατός θα επιτίθονταν στις οχυρωμένες γαλλικές γραμμές την ίδια ώρα που μέσω Βελγίου, παραβιάζοντας τις συνθήκες περί ουδετερότητας, ο κύριος όγκος θα περικύκλωνε τους Γάλλους και θα καταλάμβανε αιφνιδιαστικά το Παρίσι, αναγκάζοντας τον πανίσχυρο γαλλικό στρατό σε υποχώρηση προς νότον. Μετά από μια γρήγορη συνθηκολόγηση, οι γερμανικές δυνάμεις θα στρεφόταν μαζικά προς το ανατολικό μέτωπο και θα απελευθέρωναν μια σειρά εθνών στα όρια της τσαρικής αυτοκρατορίας.
Η σημασία του σχεδίου Schlieffen στην κατανόηση της σύγχρονης συγκυρίας
Όποιος σήμερα προσπαθεί να κατανοήσει το συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη, θα πρέπει να έχει κατά νου ότι το σχέδιο Schlieffen διαπερνά οριζόντια τη γερμανική στρατηγική σκέψη, δοκιμάστηκε τρεις φορές και απέτυχε τις δύο πρώτες (η τρίτη είναι σε εξέλιξη) και θα αποτελεί δια παντός το στίγμα προς το οποίο θα κινείται διά παντός η γερμανική διπλωματία. Είτε λοιπόν πρόκειται για τις σχέσεις των Γερμανών με τη Γαλλία, την Αγγλία και τη Ρωσία, είτε για τις σχέσεις τους με μικρότερους δρώντες όπως η Ελλάδα και η Τουρκία, ασχέτως αν οι ίδιοι το παραδέχονται δημοσίως, στο πίσω μέρος του μυαλού τους θα βρίσκεται πάντα το σχέδιο αυτό.
Την πρώτη φορά που οι Γερμανοί έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο Schlieffen ήταν οι πρώτες μέρες του Μεγάλου Πολέμου (Α’ παγκόσμιος), όπου με αφορμή τη δολοφονία του Αρχιδούκα της Αυστρίας και τις απανωτές κηρύξεις πολέμου πρώτα από την Αυστροουγγαρία (alter ego των Γερμανών) στη Σερβία και στη συνέχεια από τη Ρωσία στην Αυστροουγγαρία (προς υποστήριξη της ομόδοξης Σερβίας), ο από καιρό έτοιμος γερμανικός στρατός επιτέθηκε στους Γάλλους προσπαθώντας να καταλάβει αιφνιδιαστικά το Παρίσι μέσω Βελγίου. Η γερμανική φαντασίωση βάλτωσε στη Λιέγη, στρατηγικό σιδηροδρομικό κόμβο, όπου αντί δύο ημερών που προέβλεπε το σχέδιο, χρειάστηκαν δύο εβδομάδες για να καταληφθεί η πόλη. Την ίδια ώρα η κινητοποίηση των Ρώσων στο ανατολικό μέτωπο υπήρξε υποδειγματική (διδάσκεται σήμερα) και ανάγκασε το γερμανικό επιτελείο να στείλει εκεί πολύτιμες δυνάμεις που απέσπασε από το δυτικό μέτωπο. Η συνέχεια είναι γνωστή: Πόλεμος χαρακωμάτων, αμερικανική εμπλοκή, ήττα, ταπείνωση, αποζημιώσεις, Βαϊμάρη, Χίτλερ.
Τη δεύτερη φορά οι Γερμανοί υπήρξαν περισσότερο προνοητικοί. Με την έναρξη του Β’ παγκοσμίου πολέμου εφάρμοσαν το σχέδιο Schlieffen με περισσή προσοχή, το Blitzkrieg πέτυχε και πράγματι η Γαλλία συνθηκολόγησε σε χρόνο ρεκόρ, έτσι ώστε η Βέρμαχτ να μπορεί να επιτεθεί άμεσα στη Ρωσία και παραλίγο να την εξαναγκάσει σε συνθηκολόγηση. Τώρα, η καθυστέρηση στα Βαλκάνια, η διασπορά δυνάμεων στην Αφρική, η είσοδος των Αμερικανών και κυρίως η μάχη του Στάλινγκραντ ακύρωσαν ξανά το σχέδιο και η Γερμανία έχασε πάλι τον πόλεμο και συρρικνώθηκε ταπεινωμένη, ενώ τα κορυφαία στρατηγικά μυαλά της, είτε έτρεχαν να σωθούν, είτε αυτοκτονούσαν μαζικά, είτε δικάζονταν για ειδεχθή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Τα τρία τερατώδη λάθη
Τη στιγμή της πτώσης του Βερολίνου και του διαμελισμού της Γερμανίας μέσω Γιάλτας, οι νικητές του πολέμου είχαν τη μοναδική ευκαιρία να ξορκίσουν την κατάρα του Οδόακρου και να τελειώσουν μια και έξω με το Γερμανικό καρκίνωμα. Φευ, κάτι η έναρξη του ψυχρού πολέμου, κάτι η χρησιμότητα μιας ”δημοκρατικής” Γερμανίας στο frontier μεταξύ δύσης και ανατολής, οδήγησαν σε μια αλληλουχία λαθών για τα οποία πολλοί σήμερα έχουν μετανιώσει οικτρά. Η σκηνή μοιάζει να βγήκε από το Lord of the rings: Ο Ισίλντουρ έχει ανακτήσει το δαχτυλίδι και είναι έτοιμος να το ξεφορτωθεί μέσα στη λάβα του βουνού του χαμού, όταν κάτι τού αλλάζει ξαφνικά το μυαλό και το κρατά άπληστα για τον εαυτό του. Κατ’ αναλογία οι Αμερικανοί, είχαν στα χέρια τους μια συνθηκολόγηση άνευ όρων και αντί να πράξουν το προφανές, δηλαδή να διαλύσουν τη Γερμανική Ομοσπονδία, για κάποιο άγνωστο λόγο αποφάσισαν να την διατηρήσουν και μάλιστα, μέσω ενός γενναιόδωρου σχεδίου, να την αναδείξουν σε σοβαρή και ανταγωνιστική οικονομική δύναμη.
Η λύση του γερμανικού προβλήματος ήταν απλή: Η ομοσπονδία θα διαλυόταν και από εκεί θα προέκυπταν ανεξάρτητα γερμανικά κρατίδια με κυρίαρχα αυτά της Βαυαρίας, της Βάδης – Βυτεμβέργης και της Βεστφαλίας Ρηνανίας. Με τον τρόπο αυτό η δύση θα είχε εξασφαλίσει ότι η Γερμανοί δεν θα αποτελέσουν ξανά πρόβλημα στο μέλλον. Φαίνεται όμως ότι οι Αμερικανοί δεν έβλεπαν τότε με καλό μάτι, ούτε τις μύχιες επιδιώξεις των Βρετανών περί ανασύστασης της αυτοκρατορίας τους, ούτε την απληστία των Γάλλων για κυριαρχία στην ήπειρο και προτίμησαν να δημιουργήσουν ένα αντίβαρο (η Ρωσία έξω, οι ΗΠΑ μέσα και η Γερμανία κάτω). Απέτυχαν παταγωδώς. Η ιστορία είχε άλλη άποψη και τελικά βρέθηκαν οι ΗΠΑ έξω, η Γερμανία μέσα (για τα καλά) και η Ρωσία κάτω.
Το δεύτερο λάθος ήταν μοιραίο και έγινε κατά τα συνταρακτικά γεγονότα που ακολούθησαν την ήττα της Σοβιετίας στον ψυχρό πόλεμο. Τα τελευταία χρόνια όλο και λιγότεροι άνθρωποι γιορτάζουν την πτώση του τείχους του Βερολίνου, καθώς συνειδητοποιούν ότι αυτό μάλλον δεν ήταν ένα αγγελικά πλασμένο βήμα προς την ελευθερία, αλλά η βενζίνη στη σπίθα του γερμανικού λανθάνοντος εθνικισμού που ανέκυπτε μέσα από τις τριβές των δύο γεωπολιτικών γιγάντων της εποχής. Η αφέλεια των Ευρωπαίων ηγετών που επέτρεψαν στη Γερμανία να ενωθεί, σήμερα μοιάζει ακατανόητη. Τότε όμως ο κόσμος πίστευε ότι οδεύει προς την ενωμένη Ευρώπη των λαών, ενώ η γενική ευημερία υπερίσχυε του όποιου σκεπτικισμού επέβαλε η συνετή ανάγνωση της ιστορίας. Άλλωστε ο μεγάλος εφιάλτης τότε ήταν το πυρηνικό οπλαστάσιο των Σοβιετικών και ελάχιστοι μπορούσαν να διακρίνουν την ανασύσταση του γερμανικού ιμπεριαλισμού.
Το τρίτο λάθος ήρθε εξίσου αβίαστα: Η προσχώρηση των χωρών του ανατολικού μπλοκ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία ήδη είχε εγκλωβιστεί σε μια οικονομική παράνοια με τη μετατροπή του γερμανικού μάρκου σε ενιαίο νόμισμα (μέσω του Ευρώ), δημιούργησε επιτέλους τον πολυπόθητο ζωτικό οικονομικό χώρο. Μετά από δύο χαμένους πολέμους, ανθρωπιστικές καταστροφές, συνθηκολογήσεις, ήττες και ταπεινώσεις, η Γερμανία κατάφερε να κάνει το σχέδιο Schlieffen πραγματικότητα. Ρίξτε μια ματιά στους χάρτες του 1914 και του 2021 και θα καταλάβετε: Το 1914 η Γερμανία συνόρευε με τη Ρωσία. Εκεί που σήμερα βρίσκεται η Πολωνία οι Ρώσοι κατείχαν την Πολωνία και οι Γερμανοί την Πρωσία (περίπου μέχρι τη Λιθουανία).
Σήμερα ανάμεσα στη θέση των τότε συνόρων υπάρχει μια σειρά κρατών – δορυφόρων, τα περισσότερα μέλη της ΕΕ (πλην Λευκορωσίας και Ουκρανίας), ενώ η Γερμανική οικονομική επιβολή με όλους τους σχετικούς κανονισμούς, απαγορεύσεις και κυρώσεις – μνημόνια εκτείνεται από την Πορτογαλία μέχρι την Εσθονία. Η Γαλλία έχει σχεδόν συνθηκολογήσει (τουλάχιστον οικονομικά) και το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται επισήμως εκτός Ε.Ε., ουσιαστικά εξουδετεροποιημένο (όπως ακριβώς προέβλεπε το αρχικό σχέδιο). Το Ρωσικό last stand πλέον διεξάγεται στην ανατολική Ουκρανία (ειρωνικά ελάχιστα δυτικότερα του θρυλικού Στάλινγκραντ).
Ο στόχος άλλωστε των Γερμανών ποτέ δεν ήταν να καταλύσουν τις κρατικές οντότητες των ανταγωνιστών τους, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Σκοπός τους ήταν αφενός η πλήρης αποδοχή από τα κράτη αυτά της γερμανικής πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας στην Ήπειρο και αφετέρου η δημιουργία μιας οικονομικής ζώνης στην οποία ο έλεγχος του Βερολίνου θα είναι απόλυτος. Δεν νομίζω ότι υπάρχει σήμερα καμία σοβαρή αμφιβολία ότι οι Γερμανοί έχουν επιβάλει τους συγκεκριμένους όρους, χωρίς μάλιστα να πέσει ούτε μια σφαίρα (σχήμα λόγου, γιατί σφαίρες έπεσαν, τόσο στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, όσο και στη μετάβαση της Σοβιετικής ένωσης ή πρόσφατα στο Ουκρανικό πραξικόπημα και στον εμφύλιο που είναι σε εξέλιξη).
Στη Γιουγκοσλαβία οι Γερμανοί για πρώτη φορά στη μεταπολεμική τους ιστορία δοκίμασαν την εφαρμογή μιας σύγχρονης εκδοχής του σχεδίου Schleifen. Ήταν μια γενική δοκιμή των δυνατοτήτων τους επάνω μάλιστα στα συντρίμια της διαχρονικά μισητής Σερβίας, αλλά και στον κίνδυνο που η Γερμανία θα αντιμετώπιζε από έναν οικονομικό ανταγωνιστή στο πρόσωπο μιας καπιταλιστικής ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, η οποία ενδεχομένως θα λειτουργούσε όχι μόνο ως εταίρος της Ρωσίας, αλλά και ως εναλλακτικός πόλος για τις πρώην κομμουνιστικές χώρες της ευρύτερης περιοχής. Έτσι, αν θυμάστε, η γερμανική διπλωματία αρχικά έπαιξε τα ρέστα της για την απόσχιση Κροατίας και Σλοβακίας (δηλαδή ουσιαστικά για την οικονομική προσάρτηση πρώην επαρχιών της αδελφής Αυστροουγγαρίας), ενέργεια που πυροδότησε τον εμφύλιο, καθώς βέβαια η κεντρική διοίκηση έπραξε το αυτονόητο, δηλαδή προσπάθησε να ακυρώσει την απόσχιση επί του πεδίου.
Ασφαλώς δεν προσπαθώ να ξεπλύνω τους Σέρβους χασάπηδες για τα εγκλήματα που διέπραξαν, αλλά με την ασφάλεια των 30 χρόνων που μεσολάβησαν μπορούμε ευκολότερα να δούμε πίσω από τα γεγονότα και κυρίως να βεβαιωθούμε για το ποιος τελικά ωφελήθηκε, ποια ακριβώς υπήρξε η μακροπρόθεσμη γεωπολιτική πίσω από γεγονότα, που εξ πρώτης όψεως μπορεί να φαινόταν ακόμα και ελκυστικά (με το σωστό προπαγανδιστικό μηχανισμό από πίσω τους).
Κάπως έτσι βρεθήκαμε ξαφνικά με ένα κράτος που ξεπήδησε κυριολεκτικά από το πουθενά και που έφερε το παράξενο όνομα ”Δημοκρατία της Μακεδονίας”. Αυτά ήταν τα καλά νέα. Τα κακά νέα ήταν ότι το νεοπαγές κράτος διέθετε αμέριστη γερμανική υποστήριξη (σήμερα γνωρίζουμε το λόγο) και ήταν ουσιαστικά untouchable. Και από εκεί ξεκινάει ο γνωστός μαραθώνιος της ονομασίας που τελικά έληξε (;) με τη δίκαιη (αλλά όπως φαίνεται πολιτικά χιμαιρική) συμφωνία των Πρεσπών. Μετά από χρόνια αδράνειας η ιστορική συγκυρία κατόρθωσε να ξεκολλήσει τα γρανάζια της ελληνικής διπλωματίας και της (σλαβο)μακεδονικής αφασίας και με δόλωμα το ΝΑΤΟ και την ΕΕ να προκύψει μια οντότητα με το πιο εύπεπτο όνομα ”Βόρεια Μακεδονία”.
Schleiffen και Βόρεια Μακεδονία
Ώσπου σήμερα μαθαίνουμε ότι οι πολίτες της χώρας αυτής, ακατανόμαστης ακόμα από μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης, στράφηκαν μαζικά προς την εθνικιστική δεξιά για να σχηματίσουν κυβέρνηση έπειτα από την παραίτηση του μετριοπαθούς ευρωπαϊστή Zaev. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η Βόρεια Μακεδονία αναμένεται να περάσει στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, ανοίγοντας ένα νέο γεωπολιτικό Στάλινγκραντ στην καρδιά των Βαλκανίων, όπου οι Ρώσοι θα προσπαθήσουν να αναχαιτίσουν το μεταμοντέρνο σχέδιο Schlieffen.
Στην προσπάθειά τους αυτή θα έχουν στο πλάι τους και τους Γάλλους. Πώς όμως σχετίζεται η μικρή και ασήμαντη Βόρεια Μακεδονία με τις γεωπολιτικές επιδιώξεις των γιγάντων; Πολύ απλά, εδώ και αρκετό καιρό και έπειτα από την άνοδο στην εξουσία του αναθεωρητικού προέδρου Macron, η Γαλλία έπαψε να αποδέχεται τα γερμανικά τετελεσμένα. Πρώτα σε μια σειρά από γεωπολιτικά μέτωπα οι Γάλλοι βγαίνουν μπροστά ακόμα και με ωμή στρατιωτική ισχύ απαιτούν να επιβάλουν το δικό τους αποτύπωμα (Σαχέλ, ανατολική Μεσόγειος, Λιβύη). Οι κινήσεις αυτές φέρνουν τους Γάλλους αντιμέτωπους με τους Τούρκους, οι οποίοι (σύμφωνα πάντα με το σχέδιο Schlieffen) αποτελούν το μακρύ χέρι των Γερμανών στις περιοχές δικαιοδοσίας των Γάλλων.
Επιπλέον οι Γάλλοι έχουν διαμηνύσει loud and clear ότι επιθυμούν μια Ευρώπη στα όρια της ομοσπονδοποίησης, με κινήσεις που θα οδηγήσουν τα κράτη μέλη σε κοινές αποφάσεις ιδιαίτερα σε τομείς όπως η εξωτερική πολιτική και η άμυνα, ενώ σε επίπεδο οικονομίας η ομοσπονδία αυτή θα πρέπει να απεμπλακεί από τη γερμανική παράνοια και θα πρέπει να οδηγηθεί σε πρακτικές λύσεις όπως κοινός δανεισμός, κοινή φορολογική πολιτική, κοινός κατώτατος μισθός, κοινά επιδόματα κ.λπ.
Οι Γάλλοι δηλαδή, έχοντας συνειδητοποιήσει και μάλιστα με σκληρό τρόπο τι ακριβώς επιδιώκουν οι Γερμανοί, δεν είναι διατεθειμένοι να προβούν σε νέα λάθη πέραν των τριών βασικών λαθών του πρόσφατου παρελθόντος. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία νέα είσοδος μέλους στη Ε.Ε., δηλαδή δεν πρόκειται να υπάρξει καμία επέκταση του Γερμανικού οικονομικού ζωτικού χώρου, τουλάχιστον όχι με τη συναίνεση της Γαλλίας και όχι πριν οι κανονισμοί και οι συνθήκες γίνουν περισσότερο ευρωπαϊκοί και λιγότερο γερμανικοί, δηλαδή όχι πριν η γερμανική Ευρώπη δώσει τη θέση της σε μια ευρωπαϊκή Γερμανία, ομόσπονδο μέλος μιας πιο συλλογικής ΕΕ.
Άρα, εν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, όσον αφορά τους βόρειους ακατανόμαστους γείτονές μας, δεν υφίσταται στην πραγματικότητα κανένα Βουλγαρικό βέτο και καμία πρόσδεση στη συμφωνία των Πρεσπών από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθώς η ένταξη ή όχι της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ και κατ’ επέκτασιν η πολιτική σταθερότητα στη χώρα εξαρτάται αποκλειστικά από την τροπή που θα πάρουν τόσο οι γερμανογαλλικές σχέσεις, όσο και η ρωσογερμανικός ανταγωνισμός. Και όσο οι Γερμανοί παραμένουν προσκολλημένοι στο σχέδιο Schlieffen, καμία χώρα των δυτικών Βαλκανίων δεν πρόκειται να γίνει δεκτή στην ΕΕ, ενώ προβλέπονται ακόμα και έξοδοι, αν χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Σλοβενία δεν αλλάξουν σύντομα ρότα.
Ουσιαστικά εναπόκειται στους Γερμανούς να αποφασίσουν αν θα αιματοκυλίσουν για μια ακόμα φορά την Ευρώπη ή αν τελικά θα αποδεχθούν ότι το συμφέρον τους στον πολυπολικό κόσμο που ανατέλλει είναι να συνταχθούν ισότιμα με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους σε έναν ομόσπονδο φορέα που θα διαθέτει την ισχύ που απαιτείται για να προασπίσει τα συμφέροντά του. Μέχρι τότε, οι εθνικιστές των Βαλκανίων μπορούν ανενόχλητοι να κάνουν επαναστατική γυμναστική και όσα παιχνίδια με τα σύνορα επιθυμούν.