Η περίπτωση Γεωργούλη και ο άλυτος γρίφος των λανθασμένων επιλογών προσώπων από τους πολιτικούς ηγέτες

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής

Κρίνοντας και συγκρίνοντας (εκ του αποτελέσματος) τις επιλογές των Τσίπρα – Μητσοτάκη ως πρωθυπουργών

Δυό ήσαν τα… εγχώρια θέματα που προκάλεσαν το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον μου τις πρώτες μεταπασχαλινές μέρες: Η καταγγελία εις βάρος του Αλέξη Γεωργούλη για σεξουαλική παρενόχληση και η συνέντευξη του Μάνου Αντώναρου για το παρακράτος Μητσοτάκη  στην Εφημερίδα των Συντακτών.

Και τα δυό – είναι εύκολο να το διακρίνουμε ως δημοσιογράφοι – ήσαν θέματα που θα μπορούσε να τα πάρει και να τα… φουσκώσει ο προεκλογικός άνεμος, δεδομένου ότι προσφέρονταν για τρελή προεκλογική προπαγάνδα. Το πρώτο κατά του ΣΥΡΙΖΑ, το δεύτερο υπέρ αυτού…   

Το πρώτο (η υπόθεση Γεωργούλη), πράγματι, μονοπώλησε το ενδιαφέρον των ΜΜΕ: σε μηδέν χρόνο έγινε σπέσιαλ αντι-Σύριζα προεκλογικό πακέτο στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων με τίτλους του τύπου «Σε μια κόλλα χαρτί ο ευρωβουλευτής ζεν-πρεμιέ του ΣΥΡΙΖΑ» ή «Πέντε αναπάντητα ερωτήματα για Γεωργούλη και ΣΥΡΙΖΑ» ή «Τι ήξερε ο Τσίπρας;».

Παράλληλα, δικάστηκε και εκδικάστηκε με συνοπτικές διαδικασίες από τα τηλεοπτικά πρωϊνάδικα, τα μεσημεριανάδικα και τα… βραδυνάδικα (της κ. Κοσιώνη και των Χιώτη – Τσίμα π.χ.), που κατέληξαν σε ομόφωνες καταδικαστικές αποφάσεις για τον «θύτη», τον «κακοποιητή», τον «βιαστή» ευρωβουλευτή. Και βεβαίως για το κόμμα του, «τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρχηγό του τον κ. Τσίπρα, που τον επέλεξε και τον τοποθέτησε στις λίστες της Ευρωβουλής»!…

Αντίθετα, η αστραπιαία αντίδραση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που, αμέσως μετά την δημοσιοποίηση της καταγγελίας της φερόμενης ως θύματος βίαιης παρενόχλησης, έθεσε εκτός κόμματος και ευρωομάδας τον Αλέξη Γεωργούλη, πέρασε στα ψιλά…  

*******

Το ίδιο συνέβη και με την άμεση και κάθετη αντίδραση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα («… σε ότι μας αφορά, σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με σεξουαλική παρενόχληση, με έμφυλη βία, με σεξουαλική βία, δεν υπάρχουν ναι μεν, αλλά, δεν υπάρχουν ίσες αποστάσεις: εμείς είμαστε με τα θύματα. Και θα είμαστε με τα θύματα, όχι με τους θύτες…»), μια αντίδραση που, σε συνθήκες δημοσιογραφικής και πολιτικής κανονικότητας, θα έβαζε τελεία και παύλα σε κάθε κακόβουλη σύνδεση των καταγγελλόμενων παραβατικών πράξεων Γεωργούλη με το κόμμα προέλευσής του.    

Η περίπτωση Γεωργούλη

Φυσικά, και στην περίπτωση Γεωργούλη, προκύπτει το θέμα της επιλογής του (πως βρέθηκε στις λίστες των υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ για την ευρωβουλή, ποιος τον επέλεξε και με ποια κριτήρια καταλληλότητας κλπ. κλπ.) και αυτό, αναμφισβήτητα, βαρύνει τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά.

Ωστόσο, το θέμα των επιλογών άμεσων και έμμεσων συνεργατών των πολιτικών ηγετών απ’ τους πολιτικούς ηγέτες είναι ένα θέμα που ανάγεται στη σφαίρα του ποιοτικού  υποκειμενισμού των δεύτερων: ένα ζήτημα υψηλού ρίσκου που επαφίεται στην αξιολογική προσωπικότητα του επιλέγοντος και κρίνεται μόνο εκ του αποτελέσματος.

Κρίνοντας και συγκρίνοντας εκ του αποτελέσματος τις προβληματικές επιλογές των Τσίπρα – Μητσοτάκη στις πρωθυπουργικές περιόδους τους, είναι πανεύκολο να διακρίνουμε ότι οι προβληματικές επιλογές του δεύτερου –  Άδωνης Γεωργιάδης (Novartis), Νίκος Γεωργιάδης (παιδεραστία), Δημήτρης Λιγνάδης (παιδεραστία), Στέλιος Πέτσας (καταχρηστικές επιδοτήσεις ΜΜΕ), Γρηγόρης Δημητριάδης –  Παναγιώτης Κοντολέων (υποκλοπές – Predator), Πάτσης – Χειμάρας (δουλειές με  βουλευτικές… φούντες), Κώστας Καραμανλής, Πατέρας & Βίνης (έγκλημα Τεμπών), Σοφία Νικολάου (πλιάτσικο με απ’ ευθείας αναθέσεις) – βεβαρημένες ως επί το πλείστον με σκανδαλώδεις πολιτικές, ή ποινικές, δεδικασμένες ή μη ευθύνες, είναι απείρως περισσότερες από τις αρκετές μεν – σχεδόν μηδενικής πολιτικής επισφάλειας δε, επιλογές του πρώτου.

*******

Η ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη

Εξάλλου, η ίδια η  ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία του κόμματος της ΝΔ και ακολούθως στην πρωθυπουργία ήταν μια λανθασμένη επιλογή. Και αυτό δεν το λέω εγώ (ένας απλός πολιτικός παρατηρητής), αλλά  το λέει και το υπογράφει ένας άνθρωπος που γνώρισε από απόσταση αναπνοής τι εστί Μητσοτάκης και Μητσοτακέϊκο, ο πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, Ευάγγελος Αντώναρος:

 «Εγώ γνωρίζω τον πρωθυπουργό, αλλά  δεν τον στήριξα τότε (σ σ: ο κ. Αντώναρος αναφέρεται στις εσωκομματικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2016  στη Ν.Δ. και την ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία του κόμματος), επειδή γνώριζα τις ανεπαρκείς πλευρές της προσωπικότητάς του»,λέει…

Το λέει σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», (το δεύτερο απ’ τα… εγχώρια θέματα που, όπως σας έλεγα στον πρόλογο, προκάλεσαν το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον μου τις πρώτες μεταπασχαλινές μέρες), που την έφαγε η μαρμάγκα της μητσοτακέϊκης δημοσιογραφικής… κανονικότητας:

«Θεωρούσα ότι αυτός ο άνθρωπος δεν έχει τα εχέγγυα για να κυβερνήσει τον τόπο», μαρτυρά ο Ευάγγελος Αντώναρος και εξηγεί: 

«Και δεν τα έχει, για να το πω απλά, επειδή αγαπάει περισσότερο τον εαυτό του απ’ ό,τι ένας πρωθυπουργός οφείλει να αγαπάει την κοινωνία που τον έχει εκλέξειΤο δικό του συμφέρον επικρατεί πάνω στο συμφέρον του κοινωνικού συνόλου»…

Εν κατακλείδι της συνέντευξής του, κρίνοντας την επιλογή Μητσοτάκη εκ του αποτελέσματος (9 χρόνια μετά την εκλογή του στην προεδρία της ΝΔ), ο κ. Αντώναρος διαπιστώνει αυτό που διαπιστώνουμε – και γράφουμε και ξαναγράφουμε κι εμείς, ότι είναι ένας πρωθυπουργός που «ήρθε στην εξουσία με το φωτοστέφανο του έντιμου και άριστου και αποδείχτηκε ότι είναι ο εμπνευστής της πιο παρακρατικής και παραβατικής συμπεριφοράς που έζησε η χώρα στα κοντά 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης»!..

ΥΓ: Φυσικά, ο συνεντευξιαζόμενος, Ευ. Αντώναρος, συνιστά σήμερα μια απ’ τις αμφιλεγόμενες – κατά τη γνώμη μου, σωστή – επιλογές του Αλέξη Τσίπρα για τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, που θα κριθούν εκ του αποτελέσματος.

Είπαμε, «το θέμα των επιλογών άμεσων και έμμεσων συνεργατών των πολιτικών ηγετών απ’ τους πολιτικούς ηγέτες είναι ένα θέμα που ανάγεται στη σφαίρα του ποιοτικού  υποκειμενισμού των δεύτερων: 

ένα ζήτημα υψηλού ρίσκου που επαφίεται στην αξιολογική προσωπικότητα του επιλέγοντος και κρίνεται μόνο εκ του αποτελέσματος».