Η μεγάλη ψευδαίσθηση του Κυριάκου Μητσοτάκη

ΦΩΤΟ: ΑΠΕ- ΜΠΕ

Toυ Γ. Λακόπουλου

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης από “τεχνική” άποψη είναι ο πιο συγκροτημένος πολιτικός αρχηγός της σημερινής Βουλής.

Δεν εχει τα επικοινωνιακά χαρισματα του Αλέξη  Τσίπρα αλλα έχει καλές σπουδές, είναι ευπρεπής και άνθρωπος με ισχυρή βούληση  στην πορεία προς τους στόχους του.

Αυτά τα στοιχεία άλλωστε τον ανάδειξαν από αουτσάιντερ σε επικεφαλής της ΝΔ. Έστω και αν οι καθιερωμένοι δελφίνοι της ΝΔ – της αδελφής του συμπεριλαμβανομένης- υποτίμησαν το χαρακτήρα της εκλογής και δεν πήραν μέρος, εκτιμώντας ότι  θα αναδειχθεί απλώς ένας “ενδιάμεσος’ πρόεδρος.

Σε κάθε περίπτωση όμως ο Κυριάκος πέτυχε να εμφανισθεί ως λυτρωτική λύση για πολλούς, ακόμη και έξω από τα όρια της κομματικής βάσης της ΝΔ και αυτό του εξασφάλισε την αρχηγία.

Δεν έγινε ο φυσικός ηγέτης της συντηρητικής παράταξης- αυτός ο ρόλος ανήκει πάντα στον Κ. Καραμανλή- αλλά απέκτησε το προνόμιο να διεκδικεί την  εξουσία για λογαριασμό της ΝΔ στις επόμενες εκλογές.   Διαθέτει τα τυπικά στοιχεία ενός πρωθυπουργήσιμου πολιτικού,  αλλά για να την πάρει  πρέπει να κερδίσει μια ακόμη αναμέτρηση. Με τον σημερινό Πρωθυπουργό; Όχι ακριβώς: με το εκλογικό σώμα.

Με άλλα λόγια, για να πάρει τη θέση του Τσίπρα πρέπει να κερδίσει τις εκλογές.    Οτι εμφανίσθηκε στη Βουλή σαν να τις έχει ήδη κερδίσει   αν δεν είναι  απλώς στοιχείο του πολιτικού μάρκετινγκ του Τάκη Θεοδωρικάκου , είναι αυταρεσκη προσωπική σπουδή. Κινδυνεύει να αποδειχθεί αιθεροβάμων,  ιδιοποιούμενος  με  βουλιμία τη δυσαρέσκεια που προκαλεί  η μνημονιακή  πολιτική  που ακολουθεί κατ ανάγκη η κυβέρνηση- και θα ακολουθούσε και ο ιδιος στη θέση της. 

Το ζητούμενο δεν είναι  να βρεθεί η ΝΔ πρώτο κόμμα- αυτό  προκύπτει ηδη. Ειναι να βρεθει σε θέση να κυβερνήσει και για την ακρίβεια να εξασφαλίζει η πρωτιά της  κυβερνητική σταθερότητα.  Με αυτή την  έννοοια   έχει ενδιαφερον – για  όσους δεν ανήκουν στη ΝΔ- να κερδίσει τις εκλογές : να διασφαλιστεί η εναλλαγή στην εξουσία χωρίς   περιόδους αβεβαιότητας και πολιτικής αστάθειας.

Υπάρχουν πολίτες  που πριν απο το ερώτημα <ποιος θα είναι Πρωθυπουργός> μετά τις εκλογές, θέτουν το ερώτημα  αν θα υπάρχει Πρωθυπουργός.  Αν θα υπάρχει δηλαδή ισχυρή και βιώσιμη κυβέρνηση, γιατι αντιλαμβάνονται τι θα συμβεί  στην αντίθετη περίπτωση.

Οι εκλογές  ομως , με αυτή την έννοια, δεν κερδίζονται   με πρόθυμους  δημοσκόπους  και υπερφίαλους  αρθρογράφους,  αλλά με ψήφους. Για τη ακρίβεια με την προσέλκυση ψήφων από άλλους πολιτικούς χώρους. Για να το πετύχει  ο Κυριάκος χρειάζεται καλή δημόσια παρουσία, πολιτικά επιχειρήματα, σύγχρονες θέσεις και πλαισίωση με κατάλληλα πρόσωπα.  Όχι σαν αυτά που τοποθέτησε στη “σκιώδη  κυβέρνησή” του- έστω και αν δεν της δίνει αυτό το χαρακτηρισμό.

Εγκλωβισμένος στα δεξιά στερεότυπα.

Για να αποκτήσει πλειοψηφικό προβάδισμα ικανό να τον ωθήσει ως την πρωθυπουργία, πρέπει να προσελκύσει ψηφοφόρους από τη δεξαμενή όσων στις  διπλές εκλογές και το δημοψήφισμα του 2015 κατευθύνθηκαν στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν αρκεί να επαναβεβαιώσει την προσήλωση των Νεοδημοκρατών στη …ΝΔ.

Με την ρευστότητα που χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος πλέον αυτό δεν είναι ανέφικτο. Θα χρειαστεί όμως   να απεγλωβιστεί απο τα δεξια στερεότυπα που δεν θα γίνουν ποτέ ελκυστικά σ’ αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος.

Όσοι ψήφισαν τον Τσίπρα  το 2015 δεν το έκαναν γιατί διευρύνθηκε η κομματική ακτινοβολία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γιατί ο ίδιος ήταν νέος, διαφορετικός από τους προηγούμενους και θα τα έκανε όλα διαφορετικά.   Υποσχόμενος  να  καταργήσει το Μνημόνιο, στην ουσία υποσχόταν ότι θα συντηρούσε την ,προγενέστερη της κρίσης ,κατάσταση των ψευδαισθήσεων που εγκατέστησε το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του 1980 -και παγίδευσε στο ίδιο μοντέλο διαχείρισης εθνικών και κοινοτικών πόρων όλες τις κυβερνήσεις που ακολούθησαν.

Αυτο τμήμα της κοινωνίας είναι εθισμένο σ αυτή την κατάσταση. Ο Τσίπρας όμως διέψευσε στα μάτια τους  αυτή την προσδοκία.  Ακόμη και εκεί που έδωσε μάχες τις έχασε.

Η κρίση είναι παντα εδώ.  Η διαπλοκή είναι πάντα ενεργή. Το κράτος υπολειτουργεί. Το πολιτικό σύστημα δεν εξυγιαίνεται. Οι αρετές της Αριστεράς παραγκωνίστηκαν από τη συμμαχία με τον Καμμένο και  η πορεία προς τη χρεοκοπία -που του παρέδωσαν οι προηγούμενοι –  παρά την πιστή εφαρμογή του Μνημονίοου  -ειναι αργή ,ώστε να  χρησιμοποιθεί ως αντίδοτο απέναντι σ αυτους τους πληθυσμούς..

Συνεπώς είναι λογικό να τον εγκαταλείψουν. Που θα πάνε λοιπόν;

Ο Σημίτης της ΝΔ

Κάποιοι θα μείνουν στο σπίτι τους, όπως έκαναν και στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Κάποιοι άλλοι θα πάνε στο ΠΑΣΟΚ, για την ακρίβεια  θα επιστρέψουν στο ΠΑΣΟΚ. Όχι πολλοί όμως,με τα σημερινά δεδομένα.

Πρώτον γιατί το τραύμα της μετακίνησης τους κόμματος του Ανδρέα Παπανδρέου σε ρόλο αντίπαλου της Αριστεράς –ιδίως από τον Βενιζέλο- βιώνεται σαν μετακίνηση στη Δεξιά.

Δεύτερον γιατί η Φώφη Γεννηματά που κράτησε το μαγαζί όταν το εγκατέλειπαν όλοι, έκανε  κρίσιμα λάθη. πχ  η άρνηση να  ψηφίσει την απλή αναλογική -που  είναι το οξυγόνο επιστροφής του ΠΑΣΟΚ σε κεντρικό ρόλο – εξ αντικειμένου λειτούργησε  υπερ της ΝΔ  και όχι των κομμάτων της δημοκρατικής παράταξης -έτσι όπως την όρισε ο ιδρυτικός λόγος του Ανδρέα Παπανδρέου.

Οι υπόλοιποι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ  που προέρχονται απο το παλαιό ΠΑΣΟΚ ,  θα διασπαρούν σε μικρότερα κόμματα. Στον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι δύσκολο έως αδύνατο να πάνε, με το προφίλ  του τυπικού  πολιτικού της παλιάς Δεξιάς  που διαμορφώνει, δια των επιλογών του.

Πέραν του ότι το όνομα ερεθίζει παραδοσιακά αυτόν το χώρο, εκπροσωπεί εξ αρχής το αντίθετο από αυτό που περίμεναν από τον Τσίπρα.  Υπόσχεται  κάτι  χειρότερο  απο αυτό που απορρίπτουν. Αποτελεί μεγάλη ψευδαίσθηση να θεωρεί ότι θα παρασυρθούν από το κλίμα επικράτησής του.

Αυτό δεν σημαίνει οτι ο Μητσοτάκης πρέπει να γινει ….αντιμνημονιακός  – οπως  πήγε να παραστήσει ο Σαμαράς –  για να τους προσεγγίσει.   Μπορεί ομως να απορροφήσει δυνάμεις από αυτόν τον ευρύ χώρο , αν  επιστρέψει στο μοτίβο που τον ανέδειξε: του μεταρρυθμιστή, με την ήπια δημόσια παρουσία, που υπερβαίνει τον κομματικό του χώρο. Κάτι σαν Σημίτης της ΝΔ. Πλεονέκτημα για τη χώρα όχι για τη ΝΔ

Από τη στιγμή όμως που υιοθέτησε την ατζέντα του Αντώνη Σαμαρά -υπό την εποπτεία του οποίου δείχνει να βρίσκεται ορισμένες φόρες -και κυρίως από τη στιγμή που όρισε αντιπρόεδρο τον Άδωνι Γεωργιάδη έχασε κάθε επαφή με αυτό το κοινό.  Ακριβώς όπως την έχασε ο Τσίπρας με τον Παν. Καμένο.

Πως νοείται κάποιος που προέρχεται από το παλιό ΠΑΣΟΚ και πήγε στον Τσίπρα, γιατί το κόμμα του έγινε λιγότερο ΠΑΣΟΚ, να κατευθυνθεί σήμερα στο κόμμα που έχει ως αντιπρόεδρο το πουλέν του  Καρατζαφέρη -με το ακραίο ύφος δημόσιας παρουσίας και την δεξιά ταυτότητα στο κούτελο- αλλά και ως κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο τον αρχηγό της Νεολαίας του Παπαδόπουλου;

Χωρίς να διορθώσει αυτά τα λάθη ο Κυριάκος περιορίζει το βεληνεκές της επιρροής του  εντος της συντηρητικής παράταξης.    Ο λόγος του οδηγεί σε πόλωση και η πόλωση συμφέρει τον Τσίπρα.

Θα  βγει από αυτόν τον κύκλο  και θα  εξασφαλίσει ευρύτερο ακροατήριο, αν   διατάξει  κομματικό μηχανισμό  και τα πρόσωπα που τον εκπροσωπούν   διαφορετικά. Αν  προσαρμόσει τη  δημόσια παρουσία του, τη ρητορική και τη πολιτική του πάνω στον “ιδανικό άξονα” που έδειχνε να  διαμορφώνεται όταν εξελέγη, με τον  Κωστή Χατζηδάκη -που είναι ολοκληρωμένος Ευρωπαίος πολιτικός – ως αντιπρόεδρο, και χωρίς  τις δυνάμεις  που λειτουργούν σαν  ηχώ του Σαμαρά .

Όπως εξελίσσονται τα πράγματα στη ΝΔ με τη σκληρή δεξιά γραμμή από ένα τμήμα της, με την υφέρπουσα αντικομουνιστική κουλτούρα από ένα άλλο -ή με το περίεργο Μητρώο Στελεχών που προαγγέλλει τη συγκρότηση όχι απλώς ενός προσωποπαγούς κόμματος αλλά και ενός  ΙΧ κράτους-  η διείσδυση στους απογοητευμένους  ψηφοφόρους του Τσίπρα είναι ανέφικτη.

Δεν μπορούν να ψηφίσουν κάποιον που οχυρώνεται στη χώρο της Δεξιάς με ακραίους και θορυβοποιούς δίπλα του.

Δεν αναμένεται μεταβολή.

Αυτοί οι ψηφοφόροι -εφόσον δεν θα πάνε στο ΠΑΣΟΚ- θα καταφύγουν σε άλλες επιλογές συμβάλλοντας στον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος και αυτό δεν συνιστά καλή προοπτική. Οδηγεί σε ακυβερνησία- δηλαδή ό,τι χειρότερο. Αυτό φοβούνται οι  ξένοι που τα βλέπουν όλα από μέσα πλέον.

Δεν  ενδιαφέρονται ιδιαίτερα ποιός θα  είναι Πρωθυπουργός. Θέλουν όμως να υπάρχει Πρωθυπουργός- για την ακρίβεια θέλουν να έχουν συνομιλητή.

Αντιλαμβάνονται  ομως ότι η αποδυνάμωση του ενός πόλου δεν ενισχύει τον άλλο, σε ό,τι αφορά τη σχέση ΣΥΡΙΖΑ –ΝΔ, παρά την περιρέουσα δημοσκοπική ατμόσφαιρα.  Γι’ αυτό  δεβ θελιυν  εκλογες. Προτιμούν να εξαντληθεί η περίοδος ως το τέλος του Μνημονίου με τη σημερινή κυβέρνηση. Μετά θα πάρουν τις αποφάσεις τους για τη χώρα, με βάση το βαθμό προσαρμογής της εκείνη τη στιγμή.

Ουσιαστικά τότε θα είναι η στιγμή του Κυριάκου Μητσοτάκη- περι τα μέσα του 2018.  Κυβερνητική μεταβολή ως τότε δεν αναμένουν και σε καμιά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα ο  Κυριάκος δεν αντιμετωπίζεται αυτή τη στιγμή ως εν αναμονή Πρωθυπουργός.  Θα φανεί κατά παρουσία του στην επικείμενη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.

Συμπέρασμα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης  αναζητά τις δυνάμεις που του λείπουν για πλησιάσει την πρωθυπουργία, εκεί που δεν υπάρχουν Όπως π.χ. στο φλερτ με τους παλαιούς “σημιτικούς” του ΠΑΣΟΚ και τον Θεοδωράκη που δεν έχουν κοινό.  Επισης τις αναζητά και σε μια χρονική στιγμή που δεν υπάρχουν , αλλά  και με τον λαθος τρόπο.

Ετσι  όπως  πολιτεύεται απλώς ξανακερδίζει τους κερδισμένους από τη ΝΔ.  Επιπλέον μάλλον νομιμοποιεί παρά απομονώνει το χώρο στα δεξιά της ΝΔ  .  Εξ  αυτού πολώνεται με τη δεξαμενή των κεντρώων και κεντροαριστερών που μετακινήθηκαν  προς τον Τσίπρα και του χρειάζεται ως <κρισιμη μάζα>.

Η αυτοκατανάλωση δημοσκοπήσεων δεν ωφέλησε κανέναν στην πολιτική τα τελευταία χρόνια.  Ως παράδειγμα ας ανατρέξει  στην ανάλυση των αποτελεσμάτων του Μαΐου του 2012, όταν η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ συμπαρέσυρε τη ΝΔ αντί να την ενισχύσει.