Του Γ. Λακόπουλου
Η χώρα βρίσκεται σε μια κρίσιμη στιγμή του τριγώνου που συνθέτουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι ευρωτουρκικές σχέσεις και οι ελληνοευρωπαϊκές σχέσεις.
Αν τις δει κανείς με φόντο την ατμοσφαιρική αστάθεια στην περιοχή και τις διεθνείς ανισορροπίες αντιλαμβάνεται πως ό,τι κάνει η Ελλάδα θα το κάνει μόνη.
Το λέει όποιος παρακολουθεί την σκακιέρα στην Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Το επισήμανε πρόσφατα το θύμα ενδοοικογενειακών σχέσεων, η πολύπειρη Ντόρα Μπακογιάννη. Το αναδεικνύει στοχευμένα ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλος. Το επικυρώνουν οι αναλυτές της γεωπολιτικής κατάστασης στην περιοχή.
Από αυτή την άποψη η «εθνική μας μοναξιά» θα οδηγήσει στο περιθώριο και τελικά στην ήττα, αν δεν υπάρξει ο καταλύτης για να ενεργοποιήσει τις αντιδράσεις του ελληνικού λαού, που χαλυβδώνουν το φρόνημά του και δίνουν περιεχόμενο στην έννοια της ασπίδας απέναντι σε κάθε κίνδυνο και απειλή.
Αυτός ο καταλύτης είναι η εθνική ομοψυχία που διαμορφώνει αρραγές εθνικό μέτωπο. Και η πρωτοβουλία για την ανάδειξή της ανήκει εκ των πραγμάτων στην κυβέρνηση: δεν καλεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Πρωθυπουργό στο γραφείο του για ενημέρωση και εκπόνηση στρατηγικής, αλλά αντιστρόφως.
Είναι απογοητευτικό ότι σχολιαστές που μπορούν να ακουστούν από την κοινή γνώμη και ως εκ τούτου να πιέσουν την κυβέρνηση για να κινηθεί σ’ αυτή την κατεύθυνση καλύπτουν τις κυβερνητικές ευθύνες για το κενό εσωτερικής συνεννόησης -ή τις μεταφέρουν στην Αντιπολίτευση.
Ο Μιχάλης Μητσός– ό,τι καλύτερο μπορεί να διαβάσει κανείς στην εφημερίδα του -διολισθαίνει σε μια θεωρία που προσπαθεί να δείξει ότι αυτός που δεν είναι “θεσμικός” στο ρόλο του είναι ο Τσίπρας.
Όχι ο Μητσοτάκης που υιοθετεί και σ’ αυτό το θέμα τη θλιβερή μέθοδο Σαμαρά που δεν κάλεσε ως Πρωθυπουργός ούτε μια φορά τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ενώ αναγνωρίζει ότι «δεν είναι δύσκολο» για τον Πρωθυπουργό να «σηκώσει το τηλέφωνο» ρίχνει την ευθύνη στην Τσίπρα που δεν κάνει την «πρώτη κίνηση».
Βάζει μέσα και ολίγη από Πρέσπες για να ισχυριστεί ότι η τότε κυβέρνηση «άφησε έξω» την αντιπολίτευση. Παραβλέποντας ότι η τότε κυβέρνηση έλυσε το πρόβλημα, ενώ η η τότε αντιπολίτευση ήθελε να μην λυθεί.
Πολύ περισσότερο: η σημερινή κυβέρνηση επιδεινώνει την κατάσταση στα ελληνοτουρκικά παραπαίοντας από τη σιωπή στον κατευνασμό και παράλληλα στην συσκότιση τους εντός της χώρας με ευτελείς αντιπερισπασμούς, δια της μεθόδου που οι ψυχολόγοι αποκαλούν «προβολή».
Αναποδογυρίζοντας τα πράγματα ο σχολιαστής ρίχνει προστατευτικό σεντόνι σε μια πολιτική που οδηγεί από την διολίσθηση στην ήττα και προσπαθεί να σκεπάσει τα λάθη της στην εξωτερική πολιτική ψεκάζοντας με τοξικές ουσίες την πολιτική ατμόσφαιρα στο εξωτερικό.
Δεν κυβερνάει ο Τσίπρας. Όταν κυβερνούσε έλυνε θέματα, έχοντας και τη συγκατάθεση και του Μητσού- στις Πρέσπες τουλάχιστον.
Κυβερνάει ο Μητσοτάκης που από την ημέρα που έλεγε στον Τραμπ ότι είναι ‘προβλέψιμος σύμμαχος” , μέχρι την ημέρα που εγκαινίαζε γεφύρια ενώ ο Ερντογάν κλιμάκωνε τις προκλήσεις του με την ισλαμοποίηση της Αγίας Σοφίας, καταστρέφει την εθνική γραμμή που χάραξαν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου στα ελληνοτουρκικά.
Αυτή η γραμμή απέδιδε πάντα, ειδικά όταν η χώρα αντιμετώπιζε προκλήσεις εκείθεν του Αιγαίου, ώσπου την νόθευσαν ο Σημίτης και ο Γ. Παπανδρέου.
Μαζί με τον Μητσοτάκη όμως κυβερνάει μια ιστορική παράταξη. Η ΝΔ ως κόμμα των Καραμανλήδων έχει βάθος στους χειρισμούς εθνικών θεμάτων.
Σ’ αυτό το κόμμα υπάρχει ισχυρό απόθεμα διπλωματικής σοφίας και κυβερνητικής αξιοπιστίας στα ελληνοτουρκικά και μπορεί η σημερινή ηγεσία του ανατρέξει για να βρει τον μπούσουλα που δεν έχει.
Το πιο πρόσφατο κείμενο είναι η δραματική παρέμβαση του πρώην Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή, τον περασμένο Οκτώβριο από τη Θεσσαλονίκη, όταν επισήμανε με έμφαση τα εξής:
–Η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να συρθεί ούτε να παρασυρθεί από τις μεθοδεύσεις της Τουρκίας και δεν πρέπει να επιτρέψει τη δημιουργία τετελεσμένων σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της».
-»Η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των εθνικών συμφερόντων μας θα βασιστεί στις δικές μας δυνάμεις. Στην εμπέδωση αρραγούς εθνικού μετώπου και στη διασφάλιση της αποτρεπτικής ισχύος των ενόπλων μας δυνάμεων»
«Οι συστάσεις και οι προτροπές που μας καλούν τάχα να «λογικευτούμε και να τα βρούμε», πολύ δε περισσότερο πιέσεις φίλων, συμμάχων ή εταίρων, δεν γίνονται δεκτές, αν προσκρούουν στο εθνικό συμφέρον».
« Στη Θράκη, στο Αιγαίο, στην Κύπρο μετριέται η αντοχή του Ελληνισμού».
Σήμερα μετριέται στην τουρκική πρόκληση με την Αγία Σοφία.
Ο πρώτος που πρέπει να σκύψει πάνω από αυτές τις εμβληματικές τοποθετήσεις του Καραμανλή είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ως χειριστής της κρίσης, λόγω του αξιώματός του, και ως επικεφαλής της ΝΔ.
Αν συνεχίσει τον προσωπικό ερασιτεχνισμό -που βασίζεται στους μαθητευόμενος μάγους του Μεγάρου Μαξίμου και τους αμήχανους και αδαείς του νεοκλασικού της Βασ. Σοφίας- ο Καραμανλής θα αποδειχθεί κάτι πιο δραματικό από έναν πρώην πρωθυπουργό και αρχηγό κόμματο που σπεύδει να ξορκίσει την αφασία των διαδόχων του μπροστά στον εθνικό κίνδυνο: θα αποδειχθεί Κασσάνδρα.